«Τα Χριστούγεννα όλα γκρεμίστηκαν και έφυγα από το σπίτι» – Η εξομολόγηση 42χρονης για την μοναξιά στον γάμο της και την επόμενη μέρα μετά το διαζύγιο

Ήταν παραμονή Πρωτοχρονιάς πριν από λίγα χρόνια και  η Μαρί έβλεπε στα social media δεκάδες φωτογραφίες από τις ευτυχισμένες στιγμές που περνούσαν οικογένειες και ζευγάρια. Ζήλευε. Δεν μπορούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά της. Παρά το γεγονός ότι είναι παντρεμένη και έχει έναν τετράχρονο γιο, ποτέ πριν στη ζωή της δεν είχε νιώσει τόσο μόνη.

«Η πεθερά μου ζήτησε να έρθει μαζί μας στο γαμήλιο ταξίδι» – Νύφη αποκαλύπτει την αποστομωτική απάντηση που της έδωσε

Ο γιος τους είχε πάει για ύπνο και ο σύζυγός της είχε απομονωθεί στο σαλόνι. Η έλλειψη αλληλεπίδρασης ήταν συνηθισμένη για το ζευγάρι, που ήταν μαζί για επτά χρόνια και παντρεμένοι για 14 μήνες. Έφαγαν μαζί σαν οικογένεια, όμως μετά πέρασαν όλο το υπόλοιπο βράδυ σε ξεχωριστά δωμάτια, καθώς η Μαρί κοιμόταν συχνά στο δωμάτιο του γιου της.

Η Μαρί, 42 ετών, λέει: «Κάθισα στον καναπέ του playroom μας βλέποντας τους εορτασμούς της Πρωτοχρονιάς στην τηλεόραση ολομόναχη». Ο ήχος των πυροτεχνημάτων έσπαγε την εκκωφαντική σιωπή που επικρατούσε στο σπίτι.

83χρονη παντρεύτηκε 39χρονο αλλά ο γάμος τους έληξε άδοξα – «Ήμουν σκλάβος του σεξ»

«Ο σύζυγός μου ήταν στο σαλόνι του σπιτιού, που έχει τρία δωμάτια, και ο γιος μας κοιμόταν βαθιά. Στο ένα χέρι κρατούσα ένα ποτήρι κρασί, και στο άλλο το κινητό μου και έκανα scroll στο Facebook. Ήταν γεμάτο από χαρούμενες φωτογραφίες από την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, με στιγμιότυπα χαρούμενων οικογενειών που διασκέδαζαν. Ποτέ δεν ένιωσα τόσο μόνη. Θυμάμαι ότι σκέφτηκα, «Δεν μπορώ να το κάνω αυτό για άλλον έναν χρόνο». Αυτή ήταν η στιγμή που ήξερα ότι ο γάμος μας έπρεπε να τελειώσει».

Είναι βέβαιο ότι πολλοί και πολλές θα ταυτιστούν με την ιστορία της. Πολλά ζευγάρια που βρίσκονται σε οριακό σημείο θα έχουν τα ίδια ακριβώς συναισθήματα αυτή την περίοδο. Η «πίεση» για να περάσουν τα τέλεια Χριστούγεννα όταν δεν είναι πλέον ευτυχισμένοι με τον ή την σύζυγό τους, οδηγεί πολλούς ανθρώπους να σκεφτούν τον χωρισμό τον Ιανουάριο.

Οι δικηγόροι έχουν ονομάσει την πρώτη εργάσιμη Δευτέρα της Πρωτοχρονιάς «Ημέρα Διαζυγίου» λόγω της αύξησης των ανθρώπων που ρωτούν να μάθουν τις διαδικασίες για να χωρίσουν. Μια δικηγορική εταιρεία στην Ουαλία κατέγραψε αύξηση 150 % στα σχετικά ερωτήματα τον Ιανουάριο του 2023 σε σύγκριση με τον μέσο όρο του Νοεμβρίου, του Δεκεμβρίου και του Φεβρουαρίου.

«Αισθάνομαι απελπιστικά λυπημένη»

Τα πράγματα ήταν τόσο διαφορετικά όταν η Μαρί, τότε 24 ετών, συνάντησε τον Πολ. Είχαν διαφορά ηλικίας δέκα χρόνια, αλλά η σχέση έγινε γρήγορα σοβαρή.
Η Μαρί λέει: «Στην αρχή όλα κύλησαν πολύ γρήγορα και μέσα σε έξι μήνες είχαμε αγοράσει το πρώτο μας σπίτι». Ύστερα από περίπου δυο χρόνια απέκτησαν τον γιο τους και αρραβωνιάστηκαν.

