Τα επόμενα βήματα στην προσέγγιση Αθήνας – Άγκυρας με φόντο το… διπλό πρόσωπο του Ερντογάν

Το διπλό πρόσωπο του Ερντογάν, οι προσεκτικές κινήσεις της ελληνικής διπλωματίας και η κινητικότητα στο Κυπριακό. Η διαδικασία εξομάλυνσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων, η οποία θα είναι μακροχρόνια, όπως εκτιμούν στο υπουργείο Εξωτερικών μετά τη συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο Βίλνιους, δεν ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς.

Του ΠΑΝΑΓΗ ΓΑΛΙΑΤΣΑΤΟΥ – ΠΗΓΗ: Realnews

Το υπουργείο Εξωτερικών προχώρησε σε διάψευση των ισχυρισμών του Τούρκου Προέδρου ότι στο Βίλνιους οι δύο ηγέτες συζήτησαν για την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών. Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, «ζητήματα που ανάγονται στην κυριαρχία μας ούτε ετέθησαν στη συνάντηση των δύο αντιπροσωπειών στο Βίλνιους, ούτε θα μπορούσαν να είναι αντικείμενο συζήτησης».

Οι ίδιες πηγές παρέπεμπαν στις δηλώσεις του Γιώργου Γεραπετρίτη την Παρασκευή στη Βουλή. Ο υπουργός Εξωτερικών υπογράμμισε ότι «δεν αφορούν θέματα κυριαρχίας τα ζητήματα της δήλωσης του πρωθυπουργού σχετικά με τις υποχωρήσεις», ενώ προσέθεσε ότι εκείνο που ανέφερε ο πρωθυπουργός (σ.σ.: στη συνέντευξη στον ΣΚΑΪ) «είναι ότι σε μια συζήτηση, η οποία θα ανοίξει με τη γείτονα και η οποία προφανώς και δεν μπορεί να αφορά τα θέματα κυριαρχίας, υπάρχει περίπτωση να υπάρξουν και ορισμένες αποκλίσεις από την αρχική μας σχέση, η όποια όμως απόκλιση, σε κάθε περίπτωση, δεν μπορεί να είναι επιζήμια για τα εθνικά μας θέματα, ούτε μπορεί να αφορά θέματα κυριαρχίας».

Επιστρέφοντας από τα κατεχόμενα στην Αγκυρα, ο Ερντογάν ρωτήθηκε για την αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών και για τις επόμενες κινήσεις της τουρκικής πλευράς. «Αυτό το συζητήσαμε ξεκάθαρα με τον κύριο πρωθυπουργό Μητσοτάκη. Εννοώ το θέμα της στρατιωτικοποίησης αυτών των νησιών. Αλλωστε, και ο υπουργός Εξωτερικών μου μίλησε με συνομιλητή του για το θέμα, μιλά και θα μιλήσει γι’ αυτά», είπε ο Ερντογάν.

Η δήλωση αυτή προκάλεσε τη διάψευση της Αθήνας. Δεν ήταν η μόνη που προκάλεσε προβληματισμό στον ΥΠΕΞ, καθώς ο Ερντογάν, κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στα κατεχόμενα, δεν απέκλινε διόλου από τις πάγιες τουρκικές θέσεις και επανέφερε στο προσκήνιο τόσο τη λύση των δύο κρατών όσο και τη διεθνή αναγνώριση του ψευδοκράτους. Και, πέρα από αυτά, υπήρξε και η απόφαση της τουρκικής κυβέρνησης να μη χορηγήσει άδεια για την πραγματοποίηση λειτουργίας στην ιστορική Μονή Παναγίας Σουμελά τον Δεκαπενταύγουστο, κάτι που πηγές του υπουργείου Εξωτερικών χαρακτήριζαν ως «εξόχως δυσάρεστη εξέλιξη για όλους τους πιστούς και τους προσκυνητές που ανέμεναν να την επισκεφθούν φέτος».

