Ένα σπάνιο ψηφιδωτό της βυζαντινής περιόδου, το οποίο χρονολογείται πριν από 1.600 χρόνια και βρισκόταν σε χριστιανικό μοναστήρι στο Ισραήλ, έγινε για πρώτη φορά προσβάσιμο στο κοινό, προσφέροντας μία ματιά για την ζωή κατά την αρχαιότητα.
Νωρίτερα μέσα στην εβδομάδα, το Υπουργείο Εξωτερικών του Ισραήλ, προχώρησε σε ανακοίνωση σχετικά με την αποκάλυψη του ψηφιδωτού της περιοχής Μπερ Σεμά. Τα εγκαίνια για την επίσημη παρουσίαση του στο κοινό έγινε στο συγκρότημα του Περιφερειακού Συμβουλίου Μερχαβίμ στη Νότια Περιφέρεια του Ισραήλ την Κυριακή.
Το Υπουργείο Εξωτερικών, χαρακτήρισε το τεχνούργημα «ως ένα από τα πιο εντυπωσιακά ψηφιδωτά που έχουν ανακαλυφθεί ποτέ στα νότια της χώρας».
«Το σχεδόν 1.600 ετών, χρωματιστό ψηφιδωτό, απεικονίζει 55 οβάλ πορτρέτα, διακοσμημένα με σκηνές από κυνήγι, ζώα και παραστάσεις της καθημερινής ζωής», αναφέρει το Υπουργείο Εξωτερικών του Ισραήλ.

Ειδικότερα, το ψηφιδωτό αναπαριστά 55 οβάλ πορτρέτα (μενταγιόν), το κάθε ένα από τα οποία, αφηγείται τη δική του, ξεχωριστή ιστορία. Ο αρχαιολόγος Shaike Lender, εξήγησε ότι οι σκηνές απεικονίζουν «μυθολογικούς χαρακτήρες, καλάθια με φρούτα, εξωτικά ζώα, σκηνές της καθημερινής ζωής, αναπαραστάσεις από κυνήγι και πολλά ακόμη».

«Δημιούργημα ενός γνήσιου καλλιτέχνη»
«Είναι σαφές ότι, το ψηφιδωτό δημιουργήθηκε από το χέρι ενός γνήσιου καλλιτέχνη. Αποτελείται από μικρές ψηφιδωτές πέτρες σε διάφορα χρώματα, σε συνδυασμό με γυαλί και κεραμικά για να του προσδώσουν ποικιλία», επισήμανε ο Lender.
Το ψηφιδωτό της Μπερ Σεμά ανακαλύφθηκε το 1990 κατά τη διάρκεια ανασκαφής στο κιμπούτς Ουρίμ.
Οι αρχαιολόγοι δεν γνωρίζουν την ακριβή χρονολογία που κατασκευάστηκε αλλά το αποδίδουν στην βυζαντινή περίοδο της ισραηλινής ιστορίας, η οποία διήρκεσε από το 324 μ.Χ. έως το 638 μ.Χ.
Το ψηφιδωτό αποτελούσε χαρακτηριστικό στοιχείο του μοναστηριού που λειτουργούσε και ως οινοποιείο για να «κερδίζει τα προς το ζην», σύμφωνα με Ισραηλινούς αξιωματούχους.
«Η ανασκαφή του συμπλέγματος, αποκάλυψε ένα μεγάλο πατητήρι κρασιού και αποθήκες με αποθηκευτικά αγγεία, που είχαν κατασκευαστεί στην περιοχή», σημείωσε το υπουργείο Εξωτερικών του Ισραήλ.
«Πέρασμα ενός διαχρονικού εμπορικού κόμβου»
Το μοναστήρι χτίστηκε κοντά σε έναν αρχαίο δρόμο, όπου ανθούσε το εμπόριο μπαχαρικών και συνέδεε την ιστορική πόλη της Χαλούζα (Χελλούς, στα αρχαία ελληνικά) με το λιμάνι της Γάζας.
«Φαίνεται ότι ο αρχαίος δρόμος στον οποίον βρισκόταν ο οικισμός, ήταν κάποιου είδους σύνορο ανάμεσα στην έρημο και την κατοικημένη περιοχή της χώρας, κατά τη βυζαντινή εποχή. Μπορεί ακόμη, να οριοθετούσε την περιοχή και προγενέστερα, δηλαδή κατά τη Ρωμαϊκή Περίοδο», εξηγούν οι Ισραηλινοί αξιωματούχοι.

Ακόμη, οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν ότι το μοναστήρι ήταν τμήμα ενός μεγάλου οικισμού, ο οποίος εκτεινόταν σε πολλές χιλιάδες ντόνουμ. Το ντόνουμ, είναι μια ιστορική μονάδα μέτρησης, η οποία εξακολουθεί να χρησιμοποιείται σήμερα στο Ισραήλ και αντιστοιχεί σε 1.000 τετραγωνικά μέτρα.
«Καταφύγιο από τις επιδρομές των Βεδουίνων»
«Ο οικισμός παρείχε ένα ασφαλές καταφύγιο, όπου οι ταξιδιώτες περνούσαν το βράδυ, προστατευμένοι από πιθανές επιθέσεις επιδρομέων από τις τοπικές φυλές των Βεδουίνων», υπογραμμίζει το Υπουργείο Εξωτερικών του Ισραήλ.
Τους τελευταίους μήνες, οι αρχαιολόγοι διεξάγουν εντατικές εργασίες συντήρησης στο ψηφιδωτό. Συγκεκριμένα πραγματοποιούν αποκατάσταση των ζημιών του και σταθεροποιούν τις ψηφίδες.
Ο Eli Escusido, o επικεφαλής της Ισραηλινής Αρχής Αρχαιοτήτων, εξέφρασε ευχαριστίες για την παρουσίαση του ψηφιδωτού στο κοινό και επισήμανε ότι ο χώρος «θα γίνει ένας ανοιχτός αρχαιολογικός ‘κήπος’ για το κοινό».
«Προσκαλώ τους πολίτες να έρθουν και να απολαύσουν, να διαμορφώσουν προσωπική εντύπωση για ένα από τα ομορφότερα μωσαϊκά που έχουν υπάρξει στο Νότιο Ισραήλ, στη βορειοδυτική Νεγκέβ», είπε χαρακτηριστικά.