Ο Γιάννος Κρανιδιώτης ήταν «ο αρχιτέκτονας της ευρωπαϊκής πορείας της Κύπρου», σημείωσε ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης σε χαιρετισμό που απηύθυνε σε εκδήλωση μνήμης και φόρου τιμής στον Γιάννο Κρανιδιώτη και τους δημοσιογράφους Νίνα Ασημακοπούλου, Δημήτρη Πανταζόπουλο και Παναγιώτη Πούλο που σκοτώθηκαν κατά την πτώση του πρωθυπουργικού αεροσκάφους τον Σεπτέμβριο του 1999 στη Ρουμανία.
Την εκδήλωση συνδιοργανώνουν το Μορφωτικό Ίδρυμα της ΕΣΗΕΑ και η Πρεσβεία της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Αθήνα, με αφορμή τη συμπλήρωση 25 χρόνων από την πτώση του πρωθυπουργικού FALCON.
«Λέμε συχνά ότι η απώλεια ενός προσώπου είναι ένα τεράστιο εθνικό πλήγμα, πολλές φορές υπερβάλλουμε. Αυτή είναι μία από τις περιπτώσεις που δεν υπερβάλλουμε για τον Γιάννο Κρανιδιώτη», υπογράμμισε ο κ. Γεραπετρίτης και τόνισε πως τα γραπτά του Κρανιδιώτη ήταν η πρώτη ύλη, την οποία χρησιμοποίησε και ο ίδιος όταν ανέλαβα τη θέση του υπουργού Εξωτερικών.
Αναδεικνύουν, όπως τόνισε, «με τον πιο εναργή τρόπο ένα δίπολο, το οποίο πολλές φορές μπορεί να φαίνεται αντιφατικό, στην πραγματικότητα όμως είναι η σύνθεση και η επιτομή μιας ορθής εξωτερικής πολιτικής, μιας εθνικής εξωτερικής πολιτικής. Είναι το υψηλό όραμα, οι υψηλοί στόχοι σε συνδυασμό με έναν πατριωτικό ρεαλισμό».

«Διαβάζοντας τον Γιάννο Κρανιδιώτη πολλές φορές ταυτίστηκα», ανέφερε. «Γιατί και ο ίδιος έχοντας την αίσθηση του καθήκοντος για να υπηρετήσει την πατρίδα του, να υπηρετήσει την Ελλάδα, να υπηρετήσει την Κύπρο, πολλές φορές χαρακτηρίστηκε υποχωρητικός, διαλλακτικός».
«Κανείς ίσως, δεν μπορούσε την εποχή εκείνη να αντιληφθεί ποιο ήταν το πραγματικό του όραμα. Το όραμα να είναι η Ελλάδα στο επίκεντρο, στον πυρήνα της ΕΕ και η Κύπρος να είναι ένα πλήρες μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας», τόνισε χαρακτηριστικά.
Σημείωσε πως εκείνη την εποχή δεν ήταν αυτονόητο ότι η ένταξη της Κύπρου ήταν κάτι το οποίο θα ήταν εθνικά επωφελές και «είναι χρήσιμο να το αναδεικνύουμε σήμερα, που μπορούμε να κάνουμε μια αποτίμηση τι σήμαινε για τον ελληνισμό η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ».

Όπως τόνισε ο Κρανιδιώτης «είδε πάρα πολύ γρήγορα το τι σημαίνει η Κύπρος να είναι ένα πλήρες μέλος, να βρίσκεται μαζί με τα άλλα κράτη μέλη της ΕΕ σε μία κατάσταση στην οποία κάποιος θα χαρακτήριζε ότι είναι μία σχέση ασφάλειας που παρέχει η ΕΕ, αλλά είναι και μία σχέση αλληλεγγύης, η οποία αναπτύσσεται μεταξύ των λαών της Ευρώπης».
