Μόρια: Η ιστορία του καταυλισμού – Το στρατόπεδο που έγινε γνωστό ως το κέντρο της σύγχρονης προσφυγιάς

Η πυρκαγιά το ξημέρωμα της 9ης Σεπτεμβρίου 2020 στον καταυλισμό της Μόριας άφησε πίσω της καταστροφές και χάος, με 12.500 ανθρώπους να μένουν στον δρόμο και το νησί της Λέσβου να κηρύσσεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης.

Το χωριό Μόρια βρίσκεται μόλις 7,5 χιλιόμετρα οδικώς από την πρωτεύουσα του νησιού, Μυτιλήνη. Το Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ) προσφύγων της Λέσβου που εγκαταστάθηκε εκεί άρχισε τη λειτουργία του τον Σεπτέμβριο του 2013. Κι ενώ αρχικά οι υποδομές ήταν προορισμένες να φιλοξενήσουν 2.330 ανθρώπους, το 2018 στο πρώην στρατόπεδο βρίσκονταν περισσότεροι από 8.300 πρόσφυγες και μετανάστες, ενώ το βράδυ που ξέσπασε η φωτιά στο ΚΥΤ φιλοξενούνταν 12.5000 άνθρωποι. Το φθινόπωρο του 2015, ανάλογα με τις ροές 15.000 έως 25.000 πρόσφυγες και μετανάστες βρίσκονταν στη Λέσβο επί ημέρες περιμένοντας τη στιγμή που θα μεταφέρονταν στην ηπειρωτική Ελλάδα για να συνεχιστεί το ταξίδι τους. Οι περισσότεροι από αυτούς βρίσκονταν στο ΚΥΤ της Μόριας, το οποίο σημείωσε ρεκόρ υπερπληθυσμού. Τον Ιούλιο εκείνου του χρόνου τα κοντέινερ του περίφρακτου χώρου επαρκούσαν για 700 ανθρώπους, ενώ δύο πτέρυγες της υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής (δυναμικότητας 240 ατόμων) δεν είχαν ανοίξει ακόμα καθώς εκκρεμούσε η στελέχωσή τους. Έξω από τις πύλες είχε στηθεί ακόμη ένας καταυλισμός για άλλους 700 ανθρώπους.

Το στρατόπεδο έχει γίνει συνώνυμο της σύγχρονης προσφυγιάς ενώ έχει απασχολήσει αρκετές φορές τον διεθνή Τύπο για τις συνθήκες διαβίωσης των προσφύγων και μεταναστών, Συχνές ήταν οι αναφορές για εξεγέρσεις, επεισόδια μεταξύ ομάδων μεταναστών, συμπλοκές και τα μαχαιρώματα. Όπως έγραψε το InfoMigrants, το 70% όσων διαμένουν στον καταυλισμό είναι από το Αφγανιστάν, όμως συνολικά η καταγωγή των 12.500 αιτούντων άσυλο είναι από 70 διαφορετικές χώρες.

Τον Νοέμβριο του 2015, το επιχειρησιακό σχέδιο της κυβέρνησης για το μεταναστευτικό προέβλεπε για τη Λέσβο ότι θα έκλεινε σταδιακά η υπάρχουσα δομή στη Μόρια, ενώ υπήρχε σκοπός να δημιουργηθεί νέα κλειστή δομή, η οποία αναμενόταν να χρησιμοποιηθεί ως Προαναχωρησιακό Κέντρο και Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης, χωρητικότητας 5.000+ ανθρώπων.

Συχνά το ΚΥΤ Μόριας έχει υποδεχθεί διάσημους ακτιβιστές και ισχυρές προσωπικότητες που εξέφραζαν τη συμπαράστασή τους και την ευαισθητοποίησή τους στο δράμα των προσφύγων και μεταναστών. Η Αντζελίνα Τζολί επισκέφθηκε τη Μόρια τον Μάρτιο του 2016.

Έναν μήνα μετά στη Μόρια και δίπλα στους χιλιάδες πρόσφυγες που κρατούνταν στο κέντρο του νησιού βρέθηκαν οι τρεις θρησκευτικοί ηγέτες, Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος. Πάπας Φραγκίσκος και Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερώνυμος.