Οι παρεμβάσεις αυτές των Τούρκων και του Ερντογάν δικαιώνουν τα στελέχη και την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εξωτερικών, που εκτιμούν ότι στην παρούσα φάση οποιαδήποτε σκέψη για επανέναρξη του διμερούς διαλόγου και των διερευνητικών επαφών παραμένει πρόωρη.

Διπλωματικές πηγές παραδέχονται πως το γεγονός ότι Ελλάδα και Τουρκία έχουν δύο ηγέτες με πρόσφατη και πολύ ισχυρή λαϊκή νομιμοποίηση αλλά και η απόλυτη ηρεμία που επικρατεί επί του πεδίου εδώ και πέντε μήνες δημιουργούν τις κατάλληλες προϋποθέσεις για επανέναρξη του διαλόγου. Αλλωστε, αυτή την προσδοκία έχουν και οι Αμερικανοί, αλλά και πολλοί Ευρωπαίοι εταίροι.

Η κυβέρνηση, όμως, που γνωρίζει πως ο Ερντογάν παραμένει απρόβλεπτος, επιλέγει μια πιο συντηρητική, προσεκτική προσέγγιση, όπου το ένα βήμα θα ακολουθεί το άλλο. Αυτό που θέλει η Αθήνα, εξάλλου, και που κατέστη σαφές την περασμένη εβδομάδα από τον πρωθυπουργό, είναι η δημιουργία σχέσεων εμπιστοσύνης σε διμερές επίπεδο προτού ακολουθήσει κάποια πρωτοβουλία και αυτό θα πάρει χρόνο. Στο πλαίσιο αυτό, στελέχη του υπουργείου Εξωτερικών δεν βλέπουν επανέναρξη του πολιτικού διαλόγου πριν από τη σύγκληση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας – και αυτή τοποθετείται χρονικά το νωρίτερο τον Νοέμβριο.

Το πρώτο βήμα, σε αυτό το πλαίσιο, θα είναι η συνάντηση του υπουργού Εξωτερικών Γ. Γεραπετρίτη με τον Τούρκο ομόλογό του Χακάν Φιντάν, που προγραμματίζεται για το αμέσως επόμενο διάστημα και ενδεχομένως να γίνει πριν από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη. Στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης, πάντως, και στο πλαίσιο της λεγόμενης «υπουργικής εβδομάδας» στο τρίτο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου, ενδέχεται να υπάρξει και νέα συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ερντογάν, αφού και οι δύο θα βρίσκονται εκεί.

Η Αθήνα σκοπεύει να «σπρώξει» τη λεγόμενη θετική ατζέντα, ενώ θα ξεκινήσει και η συζήτηση ανάμεσα στα υπουργεία Αμυνας Ελλάδας και Τουρκίας για τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ), ώστε να υπάρξει όσο το δυνατόν μεγαλύτερη παράταση της ηρεμίας που παρατηρείται σήμερα στο Αιγαίο και στην ανατολική Μεσόγειο.

Παρά το γεγονός ότι ο Τούρκος Πρόεδρος δείχνει διατεθειμένος να ξαναβάλει, έστω και σε χαμηλούς τόνους, στο τραπέζι όλη την ατζέντα των τουρκικών διεκδικήσεων, κυβερνητικές πηγές εκτιμούν ότι η προώθηση της θετικής ατζέντας, η συνεργασία σε πεδία όπως το μεταναστευτικό και οι αναγκαιότητες που πιέζουν την Τουρκία στο οικονομικό πεδίο θα επιτρέψουν στις ελληνοτουρκικές σχέσεις να «τρέχουν» χωρίς θεαματικές εξελίξεις, αλλά και χωρίς οξύτητες. «Κλειδί» για το αν θα υπάρξουν εξελίξεις ή όχι, άλλωστε, θεωρείται η στάση που θα αποφασίσει να κρατήσει η Τουρκία απέναντι στην Ε.Ε. και για ένα πολύ συγκεκριμένο θέμα που την «καίει», αυτό της τελωνειακής ένωσης και της βίζας για τους Τούρκους πολίτες.

