Τουρκία: Ανησυχία για τα «γεράκια» του Ερντογάν – Τι σηματοδοτούν οι επιλογές των Φιντάν και Γκιουλέρ

Προβληματισμό και ανησυχία προκαλούν σε διπλωματικούς κύκλους στην Αθήνα οι επιλογές του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για τα υπουργεία Εξωτερικών και Άμυνας, τα οποία ανέλαβαν δύο «γεράκια» της απολύτου εμπιστοσύνης του, το Εξωτερικών ο μέχρι πρότινος επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών Χακάν Φιντάν και το Άμυνας ο πρώην αρχηγός του Γενικού Επιτελείου, στρατηγός Γιασάρ Γκιουλέρ.

Των Π. ΓΑΛΙΑΤΣΑΤΟΥ, ΕΥ. ΑΡΕΤΑΙΟΥ, Θ. ΜΩΡΙΑΤΗ

Στις πρώτες του δηλώσεις, ο Χ. Φιντάν έδειξε ότι συμμερίζεται το όραμα του Ερντογάν για αυτόνομη εξωτερική πολιτική και ηγεμονικό ρόλο στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου και της Εγγύς Ανατολής. «Θα συνεχίσω να προωθώ το όραμα μιας εθνικής εξωτερικής πολιτικής, που βασίζεται στην ανεξαρτησία της Τουρκίας από κάθε σφαίρα επιρροής και στην κυριαρχία της βούλησης του έθνους», δήλωσε στην τελετή παράδοσης-παραλαβής.

Στην πραγματικότητα, αυτό το κάνει από το 2010, όταν ανέλαβε επικεφαλής της υπηρεσίας πληροφοριών ΜΙΤ, την οποία αναμόρφωσε εκ βάθρων και την πολλαπλασίασε σε όγκο, προϋπολογισμό και επιρροή. Η ΜΙΤ είχε ρόλο -και μάλιστα κρίσιμο- σε μια σειρά από ζωτικής σημασίας πρωτοβουλίες της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής την τελευταία δεκαετία. Πέρα από τη δράση της εναντίον του καθεστώτος Άσαντ αλλά και των Κούρδων στη Συρία, η ΜΙΤ του Φιντάν έχει υποστηρίξει επιχειρησιακά τη «Γαλάζια Πατρίδα». Ήταν η πρώτη τουρκική υπηρεσία που παρενέβη στον δεύτερο εμφύλιο της Λιβύης υπέρ της κυβέρνησης της Τρίπολης, η οποία υπέγραψε το τουρκολιβυκό μνημόνιο. Όταν ο Χαφτάρ πολιορκούσε την Τρίπολη, ήταν οι πράκτορες της ΜΙΤ που έσπευσαν πρώτοι για βοήθεια. Επί Φιντάν, η υπηρεσία δημιούργησε ισχυρούς θύλακες και στα κατεχόμενα της Κύπρου, όπου πέτυχε στις τελευταίες προεδρικές εκλογές να εκλεγεί «πρόεδρος» ο εκλεκτός του Ερντογάν, Ερσίν Τατάρ.

Απόψεις

Ο Φιντάν είναι ένας από τους πιο στενούς συνεργάτες του Ερντογάν από τις απαρχές της διακυβέρνησής του. Όχι μόνο ενστερνίζεται τις απόψεις του Τούρκου Προέδρου, αλλά τις υποστηρίζει και επιχειρησιακά. Διαθέτει σημαντική εμπειρία και πολλές γνωριμίες στο διεθνές στερέωμα, αφού συνόδευε σχεδόν πάντοτε τον Ερντογάν και τον Μεβλούτ Τσαβούσογλου, τον προκάτοχό του, σε όλες τις σημαντικές διεθνείς επαφές τους. Σε αντίθεση με τον Τσαβούσογλου, όμως, που είναι πολιτικός καριέρας, ο Φιντάν, που προέρχεται από τον στρατό, όπου ξεκίνησε ως υπαξιωματικός, είναι πρωτίστως ένας επιχειρησιακός τεχνοκράτης. Κατά τη διάρκεια της θητείας του, σύμφωνα με Τούρκους αντικαθεστωτικούς, χρησιμοποίησε απολύτως αθέμιτα μέσα (απαγωγές και πολιτικές δολοφονίες) κατά των διαφωνούντων, των γκιουλενιστών και των Κούρδων, προκειμένου να υπηρετήσει τους στόχους του καθεστώτος του Ερντογάν.

Δυτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι με τον Φιντάν στο τιμόνι η τουρκική εξωτερική πολιτική θα επιστρέψει σε πιο χαμηλούς και διαλλακτικούς τόνους, κάτι που βασίζεται στο γεγονός ότι ο ίδιος ο Φιντάν δεν αρέσκεται στις δηλώσεις (όπως ο Τσαβούσογλου), αλλά και στο ότι, την περίοδο που η Τουρκία είχε με δική της υπαιτιότητα άθλιες σχέσεις με όλους τους γείτονές της, ο μόνος που διατηρούσε ανοιχτούς δίαυλους επικοινωνίας με τα Εμιράτα, την Αίγυπτο, τη Σαουδική Αραβία και το Ισραήλ ήταν ο Φιντάν. Γενικά, θεωρείται ότι ο επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων της Τουρκίας με αυτές τις χώρες, αυτό όμως δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι του έχουν εμπιστοσύνη.

Οι Ισραηλινοί, μάλιστα, που του καταλογίζουν εμπλοκή στην υπόθεση του «Μαβί Μαρμαρά», καθώς και την προσέγγιση της Τουρκίας με το Ιράν, δεν τον εμπιστεύονται καθόλου.

Ελληνοτουρκικά

Στα ελληνοτουρκικά, ο Φιντάν δεν έχει εμφανή δραστηριότητα. Ο υπηρεσιακός υπουργός Εξωτερικών Βασίλης Κασκαρέλης, που συνάντησε τη νέα τουρκική ηγεσία στην τελετή ορκωμοσίας του Ερντογάν στην Άγκυρα, αποκόμισε την εντύπωση ότι οι Τούρκοι προς το παρόν δείχνουν να εννοούν την επαναπροσέγγιση και την ηρεμία. Η πρώτη κρούση στον Φιντάν ήταν επίσης θετική. Μετά την τηλεφωνική τους επικοινωνία, η Τουρκία «μάζεψε» τους διακινητές στον Έβρο. Ωστόσο, η Αθήνα δεν ενθουσιάζεται και περιμένει τα επόμενα δείγματα γραφής.

Όπως ο Φιντάν, έτσι και ο νέος υπουργός Άμυνας Γ. Γκιουλέρ είναι έμπιστος του Ερντογάν, άνθρωπος χαμηλών τόνων και σχετικά άγνωστος στην Αθήνα. Θεωρείται όμως «ιέραξ» βάσει των πεπραγμένων του. Στο ενεργητικό του έχει δύο μεγάλες πολεμικές επιχειρήσεις στη Συρία, ενώ ήταν αρχηγός των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων το κρίσιμο έτος 2020, όταν η Ελλάδα και η Τουρκία έφτασαν πολύ κοντά στη σύρραξη στο Αιγαίο.

Πληροφορίες από διπλωματικές πηγές τον θέλουν να πρωτοστατεί σε πολεμοχαρή οίστρο και μάλιστα φέρεται να είχε εισηγηθεί στον τότε υπουργό Άμυνας Χουλουσί Ακάρ να αναπτύξει ολόκληρο τον τουρκικό στόλο στο Αιγαίο απέναντι στον ελληνικό, ενώ είχε δώσει εντολές στους Τούρκους κυβερνήτες να παρενοχλούν τα πλοία του Πολεμικού Ναυτικού, κάτι που οδήγησε στο περιστατικό της «επακούμβησης», ένα βήμα πριν από τη σύρραξη.

Ο Γκιουλέρ δεν ήθελε σχέσεις με την Ελλάδα και με τον Έλληνα ομόλογό του, τον Αρχηγό ΓΕΕΘΑ, στρατηγό Κωνσταντίνο Φλώρο, είχε μόνο τυπικές επαφές στο περιθώριο των Συνόδων του ΝΑΤΟ. Αλλωστε, με τις οδηγίες του για καθημερινές υπερπτήσεις και παραβιάσεις, αλλά και την προσπάθεια να σαμποτάρει τις ελληνικές ασκήσεις και τις συνεργασίες με τις νατοϊκές δυνάμεις, είχε κόψει κάθε γέφυρα συνεργασίας με την ελληνική πλευρά.

