Γλυκά Νερά: Ολόκληρη η εισαγγελική πρόταση – “Αμετανόητος και σκληρός ο Αναγνωστόπουλος” – Πώς έστησε το σκηνικό της “ληστείας”

Το εδώλιο του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου «δείχνει» στον Μπάμπη Αναγνωστόπουλο ο εισαγγελέας Γιώργος Νούλης με την 24 σελίδων πρόταση του προς το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο.

Ο εισαγγελέας αφού κάνει μία πρώτη αναφορά στον τρόπο γνωριμίας της Καρολάιν με τον Μπάμπη Αναγνωστόπουλο αλλά και στην εξέλιξη της μεταξύ τους σχέσης, περιγράφει “την αποβολή της κύησης λίγους μήνες μετά τον γάμο τους και στη συνέχεια τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπισε η νεογέννητη Λυδία, αναφέροντας ότι η ψυχολογική κατάσταση της Κράουτς, η οποία τόσο από τη φίλη τους όσο και από την σύμβουλο ψυχικής υγείας, κρίνεται ως χαρακτήρας κρυψίνους και ευέξαπτος, και μετά την αποθεραπεία του βρέφους συνέχισε να παρουσιάζει αστάθεια, με αυτήν εμφανίζει μεταπτώσεις στην συμπεριφορά της. Λόγω δε των εντάσεων που συνέχισαν αναφύονται μεταξύ του ζεύγους, αυτό ζήτησε τη συνδρομή της ειδικής συμβούλου ψυχικής υγείας Ελένης Μυλωνοπούλου».
Tης Άννας Κανδύλη
Σύμφωνα με το βούλευμα, η ειδική σύμβουλος για περίπου τρεις μήνες συναντούσε το ζευγάρι και κατέληξε ότι:
-η Κάρολαιν δεν έπασχε από επιλόχεια κατάθλιψη
-το ζεύγος ήταν -με επιλογή κυρίως του κατηγορουμένου- τελείως αποκομμένο από το οικογενειακό περιβάλλον αμφοτέρων των συζύγων. Ενδεικτικό επ’ αυτού είναι ότι Κράουτς συναντήθηκε για τελευταία φορά με τους γονείς της τον Σεπτέμβριο του 2020
-Η μεθόδευση από μέρους του κατηγορουμένου (βοηθούσης προς τούτο από το Μάρτιο του 2020 και της πανδημίας του ιού COVID 19) της συστηματικής απομάκρυνσης της συζύγου του από άλλες κοινωνικές δραστηριότητες, σχέσεις και συναναστροφές, με σκοπό να έχει τον διαρκή έλεγχο των κινήσεων της ώστε να μπορεί να την χειραγωγεί
(Επιλογή κατοικίας σε απόμακρη περιοχή και σε μεγάλη απόσταση από το πανεπιστήμιο που αυτή εισήχθη, επιβάρυνση της Κράουτς με την εκτέλεση όλων των οικογενειακών εργασιών και την ανατροφή του μωρού χωρίς καμιά βοήθεια από τρίτους, μόνιμη παρουσία του κατηγορουμένου σε συναντήσεις με τις φίλες της, πλήρη άγνοια της για τα οικονομικά του ζεύγους
-την αποκλειστική διαχείριση των οποίων ασκούσε ο κατηγορούμενος που δεν της άφηνε καθόλου χρήματα- οδικές μετακινήσεις της Κράουτς με συγκεκριμένο ταξί ιδιοκτησίας φίλου του κατηγορουμένου κλπ)
-Η Κράουτς βίωνε ως εγκλεισμό την σχέση της με τον κατηγορούμενο, διακατεχόταν δε λόγω και της ηλικιακής τους διαφοράς από σύνδρομο «συνεξάρτησης» από τον τελευταίο (αποδοχή του προσώπου αλλά απόρριψη του ατόμου του) και
-Η ίδια εμφανιζόταν φοβισμένη στους συχνούς διαπληκτισμούς του ζεύγους, και σε στιγμές έξαρσης εκτόξευε προς τον κατηγορούμενο μη σοβαρές απειλές περί αποχώρησής της από την συζυγική οικία είτε μόνη της είτε μαζί με το παιδί τους”.

