Πόλεμος στην Ουκρανία: Εικόνες αποκάλυψης στη Μαριούπολη – «Έγινε δεύτερο Μεσολόγγι» λένε ομογενείς

Ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται και όπως λένε οι ομογενείς στη Realnews για την πολύπαθη Μαριούπολη, «έγινε δεύτερο Μεσολόγγι».

Των ΧΡ. ΜΑΖΑΝΙΤΗ, Κ. ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΥ

Οι Ρώσοι επιμένουν στην περικύκλωση του Κιέβου. Οι επόμενες ώρες για την ουκρανική πρωτεύουσα αναμένονται εφιαλτικές. Εκτιμάται ότι και στο Κίεβο οι ρωσικές δυνάμεις ακολουθούν τη «συνταγή της Μαριούπολης».

Όπως και στην Οδησσό, που τελεί υπό στενή πολιορκία. Αρχικά η περικύκλωση, μετά το χτύπημα στις δομές ηλεκτροδότησης και νερού κι έπειτα η διακοπή κάθε διαδρόμου εφοδιασμού. Τις συνέπειες αυτής της στρατιωτικής τακτικής βίωσε από το πρώτο χέρι ο Έλληνας πρόξενος Μανώλης Ανδρουλάκης.

Από τις 2 Μαρτίου, που αποχώρησε η ελληνική αποστολή από τη Μαριούπολη, με επικεφαλής τον πρέσβη Φραγκίσκο Κωστελλένο, ο Μ. Ανδρουλάκης επέλεξε να μείνει πίσω. Όμως, η κατάσταση ημέρα με την ημέρα χειροτέρευε. Οι βομβαρδισμοί στη Μαριούπολη γίνονταν όλο και περισσότερο αισθητοί στο κέντρο της πόλης.

Σύμφωνα με πληροφορίες της Realnews, πραγματοποιήθηκαν τρεις απόπειρες αποχώρησης, οι οποίες όλες ματαιώθηκαν την τελευταία στιγμή, αφού δεν υπήρχαν οι ελάχιστες εγγυήσεις ότι η φυγή τους θα μπορούσε να γίνει με ασφάλεια.

«Η Μαριούπολη είναι μια πόλη κατεστραμμένη. Από τις 2 Μαρτίου, που έφυγε το πρώτο κονβόι για την Ελλάδα, μέχρι τις 15 Μαρτίου, που ξεκινήσαμε για την πατρίδα, η κατάσταση ήταν κάθε ημέρα και χειρότερη», φέρεται να έλεγε στους ανθρώπους με τους οποίους είχε επικοινωνία ο Μ. Ανδρουλάκης. Η πόλη ήταν αποκλεισμένη. Δεν υπήρχε ρεύμα, δεν υπήρχε θέρμανση. Η γεννήτρια του κτιρίου του ΟΑΣΕ, όπου είχε καταλύσει ο Έλληνας πρόξενος, μαζί με Έλληνες της περιοχής, λειτουργούσε για λίγα λεπτά, κάθε μεσημέρι, μόνο για να φορτίσουν το δορυφορικό τηλέφωνο με το οποίο είχαν επικοινωνία με το υπουργείο Εξωτερικών και τον πρέσβη Φρ. Κωστελλένο.

Το δρομολόγιο που ακολούθησε η αποστολή δεν ήταν καθόλου εύκολο. Από τη Μαριούπολη κινήθηκε δυτικά, με προορισμό το χωριό Μανγκούς κι από εκεί την πόλη Μπεργιάνσκ, όπου διανυκτέρευσαν. Τη δεύτερη ημέρα, κατευθύνθηκαν προς τη Ζαπορίζια. Εκεί το κονβόι «έσπασε» σε δύο κομμάτια. Όσοι έφτασαν μέχρι εκεί με λεωφορείο πήραν το τρένο για την Πολωνία.

Οι υπόλοιποι συνέχισαν για το Ντνίπρο και από εκεί για ένα χωριό έξω από την Ούμαν, πριν από την τελική ευθεία, στα σύνορα με τη Μολδαβία. Συνολικά 150.000 ομογενείς κατοικούσαν στη Μαριούπολη και στα χωριά της από το 1778, όταν η πόλη ιδρύθηκε από Έλληνες της Κριμαίας. Σήμερα, οι περισσότεροι έχουν αποχωρήσει. «Την Πέμπτη με έβγαλαν από την κόλαση. Από τις 27 Φεβρουαρίου ήμασταν χωρίς ρεύμα, θέρμανση, φαγητό, τηλέφωνο. Το σπίτι μου το βομβάρδισαν. Ήμασταν στα υπόγεια και από πάνω μας βομβάρδιζαν συνεχώς. Ήμουν με την ανιψιά μου τη Μαρία και άλλα 18 άτομα», λέει στην «R» η Αλεξάνδρα Προτσένκο, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ελληνικών Συλλόγων Ουκρανίας. «Φύγαμε μετά τις ενέργειες του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών.