Κυβέρνηση τεχνοκρατών

Τα μηνύματα που στέλνει ο επανεκλεγείς πρόεδρος της Τουρκίας με τη σύνθεση του νέου του υπουργικού συμβουλίου

Προβολή ισχύος και ορθολογισμός. Αυτά είναι τα βασικά μηνύματα που στέλνει ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προς το εξωτερικό και το εσωτερικό με τη σύνθεση του νέου του υπουργικού συμβουλίου, όπου υπουργός Εξωτερικών είναι ο πρώην επικεφαλής της ΜΙΤ Χακάν Φιντάν και υπουργός Οικονομικών ο αγαπημένος των αγορών Μεχμέτ Σιμσέκ.

«Θα συνεχίσουμε να κεντάμε βελονιά προς βελονιά τον τουρκικό αιώνα με το νέο μας υπουργικό συμβούλιο», δήλωσε ο Ερντογάν και προανήγγειλε την αλλαγή του Συντάγματος, λέγοντας ότι «θα ενισχύσουμε τη δημοκρατία μας με ένα ελευθεριακό, πολιτικό και χωρίς αποκλεισμούς Σύνταγμα, απαλλασσόμενοι από το ισχύον Σύνταγμα, το οποίο είναι προϊόν πραξικοπήματος».

«Είμαστε αποφασισμένοι να κάνουμε πράξη την αρχή του Γκαζί Μουσταφά Κεμάλ “ειρήνη στο σπίτι, ειρήνη στον κόσμο”. Θα το κάνουμε αυτό επεκτείνοντας τη σφαίρα επιρροής της ανθρωπιστικής διπλωματίας”, είπε, δίνοντας το στίγμα της εξωτερικής πολιτικής που θα ακολουθήσει.

«Θα εργαστούμε με όλες μας τις δυνάμεις για πέντε χρόνια για να προστατεύσουμε τη δόξα και την τιμή της Τουρκικής Δημοκρατίας, να αυξήσουμε τη φήμη της και να δοξάσουμε το όνομά της στον κόσμο», προσέθεσε.

Ο Ερντογάν δεν παρέλειψε να κάνει αναφορά και στη «Γαλάζια Πατρίδα», λέγοντας ότι «υποσχόμαστε μια Τουρκία που θα είναι πιο θαρραλέα σε κάθε τομέα, που θα είναι ισχυρότερη στην προστασία των δικαιωμάτων μας και συμφερόντων μας στη Γαλάζια Πατρίδα».

Νέο στίγμα

Με το νέο «τεχνοκρατικό υπουργικό συμβούλιο», η Τουρκία του Ερντογάν δίνει το στίγμα μιας «Τουρκίας ανεξάρτητης από σφαίρες επιρροής», όπως είπε ο νέος υπουργός Εξωτερικών Χ. Φιντάν.

Τούρκοι σχολιαστές, αναλυτές και δημοσιογράφοι κάνουν λόγο για ένα εντελώς νέο υπουργικό συμβούλιο, που αντανακλά «την ψυχή του Ερντογάν» στην εξωτερική πολιτική και στην πολιτική ασφάλειας, ενώ εκφράζουν αμφιβολίες για το κατά πόσο ο Μ. Σιμσέκ θα καταφέρει να αντισταθεί στις απόψεις του Ερντογάν όσον αφορά την οικονομία.

«Είναι ένα τεχνοκρατικό υπουργικό συμβούλιο, όχι ένα πολιτικοποιημένο. Τα ονόματα δεν αποτελούνται από ανθρώπους που είναι γνωστό ότι δημιουργούν πολιτικές εντάσεις», εκτίμησε ο δημοσιογράφος Μελίκ Γιιτέλ μιλώντας στο CNN Turk.

Μιλώντας στην ίδια εκομπή, ο αρθρογράφος της «Milliyet» Zαφέρ Σαχίν είπε ότι το νέο υπουργικό συμβούλιο αντανακλά πολύ καλά την προοπτική του «Τουρκικού Αιώνα».

Ο βετεράνος δημοσιογράφος Φικρέτ Μπιλά, μιλώντας σε τηλεοπτική εκπομπή, εκτίμησε ότι, με την απουσία του υπερεθνικιστή και πολωτικού υπουργού Εσωτερικών Σουλεϊμάν Σοϊλού, ο Ερντογάν έστειλε ένα σημαντικό μήνυμα τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό.