Για το βράδυ της δολοφονίας στα Γλυκά Νερά αναφέρεται:

“Μετά και την συγκεκριμένη πολλοστή θερμή φιλονικία του ζεύγους ο κατηγορούμενος αποφάσισε να προχωρήσει στην εκτέλεση σχεδίου εξόντωσης της συζύγου του, που από καιρό καλλιεργούσε στην σκέψη του, με σκοπό να απαλλαγεί από την παρουσία της και να απομείνει μόνος με το παιδί τους. Το σχέδιο του αυτό αποτελούνταν από δύο μέρη, αφενός μεν τη φόνευση της Κράουτς, αφετέρου δε την εμφάνιση του θανάτου της ως προϊόν εγκληματικής ενέργειας τρίτων αγνώστων δραστών προς αποφυγή των δικών του ποινικών ευθυνών. Κι ενόσω το μωρό κοιμόταν στο σαλόνι της οικίας και η Κράουτς στην κρεβατοκάμαρα του άνωθεν αυτού ορόφου, ο κατηγορούμενος προχώρησε, με τη χρήση γαντιών χειρός, σε σειρά ενεργειών προκειμένου να διαμορφώσει στον χώρο της οικίας εικονικό σκηνικό «ληστείας μετά φόνων». Συγκεκριμένα:
-προέβη στη βίαιη αποκόλληση της κάμερας παρακολούθησης του χώρου σαλονιού -καθιστικού, που ήταν τοποθετημένη (βιδωμένη) στην οροφή του, ώστε να μην καταγράφονται οι κινήσεις του υποστήριξης του σεναρίου που εμπνεύστηκε
-προχώρησε στην αφαίρεση και την καταστροφή της κάρτας μνήμης της συγκεκριμένης συσκευής με σκοπό την εξαφάνισή της
-Αποξήλωσε το παραθυρόφυλλο του υπογείου της μεζονέτας το οποίο στη συνέχεια απέκρυψε στο χώρο του πλυσταριού, ώστε να δημιουργήσει «πύλη εισόδου» των «αγνώστων ληστών» στο σπίτι
-επέφερε σε επιλεγμένους χώρους της μεζονέτας (καθιστικό σαλόνι) τεχνητή εικόνα ακαταστασίας, ώστε να εμφανίζουν εικόνα άτακτης  έρευνας τους (ενδεικτικά, αναστάτωση βιβλιοθήκης, ρίψη στο δάπεδο πλαστικού κουτιού του επιτραπέζιου παιχνιδιού monopoly) και
-απομάκρυνε από τον χώρο του σαλονιού τιμαλφή του ζεύγους (βέρες, δαχτυλίδια) τα οποία και απέκρυψε εντός πλαστική σακούλας στο ρεζερβουάρ της μοτοσυκλέτας του, ώστε να τα παρουσιάσει ως «λεία των επιδραμόντων ληστών…Αφού ολοκλήρωσε το πρώτο μέρος της «σκηνογραφίας» των χωρών του ισογείου του σπιτιού, ο κατηγορούμενος περί ώρα 4:05 ανέβηκε στο υπνοδωμάτιο της μεζονέτας όπου κοιμόταν ανύποπτη η σύζυγος του. Απόλυτα ψύχραιμος αιφνιδίασε το κοιμώμενο σε πρηνή θέση (μπρούμυτα) θύμα, το οποίο και ακινητοποίησε με το υπέρτερο σωματικό βάρος του. Με τη δύναμη των χεριών του πίεσε ισχυρά το κεφάλι της Κράουτς προς το μαξιλάρι με αποτέλεσμα την απόφραξη των έξω στομίων των αεροφόρων οδών αυτής (στόμα και ρουθούνια). Τούτο επέφερε σταδιακή δυσχέρεια στην αναπνοή της, αυτή σθεναρώς προσπάθησε να αντιδράσει, πλην όμως τούτο δεν κατέστη δυνατό. Η προσπάθεια αυτή του κατηγορουμένου να εξοντώσει την σύζυγό του διήρκεσε επί πεντάλεπτο και τελικώς το θύμα κατέληξε λόγω ασφυξίας περί ώρα 4:11. Και τούτο, αφού κατά τη διάρκεια της δολοφονίας του βίωσε έντονο σωματικό και ψυχικό στρες, με το θάνατο του να είναι όχι ακαριαίος αλλά αγωνιώδης”.