«Ο Γιάννος Κρανιδιώτης θα ήταν πολύ υπερήφανος αν διάβαζε τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Ιουνίου του 2023. Εκεί όπου καταγράφηκε με έναν πολύ απόλυτο τρόπο η υποχρέωση της ΕΕ να έχει ενεργό εμπλοκή σε όλα τα στάδια επίλυσης του Κυπριακού. Θα ήταν πολύ υπερήφανος εάν διάβαζε τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Απριλίου του 2024, όταν η καταγραφή ήταν ότι η πρόοδος των ευρωτουρκικών δεν μπορεί παρά να συνδέεται αιτιωδώς με την πρόοδο του Κυπριακού», ανέφερε.
Ο κ. Γεραπετρίτης χαρακτήρισε τον Γ. Κρανιδιώτη έναν κοσμοπολίτη, έναν άνθρωπο που έβλεπε πολύ πέρα από την εποχή του.
«Δεν υπολόγιζε το τίμημα, το οποίο μπορεί να είχε επίκαιρα η κάθε του πράξη, διότι υπηρετούσε με συνέπεια το όραμα, το οποίο ο ίδιος είχε θέσει. Και αυτό είναι κάτι το οποίο οφείλουμε να το σεβόμαστε και οφείλουμε να γίνει και παράδειγμα για όλους μας. Μπορεί οι πράξεις να έχουν τίμημα, το όραμα όμως είναι εκείνο, το οποίο καθορίζει εν τέλει τη δική μας πολιτική».

Το Κυπριακό, όπως ανέφερε, είναι ένα ζήτημα, το οποίο μας πληγώνει όλους. «Η διαίρεση της Κύπρου είναι κάτι το οποίο είναι πραγματικά η μεγάλη χαίνουσα πληγή, όχι μόνο του ελληνισμού, αλλά θα μου επιτρέψετε να πω και του κόσμου ολόκληρου».
Μια διαίρεση, όπως πρόσθεσε, η οποία προέκυψε από την παράνομη τουρκική εισβολή και την παράνομη, επί πενήντα χρόνια, κατοχή και είναι μια χαίνουσα πληγή».
«Με πολύ μεγάλη προσπάθεια η ελληνική κυβέρνηση έθεσε ως πρώτο στόχο της εθνικής εξωτερικής πολιτικής να επανέλθει το Κυπριακό στο προσκήνιο της διεθνούς πολιτικής και ιδίως, στο προσκήνιο των προτεραιοτήτων που έθεσε ο ΟΗΕ».
Και πράγματι, πρόσθεσε, «σήμερα, βρισκόμαστε στη θέση να μπορούμε να έχουμε μια μικρή αισιοδοξία ότι θα καταφέρουμε να επανεκκινήσουν οι συζητήσεις. Συζητήσεις, οι οποίες αυτονοήτως δεν θα μπορούσαν να έχουν άλλη βάση παρά μόνο τη βάση του διεθνούς δικαίου, των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και ποτέ, μα ποτέ, μια διαίρεση του νησιού».
Ο υπουργός Εξωτερικών εξήρε τη στάση της Κυπριακής Δημοκρατίας και του Προέδρου Χριστοδουλίδη, ο οποίος, τόνισε, με μια πολύ σταθερή και στέρεα δομημένη εξωτερική πολιτική, υπηρετεί το στόχο με συνέπεια και δημιουργικά.
«Έχω την αίσθηση ότι οι συνθήκες έχουν ένα στοιχείο ευνοϊκό. Αισθάνομαι ότι η θέση της Ελλάδας στον κόσμο, ενόψει και της ανάληψης της θέσης του μη μόνιμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας για την επόμενη διετία, το διεθνές μας αποτύπωμα, η βελτίωση των σχέσεων μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, αλλά και η ενεργός εμπλοκή και προτεραιοποίηση του Κυπριακού στο πλαίσιο του ΟΗΕ, αποτελούν ένα σχετικώς εύφορο έδαφος για να μπορέσουμε να επανεκκινήσουμε τη συζήτηση», είπε.

«Η διαίρεση δεν είναι ποτέ αποδεκτή, λύση όμως, θα προέλθει μόνο μέσα από τη συζήτηση», υπογράμμισε.
Ανέφερε ότι ο Γιάννος Κρανιδιώτης υπηρέτησε το υπουργείο Εξωτερικών από όλες τις θέσεις και ήταν απολύτως αφοσιωμένος και ταυτισμένος με το υπουργείο Εξωτερικών.