Ο Χ. Φιντάν στο υπουργείο Εξωτερικών θεωρείται μια πολύ ιδιάζουσα επιλογή, καθώς είναι ένας άνθρωπος που τα τελευταία χρόνια συμβολίζει την επέκταση της τουρκικής ισχύος σε περιοχές και σφαίρες επιρροής που ποτέ δεν είχε στο παρελθόν. Η επιλογή Φιντάν δείχνει ότι ο Τούρκος Πρόεδρος επιθυμεί να εντείνει τη δραστήρια εξωτερική πολιτικής μιας Τουρκίας που αυτοχαρακτηρίζεται πλέον ως μεγάλη διεθνής δύναμη. Τοποθετώντας στο ΥΠΕΞ έναν άνθρωπο της δράσης, ο Ερντογάν στέλνει ένα μήνυμα προς την διεθνή κοινότητα ότι η Τουρκία θα κινείται πλέον εντελώς ανεξάρτητα. Σε αντίθεση με το προφίλ του Ιμπραήμ Καλίν, που, αν γινόταν υπουργός Εξωτερικών, όπως αρχικά εικαζταν στην Άγκυρα, θα έστελνε ένα σαφές μήνυμα μετριοπάθειας προς τη Δύση, το προφίλ του Φιντάν δείχνει την πρόθεση της Τουρκίας του Ερντογάν να θωρακίσει το αναθεωρητικό και ισχυρό της ύφος. Ταυτόχρονα, πάντως, η ανάθεση της ηγεσίας των μυστικών υπηρεσιών στον έμπιστο συνεργάτη του, τον Καλίν, δείχνει και τη σημασία που αποδίδει Ερντογάν στη δράση και στον έλεγχό τους. Καθώς τα τελευταία χρόνια υπήρξε μια όλο και μεγαλύτερη εμπλοκή των μυστικών υπηρεσιών στην εξωτερική πολιτική, με τις τουρκικές πρεσβείες στο εξωτερικό να μετατρέπονται όλο και περισσότερο σε βραχίονες της ΜΙΤ, είναι φανερό ότι ο Ερντογάν δημιούργησε ένα σχήμα που επιβάλλει τη συνεργασία σε δύο εκ των στενότερων συνεργατών του υπό τον έλεγχό του.

Πάντως, ο Χ. Φιντάν δεν έχει στο «βιογραφικό» του ενασχόληση με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, παρά μόνο σε επίπεδο μυστικών υπηρεσιών και ανάληψης επιχειρησιακής, διαβαθμισμένης δράσης για την «αθόρυβη επιστροφή» στην Τουρκία των οκτώ Τούρκων στρατιωτικών που διέφυγαν στην Ελλάδα μετά την απόπειρα πραξικοπήματος, όπως έγινε και σε άλλες χώρες.

Ορθολογισμός στην οικονομία;

Παράλληλα με την προβολή ισχύος, η τοποθέτηση του Σιμσέκ στο υπουργείο Οικονομικών στέλνει ένα σαφώς θετικό μήνυμα στις αγορές και σηματοδοτεί ενδεχομένως την αρχή μιας στροφής προς τον οικονομικό ορθολογισμό. Το μεγάλο, πάντως, ερώτημα στην Τουρκία όσον αφορά τον Σιμσέκ είναι «μέχρι πού θα τον αφήσει ο Ερντογάν να εφαρμόσει τις ορθολογικές του πολιτικές».

Ο Φ. Μπιλά εξέφρασε αμφιβολίες για το κατά πόσο ο Μ. Σιμσέκ θα καταφέρει να διαχειριστεί την οικονομία με ορθολογισμό, τονίζοντας ότι «ακόμα και αν ο Σιμσέκ μπορέσει να βρει νέες πηγές επενδύσεων, αυτές θα δαπανηθούν για τις επερχόμενες δημοτικές εκλογές».

Η αντικατάσταση του Σ. Σοϊλού από τον έπαρχο της Κωνσταντινούπολης Αλί Γιερλίκαγια δείχνει ότι το υπουργείο Εσωτερικών θα λειτουργεί πλέον ως μια «διοικητική μηχανή», καθώς ο Γιερλίκαγια προέρχεται από τη διοίκηση και δεν ήταν πολιτικό πρόσωπο. Πάντως, ο Γιερλίκαγια είχε παρακολουθήσει στενά τις δικαστικές περιπέτειες του Εκρέμ Ιμάμογλου και δεν είναι λίγοι στην Τουρκία που θεωρούν ότι ενδεχομένως να προχωρήσει σε νέα δικαστική επίθεση εναντίον του δημάρχου της Κωνσταντινούπολης.