“Μετά τη θανάτωση της συζύγου του ο πάντα ψύχραιμος και αυτοκυριαρχούμενους, κατηγορούμενος προχώρησε άμεσα στην υλοποίηση και του δευτέρου μέρους του εξαρχής προπαρασκευασμένου εγκληματικού του σχεδίου: Της δήθεν εισβολής ληστών στην οικία του, οι οποίοι και σκότωσαν την άτυχη σύζυγό του. Προς τούτο αυτός:
-την ώρα 4:20 φόνευσε δια απαγχονισμού τον οικόσιτο σκύλο ονόματι Ρόξι. Το άτυχο ζώο κρεμάστηκε από αυτόν με το λουρί του στα κάγκελα της εσωτερικής σκάλας μεταξύ ισογείου και πρώτου ορόφου. Η τέλεση του εγκλήματος αυτού είχε δε την στόχευση, τόσο το να εμφανιστεί πειστικότερο το σενάριο της βιαιότητας των «φανταστικών» ληστών, οι οποίοι πλην της συζύγου του σκότωσαν και τον σκύλο, όσο και να απομακρυνθούν οι τυχόν υποψίες από το πρόσωπο του κατηγορουμένου, αφού δεν θα ήταν πιθανό να θεωρηθεί ότι ο ίδιος τον κακοποίησε
-Προέβη στην επιλεκτική αναστάτωση και του χώρου της κρεβατοκάμαρας, όπου σκότωσε το θύμα, με την αφαίρεση και την ρίψη στο δάπεδο συρταριού κομοδίνου. Και τούτο προς διαμόρφωση εικόνας έρευνας και του ακριβούς σημείο του εγκλήματος
-Μετακίνησε το κοιμώμενο -στο ισόγειο -μωρό του ζεύγους και το τοποθέτησε επάνω στο κρεβάτι του υπνοδωματίου, δίπλα στην άρτι δολοφονηθείσα από τον ίδιο μητέρα του. Και τούτο με σκοπό να προσδώσει ένα περαιτέρω δραματικό τόνο στο όλο σενάριο και να μεγεθύνει την αγριότητα των ανύπαρκτων ληστών με τη χρήση σπάγκου και μονωτικής ταινίας έδεσε μόνος του μεταξύ τους τα χέρια του μπροστά και τα πόδια του, στη συνέχεια δε προσδέθηκε στις τάβλες του κρεβατιού στο δάπεδο του υπνοδωματίου.
Περαιτέρω, περιτύλιξε το λαιμό του με μονωτική ταινία με την οποία κάλυψε το στόμα και τα μάτια του, ώστε να εμφανιστεί ότι έχει ακινητοποιηθεί από τους ληστές. Αντίστοιχα έπραξε και με το σώμα της συζύγου του, της οποίας τα χέρια έδεσε πισθάγκωνα με μια γκρι ζακέτα, ενώ γύρω από τον τράχηλο της είχε περιτυλίξει παντελόνι φόρμας ώστε να εμφανίσει ακόμα πιο πειστικό το αφήγημα περί «ληστρικής βιαιότητας»
-Πριν από τον ως άνω «αυτοπεριορισμό» του προέβη στην επιχείρηση σκοπίμως εσφαλμένων τηλεφωνικών κλήσεων σε αριθμούς παρόμοιους με αυτόν της άμεσης δράσης (1000 και 180). “Και τούτο προκειμένου να γίνει πιστευτή η κατασκευή του ότι κατά την προσπάθεια επικοινωνίας του με την αστυνομική αρχή ήταν πράγματι δεμένος”.
Κατά την προανάκριση και σύμφωνα με τις καταθέσεις που έδωσε ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος στους αστυνομικούς, ο εισαγγελέας αναφέρει ότι ο κατηγορούμενος επέμενε να προβαίνει σε υποκριτικές ενέργειες που θα απομάκρυναν τις υπόνοιες τέλεσης τους από τον ίδιο.
“Ως προς την ανθρωποκτονία από πρόθεση, ο ανθρωποκτόνος δόλος του ευκρινώς συνάγεται από τον τρόπο και τις συνθήκες εκτέλεσης της (πεντάλεπτης διαρκείας ασφυκτικός πνιγμός του κοιμώμενου θύματος). Εξίσου εναργώς προκύπτει και το στοιχείο της ήρεμης ψυχικής κατάστασης στην οποία τελούσε ο δράστης κατά την εκτέλεσή της, όπως συνάγεται από την εκ των προτέρων μεθόδευση της παύσης λειτουργίας στις κάμερες ασφαλείας της οικίας του, τον αιφνιδιασμό της ανύποπτης θανούσης, την εξαρχής σκηνοθεσία της δήθεν διαπραχθείσας και σε βάρος του ληστείας και της προσχεδιασμένης προσπάθειας παραπλάνησης των διωκτικών αρχών. Για τις υπόλοιπες πράξεις υφίσταται η ομολογία του κατηγορουμένου, όλες δε αυτές απέρρευσαν από το κίνητρο της συγκάλυψης της εγκληματικής του δράσης και στόχευαν στην πρόκληση σύγχυσης και τελικώς τον αποπροσανατολισμό των αστυνομικών ερευνών”.
