Μίκης Θεοδωράκης: Άγνωστα περιστατικά από την πολυκύμαντη ζωή του

Σε λίγες ημέρες στο φέρετρό του θα ακουμπήσει όλη η Ελλάδα, όπως είχε πει ο Άγγελος Σικελιανός για τον θάνατο του Παλαμά. Τραγούδησε τους ποιητές, αλλά ο κάθε ποιητής που τραγούδησε έχει γράψει κάτι μεγάλο, που είναι αυτό που ταιριάζει στον Μίκη Θεοδωράκη.

Γράφει ο Γιώργος Λιάνης

Ο Εγγονόπουλος θα έλεγε: «Για τους μεγάλους, για τους ελεύθερους, για τους γενναίους, τους δυνατούς αρμόζουν τα λόγια τα μεγάλα, τα ελεύθερα, τα γενναία, τα δυνατά». Ο Βάρναλης θα έγραφε το επίγραμμά του παρμένο από το ποίημά του «Ο οδηγητής»:
«Δεν είμαι εγώ σπορά της τύχης,
ο πλαστουργός της νιας ζωής,
εγώ είμαι τέκνο της ανάγκης
κι ώριμο τέκνο της οργής».

Μίκης Θεοδωράκης

Θα συμπλήρωνα με ένα στίχο του Σολωμού που αφορά τον Μίκη των νεανικών του χρόνων, αυτόν που γύρισε από τα Παρίσια και τις Λόνδρες με διπλώματα και ξαφνικά στράφηκε στο λαϊκό τραγούδι, αυτόν που μελοποίησε στα 14 του Σολωμό, Παλαμά και Καρυωτάκη. «Αστραψε φως και γνώρισε ο νιος τον εαυτό του».

Αυτή η χώρα, η τόσο πλούσια και η ολοένα στερούμενη. Αυτή η χώρα, η φιλημένη από τις Μούσες, έχασε χθες τον Μουσηγέτη της.

Ο επιφανέστερος Ελληνας ανεβαίνει ψηλά στους ουρανούς. Πετάει με κάτι πελώριες φτερούγες ωσάν των Αγγέλων του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου. ΟυρανοΜίκης!

Ολοι το περιμέναμε και όλους μας τεταρτοχτύπησε το μαντάτο σαν κεραυνός. Βρέθηκα στο νεκρικό κρεβάτι μία ώρα μετά τον θάνατό του, γύρω στις 9:35. Γονάτισα, φίλησα τα σταυρωμένα χέρια και αποχαιρέτησα τον τελευταίο Δάσκαλο του Γένους, τον πατέρα, τον φίλο, τον μέντορα, τον «Οδηγητή, τον Σηματωρό» και «Κήρυκα» της γενιάς μου.

Ηταν ήρεμος, τόσο ήρεμος, σαν ένα παιδί με το στόμα ανοιχτό σαν να ήθελε να πάρει την τελευταία του ανάσα. Εμεινα λίγο έτσι και μετά η συντριβή και το δέος που αισθανόμουν μετατράπηκαν ευθέως σε αγαλλίαση. Σκέφτηκα πως από εδώ και μπρος δεν θα ζει όπως τους τελευταίους μήνες που τον έβλεπα.

Αλλά ολοένα δοξαζόμενος από τον λαό και τους αρχόντους του. Σκέφτηκα ότι από εδώ και πέρα θα εισπράττει αγάπη, τιμή και δόξα στους αιώνες των αιώνων. Απέναντι ήταν ένα ημερολόγιο και ένα ρολόι, τα κοίταξα. 2 Σεπτεμβρίου 2021, 8:35.

Τους τελευταίους μήνες δεν μιλούσε πια. Ενστικτωδώς, όμως, κρατούσε την παλαιά συνήθεια. Να πηγαίνει στο δωμάτιο της Μυρτούς που ζει στο επέκεινα και να μένει εκεί αρκετά λεπτά κρατώντας της το χέρι.

Μια παρατεταμένη καληνύχτα. Ογδόντα χρόνια μαζί. Την είδα μια φορά κρυφά αυτή την εικόνα και δεν θα την ξεχάσω ποτέ. Ο Μίκης και η Μυρτώ άλαλοι.

Διαβάστε εδώ το δημοσίευμα της RealnewsRealnews

Διαβάστε εδώ το δημοσίευμα της Realnews
Μίκης Θεοδωράκης

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