Τι κρύβει η τρίτη θητεία

Επιφανείς καθηγητές και διακεκριμένοι αναλυτές γράφουν στην «R» για τις επιλογές Ερντογάν στη νέα κυβέρνηση και τι πρέπει να προσέξει η Ελλάδα.

Στην τρίτη θητεία του Ερντογάν στον προεδρικό θώκο, η Τουρκία έχει μια νέα κυβέρνηση. Τι σηματοδοτούν οι επιλογές του Τούρκου Προέδρου και τι θα πρέπει να προσέξει η Αθήνα; Μέσα από τις σελίδες της Realnews, επιφανείς καθηγητές και διακεκριμένοι αναλυτές προσπαθούν να ανιχνεύσουν την πορεία της γειτονικής χώρας τα επόμενα χρόνια και να δώσουν απαντήσεις στα σημαντικά αυτά ερωτήματα.

Σωτήρης Σέρμπος (Αναπληρωτής Καθηγητής Εξωτερικής Πολιτικής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης)

«Το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω»

Πέρα από το να επιβεβαιώσει την ικανότητά του στο να κερδίζει εκλογές, ο Πρόεδρος Ερντογάν αντιλήφθηκε πως δεν ισχύει το ίδιο με τη φθίνουσα πορεία που ακολουθεί η κυβερνησιμότητά του. Με την οικονομία να αποτελεί την αχίλλειο πτέρνα της «νέας Τουρκίας» και την ανάγκη επανεξισορρόπησής της να καθίσταται επιτακτική. Ας μη λησμονούμε πως η αμυντική της βιομηχανία οφείλει πολλά στον εθνικό πλούτο που συσσωρεύτηκε στα «χρυσά χρόνια» της πρώτης δεκαετίας διακυβέρνησης από το AKP.

Η σύνθεση του υπουργικού συμβουλίου στη στροφή της εκατονταετίας (1923-2023) αποπνέει αέρα πραγματισμού και διόρθωσης πορείας. Κατά συνέπεια, λαμβάνοντας υπόψη τη στρατηγική του Τούρκου Προέδρου εντός και εκτός συνόρων -με όρους ικανοτήτων και νομιμοφροσύνης προς τον ίδιο- συγκροτεί ίσως την καλύτερη AKP κυβέρνηση κατά τη διάρκεια των θητειών του. Με την προϋπόθεση πως θα υπάρξει συνέπεια, συνέχεια και πρωτίστως διάρκεια.

Ακόμη και μια σοβαρή στροφή δεν είναι βέβαιο πως θα είναι αρκετή για να κρατήσει την Τουρκία εκτός ΔΝΤ. Σε ένα ενδιάμεσο σενάριο θα επιτευχθεί ένα μίνιμουμ αναστροφής της χαμένης αξιοπιστίας, προκειμένου να ακολουθήσει η επιστροφή στο «business as usual» και της συνθήκης «τόσο ώστε να τα κουτσοκαταφέρουμε». Το πρώτο εξάμηνο του 2024 (με τις δημοτικές εκλογές και τη μάχη που θα δοθεί για την ανακατάληψη των κάστρων Κωνσταντινούπολης και Αγκυρας) θα είναι ενδεικτικό ως προς την ανθεκτικότητα που θα καταγράψει ο νεοπαγής και ευάλωτος πραγματισμός. Απέναντι στις εμπεδωμένες αντιλήψεις ενός προσωποπαγούς μοντέλου ενισχυμένης εκτελεστικής προεδρίας.

Σχετικά με τη Δύση, για ένα διάστημα θα ακολουθηθεί μια τακτική αναδίπλωσης και μερικής αποκατάστασης της τρωθείσας αξιοπιστίας. Υπό την ομπρέλα μιας a la carte επαναπροσέγγισης και σύμπλευσης. Σχετικής και με συναλλακτικό πάντα πρόσημο. Με την Τουρκία, βραχυπρόθεσμα, να αποφεύγει τις εντάσεις επί του πεδίου σε αχρείαστα μέτωπα. Εξέλιξη που θα εξομαλύνει, αλλά δεν αρκεί από μόνη της για να βελτιώσει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Με τα σημερινά δεδομένα, δεν θα αλλάξουν πολλά. Ετσι ώστε η ίδια να εκλογικευτεί στο εύρος της εξόδου που της αναλογεί και δικαιούται σε Αιγαίο και ανατολική Μεσόγειο.