Στον δρόμο, ο οδηγός μού είπε να σβήσω όλες τις φωτογραφίες από το κινητό μου. Είχε δίκιο. Σε ένα από τα μπλόκα, μου έκαναν έλεγχο», καταλήγει.

Εικόνες αποκάλυψης

Η Αθηνά Κατζίνοβα είναι ακόμα μια Ελληνίδα της Μαριούπολης που αναγκάστηκε να φύγει. Από το καταφύγιο πήγε περπατώντας μέχρι το σημείο αναχώρησης του κονβόι. «Βλέπαμε παντού εικόνες αποκάλυψης. Δεν μπορούσαμε να τραβήξουμε φωτογραφίες. Οι Ρώσοι μάς το απαγόρευαν. Έψαχναν τα κινητά μας να δουν τι είχαμε. Λίγο πριν από τη Ζαπορίζια, γίνονταν μάχες», έγραφε μέσω μηνυμάτων. Τα μάτια της μεταφράστριας Αθ. Κατζίνοβα είδαν την ανείπωτη φρίκη του πολέμου. Είχε τραβήξει φωτογραφίες, όμως «υπήρχαν περιπτώσεις που οι Ρώσοι μάζεψαν όλα τα κινητά και τα έκαψαν στην συνέχεια». «Από τη Ζαπορίζια και μετά, πήρα τρένο για να πάω στην Πολωνία. Στον δρόμο, μας είπαν να κρεμάσουμε κουβέρτες στα παράθυρα. Έσβησαν τα φώτα. Ήταν τρομακτικά όλα», έγραψε στα μηνύματά της η Ελληνίδα κάτοικος της Μαριούπολης. Μεταξύ άλλων, έστειλε και μια φωτογραφία της με μια Ουκρανή διασώστρια.

«Η Τάιρα, με την οποία έχω τη φωτογραφία που τραβήξαμε στις 9 Μαρτίου, ήταν διασώστρια στη Μαριούπολη. Στις 16 Μαρτίου οι εισβολείς πήραν αιχμάλωτη την ίδια και τον οδηγό της».

Ακόμα πιο δύσκολη είναι η επικοινωνία με τη Βικτωρία Ποζαμάν, αρχισυντάκτρια της ομογενειακής εφημερίδας της Μαριούπολης , «Οι Ελληνες της Ουκρανίας». Μετά από πολλές ημέρες «σιγής», κατάφερε να επικοινωνήσει μέσω μηνυμάτων. «Πώς θα φύγουμε από εδώ; Δεν ξέρω. Η Μαριούπολη έγινε δεύτερο Μεσολόγγι», είναι μερικές από τις κουβέντες που μοιράστηκε. «Είναι σκέτη τρέλα να κάθεσαι τα βράδια μέσα στο σκοτάδι και να ακούς βομβαρδισμούς. Ψάχνω να βρω αυτοκίνητο να φύγω. Δεν υπάρχει πουθενά βενζίνη», έγραψε η Β. Ποζαμάν, που μέχρι την Παρασκευή το πρωί βρισκόταν ακόμα στη Μαριούπολη.

Από το Κίεβο στην Αθήνα

Τον εφιάλτη του πολέμου στην Ουκρανία περιγράφουν στην «R» κάτοικοι του Κιέβου που έφτασαν τις τελευταίες ημέρες στην Ελλάδα. Ενα κατάστημα στη λεωφόρο Ευελπίδων, στη Βάρη, έχει γίνει το «καταφύγιο» για τους Ουκρανούς που κατάφεραν να ξεφύγουν από τους βομβαρδισμούς που πλήττουν την πατρίδα τους. Μια τεράστια ουκρανική σημαία δεσπόζει στον χώρο ανάμεσα στα τρόφιμα, στα φάρμακα και στα νερά που έχουν συγκεντρωθεί προκειμένου να σταλούν στην εμπόλεμη ζώνη.

Άνθρωποι με σκυθρωπά πρόσωπα, που δεν χάνουν όμως την ελπίδα τους, υπογραμμίζουν ότι έφυγαν από την αγαπημένη τους πόλη, το Κίεβο, μετά τη ρωσική επίθεση προκειμένου να επιβιώσουν. Τραγική ειρωνεία…

Η Μαρία, με καταγωγή από τη Ρωσία, βοήθησε στη μετάφραση της συζήτησης με τους ανθρώπους που μίλησαν για την περιπέτειά τους στην «R».