Η Μαρί, που τότε εργαζόταν ως αστυνομικός, λέει: «Η ζωή ήταν ωραία. Αλλά έγινε προφανές ότι ο Πολ είχε μια πολύ παραδοσιακή νοοτροπία και πίστευε ότι ο σύζυγος κερδίζει τα χρήματα και μπορεί να ζήσει τη ζωή του ενώ η γυναίκα μένει στο σπίτι και μαγειρεύει, καθαρίζει και φροντίζει τα παιδιά.
Δεν ήταν αυτό που ονειρευόμουν στη ζωή μου. Πιστεύω ότι μπορείς να είσαι καλή μαμά και να έχεις φιλοδοξίες. Ήθελα να είμαι σε μια σχέση όπου η συνεισφορά μου εκτιμάται εξίσου, αλλά ένιωθα ότι η καριέρα του ήταν πάντα πρώτη».

Η Μαρί, από το Waterlooville, Hants, τονίζει: «Είχα αμφιβολίες ακόμη και όταν ανταλλάξαμε γαμήλιους όρκους, αλλά ένιωθα ότι περίμεναν τον γάμο από εμένα. Σκέφτηκα, αφελώς, ο γάμος μπορεί να κάνει πιο δυνατή τη σχέση μας, να μας κάνει μια σωστή οικογένεια».

«Την επόμενη χρονιά, προσπάθησα να κάνω τη σχέση να λειτουργήσει, αλλά ήμασταν σε διαφορετικούς δρόμους. Δεν υπήρχε πραγματική αγάπη στο σπίτι. Οι ρωγμές στον γάμο μας είχαν εμφανιστεί εδώ και μήνες και τα περασμένα Χριστούγεννα τελικά τον γκρέμισαν.

Πέρασα την παραμονή των Χριστουγέννων ολομόναχη, νιώθοντας απελπιστικά λυπημένη, καθώς τύλιξα τα δώρα του γιου μας και του έφτιαξα έναν πυροσβεστικό σταθμό Lego. Το να παντρευτείς και να κάνεις ένα παιδί με κάποιον θα έπρεπε κανονικά να αποτελεί μια συνεργασία, αλλά αυτό είχε καταρριφθεί προ πολλού», περιγράφει.

«Ο Πολ και εγώ δεν μιλούσαμε, ούτε κάναμε πράγματα μαζί. Αν βγαίναμε ποτέ έξω, το κλίμα ήταν πάντα τεταμένο. Σε εκείνο το στάδιο, τα δώρα που αγοράζαμε ο ένας στον άλλο αφορούσαν απλώς τη διατήρηση της εξωτερικής εμφάνισής μας. Παντελόνι, κάλτσες ή aftershave για εκείνον, ενώ εμένα μου είχε πάρει μερικές πιτζάμες ή άρωμα. Δεν υπήρξε ποτέ κάτι πραγματικά στοχαστικό ή εγκάρδιο.

Την ημέρα των Χριστουγέννων πήγαμε στους γονείς μου όπου, αντί για γέλια στο τραπέζι, επικρατούσαν αμήχανες στιγμές σιωπής… Κάποια στιγμή, ο μπαμπάς με πήρε στην άκρη. Είχε διαισθανθεί ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. «Αν χρειαστείς κάπου να πας, το σπίτι μας είναι πάντα ανοιχτό», μου είπε. Θα τακτοποιούσαν ξανά τα υπνοδωμάτια, θα έκαναν ό,τι χρειαζόταν. Αυτή η επιβεβαίωση φύτεψε έναν σπόρο στο μυαλό μου. Ήξερα ότι αν τελείωνε ο γάμος μου, θα έπρεπε να είμαι αυτή που θα έφευγε φυσικά από το σπίτι. Ο Πολ δεν θα έφευγε ποτέ. Τώρα, χάρη στη μαμά και τον μπαμπά μου, είχα επιλογές», συνεχίζει.

Οι σκέψεις πριν από το διαζύγιο

Η Μαρί πέρασε τις πρώτες μέρες εκείνης της Πρωτοχρονιάς του 2014 σε έναν ανεμοστρόβιλο συναισθημάτων. «Προσπαθούσα να είμαι χαρούμενη και παρούσα για τον γιο μου, αλλά το μυαλό μου ήταν αλλού», λέει.