Αντιθέτως, έχουν πολλά αλλάξει ως προς τη γεωπολιτική πρόσληψη της Ελλάδας εκ μέρους της Δύσης. Συναθροίζοντας συμφέροντα και πόρους στο επόμενο για την ίδια Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας. Ανατρέποντας τα δεδομένα σε παλαιούς και νέους φθοροποιούς δρώντες. Γι’ αυτό και εντός των τειχών, με εφαλτήριο τη βόρεια Ελλάδα, συντηρούνται η αναπαραγωγή και η διασπορά ψευδών ειδήσεων, κακόβουλων επιρροών και λοιπών διεισδύσεων. Στοχεύοντας στον επηρεασμό της εκλογικής συμπεριφοράς συμπολιτών μας διά της παρουσίασης της πραγματικότητας αντεστραμμένης.

Οι δράσεις τους όχι μόνο δεν προάγουν αλλά αντιθέτως διαβρώνουν και υπονομεύουν τόσο το εθνικό συμφέρον όσο και τον εξωστρεφή πατριωτισμό της Ελληνικής Δημοκρατίας. Εξυπηρετώντας κατεστημένα συμφέροντα που τρέφονται από την ανατροφοδότηση εσωτερικών ρηγμάτων και αβεβαιοτήτων. Κονταίνοντας τον τόπο μας.

Στην αντίπερα όχθη, είναι οι καθαρές και αξιόπιστες θέσεις που οδήγησαν στο σημερινό εύρος σύμπλεξης εθνικών με διατλαντικά συμφέροντα. Από την ασφάλεια και την άμυνα έως την ενέργεια, το εμπόριο και τις εφοδιαστικές αλυσίδες. Ψηλώνοντας τον τόπο μας και ενισχύοντας την ανθεκτικότητα της κοινωνίας. Μεταξύ άλλων, συνεισφέροντας σε μια λιγότερο ανορθολογική Τουρκία.

Αθανάσιος Δρούγος (Διεθνολόγος – Γεωστρατηγικός αναλυτής)

«Μπροστά σε κρίσιμο σταυροδρόμι»

Η νέα κυβέρνηση Ερντογάν στη γειτονική μας χώρα έχει πολλά και ιδιαίτερα σημαντικά θέματα να επιλύσει, που είναι εσωτερικής και εξωτερικής υφής και περιεχομένου. Σε πρώτη φάση, η κυβέρνηση των 18 υπουργών εμφανίζεται ανανεωμένη σε πρόσωπα, έως και αρκετά τεχνοκρατική, με την προβληματική και ασθενική οικονομία της Τουρκίας να κυριαρχεί στην ατζέντα των θεμάτων. Είναι άγνωστο και μένει να δούμε αν θα υπάρξει μια στροφή πίσω στην προ χρόνων μεταρρυθμιστική εποχή του Ερντογάν (από τον οικονομικό τσάρο Σιμτσέκ) ή αν θα παραμείνει προσκολλημένη στις αντισυμβατικές οικονομικές επιλογές των τελευταίων δύο χρόνων, που έχουν πλήξει τη χώρα. Οι διεθνείς αγορές παραμένουν δύσπιστες, όπως αποδεικνύεται από τη συνεχιζόμενη διολίσθηση της τουρκικής λίρας έναντι του δολαρίου. Επίσης, σημαντικό θα είναι το αποτέλεσμα της επόμενης συνεδρίασης της επιτροπής νομισματικής πολιτικής της κεντρικής τράπεζας στις 22 Ιουνίου για τον καθορισμό των επιτοκίων. Εκεί θα διαφανεί αν θα υπάρξουν πραγματικοί δείκτες αλλαγής.

Πέραν της δυσμενούς οικονομικής κατάστασης, η Τουρκία έχει να αντιμετωπίσει το Συριακό (στη γεωπολιτική και προσφυγική του διάσταση στα βόρεια της χώρας του Άσαντ), ενώ αντιμετωπίζει αυξανόμενες πιέσεις από τους Αμερικανούς, τους Γερμανούς και τον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ να αποσύρει άμεσα το βέτο της αναφορικά με την ένταξη της Σουηδίας στην Ατλαντική Συμμαχία. Από τα πρώτα λόγια του νέου ΥΠΕΞ και πρώην αρχικατασκόπου Χακάν Φιντάν υπάρχουν λίγες και συγκρατημένες ενδείξεις για ουσιαστική αλλαγή στην εξωτερική πολιτική, ενώ στο ΝΑΤΟ κυριαρχεί η αίσθηση ότι Αγκυρα και Βουδαπέστη θα δώσουν το «πράσινο φως» στη Στοκχόλμη. Η υποστήριξη της εφεδρείας της KFOR στο Κόσοβο εκλαμβάνεται στα θετικά.

