Η αμερικανική κυβέρνηση ανακοίνωσε την Τρίτη την επιβολή κυρώσεων κατά του πρώην προέδρου της Αϊτής, Μισέλ Μαρτελί, κατηγορώντας τον για εμπλοκή στη διακίνηση ναρκωτικών.
Η συμμετοχή του φέρεται να έχει συμβάλει στη διαιώνιση της σύνθετης κρίσης —πολιτικής, ασφαλείας και ανθρωπιστικής— που πλήττει τη χώρα της Καραϊβικής.
Ο Μαρτελί, ο οποίος διετέλεσε πρόεδρος της Αϊτής από το 2011 έως το 2016, κατηγορείται από την Ουάσιγκτον ότι επέτρεψε τις δραστηριότητες διακίνησης ναρκωτικών, μετατρέποντας τη χώρα σε σημαντικό κόμβο για το λαθρεμπόριο που προορίζεται για τις ΗΠΑ. Στο σχετικό δελτίο τύπου, το αμερικανικό Υπουργείο Οικονομικών υπογραμμίζει ότι οι ενέργειες του πρώην προέδρου συνέβαλαν στην αποσταθεροποίηση της Αϊτής.
Σύμφωνα με τις αμερικανικές αρχές, η πολιτική ελίτ της Αϊτής, συμπεριλαμβανομένων πολλών επιχειρηματιών, διατηρεί δεσμούς με εγκληματικές ομάδες και υποστηρίζει τις δραστηριότητές τους. Οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν στον Μαρτελί περιλαμβάνουν το πάγωμα όλων των περιουσιακών στοιχείων του που βρίσκονται υπό αμερικανική δικαιοδοσία, καθώς και την απαγόρευση σε αμερικανικές οντότητες να συναλλάσσονται μαζί του.
Επιπλέον, ο πρώην πρόεδρος αποκλείεται από την είσοδο και παραμονή στις ΗΠΑ, πρακτική που συνήθως ακολουθούν μέλη της αϊτινής ελίτ. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ επιβεβαίωσε αυτή την απαγόρευση σε ξεχωριστή ανακοίνωση, τονίζοντας ότι ο Μαρτελί, ο οποίος διαμένει στη Φλόριντα, ήταν μέχρι χθες νόμιμος κάτοικος των ΗΠΑ.
Προτού ασχοληθεί με την πολιτική, ο Μαρτελί ήταν γνωστός τραγουδιστής της αϊτινής ποπ με το καλλιτεχνικό όνομα “Sweet Micky”. Κατά την προεδρία του, είχε ισχυρή υποστήριξη από την Ουάσιγκτον και συνέχισε τη μουσική του καριέρα μετά την αποχώρησή του από την εξουσία, πραγματοποιώντας συναυλίες στη Φλόριντα.
Οι κυρώσεις που επιβάλλουν οι ΗΠΑ και άλλες χώρες κατά πολιτικών προσώπων και αρχηγών εγκληματικών οργανώσεων στην Αϊτή, συνήθως έχουν περιορισμένη αποτελεσματικότητα, σύμφωνα με τον ΟΗΕ. Τον Ιούλιο, η Ουάσιγκτον κάλεσε σε ενίσχυση των κυρώσεων κατά των εγκληματικών συμμοριών που κυριαρχούν στην Αϊτή, την πιο φτωχή χώρα του δυτικού ημισφαιρίου.
Η αυξανόμενη βία έχει εντείνει την ανθρωπιστική κρίση στη χώρα. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΟΗΕ, ο αριθμός των εσωτερικά εκτοπισμένων έχει φτάσει τις 600.000, σημειώνοντας αύξηση 60% από τον Μάρτιο. Οι συμμορίες ελέγχουν το μεγαλύτερο μέρος της πρωτεύουσας, όπως και κρίσιμους οδικούς άξονες, και κατηγορούνται για φρικαλεότητες, όπως δολοφονίες, βιασμούς, λεηλασίες και απαγωγές για λύτρα.
Η κατάσταση επιδεινώθηκε όταν οι συμμορίες αποφάσισαν να συμμαχήσουν και να εξαπολύσουν συντονισμένες επιθέσεις με στόχο την ανατροπή της κυβέρνησης του αμφιλεγόμενου πρωθυπουργού, Αριέλ Ανρί. Μετά την παραίτησή του, δημιουργήθηκε μεταβατική κυβέρνηση με κύριο στόχο την αποκατάσταση της ασφάλειας και τη διοργάνωση εκλογών. Η διεθνής κοινότητα, μέσω πολυεθνικής δύναμης υπό την ηγεσία της Κένυας, υποσχέθηκε υποστήριξη με την αποστολή χιλίων αστυνομικών.
Παρά τις διεθνείς προσπάθειες, η κατάσταση στην Αϊτή παραμένει ιδιαίτερα εύθραυστη, καθώς η χώρα συνεχίζει να πλήττεται από τη βία, τη διαφθορά και την έλλειψη ηγεσίας μετά τη δολοφονία του προέδρου Ζοβενέλ Μοΐζ το 2021.