Ο εισαγγελέας αποδομεί τους ισχυρισμούς του Μπάμπη Αναγνωστόπουλου ο όποιος έχει υποστηρίξει ότι ο θάνατος της Καρολάιν ήταν ουσιαστικά ένα ατύχημα, επικαλούμενος μεταξύ άλλων ο εισαγγελικός λειτουργός “την έλλειψη αναφοράς συμβάντος τέτοιας έντασης που θα μπορούσε να πυροδοτήσει αιφνίδια έκρηξη ασυγκράτητων συναισθημάτων και την χρονική απόκλιση μεταξύ του επεισοδίου με το μωρό και του χρόνου της φόνευσης της θανούσης”.
«Η πλήρης διαύγεια του επιρρωνύεται από την πληρότητα της σχετικής «σκηνοθεσίας» τόσο μετά την τέλεση της ανθρωποκτονίας όσο και πριν από αυτή, η οποία και καταδεικνύει ότι την απεργάστηκε νωρίτερα και υπολογισμένα και όχι υπό το κράτος ανεξέλεγκτης παρόρμησης. Η δε χρονική τοποθέτηση από τον ίδιο όλων των «σκηνοθετικών» ενεργειών του μετά την θανάτωση του θύματος και ως προϊόν πανικού του αφενός μεν είναι παντελώς άνευ εννόμου επιρροής ως προς το χαρακτηρισμό της πράξης, αφετέρου δε τελείως αβάσιμη, αφού εντός δίωρου από την κατάληξη του θύματος έως και την ειδοποίηση της άμεσης δράσης δεν είναι χρονικά αντικειμενικά εφικτή η πραγμάτωση του συνόλου των προαναφερθεισών παραπλανητικών ενεργειών προς υποστήριξη του κατασκευασμένου σεναρίου περί της δήθεν ληστείας”.
Ο εισαγγελέας κρίνει ότι «από τα στοιχεία σχηματίζεται απόλυτη βεβαιότητα σχετικά με την ένταση του ατιθάσευτου φρονήματος του κατηγορουμένου και της σκληρότητας και του ανάλγητου της προσωπικότητας του» αναφερόμενος σε συνολικά 11 σημεία που αποτελούν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των κακουργηματικών του πράξεων. Όπως:
“την από μέρους του ψυχρή και μεθοδική εξύφανση λεπτομερούς ψεύδους σεναρίου περί επιδρομής στον τόπο του εγκλήματος αγνώστων τρίτων ληστών, οι οποίοι δήθεν διέπραξαν τα εγκλήματα στα οποία ο ίδιος προέβη, προς αποπροσανατολισμό των αστυνομικών και διωκτικών αρχών. Περαιτέρω δε η υποστήριξη της κατασκευής αυτής από προσχεδιασμένες παραπειστικές κινήσεις προς τούτο:
  • Την υποκριτική και αμετανόητη στάση του μετά την ανθρωποκτονία που διέπραξε, καθώς αναζήτησε ψυχολογική στήριξη για την διαχείριση της προσποιητής θλίψης του από την απώλεια της συζύγου του
  • Την θρασύτητα και την έλλειψη μεταμέλειάς του, ως προκύπτει από την αναίσχυντη παρουσία και συμμετοχή του ως «τεθλιμμένου χήρου» στις θρησκευτικές τελετές μνήμης της φονευθείσας από τον ίδιο  και
  • Τον κυνισμό και την φιλαυτία που επέδειξε ακόμη και μετά την ομολογία των πράξεών του, καθώς επιχείρησε να δικαιολογήσει το ψευδές σκηνικό ληστείας που απεργάστηκε προς αποφυγή των ποινικών ευθυνών του ως προερχόμενο από το ενδιαφέρον του «η κόρη του να μεγαλώσει τουλάχιστον με τον πατέρα της». Ήτοι ο ίδιος να απολαύσει την πατρότητα και την ανατροφή ενός παιδιού από το οποίο βιαίως στέρησε από την βρεφική του ηλικία την μητέρα του, την οποία αυτό ούτε καν θα θυμάται!”

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