Πάντως, οι κινήσεις ειδικά με τη Σουηδία και μέχρι τη νατοϊκή Σύνοδο Κορυφής του Βίλνιους της Λιθουανίας τον άλλο μήνα θα δείξουν πολλά σχετικά με τη συμπεριφορά της Αγκυρας και αν θα εξομαλυνθούν οι σχέσεις με τον δυτικό κόσμο. Σε κάθε περίπτωση, ανεξάρτητα από τη σύνθεση του υπουργικού συμβουλίου και το ισχυρό δίδυμο διασυνδέσεων του Φιντάν με τον διάδοχό του Καλίν στη ΜΙΤ, η νίκη του Ερντογάν στον δεύτερο γύρο των εκλογών της 28ης Μαΐου σημαίνει ότι η Δύση θα πρέπει να συνεχίσει να συνεργάζεται μαζί του. Αν ο Ερντογάν δεν ακολουθήσει μια περαιτέρω επιθετική στάση στην εξωτερική πολιτική, θα βρει σίγουρα ενθουσιώδεις και πρόθυμους εταίρους στις δυτικές πρωτεύουσες -και ειδικά στην Ουάσιγκτον- οπότε οι αντιρρήσεις του Κογκρέσου για την πώληση μαχητικών αεροσκαφών F-16 στην Τουρκία, για παράδειγμα, πιθανότατα θα μετριαστούν πολύ ή και εξαλειφθούν ως αποτέλεσμα.

Χωρίς να υπεισέλθει σε λεπτομέρειες ο Φιντάν έκανε λόγο για το «όραμα της εθνικής εξωτερικής πολιτικής» πάνω στη γνωστή ερντογανική υπερφιλόδοξη θέση του περί «τουρκικού αιώνα και της στάσης της Τουρκίας στον παγκόσμιο χάρτη». Τι σημαίνει αυτό στην πράξη μένει να φανεί σε πολλά επιμέρους μέτωπα. Αν και έχει εκπαιδευτικές εμπειρίες από τις ΗΠΑ, ο Φιντάν διατηρεί σχέσεις και με γνωστούς Ρώσους των μυστικών υπηρεσιών και ειδικά με τον Αλεξάντερ Μπορντνίκοφ της FSB και τον Νικολάε Πατρούσεφ του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας. Το Κρεμλίνο βρίσκει πιο ουσιαστικές και αξιόπιστες τις επαφές του με άτομα από τον χώρο της ασφάλειας στην Τουρκία.

Ο Ερντογάν και ο νέος υπουργός Αμυνας στρατηγός ε.α. Γιασάρ Γκιουλέρ έκαναν μνεία του αφηγήματος της «Γαλάζιας Πατρίδας» και από Σεπτέμβριο να δούμε πώς θα κινηθούν τα θέματα με την Ελλάδα και την Κύπρο, εν μέσω αναμενόμενων διεθνών πιέσεων, που θα ενταθούν περαιτέρω και λόγω της επικείμενης χειροτέρευσης του Ουκρανικού. Η Άγκυρα συνήθως κινείται πάνω σε πάγιες γραμμές, αλλά είναι πολύ σημαντικό να αποκωδικοποιήσουμε και ακτινοσκοπήσουμε έγκαιρα και διεξοδικά τις όποιες κινήσεις του νέου ερντογανικού «τρίο» Φιντάν, Γκιουλέρ και Καλίν. Επίσης, να δοθεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον στον νέο υπουργό Ενέργειας.

Σάββας Καλεντερίδης (Στρατηγικός Αναλυτής και συγγραφέας)

«Κυβέρνηση «σκληρής ισχύος»

Ο Ερντογάν μεθόδευσε τον αποκλεισμό όλων των μελών του προηγούμενου υπουργικού συμβουλίου, τοποθετώντας τους σε εκλόγιμες θέσεις στα ψηφοδέλτια του κόμματός του. Με δεδομένο ότι ισχύει το ασυμβίβαστο, αποκλείστηκαν όλοι τους από το νέο υπουργικό συμβούλιο. Οι κακές γλώσσες στην Άγκυρα, μια από αυτές και εκείνη του Νταβούτογλου, λένε ότι ο Ερντογάν επέλεξε αυτό το ισοπεδωτικό μέτρο για να αποκλείσει από το νέο υπουργικό συμβούλιο τον μέχρι πρόσφατα υπουργό Εσωτερικών Μεχμέτ Σοϊλού. Και αυτό για δύο λόγους.

