Τάσος Κ. Κοντογιαννίδης, akontogiannidis@yahoo.gr
Συμπληρώθηκαν την Τετάρτη 2 χρόνια από τότε ( 22-1-2023) που έφυγε στους αιώνιους παραδείσους, ο λαμπρός ηθοποιός Νίκος Ξανθόπουλος. Ένας άνθρωπος που πάλεψε στη ζωή του, άλλαξε τη μοίρα του και ανέβηκε στην κορυφή του Ολύμπου για να απολαύσει εκεί τους αγλαούς καρπούς των έργων του.
Έζησε, όπως τα μέλη των περισσότερων ποντιακών οικογενειών τα σκληρά μεταπροσφυγικά χρόνια, γνώρισε την πείνα της κατοχής και τη φτώχεια, δούλεψε, μόχθησε, στερήθηκε, αλλά στο τέλος νικητής και καταξιωμένος στην κοινωνία, πολιτογραφήθηκε στον καλλιτεχνικό κόσμο και στη συνείδηση των Ελλήνων ως το «παιδί του λαού».
Γεννήθηκε στην Νέα Ιωνία το 1934, έζησε σκληρές μέρες στα παιδικά του χρόνια και μόλις τελείωσε το σχολείο γράφτηκε το 1949 στην ομάδα του κλασσικού αθλητισμού της ΑΕΚ και άρχισε προπονήσεις στα άλματα ύψους, μήκους, τριπλούν και στους δρόμους με εμπόδια σε πολλούς αγώνες.
Πάθος του τα βιβλία που άλλα αγόραζε και άλλα δανειζόταν για να διαβάσει, κι αργότερα επηρεασμένος από τα άσματα που άκουγε του Τσιτσάνη, του Καλδάρα και του Τσαουσάκη, ασχολήθηκε με το τραγούδι. Στη συνέχεια, από τα έργα που έβλεπε στους κινηματογράφους τον επηρέασε και το επάγγελμα του ηθοποιού, το οποίο ακολούθησε μετά την στρατιωτική του θητεία.
Πρωταγωνίστησε σε πάρα πολλές ταινίες μαζί με πολλές μεγάλες προσωπικότητες του θεάτρου και του κινηματογράφου. Μάλιστα ο Ασλκης Στέας είχε πει στο Παλέ Ντε Σπόρ της Θεσσαλονίκης, «Μόνο ο Κωνσταντίνος Καραμανλής μπορεί να τον συναγωνιστεί σε δημοτικότητα!». Και ο Χρ. Βακαλόπουλος έγραψε στο περιοδικό «Σύγχρονος κινηματογράφος» το εξής: « Ο Νίκος Ξανθόπουλος είναι ο άνθρωπος που αγαπήθηκε όσο ο Ελευθέριος Βενιζέλος».
Την σφραγίδα του με μεγάλη επιτυχία έβαλε στην ταινία «η σφραγίδα του Θεού» όπου έπαιζαν οι Κατράκης, Βλάχος, Στρατηγός Βασιλάκου, Μορίδης κ.ά. Μετά ήρθε «ο αετός των σκλαβωμένων» με τους Παντελή Ζερβό, Στ. Στρατηγό, και την Καίτη Παπανίκα και ακολούθησαν δεκάδες άλλες πάντα με επιτυχία. Μετά ήρθαν τα άσματα με την Βίκυ Μοσχολιού, τον Κόκοτα, την Πόλυ Πάνου κ.α. Και ο θρίαμβος συνεχίστηκε στο θέατρο και στο άσμα, προσκεκλημένος σε πολλές πόλεις της Ελλάδος και μετά στο εξωτερικό, Αμερική, Καναδά, Αυστραλία, Αφρική, Γερμανία Σουηδία και άλλες χώρες, όπου τον καλούσε ο εκεί ελληνισμός.
Τον γνώρισα στην πλατεία Βικτωρίας, στην καφετέρια του Μίμη Δομάζου, και γίναμε φίλοι. Εκεί είχε γνωρίσει την σύζυγο του Εριφύλη και παντρεύτηκαν. Δημιούργησαν μια σπουδαία οικογένεια με 4 παιδιά κι 5 εγγόνια. Έμεναν πρώτα σε διαμέρισμα στη Φιλοθέη. και μετά μετακόμισαν στην Παιανία όπου έχτισαν κατοικία και ασχολούντο με την παραγωγή προϊόντων στα χωράφια που καλλιεργούσαν.
Τον συναντούσα τακτικά στο αγρόκτημα του στην Παιανία να φροντίζει τα χωράφια του με μεράκι αντάμα με την γυναίκα του την Εριφύλη. Και όταν δεν δούλευε, ξεφύλλιζε τα βιβλία που στολίζουν την πλούσια βιβλιοθήκη του, όπου σε περίοπτη θέση βρίσκεται και το δικό του: «Νίκος Ξανθόπουλος, όσα θυμάμαι και όσα αγάπησα», που κυκλοφόρησε με πολύ μεγάλη επιτυχία από τις εκδόσεις « Άγκυρα».
Όταν τυπώθηκε το βιβλίο του μου λέει: «Τάσο θα γίνουμε συνάδελφοι!» Απόρησα, σε τι? τον ρώτησα. Και μου λέει έγραψα ένα βιβλίο και θα το παρουσιάσεις όπως παρουσίασα κι εγώ τα δικά σου. Μου έδειξε το βιβλίο και αμέσως αρχίζουμε έναν μαραθώνιο παρουσίασης στην Αθήνα, στην Θεσσαλονίκη, μετά σε Δράμα, Καβάλα, Ξάνθη, Κομοτηνή, Αλεξανδρούπολη και είχε πολύ μεγάλη επιτυχία. Παντού ο κόσμος τον υποδεχόταν με αγάπη «το παιδί του λαού».
Ήταν πάρα πολύ καλός Άνθρωπος και οικογενειάρχης ο Νίκος. Νοιαζόταν για την φτωχολογιά. Βοηθούσε κάθε φτωχό και όταν έδινα κάθε χρόνο τα σχολικά βραβεία στο Γυμνάσιο και Λύκειο Σταυρούπολης Ξάνθης μου έδινε ένα κείμενο με χαιρετισμό στα παιδιά, με συμβουλές για το τι πρέπει να κάνουν τι να προσέχουν, να είναι συνεπείς και μελετηροί και ν’ αποφεύγουν τα ναρκωτικά που σκοτώνουν.
Αναπαύσου εν ειρήνη εκεί ψηλά στους Παραδείσους αγαπημένε μου φίλε και αδελφέ Νίκο!