Σήμερα, πρόσθεσε, «αισθάνομαι ότι θα ήταν υπερήφανος για την αγαστή συνεργασία μεταξύ Ελλάδος και Κύπρου, μιας συνεργασίας, η οποία βρίσκεται σε απόλυτη σύμπνοια και έχει οδηγήσει σε αποτελέσματα πολύ θετικά για τη δική μας στάση».
«Από κοινού αναλαμβάνουμε τις πρωτοβουλίες και είμαστε σε μία διαρκή ενημέρωση, έτσι ώστε να προωθούμε τις εθνικές μας θέσεις με τρόπο που να μπορούμε να αθροίζουμε τις δυνάμεις μας για να έχουμε όσο το δυνατόν πιο ωφέλιμο αποτέλεσμα».
Παρακολουθείστε την ομιλία του υπουργού Εξωτερικών:
Κώστας Σημίτης: Ο χαμός του Γιάννου μας πόνεσε, η προσωπικότητά του μάς λείπει
Για ένα στενό συνεργάτη και πιστό φίλο του, έναν οικουμενικό άνθρωπο με ευρύτατη παιδεία, ήθος και ευγένεια, έκανε λόγο στο χαιρετισμό του ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, το μήνυμα του οποίου εκφώνησε η συνεργάτιδά του Χριστίνα Πουλίδου.
«Ακούραστος οπαδός των ειρηνικών διευθετήσεων, του διαλόγου, μαχητής της ειρήνης, ο Γιάννος ήταν πολέμιος των φοβικών συνδρόμων, της κουλτούρας της περιχαράκωσης, της στασιμότητας», τόνισε χαρακτηριστικά.
Σημείωσε πως ήταν ένα «πνεύμα ανήσυχο, πίστευε βαθιά ότι η ειρήνη, η συνεργασία, η σταθερότητα και η ανάπτυξη αποτελούν τους πυλώνες επικοινωνίας των λαών».
«Για τον Κρανιδιώτη μια σύγχρονη πολιτισμική κοινωνία δεν μπορεί παρά να σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη διαφορετικότητα, την ανεκτικότητα και την αλληλεγγύη. Ο διάλογος ήταν πάντα μια υποχρεωτική επιλογή και στην υλοποίηση αυτού του προτάγματος αφιέρωσε τη ζωή του», ανέφερε.
Σημείωσε δε πως η πόρτα του ήταν πάντα ανοιχτή και «είχε το χάρισμα να ακούει και να συνεργάζεται χωρίς πλέγματα με τους καλύτερους». «Η διπλή ψυχή του Κρανιδιώτη του Κύπριου και το Ελλαδίτη, άφησε το αποτύπωμά της στην πρόσφατη ιστορία των δύο χωρών», τόνισε χαρακτηριστικά και προσέθεσε: «Αναμφισβήτητα υπήρξε ο αρχιτέκτονας της διαδικασίας ένταξης της Κύπρου στην ΕΕ. Υπήρξε ένας βασικός ανιχνευτής στην πορεία αναπροσανατολισμου της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής που ολοκληρώθηκε με τη συμφωνία του Ελσίνκι».
Ανέφερε πως προσέφερε πολλά σε Ελλάδα και Κύπρο, «τίμησε όλες τις θέσεις που κατείχε με σπάνια κατάρτιση και εμμονή στους στόχους είχε μια τεράστια ικανότητα, όχι μόνο να δίνει, αλλά και να κερδίζει μάχες».
«Αυτή η ποιότητα του χαρακτήρα του, αναμφίβολα άφησαν τη σκιά της απώλειας στα 25 χρόνια από εκείνη την Τρίτη που το Falcon προσγειώθηκε ανώμαλα στο Βουκουρέστι, κόβοντας το νήμα ζωής οκτώ τελικά ανθρώπων». «Ο χαμός του Γιάννου μας πόνεσε, η προσωπικότητά του μας λείπει», κατέληξε.

Βασικός ομιλητής της εκδήλωσης ήταν ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης.