Ο πρώτος είναι το γεγονός ότι ο Σοϊλού συγκέντρωσε τεράστια δύναμη, μηχανισμό στο κράτος, πολύτιμες πληροφορίες για πρόσωπα και πράγματα αλλά και πλούτο στα χέρια του, που τον καθιστά επικίνδυνο για την επόμενη ημέρα.

Ο δεύτερος είναι η ιδιαίτερα σκληρή ρητορική που χρησιμοποίησε κυρίως κατά την προεκλογική περίοδο εναντίον της Δύσης και των ΗΠΑ ιδιαίτερα. Αν συνέχιζε να είναι στην κυβέρνηση, θα αποτελούσε εμπόδιο στην επαναπροσέγγιση Ερντογάν με τις ΗΠΑ, που θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη, τουλάχιστον ως απόπειρα.

Όσον αφορά τη νέα κυβέρνηση, τρεις είναι οι επισημάνσεις που πρέπει να γίνουν.

Η πρώτη αφορά την τοποθέτηση του Μεχμέτ Σιμσέκ στο υπουργείο Εθνικής Οικονομίας. Η κατάσταση στην τουρκική οικονομία είναι κρίσιμη και η Αγκυρα, αν δεν μπορέσει να εξασφαλίσει από την Ανατολή, Κίνα και αραβικές χώρες, τα κεφάλαια που χρειάζεται για να καλύψει τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις της (200 δισ. δολάρια μέχρι τον Σεπτέμβριο), θα πρέπει να στραφεί προς τη Δύση. Και ο Μεχμέτ Σισμέκ είναι ο πλέον κατάλληλος.

Η δεύτερη αφορά την τοποθέτηση στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας του μέχρι προχθές αρχηγού ΓΕΕΘΑ, στρατηγού Γιασάρ Γκιουλέρ, ο οποίος διαθέτει σημαντική εμπειρία στις πληροφορίες και στη διαχείριση εσωτερικών κρίσεων, ενώ είναι και «μπαρουτοκαπνισμένος», αφού σχεδίασε και διηύθυνε πολεμικές επιχειρήσεις εναντίον των Κούρδων, στο Ιράκ και στη Συρία, στη Λιβύη και στο Ναγκόρνο Καραμπάχ. Επιπλέον, είναι βαθύς γνώστης των επιχειρησιακών σχεδίων της Τουρκίας εναντίον της Κύπρου και της Ελλάδας.

Η τρίτη αφορά την τοποθέτηση στην κεφαλή της τουρκικής διπλωματίας του μέχρι πρόσφατα διοικητή της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΜΙΤ), Χακάν Φιντάν. Σημειωτέον ότι το πρόσωπο αυτό, που διοίκησε τη ΜΙΤ επί 13 χρόνια, βαρύνεται για τα εξής:

  • Δολοφονία τριών Κουρδισσών στο Παρίσι το 2013.
  • Δολοφονία δεκάδων άοπλων Κούρδων με επιθέσεις μη επανδρωμένων αεροσκαφών στη βορειοανατολική Συρία.
  • Απαγωγές εκατοντάδων ατόμων σε ξένες χώρες, φερομένων ως μελών του δικτύου Γκιουλέν.
  • Συντονισμό των πιο επικίνδυνων ισλαμιστικών τρομοκρατικών οργανώσεων στον κόσμο (Αλ Κάιντα, Ισλαμικό Κράτος κ.ά.).
  • Χρηματοδότηση και διεύθυνση τζιχαντιστών που δρουν στη Συρία και στη Λιβύη.

Όπως γίνεται αντιληπτό, ειδικά όσον αφορά τις δύο τελευταίες τοποθετήσεις, ο Ερντογάν στέλνει το μήνυμα προς όλες τις κατευθύνσεις ότι θα συνεχίσει τη σκληρή επεκτατική του πολιτική εναντίον του Ιράκ και της Συρίας.

Όσον αφορά τα καθ’ ημάς, την Κύπρο και την Ελλάδα, ο Ερντογάν θα δοκιμάσει να κάνει και αυτός «πόρτα» το «παράθυρο» ευκαιρίας, όπως είπε ο κύριος Δένδιας. Αν δεν το καταφέρει προς όφελος της Τουρκίας, ας είμαστε έτοιμοι.

 

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