Οι παροιμίες και οι λαϊκές ρήσεις αποτελούν έναν ανεκτίμητο θησαυρό της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Είναι σαν μικρές κάψουλες χρόνου, που περιέχουν μέσα τους συμπυκνωμένη τη σοφία και την εμπειρία πολλών γενεών.
Οι παροιμίες και οι λαϊκές ρήσεις αποτελούν έναν εύκολο και αποτελεσματικό τρόπο για να μεταδοθούν από γενιά σε γενιά σημαντικές αξίες, ηθικές αρχές και πρακτικές συμβουλές για τη ζωή. Είναι διαχρονικές, καθώς αν και δημιουργήθηκαν σε συγκεκριμένες ιστορικές περιόδους, διατηρούν τη σημασία τους ακόμη και σήμερα, καθώς οι ανθρώπινες εμπειρίες και τα προβλήματα παραμένουν σε μεγάλο βαθμό ίδια.
Ουσιαστικά είναι η πολιτισμική ταυτότητα ενός λαού και αποτελούν πλούτο γνώσης και εμπειρίας. Μας βοηθούν να κατανοήσουμε τον κόσμο γύρω μας και να αναπτύξουμε κριτική σκέψη, ενώ η εύστοχη χρήση τους σε μια συζήτηση μπορεί να δώσει χιούμορ, ζωντάνια και έμφαση στα λεγόμενά μας.
Μάθε πώς βγήκε η φράση «αδέκαστος δικαστής»
Πολλές φορές ακούμε τη φράση «αδέκαστος δικαστής». Γιατί όμως τη λέμε και από πού προέρχεται; Την χρησιμοποιούμε για να τονίσουμε ότι ένας αξιωματούχος δεν μπορεί να δωροδοκηθεί.
Παλαιότερα ο όρος αφορούσε αποκλειστικά δικαστικούς λειτουργούς. Τα τελευταία χρόνια, η χρήση του έχει επεκταθεί γενικά σε αξιωματούχους που έχουν εξουσία. Η έννοια του όρου είναι ότι ο αδέκαστος ακολουθεί κατά γράμμα τον νόμο και δεν παρεκκλίνει από αυτό για να κάνει χάρες σε φίλους και ισχυρούς. Επίσης δεν μπορεί διαφθαρεί με χρήματα ή άλλα ανταλλάγματα.
Σύμφωνα με το mixanitouxronou.gr, η ετυμολογία της λέξης έχει σχέση τόσο με το αρχαίο ελληνικό ρήμα «δεκάζομαι» -που βγαίνει από το «δέχομαι»- αλλά και τον αριθμό δέκα. Στην αρχαία Ελλάδα, το δεκάζομαι είχε διάφορες σημασίες με πιο γνωστή το «είμαι δικαστής που δωροδοκείται».
Το δεκάζομαι βγαίνει από το δέκα, κάτι που προέκυψε στην Αθήνα τον 7ο αιώνα π. Χ. Εκείνη την εποχή ήταν συνηθισμένο φαινόμενο η καταπάτηση δημόσιας και ιδιωτικής γης τόσο από πλούσιους όσο και από φτωχούς Αθηναίους. Στις δίκες που γίνονταν στη συνέχεια για να ξεκαθαρίσει η ιδιοκτησία της, υπερτερούσαν πάντα οι πλούσιοι σε βάρος των φτωχών. Οι πρώτοι είχαν την οικονομική δυνατότητα να δωροδοκήσουν τους δικαστές που έτσι έβγαζαν ευνοϊκή απόφαση γι’ αυτούς.
Επιπλέον, οι δικαστές ήταν οι ίδιοι οι άρχοντες της πόλης. Αυτό σήμαινε ότι ήταν συγγενείς και φίλοι των πλουσίων που καλούνταν να δικάσουν.
Η «προμήθεια» των αρχόντων-δικαστών ήταν το ένα δέκατο της αξίας της γης που ήταν υπό διεκδίκηση. Οι πλούσιοι μπορούσαν να την πληρώσουν. Αντίθετα, οι φτωχοί δεν είχαν τα οικονομικά μέσα να κάνουν το ίδιο και έτσι εκδιώχνονταν από τη γη.
Ακόμη και στις πιο διεφθαρμένες κοινωνίες υπάρχουν και ορισμένοι δημόσιοι λειτουργοί που αρνούνταν «δωράκια» και αποφασίζουν με βάση τον νόμο και τη συνείδησή τους. Τέτοιοι δικαστές, ελάχιστοι, υπήρχαν ακόμη και στην Αθήνα τον 7ο αιώνα π. Χ. Επειδή αρνούνταν να δωροδοκηθούν, έγιναν γνωστοί ως «αδέκαστοι», αφού δεν «δέχονταν» τη «δεκάτη».
Συνοψίζοντας, οι παροιμίες και οι λαϊκές ρήσεις αποτελούν ανεκτίμητο θησαυρό γνώσης και σοφίας. Είναι ο καθρέφτης του λαϊκού μας πνεύματος, αποτυπώνοντας την κοσμοθεωρία, τις αξίες και την καθημερινότητα των προγόνων μας. Γι’ αυτό είναι σημαντικό να τις μεταλαμπαδεύουμε στις επόμενες γενιές.
Πηγή: FOXreport.gr