Ακολούθησε απονομή τιμητικών διακρίσεων στις οικογένειες των δημοσιογράφων που επέβαιναν στο πρωθυπουργικό αεροσκάφος από τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκο Χριστοδουλίδη, τον υφυπουργό παρά τω Πρωθυπουργώ και Κυβερνητικό Εκπρόσωπο Παύλο Μαρινάκη και τον πρόεδρο της Ένωσης Συντακτών Κύπρου, Γιώργο Φράγκο.
Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης υπήρξε ακόμη προβολή οπτικοακουστικού υλικού από τη Διεύθυνση του Αρχείου της ΕΡΤ και του ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Νίκος Χριστοδουλίδης: «Μέγιστη τιμή για τον Γ. Κρανιδιώτη η μετεξέλιξη της Κύπρου σε ένα κράτος απαλλαγμένο από αναχρονιστικές εγγυήσεις και κατοχικά στρατεύματα»
Η μέγιστη τιμή για τον Γιάννο Κρανιδιώτη θα ήταν «η μετεξέλιξη της Κύπρου σε ένα κράτος απαλλαγμένο από αναχρονιστικές εγγυήσεις και κατοχικά στρατεύματα», υπογράμμισε ο Κύπριος Πρόεδρος Νίκος Χριστοδουλίδης στην ομιλία του.
Ο κ. Χριστοδουλίδης υπογράμμισε ότι ο Γ. Κρανιδιώτης ανήκει «σε μια ζηλευτή κατηγορία πολιτικών που σπανίζουν, ειδικά στη σημερινή εποχή», ενώ αναφέρθηκε εκτενώς στη σχέση του με την Κύπρο, την ιδιαίτερή του πατρίδα.
Σημείωσε ότι «συνδύαζε το όραμα με τον πολιτικό διεκδικητικό ρεαλισμό, την τεχνοκρατική και επιστημονική κατάρτιση με την πολιτική διορατικότητα και τη σύγχρονη ευρωπαϊκή αντίληψη», ενώ υπενθύμισε ότι «για 18 χρόνια απ’ όλες τις θέσεις που υπηρέτησε υπήρξε ένας σημαντικός θεσμικός σύνδεσμος ανάμεσα στην Κύπρο και την Ελλάδα, αναλαμβάνοντας πολλές φορές άχαρες αποστολές, ειδικότερα όταν Αθήνα και Λευκωσία είχαν διαφορετικές προσεγγίσεις».
«Νηφάλιος ακόμη και σε δύσκολες στιγμές συνδύαζε την άριστη γνώση του Κυπριακού και των ευρωπαϊκών υποθέσεων με τη διπλωματική ευελιξία και την πολυδιάστατη προσέγγιση των θεμάτων που χειριζόταν. Ήταν κυνηγός του ονείρου αλλά και θιασώτης του εφικτού», ανέφερε.
Υπογράμμισε δε πως παρόλο που «το Κυπριακό βρισκόταν στον πυρήνα του αξιακού του συστήματος και της συνείδησής του, ο Γιάννος Κρανιδιώτης δεν ήταν μονοθεματικός. Η ευρυμάθειά του, το ακαδημαϊκό του υπόβαθρο, η έντονή του πεποίθηση για τις δυνατότητες και τις προοπτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν τέτοια που τον όπλιζαν με επιχειρήματα ώστε να επιμένει να τοποθετηθεί το Κυπριακό μέσα στο πλαίσιο των ευρύτερων εξελίξεων στην Ανατολική Μεσόγειο, στην Μέση Ανατολή και στην Ευρώπη».
Έτσι, σημείωσε, κατάφερε να εμπλουτίσει τους ορίζοντες της εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας αλλά και της ιδιαίτερης πατρίδας του, που για πολλά χρόνια είχε «μία έντονα μονοθεματική εξωτερική πολιτική βασισμένη στη λανθασμένη εντύπωση ότι τα δικά μας θέματα, η Κύπρος αποτελεί τον ”ομφαλό της γης”, ότι όλοι ασχολούνται με τα κυπριακά θέματα, χωρίς εμείς να διεκδικούμε λόγο και ρόλο σε σημαντικά περιφερειακά ή ευρωπαϊκά θέματα».