«Είχα τόσες πολλές ερωτήσεις. Κι αν τερμάτιζα τη σχέση; Κι αν έφευγα; Πώς θα έμοιαζε αυτό; Και ήταν αυτό που πραγματικά ήθελα; Όταν έχεις παιδί, υπάρχει τόση πίεση να μείνεις μαζί με τον άλλον. Αλλά είναι καλό για τον γιο μας να μένει σε ένα σπίτι με γονείς που δεν μπορούν πραγματικά να επικοινωνήσουν;

Ή μήπως ήταν καλύτερα με μια μαμά και έναν μπαμπά που ζουν χωριστά, αλλά έχουν την ικανότητα να τον αγαπούν; Αυτή δεν ήταν μια απόφαση που έπρεπε να ληφθεί ελαφρά τη καρδία. Η δική μου ευτυχία ήταν ένα πράγμα, αλλά έπρεπε να σκεφτώ το παιδί μου και έπρεπε να είμαι σίγουρη πως ό,τι κι αν αποφάσιζα ήταν για το συμφέρον του. Ακόμη και μετά την παραμονή της Πρωτοχρονιάς μου, δεν ήμουν ακόμα 100% σίγουρη. Αλλά μετά έφτασε η 4η Ιανουαρίου, και ήμουν στο κτίριο του playroom με τον γιο μας, ενώ ο Πολ ήταν στο γυμναστήριο.

Το τηλέφωνό μου χτυπούσε, και τσακωνόμασταν για κάτι που θα έπρεπε να ήταν θετικό κανονικά. Σκέφτηκα, ότι δεν μπορώ να το κάνω άλλο αυτό, έπιασα το χέρι του γιου μου και του είπα ότι θα πάμε να δούμε τη γιαγιά και τον παππού. Παίρνοντας μόνο την τσάντα μου, βγήκαμε από το σπίτι, χωρίς να καταλάβουμε ότι δεν θα μέναμε ποτέ ξανά σε αυτό».

Αλλά μόλις βγήκε από το σπίτι η Μαρί, ήξερε ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να επιστρέψει εκεί. «Η Πρωτοχρονιά έχει σίγουρα ψυχικό αντίκτυπο», λέει.

«Είμαστε έτοιμοι να κάνουμε μεγάλες αλλαγές αυτή την εποχή. Είχα ήδη φύγει διανοητικά από το γάμο μας και στεκόμουν στην κουζίνα της μαμάς και του μπαμπά όταν είπα: «Δεν μπορώ να επιστρέψω. Μπορώ να μείνω εδώ;» Φυσικά, είπαν ναι. Έτσι αργότερα εκείνο το βράδυ το ανακοίνωσα στον Πολ μέσω τηλεφώνου και του είπα ότι δεν θα επέστρεφα σπίτι.

«Είχαμε απομακρυνθεί πολύ. Ήταν καλύτερα να είχαμε τον δικό μας χώρο. Το βάρος που σήκωνα στους ώμους μου, το είχα πει επιτέλους δυνατά. Στην αρχή, ο Πολ δεν μπορούσε να καταλάβει τι έλεγα. Τι εννοούσα με τον όρο «διάστημα»; Πότε γύριζα σπίτι; Τα μηνύματα και οι κλήσεις του έπεφταν “βροχή”, όπως και ο θυμός και η απογοήτευσή του, αλλά αυτό απλώς εδραίωσε την απόφασή μου. Σίγουρα, υπήρχαν ανησυχίες για τα πρακτικά πράγματα. Αλλά είχα ξεπεράσει το μεγαλύτερο εμπόδιο – λέγοντας ότι ο γάμος τελείωσε», εξομολογείται.