Οι τόνοι χαμήλωσαν, η ουσία δεν άλλαξε

Στις 26 Ιουλίου ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα πραγματοποιήσει την πρώτη επίσκεψή του στην Κύπρο μετά την επανεκλογή του.

Στην κορυφή της ατζέντας της επίσκεψης Μητσοτάκη θα βρίσκεται, όπως πάντα, το Κυπριακό, όπου τις τελευταίες εβδομάδες παρατηρείται έντονη κινητικότητα. Ενόψει της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ τον Σεπτέμβριο, στην οποία ο γενικός γραμματέας Αντόνιο Γκουτέρες θα ήθελε να διερευνήσει τις δυνατότητες επανεκκίνησης των συνομιλιών, αναμένεται τον Αύγουστο στη Μεγαλόνησο ο βοηθός γ.γ. του ΟΗΕ Μίροσλαβ Τζένκα, με αποστολή να προετοιμάσει το έδαφος για μια ενδεχόμενη συνάντηση του Κύπριου Προέδρου Νίκου Χριστοδουλίδη με τον Ερσίν Τατάρ στη Νέα Υόρκη, αλλά και τη διευθέτηση της εκκρεμότητας με τον διορισμό ενός ειδικού απεσταλμένου, στον οποίο δεν συναινούν έως σήμερα οι Τουρκοκύπριοι.

Επίσης, σε μια κίνηση που έχει ανθρωπιστικό και όχι πολιτικό χαρακτήρα, με βασικό σκοπό να αποστείλει ένα θετικό μήνυμα προς τον Γκουτέρες, ο Ν. Χριστοδουλίδης έχει προγραμματίσει να επισκεφθεί, μαζί με τον Τατάρ, περί το τέλος Ιουλίου τη Διερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων. Οι δύο ηγέτες, μάλιστα, έχουν συμφωνήσει και στο κοινό ανακοινωθέν.

Παρά την κινητικότητα αυτή, οι προοπτικές για επανέναρξη των συνομιλιών δεν είναι καλές. Οι Τουρκοκύπριοι αλλά και οι Τούρκοι εμφανίζονται ανυποχώρητοι στο θέμα της κυριαρχικής ισότητας, το οποίο θέτουν ως προϋπόθεση για την επανέναρξη των συνομιλιών. Μάλιστα, αυτή τη στάση την επιβεβαίωσε με κατηγορηματικό τρόπο και ο Ερντογάν, ο οποίος επισκέφθηκε την περασμένη Πέμπτη τα κατεχόμενα για να εγκαινιάσει, όπως είχε προαναγγείλει, την επέκταση του παράνομου αεροδρομίου της Τύμπου, αλλά και για να συμμετάσχει στους «εορτασμούς» του ψευδοκράτους για την τουρκική εισβολή της 20ής Ιουλίου του 1974.

Παρά το γεγονός ότι αυτή τη φορά κινήθηκε σε πιο χαμηλούς τόνους σε σχέση με την προηγούμενη επίσκεψή του στο νησί, στις αρχές Ιουνίου, ο Τούρκος Πρόεδρος επανέλαβε επί της ουσίας όσα είχε πει και τότε, αποκλείοντας την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων για τη διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία. «Είναι αδύνατον να εισέλθουμε σε μια νέα διαπραγματευτική διαδικασία χωρίς να αναγνωρίσουμε την κυριαρχική ισότητα και το ισότιμο διεθνές καθεστώς των Τουρκοκυπρίων», είπε ο Ερντογάν, ο οποίος κάλεσε τη διεθνή κοινότητα να αναγνωρίσει το ψευδοκράτος. «Μη γυρίζετε πλέον την πλάτη σας στην πραγματικότητα του νησιού και αναγνωρίστε τη ΤΔΒΚ (σ.σ.: το ψευδοκράτος) το συντομότερο δυνατό», είπε ο Τούρκος Πρόεδρος σε ομιλία του στην ψευδοβουλή. Μάλιστα ο Ερντογάν, που συνοδευόταν από τους υπουργούς Εξωτερικών, Αμυνας και Μεταφορών της Τουρκίας, αλλά και από εκπροσώπους των τουρκικών κομμάτων και κυρίως του υπερεθνικιστικού MHP, που συγκυβερνά, έδωσε το «παρών» και στη στρατιωτική παρέλαση στο κέντρο της κατεχόμενης Λευκωσίας.