Ο 60χρονος Αντρέι Σεμένοβ βρίσκεται στην Ελλάδα εδώ και πέντε ημέρες. Εφτασε από το Κίεβο οδικώς, περνώντας από τα σύνορα της Μολδαβίας με τη γυναίκα του, την πεθερά του και τον αγαπημένο τους σκύλο. «Το ταξίδι δεν ήταν εύκολο, χρειάστηκε να περάσουμε συνολικά από 30 ελέγχους. Σε κάθε χωριό, σε κάθε οικισμό, οι κάτοικοι με όπλα στα χέρια στήνουν μπλόκα και πραγματοποιούν ελέγχους σε όλα τα αυτοκίνητα», δηλώνει. «Φοβηθήκαμε για τη ζωή μας. Καταλάβαμε ότι η κατάσταση θα γίνεται όλο και χειρότερη. Εξω από το Κίεβο βρίσκονταν τουλάχιστον 250 ρωσικά τανκς. Υπήρχε μεγάλος κίνδυνος», λέει ο Αντρ. Σεμένοβ.

«Είμαστε σίγουροι ότι η Ουκρανία θα κερδίσει αυτόν τον άδικο πόλεμο. Δεν ξέρουμε πότε… Αλλά εμείς θα είμαστε τελικά οι νικητές. Αυτό που μας φοβίζει είναι να δεχθούμε πυρηνική επίθεση, γιατί τότε η κατάσταση θα γίνει ανεξέλεγκτη και θα εμπλακούν και θα επηρεαστούν και άλλες χώρες», λέει ο 60χρονος άνδρας και ευχαριστεί τους Ελληνες για τη στήριξή τους.

«Θα επιστρέψουμε»

Αποφασισμένη να γυρίσει πίσω στην Ουκρανία, όταν ολοκληρωθούν οι εχθροπραξίες, δηλώνει και η Βαλέτια Σεμένοβα, σύζυγος του Αντρέι. «Οταν τελειώσει αυτός ο πόλεμος, θα επιστρέψω στο Κίεβο. Ο,τι και να έχουμε να αντιμετωπίσουμε, θα τα καταφέρουμε και θα φτιάξουμε από την αρχή τη ζωή μας. Θα φτιάξουμε ξανά τις περιουσίες μας και σιγά-σιγά θα επιστρέψουμε στις ζωές μας και στις αγκαλιές των δικών μας ανθρώπων. Δεν μπορούμε να αφήσουμε την πατρίδα μας». Με δάκρυα στα μάτια, μιλά για τις δραματικές στιγμές που βίωσε τις πρώτες ημέρες του πολέμου, αλλά και για τον 35χρονο γιο της, που έχει μείνει στην Ουκρανία. «Τις τελευταίες ημέρες είχα τρομοκρατηθεί. Τα βράδια δεν κοιμόμουν από τον φόβο μου και, παρά το γεγονός ότι ο άνδρας μου δεν ήθελε να φύγουμε, τελικά τον έπεισα. Η σκέψη μου τώρα βρίσκεται στον 35χρονο γιο μου, που βρίσκεται μόνος του, και στην πεθερά μου, η οποία είναι κατάκοιτη και δεν μπορούσε να ταξιδέψει μαζί μας. Μάλιστα, τις επόμενες ημέρες αναμένεται να γίνει νέα επιστράτευση και σε αυτήν θα κληθεί και ο γιος μου να πολεμήσει εναντίον των Ρώσων».

«Δεν υπάρχει κερδισμένος»

Η Σκίμπα Ναβάλια, όταν ξεκίνησαν οι βομβαρδισμοί έξω από το Κίεβο, έβαλε στο αυτοκίνητο τους γονείς της, την εννιάχρονη κόρη της και τον σκύλο τους και όλοι μαζί κατευθύνθηκαν προς τα σύνορα για να έρθουν στην Ελλάδα. «Η κόρη μου φοβόταν με τους βομβαρδισμούς και τους πυροβολισμούς και έπαιρνε αγκαλιά την άσπρη μικρή τσάντα της με τα λιγοστά πράγματα που είχα μέσα, όπως τους αγαπημένους της μαρκαδόρους και ένα κουκλάκι. Έως και σήμερα, εδώ στην Ελλάδα, δεν πάει πουθενά χωρίς την τσάντα της», λέει στην «R» η 41χρονη γυναίκα. «Δεν υπάρχει κανένας Ουκρανός που έχει φύγει από τη χώρα του και δεν θέλει να επιστρέψει πίσω όταν τερματιστεί η ρωσική εισβολή. Οι Ουκρανοί λειτουργούμε με ενότητα. Οπως ένα σμήνος από μέλισσες που, όταν είναι ενωμένες, είναι ισχυρές και κανείς δεν μπορεί να τις πειράξει. Δεν περνά από το μυαλό μου η ιδέα ότι δεν θα γυρίσω πίσω στο σπίτι μου». Μιλώντας για τη ρωσική εισβολή στη χώρα της, υπογραμμίζει ότι «σε τέτοιες περιπτώσεις, δεν υπάρχει κάποιος κερδισμένος. Όταν χάνονται ανθρώπινες ζωές και καταστρέφονται περιουσίες και ολόκληρες πόλεις, όλοι είναι ηττημένοι».

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