«Αρχή για να αλλάξει αυτή η αντίληψη στην Λευκωσία ήταν μέσα από τις πρωτοβουλίες και τις δράσεις του Γιάννου Κρανιδιώτη», τόνισε χαρακτηριστικά.
Συνέβαλε, ακόμη, καθοριστικά ώστε το Κυπριακό να γίνει σαφώς πιο κατανοητό στις λεπτομέρειές του και στην περιφερειακή του διάσταση, στα κέντρα διαμόρφωσης και λήψης αποφάσεων στην Αθήνα και σε πλείστα ευρωπαϊκά κράτη και θεσμούς. «Ο ρόλος του ήταν καταλυτικός ώστε οι ανησυχίες των Ελλήνων της Κύπρου να γίνονται πιο κατανοητές και αποδεκτές».
«Μακριά από προσωπικούς ανταγωνισμούς και εξωθεσμικές ατζέντες που συναντούμε στην πολιτική, ο Γιάννος Κρανιδιώτης υπηρέτησε με αξιοσύνη τον ρόλο του ως ο σημαντικότερος εκπρόσωπος των Κυπρίων στο πολιτειακό σύστημα της Ελλάδας. Ταυτοχρόνως, λειτουργούσε ως η αξιόπιστη γέφυρα προώθησης των θέσεων της Αθήνας στη Λευκωσία».
Όπως συμπλήρωσε, υπάρχει μία ανησυχία για το αν Αθήνα και Λευκωσία μιλούν ειλικρινά, αλλά ευτυχώς αυτό δεν συμβαίνει σήμερα. «Αυτή η πολύ στενή σχέση δημιουργεί και πολλούς περιορισμούς που στο παρελθόν μας οδήγησε και σε πολλές περιπέτειες. Και ο Γιάννος Κρανιδιώτης ήταν αυτός που σε αυτές τις δύσκολες στιγμές μετέφερε τα αναγκαία μηνύματα, που δεν μπορούσαν ενδεχομένως να λεχθούν σε επίπεδο των αρχηγών των κυβερνήσεων». Πάντοτε, όπως ανέφερε με τρόπο διακριτικό και σεβόμενος την ανεξαρτησία της Κύπρου.
«Ίσως γιατί ποτέ δεν ξέχασε το μεγάλο δίδαγμα της Ιστορίας, που θέλει εμάς τους Έλληνες να δημιουργούμε και να πετυχαίνουμε τους στόχους μας όταν είμαστε ενωμένοι αλλά και να οδηγούμαστε σε σοβαρά αδιέξοδα όταν διολισθαίνουμε προς τη διχόνοια και δεν είμαστε ειλικρινείς ανάμεσα μας», προσέθεσε.
Επισήμανε πως η σημαντικότερη διπλωματική επιτυχία της Κυπριακής Δημοκρατίας ήταν η ένταξή της στη μεγάλη Ευρωπαϊκή οικογένεια το 2004 και υπογράμμισε τον καθοριστικό ρόλο του Κρανιδιώτη στην υποβολή αίτησης ένταξης τον Ιούλιο του 1990, «όταν πολλοί, τόσο στην Αθήνα όσο και στη Λευκωσία, δεν πίστευαν στην ευρωπαϊκή προοπτική της Κυπριακής Δημοκρατίας και θεωρούσαν μία τέτοια πρωτοβουλία ως ουτοπική. Ήταν ο Γιάννος Κρανιδιώτης που άλλαξε αυτή την άποψη στη Λευκωσία».
«Εργάστηκε συστηματικά και μεθοδικά τόσο σε πολιτικό όσο και ακαδημαϊκό επίπεδο για τη χάραξη της ευρωπαϊκής πορείας της Κύπρου και ήταν ανάμεσα στους λίγους, που πίστευαν, το 1990, ότι ακόμη και χωρίς την επίλυση του Κυπριακού, η Κύπρος θα μπορούσε να γίνει μέλος της ΕΕ».
Στην Κέρκυρα στις 25 Ιουνίου 1994 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφάσισε ότι η επόμενη διεύρυνση της ΕΕ θα περιλάμβανε την Κύπρο και τη Μάλτα, «αποτέλεσμα της δραστήριας κινητοποίησης και των διπλωματικών ενεργειών του Γιάννου Κρανιδιώτη, πάντα σε συνεργασία με την κυπριακή κυβέρνηση και τον αείμνηστο Γλαύκο Κληρίδη. Ήταν μια προσωπική του επιτυχία.