Οι δηλώσεις Ερντογάν στα κατεχόμενα απογοήτευσαν την ηγεσία της Κυπριακής Δημοκρατίας και καθησύχασαν τους σκληροπυρηνικούς Τουρκοκύπριους, που θεωρούσαν ότι η αιφνιδιαστική στροφή του Ερντογάν απέναντι στην Ελλάδα θα συνοδευόταν και από πιο ήπιες θέσεις στο Κυπριακό. Την προσδοκία πως αυτό μπορεί να συμβεί την είχε και η κυπριακή ηγεσία, έπειτα από όσα έγιναν γνωστά για τις συναντήσεις του Ερντογάν στο Βίλνιους. Ο Ν. Χριστοδουλίδης δήλωσε, μάλιστα, την περασμένη εβδομάδα ότι ενημερώθηκε διεξοδικά από τον καγκελάριο της Γερμανίας, τον Γάλλο Πρόεδρο, τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και τον Ελληνα πρωθυπουργό για όσα συζητήθηκαν στο περιθώριο της Συνόδου του ΝΑΤΟ στη Λιθουανία. Ο Κύπριος Πρόεδρος εξέφρασε την ικανοποίησή του για όσα άκουσε, αφού καταγράφηκε το ενδιαφέρον της Τουρκίας για ενίσχυση των ευρωτουρκικών σχέσεων, ενώ ο Ερντογάν άκουσε από τους Ευρωπαίους ομολόγους του ότι αυτή η ενίσχυση των σχέσεων περνά μέσα και από ουσιαστικές εξελίξεις στο Κυπριακό.

H Λευκωσία αντέδρασε έντονα στις δηλώσεις Ερντογάν, λέγοντας ότι λειτουργούν σε βάρος της όποιας προοπτικής για επίλυση του Κυπριακού, σε μια περίοδο κατά την οποία η Κυπριακή Δημοκρατία καταβάλλει έντονες προσπάθειες για επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων. Ο Ελληνας υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, είπε σε δημοσιογράφους ότι η Αθήνα δεν πρόκειται να ανεχθεί καμία παραχώρηση προς την κατεύθυνση που κινείται σήμερα η Τουρκία, της δημιουργίας νέων κρατών, και ότι «δεν πρόκειται να δεχθεί τετελεσμένα επί του πεδίου».

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η εμμονή της Τουρκίας στην κυριαρχική ισότητα ως προϋπόθεση για επανέναρξη των συνομιλιών εκμηδενίζει κάθε προοπτική επανεκκίνησης του διαλόγου για το Κυπριακό, αφού καμία κυπριακή κυβέρνηση δεν μπορεί να δεχθεί τέτοιους όρους. Η προκλητική στάση της Τουρκίας κάνει πιο δύσκολη την ευρωτουρκική αλλά και την ελληνοτουρκική προσέγγιση και υπονομεύει και την ίδια την προσπάθεια εξομάλυνσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Η επίσκεψη Ερντογάν στα κατεχόμενα εξελίχθηκε σε μια επίδειξη αδιαλλαξίας, που κατέστησε σαφές σε όλους ότι η Τουρκία δεν έχει αλλάξει ατζέντα και πως η πραγματική βελτίωση της κατάστασης στη νοτιοανατολική Μεσόγειο παραμένει ένας πολύ μακρινός στόχος.

 

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