Νιώθοντας έναν σκληρό χωρισμό, η Μαρί προσέλαβε έναν δικηγόρο για να καταθέσει αίτηση διαζυγίου και να διαπραγματευτεί μια συμφωνία. Η ίδια λέει: «Ποτέ δεν είχα στόχο να εκμεταλλευτώ ή να εκδικηθώ. Επρόκειτο απλώς για μια δίκαιη κατανομή των περιουσιακών μας στοιχείων και την εξασφάλιση της απαραίτητης υποστήριξης για την ανατροφή του γιου μας. Οι πρώτοι μήνες ήταν τόσο δύσκολοι.
Ήμουν στα μέσα των 30 μου, ζούσα ξανά με τους γονείς μου στο παιδικό μου σπίτι, αλλά εξακολουθούσα να είμαι υπόχρεη για την υποθήκη του σπιτιού. Δεν είχα την οικονομική δυνατότητα να μας ταΐσω, να έχω ένα αυτοκίνητο και να πληρώνω ενοίκιο για νέο σπίτι. Σε εκείνο το σημείο, διαπραγματευτήκαμε ότι, αντί για οποιαδήποτε διατροφή, ο Πολ θα αναλάμβανε τις πληρωμές των στεγαστικών δανείων και θα υποστήριζα οικονομικά τον γιο μας μέχρι να πουληθεί το σπίτι. Για πολλούς ανθρώπους σε μια αποτυχημένη σχέση, τα πρακτικά αυτά ζητήματα που έχουν σχέση με τα οικονομικά, είναι συχνά αυτά που τους κρατούν πίσω. Ήταν τρομακτικό, αλλά δεν ζούσα πια κάτω από αυτό το μαύρο σύννεφο». 

Η Μαρί λέει ότι το να μιλήσει σε έναν σύμβουλο τη βοήθησε να καταλάβει τι ήθελε. «Η ανεξαρτησία και η αυτοδυναμία ήταν στην κορυφή της λίστας. Δεν ήθελα να ξαναβρεθώ σε μια θέση όπου μια σχέση καταρρέει και οι αγώνες για τα χρήματα και την εξουσία κυριαρχούν. Ήθελα να είμαι οικονομικά ανεξάρτητη, συναισθηματικά ανεξάρτητη και ήθελα να έχω φιλοδοξίες και να επιστρέψω».

Το ραντεβού 9 μήνες μετά το διαζύγιο και ο δεύτερος γάμος

Η Μαρί δεν σκέφτηκε να βγει ραντεβού μέχρι που βγήκε το διαζύγιο εννέα μήνες αργότερα.
«Ένα γράμμα έφτασε στην πόρτα του σπιτιού των γονέων μου. Το διαζύγιο είχε οριστικοποιηθεί, ήμουν ελεύθερη να ζήσω τη ζωή με τον δικό μου τρόπο και να συναντήσω άλλους ανθρώπους χωρίς να φοβάμαι την κριτική».

Όμως, ως ανύπαντρη μαμά, η Μαρί διαπίστωσε ότι οι ευκαιρίες για ραντεβού ήταν λίγες. Η ίδια λέει: «Μου φάνηκε τόσο άβολο όλο το θέμα των διαδικτυακών γνωριμιών και το να έχω ένα παιδί το κάνει ακόμα πιο δύσκολο. Το λες από την αρχή ή περιμένεις να δεις πώς θα πάει πριν το πεις σε κάποιον; Πήγα μόνο σε μερικά ραντεβού που κανόνισα μέσω των διαδικτυακών εφαρμογών. Και τις δύο φορές, κατά τη διάρκεια της συζήτησης προέκυψε ότι ήμουν αστυνομικός, και μετά ανατρίχιασα όταν ένας τύπος με ρώτησε πού κρατούσα τις χειροπέδες μου».

Αλλά η Μαρί εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο την ελευθερία της με άλλους τρόπους και ξεκίνησε ξανά τα παλιά της χόμπι. Άρχισε να γράφει και να ερμηνεύει κάντρι-και-γουέστερν μουσική και επέστρεψε στην ερασιτεχνική δραματουργία.

Δύο χρόνια μετά την οριστικοποίηση του διαζυγίου της, η Μαρί άρχισε να βγαίνει με έναν παλιό της γνωστό. Η ίδια λέει: «Γνωριζόμασταν χρόνια πριν, από τη δουλειά και είχαμε πολλά κοινά. Φροντίζαμε και οι δύο ένα παιδί και είχαμε χωρίσει και οι δύο στα τριάντα μας. Πήγαμε ραντεβού και απλώς έγινε το κλικ. Ήμασταν πολύ πιο ευθυγραμμισμένοι. Και εγώ ήμουν λίγο μεγαλύτερη και σοφότερη. Ήξερα καλύτερα τον εαυτό μου. Μετακομίσαμε μαζί το 2017 – τρία χρόνια αφότου άφησα τον Πολ- και παντρευτήκαμε δύο χρόνια αργότερα. Δεν θα μπορούσαμε να είμαστε πιο ευτυχισμένοι». 

 

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