Ήταν το χρέος προς την ιδιαίτερή του πατρίδα, η οποία είχε πληγεί βάναυσα από την τουρκική εισβολή και κατοχή από το 1974».
Υπενθύμισε δε πως για «εξουδετέρωση των έντονων τουρκικών διπλωματικών ενεργειών και των έντονων αμφιβολιών κάποιων ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, σε σχέση με την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, χωρίς την εκ των προτέρων επίλυση του Κυπριακού, ο Γιάννος Κρανιδιώτης ως υφυπουργός Εξωτερικών απηύθυνε μία επιστολή, ιστορικό ντοκουμέντο προς τους υπουργούς Εξωτερικών των κρατών-μελών της ΕΕ, με την οποία απαντούσε τεκμηριωμένα στις τουρκικές αιτιάσεις, αναδείκνυε την έλλειψη πολιτικής βούλησης για λύση του κυπριακού από τουρκικής πλευράς που υπονόμευαν την προσπάθεια αλλά και που από τότε απαιτούσαν αναγνώριση χωριστής κυριαρχίας, και κάτι τέτοιο δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτό».
«Η παρούσα κατάσταση πραγμάτων στην Κύπρο δεν είναι επιλογή για εμάς»
Ο κ. Χριστοδουλίδης αναφέρθηκε διεξοδικά στο ορόσημο της συμπλήρωσης των 20 χρόνων από την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ.
«Η ένταξη, ανάμεσα σε πολλά άλλα, μας απέφερε τεράστια οφέλη σε όλες τις εκφάνσεις της ανθρώπινης δραστηριότητας, από την καθημερινότητά μας στο εμπόριο, το επιχειρείν, τον τουρισμό, την υγεία, την αλιεία, τη ναυτιλία, τη γεωργία, τις μεταφορές, την οικονομία. Η συμμετοχή μας στην ΕΕ μας γεμίζει και με αισθήματα αισιοδοξίας γιατί γνωρίζουμε πόσα ακόμα μπορούμε να πετύχουμε ως ενεργά μέλη της μεγάλης ευρωπαϊκής οικογένειας, με αυτοπεποίθηση, με δυναμισμό και με σιγουριά».
Όπως σημείωσε, ο ίδιος δεν είναι θιασώτης προσεγγίσεων σε πολλά κράτη-μέλη της ΕΕ όπου για όλα τα αρνητικά που συμβαίνουν φταίνε η ΕΕ και οι Βρυξέλλες ενώ όλες οι επιτυχίες οφείλονται αποκλειστικά στις δικές τους προσπάθειες εντός του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Στην περίπτωση της Κύπρου, προσέθεσε, αυτή η εικοσάχρονη πορεία δεν ήταν στρωμένη με ροδοπέταλα. «Δεν μπορώ να φανταστώ πώς ένα μικρό κράτος θα μπορούσε να αντιμετωπίσει σημαντικότατες προκλήσεις αν δεν ήμασταν κράτος-μέλος της ΕΕ. Μαζί με τους εταίρους μας αντιμετωπίσαμε δυσκολίες, αλλά και πρωτοφανείς προκλήσεις, κρίσεις, όπως η τραπεζική και οικονομική κρίση της περασμένης δεκαετίας, η πανδημία του κορονοϊού, ο πόλεμος στην Ουκρανία αλλά και πιο πρόσφατα η μεταναστευτική και προσφυγική κρίση».
Σημαντικότερη όμως αλλαγή, σημείωσε, είναι η ενισχυμένη θέση, «διπλωματικά και πολιτικά, που προκύπτει από το γεγονός ότι ανήκουμε πλέον σε μια πολυπληθή και ισχυρή οικογένεια, γεγονός που μας επιτρέπει να έχουμε και ρόλο και λόγο στα μεγάλα θέματα».