Ωστόσο, οι συνθήκες διαβίωσης δεν βελτιώθηκαν. Το στρατόπεδο και οι διαμένοντες σ’ αυτό συνέχισαν να ζουν το δικό τους δράμα. Τον Σεπτέμβριο του 2016, το hot spot της Μόριας τυλίχτηκε στις φλόγες. Την προηγούμενη μέρα μαίνονταν οι συγκρούσεις μέσα και έξω από το hot spot. Άνθρωποι από διάφορες εθνικές ομάδες προσφύγων και μεταναστών που δεν ήξεραν για μήνες τι θα κάνουν, αφού παρέμεναν εγκλωβισμένοι στο νησί συγκρούονταν και έκαιγαν ο ένας τις σκηνές του άλλου μαζί με όλα του τα υπάρχοντα. Κάποια στιγμή οι φωτιές εξαπλώθηκαν κι έξω από το στρατόπεδο, καίγοντας δεκάδες στρέμματα ελαιοκτημάτων. Οι φωτιές επεκτάθηκαν, καίγοντας εκατοντάδες μικρές και μεγάλες σκηνές. Μαζί με αυτές και τα υπάρχοντα των ανθρώπων που ζούσαν σε αυτές. Η πρώτη καταγραφή των ζημιών έλεγε πως καταστράφηκε περίπου το 60% των εγκαταστάσεων. Όσοι από τους πρόσφυγες και τους μετανάστες ξαναμπήκαν μέσα στο hot spot δεν βρήκαν παρά μόνο τους “σκελετούς” των σκηνών τους, κάρβουνα, στάχτες και λάσπες από τα νερά της πυροσβεστικής.

Τον Ιανουάριο του 2017, μέσα σε μία εβδομάδα τρεις άνθρωποι πέθαναν στον ύπνο τους καθώς προσπαθούσαν να ζεσταθούν στις σκηνές με μαγκάλια. Τους επόμενους μήνες σημειώθηκαν και άλλοι θάνατοι. Μια γυναίκα απανθρακώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2019 όταν κάηκε το κοντέινερ όπου διέμενε. Τον Νοέμβριο πέθανε ένα βρέφος εννέα μηνών.

Σε δύο εκθέσεις αυτοψίας, στις 6/7/2018 και 10/7/2018, υπάλληλοι της Διεύθυνσης Δημόσιας Υγείας Λέσβου είχαν καταγράψει τα σοβαρά προβλήματα του κέντρου υποδοχής, ενώ μεταξύ άλλων είχαν διαπιστώσει ανεξέλεγκτη διαρροή λυμάτων από σπασμένους σωλήνες αποχωρητηρίων.

Τον Αύγουστο του 2018, ρεπορτάζ του BBC επικαλούμενο δηλώσεις εργαζομένων των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, χαρακτηρίζει τη Μόρια ως “το χειρότερο στρατόπεδο προσφύγων στη Γη”. Οι ανταποκριτές του BBC κατέγραψαν τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης ενώ μετέδωσαν καταγγελίες σύμφωνα με τις οποίες οι πρόσφυγες περιμένουν στην ουρά περισσότερες από 3 ώρες για να πάρουν φαγητό και αναλογεί μία τουαλέτα σε 70 άτομα. Όπως σημείωναν στον ρεπορτάζ τους, το στρατόπεδο στη Μόρια είναι ένα μέρος όπου μικρά παιδιά, ηλικίας μέχρι και 10 ετών, προσπαθούν να αυτοκτονήσουν, ενώ υφίστανται συχνά φρικτή βία.

Έναν μήνα σχεδόν μετά, τον Σεπτέμβριο του 2018, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα απηύθυναν επείγουσα έκκληση για τη μεταφορά όλων των ευάλωτων ατόμων από το ΚΥΤ της Μόριας σε ασφαλή στέγη στην ηπειρωτική χώρα ή/και εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Όπως υποστήριζαν σε ανακοίνωσή τους “σε κατάσταση πρωτοφανούς έκτακτης ανάγκης βρίσκεται ο καταυλισμός στη Μόρια της Λέσβου όσον αφορά στη σωματική και ψυχική υγεία χιλιάδων ανδρών, γυναικών και παιδιών που συνωστίζονται σε άθλιες συνθήκες. Η πολιτική της υπερσυγκέντρωσης των μεταναστών και των προσφύγων στα ελληνικά νησιά έχει οδηγήσει στον επ’ αόριστον εγκλωβισμό περισσότερων από 9.000 ανθρώπων (το 1/3 είναι παιδιά) στον καταυλισμό της Μόριας, που έχει μέγιστη χωρητικότητα 3.000 ατόμων. Κάθε εβδομάδα, οι ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα βλέπουν περιστατικά εφήβων που έχουν κάνει απόπειρα αυτοκτονίας ή έχουν αυτοτραυματιστεί. Προσφέρουν, επίσης, βοήθεια σε σοβαρά περιστατικά βίας και αυτοτραυματισμούς. Η έλλειψη πρόσβασης σε επείγουσα ιατρική φροντίδα, δείχνει τα σημαντικά κενά που υπάρχουν στην προστασία των παιδιών και άλλων ευάλωτων ομάδων. Από τον Φεβρουάριο έως τον Ιούνιο, στο πλαίσιο δραστηριότητας ψυχικής υγείας για παιδιά (6-18 ετών), οι ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα διαπίστωσαν ότι σχεδόν το 1/4 των παιδιών (18 από τα 74) είχαν αυτοτραυματιστεί ή είχαν κάνει απόπειρα ή είχαν σκέψεις αυτοκτονίας. Άλλοι ανήλικοι ασθενείς παρουσιάζουν επιλεκτική βωβότητα, κρίσεις πανικού, άγχος, εκρήξεις επιθετικότητας και συνεχείς εφιάλτες”. Ο παιδίατρος και ιατρικός συντονιστής των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στην Ελλάδα, Ντέκλαν Μπάρι είχε πει: “Το περιβάλλον χαρακτηρίζεται από έλλειψη ασφάλειας και υγιεινής, με αποτέλεσμα να βλέπουμε πολλά περιστατικά υποτροπιάζουσας διάρροιας και δερματικών λοιμώξεων σε παιδιά όλων των ηλικιών. Με τέτοια υπερσυγκέντρωση και απουσία υγιεινής, ο κίνδυνος επιδημιών είναι πολύ μεγάλος”.