«Πρόκειται για μία εξέλιξη που αναπόφευκτα επηρεάζει τις προσπάθειες μας για τερματισμό της κατοχής και επανένωσης της πατρίδας μας. Αυτή ακριβώς ήταν η συλλογιστική του Γιάννου Κρανιδιώτη όταν επέμενε πεισματικά για την αναγκαιότητα αίτησης ένταξης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση».
«Η παρούσα κατάσταση πραγμάτων στην Κύπρο δεν είναι επιλογή για εμάς», υπογράμμισε. «Η παρούσα κατάσταση πραγμάτων στην Κύπρο εγκυμονεί σοβαρότατους κινδύνους και δεν διασφαλίζει το μέλλον του κυπριακού ελληνισμού στην Κύπρο».
Όπως σημείωσε, ο Κρανιδιώτης είχε αναφέρει ότι ο ευρωπαϊκό δρόμος της Άγκυρας περνάει μέσα από τη Λευκωσία και την Αθήνα, τονίζοντας ταυτόχρονα ότι το Κυπριακό είναι διεθνές πρόβλημα ανεξάρτητο από τα ελληνοτουρκικά και ότι μία δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού θα συνέβαλλε τόσο στη βελτίωση των ελληνοτουρκικών θέσεων όσο και στην ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας.
«Μια ευρωπαϊκή πορεία που, τουλάχιστον από πλευράς της Λευκωσίας, θεωρώ ότι αυτή είναι και η θέση της ελληνικής κυβερνήσεως, στηρίζουμε απόλυτα. Δεν μπορούμε να αλλάξουμε τη γεωγραφία. Προτιμούμε να έχουμε ένα γείτονα που ο οποίος να είναι κράτος-μέλος της ΕΕ. Εργαζόμαστε και ασπαζόμαστε τις ίδιες αρχές και αξίες», σημείωσε.
Σε συνεργασία και πλήρη συνεννόηση και πλήρη ειλικρίνεια με την ελληνική κυβέρνηση, καθώς και τους άλλους εταίρους, η Κύπρος εργάζεται μεθοδικά για την επανέναρξη ουσιαστικών διαπραγματεύσεων για επίλυση του Κυπριακού, προσέθεσε.
«Είκοσι χρόνια μετά την ένταξη στην ΕΕ η Κυπριακή Δημοκρατία δεν διακατέχεται από φοβικά σύνδρομα και ασφαλώς, η αναζήτηση λύσης δεν μπορεί να προσεγγίζεται μέσα από λογικές της εποχής του Ψυχρού Πολέμου. Όραμά μου είναι μια χώρα που θα διασφαλίζει όλα τα δικαιώματα για όλους τους νόμιμους κατοίκους της, Ελληνοκύπριους, Τουρκοκύπριους, Μαρωνίτες, Αρμένιους και Λατίνους, προσφέροντάς τους αυτά που απολαμβάνουν και άλλοι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης – ασφάλεια, ευημερία και ειρήνη», σημείωσε.
Ανέφερε δε πως σε λίγες μέρες μεταβαίνει στη Νέα Υόρκη για τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, «με την προσδοκία ότι θα εντατικοποιηθούν οι προσπάθειες για να προχωρήσουμε στο επόμενο βήμα στο Κυπριακό, που δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο από την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων στη βάση του συμφωνημένου πλαισίου».
«Έχω μεταφέρει στον γενικό γραμματέα ότι είμαι έτοιμος για συνάντηση με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη αλλά και την τουρκική ηγεσία. Δεν μας φοβίζει ο διάλογος, έχουμε θέσεις και επιχειρήματα, ξέρουμε καλά πού θέλουμε να φτάσουμε», τόνισε.
«Με ρεαλισμό και αυτοπεποίθηση, με σχεδιασμό και με αποφασιστικότητα, διεκδικούμε το αυτονόητο: Τη μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας σε ένα κράτος απαλλαγμένο από αναχρονιστικές εγγυήσεις και κατοχικά στρατεύματα, ένα κράτος πραγματικά ανεξάρτητο και κυρίαρχο σε όλη την επικράτειά του, μέλος της ΕΕ και των Ηνωμένων Εθνών, που μόνο του θα ορίζει την τύχη του», επισήμανε.