Λίγες μέρες μετά, ο Φλόριαν Βέστφαλ, επικεφαλής του γερμανικού τμήματος των Γιατρών χωρίς Σύνορα μίλησε στην DW για την εμπειρία του στη Μόρια. Όπως είχε πει οι ψυχολογικές επιπτώσεις είναι σοβαρότατες και κυρίως για τα παιδιά, καθώς σύμφωνα με τους Γιατρούς χωρίς Σύνορα, το ένα τέταρτο εξ αυτών σκέφτεται την αυτοκτονία. Στην ερώτηση τι είναι αυτό που καταβάλλει περισσότερο τα παιδιά στον καταυλισμό απάντησε: “Είναι διάφορα πράγματα. Τα περισσότερα από αυτά τα παιδιά διέφυγαν από εμπόλεμες περιοχές όπως τη Συρία, το Ιράκ, το Αφγανιστάν, την Δημοκρατία του Κονγκό. Έχουν ζήσει διάφορα άσχημα πράγματα και στο τέλος αυτές τις άθλιες συνθήκες στη Μόρια. Το χειρότερο για τα παιδιά είναι πως δεν είναι συχνά προστατευμένα. Τα βράδια ο καταυλισμός είναι μια περιοχή ανομίας. Σημειώνονται συμπλοκές, βιασμοί, σεξουαλικές κακοποιήσεις ακόμα και παιδιών”.

Η ηλικία των παιδιών στην οποία αναφέρεται ο Γερμανός γιατρός είναι μεταξύ 6 και 18 χρόνων, τόσο αγόρια όσο και κορίτσια. “Πολλά από αυτά τα παιδιά είτε έχουν σκεφθεί την αυτοκτονία είτε έχουν ήδη αυτοτραυματιστεί. Πρόκειται κυρίως για εφήβους. Έχω δει σημάδια από ξυράφι στα χέρια τους. Οι συνάδελφοι που βρίσκονται επί τόπου δηλώνουν πως μόνο την τελευταία εβδομάδα τέσσερις έφηβοι προσπάθησαν να αυτοκτονήσουν ή τουλάχιστον το σκέφθηκαν σοβαρά ή τραυματίστηκαν. Την προηγούμενη εβδομάδα ήρθε μια γυναίκα από το Ιράκ και είπε πως η κόρη της φοβάται τόσο πολύ να κυκλοφορήσει στον καταυλισμό που είναι οπλισμένη με ένα μαχαίρι και το φυλάει κάτω από το μαξιλάρι της. Γίνεται ολοένα πιο επιθετική με τη μητέρα της και τις αδελφές της και διαρκώς κλαίει. Το κορίτσι πια σχεδόν δεν μπορεί να μιλήσει”.

Το ξημέρωμα της 10ης Σεπτεμβρίου 2020 βρήκε 12.500 ανθρώπους στον δρόμο. Άνδρες, γυναίκες με μικρά παιδιά, ακόμη και μωρά, σκεπασμένοι με κουβέρτες πέρασαν τη νύχτα ξαπλωμένοι στην άσφαλτο. Οι σκηνές τους έχουν καταστραφεί και δεν υπάρχει άλλο μέρος να διαμείνουν.

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