Ντιμπέιτ κυβέρνησης – τραπεζών για τα δάνεια

Φρένο στην… ασυλία των τραπεζών ως προς την ανάληψη της ευθύνης στήριξης των πολιτών με δάνεια βάζει η κυβέρνηση και τις κάλεσε διά στόματος του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη να αναλάβουν το μέρος που τους αναλογεί. Σφοδρές αντιδράσεις προς αυτή την κατεύθυνση άσκησαν με έντονο τρόπο τόσο η αξιωματική αντιπολίτευση όσο και το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής.

Των Α. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ, Σ. ΣΤΑΥΡΟΠΙΕΡΡΑΚΟΥ

Το μπρα ντε φερ κυβέρνησης – τραπεζών έχει ξεκινήσει από τα μέσα του καλοκαιριού, με αιχμή την απροθυμία των πιστωτικών ιδρυμάτων να ρυθμίσουν δάνεια φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού. Η κορύφωση της κρίσης μεταξύ των δύο πλευρών ήρθε τώρα, καθώς το κόστος που καλούνται να πληρώσουν οι δανειολήπτες στεγαστικών δανείων με ενέχυρο την πρώτη κατοικία, εξαιτίας των συνεχών αυξήσεων των επιτοκίων, είναι πλέον δυσβάσταχτο, ειδικά για τους οικονομικά ευάλωτους, αλλά ταυτόχρονα συνεπείς. Κατόπιν αυτών, οι τράπεζες πρότειναν να πληρώσουν το 50% της επιβάρυνσης στη μηνιαία δόση (από την αύξηση των επιτοκίων) για περίπου 25.000 οικονομικά ευάλωτους δανειολήπτες. Τις επόμενες ημέρες αναμένεται νέος γύρος επαφών μεταξύ των δύο πλευρών.

Παρέμβαση

Κυβερνητικές πηγές αναφέρουν ότι η ενόχληση του πρωθυπουργού από την άκαμπτη στάση των τραπεζών, εδώ και έναν μήνα που έχουν ξεκινήσει οι συζητήσεις μεταξύ του Χρήστου Σταϊκούρα και των διοικήσεων, είναι έντονη και, όπως αναφέρει στους συνεργάτες του, η στήριξη των δανειοληπτών πρέπει να πληρωθεί από τα κέρδη των τραπεζών και όχι από τον Προϋπολογισμό, δηλαδή από τον Ελληνα φορολογούμενο – ενόχληση την οποία εξέφρασε και δημόσια κατά την επίσκεψή του (την Παρασκευή) στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου. Στην εισαγωγική του δήλωση τόνισε: «Οι τράπεζες πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη που τους αναλογεί. Να στηρίξουν τα ευάλωτα νοικοκυριά και να αποτρέψουν τη δημιουργία μια νέα γενιάς “κόκκινων” δανείων». Το μήνυμα προς τις διοικήσεις των τραπεζών ήταν σαφές και πλέον τα περιθώρια γι’ αυτές έχουν στενέψει.

Παρασκήνιο

Τις τελευταίες 15 ημέρες εξελίσσεται στο παρασκήνιο ένα έντονο σε τόνους ντιμπέιτ μεταξύ του υπουργού Οικονομικών Χρήστου Σταϊκούρα και των διοικήσεων των τραπεζών. Βασικό ζήτημα των μεταξύ τους διαξιφισμών είναι η άρνηση των τραπεζών να αναλάβουν με ίδια μέσα το κόστος που προκαλεί στους συνεπείς δανειολήπτες η κατακόρυφη αύξηση των επιτοκίων. Μάλιστα, στις πρώτες προτάσεις τους, ζήτησαν από τον υπουργό Οικονομικών το βάρος να το σηκώσει το κράτος και να επιδοτήσει την επιπλέον επιβάρυνση στη μηνιαία δόση. Η απάντηση από την πλευρά της κυβέρνησης ήταν κατηγορηματικά αρνητική, με το επιχείρημα ότι οι τράπεζες, λόγω της αύξησης των επιτοκίων, την οποία έχουν περάσει στα δάνεια, καταγράφουν ήδη σημαντικά κέρδη. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς, οι συνεχείς αυξήσεις επιτοκίων αναμένεται να αυξήσουν τα έσοδα των τραπεζών περισσότερο από 1 δισ. ευρώ.

Πέραν της άρνησης από την πλευρά της κυβέρνησης να επιδοτήσει το κράτος το… μάρμαρο που πληρώνουν οι δανειολήπτες από την αύξηση των επιτοκίων, η ηγεσία του οικονομικού επιτελείου και το Μέγαρο Μαξίμου ζήτησαν από τις τράπεζες να προχωρήσουν και στην αύξηση των επιτοκίων στις καταθέσεις. Κάτι που επί μήνες δεν έπρατταν και, μετά τον άγριο καβγά στο υπουργείο Οικονομικών, αναμένεται να το πράξουν, όπως δηλώνουν, άμεσα.

Αυστηρές προειδοποιήσεις

Στις δύο συναντήσεις που είχαν οι διοικήσεις των τραπεζών, εντός του τελευταίου δεκαπενθημέρου, με τον υπουργό Οικονομικών το κλίμα ήταν τεταμένο και, πέραν της στήριξης των δανειοληπτών και της ανάγκης για αύξηση και στους τόκους των καταθέσεων, η κυβέρνηση έθεσε και τα εξής ζητήματα:

Κάλεσε τους διευθύνοντες συμβούλους των τραπεζών να προχωρούν τις ρυθμίσεις μέσω του εξωδικαστικού και να αυξήσουν ταχύτητα στο συγκεκριμένο πεδίο.

Ετέθη σε αυστηρούς τόνους το καυτό ζήτημα των χρεώσεων που επιβάλλουν οι τράπεζες στις απλές συναλλαγές των πολιτών, από μια ανάληψη μέσω των ATM, μια μεταφορά χρημάτων από μια τράπεζα σε άλλη, μέχρι τα εμβάσματα σε ξένες τράπεζες.

Επίσης, μπήκε απαγορευτικό για μία ακόμη φορά στη διάθεση μπόνους προς τα υψηλόβαθμα τραπεζικά στελέχη, τουλάχιστον για φέτος.

Χρεώσεις

Σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών, 12 είναι οι τραπεζικές συναλλαγές με προμήθειες που επιβαρύνουν την κοινωνία: Προμήθεια εισερχόμενου εμβάσματος, εξερχόμενου εμβάσματος (χρέωση για μεταφορά χρημάτων από τον λογαριασμό μιας τράπεζας σε λογαριασμό άλλης τράπεζας εσωτερικού), αποστολής χρημάτων (έμβασμα) σε τράπεζες εκτός ευρωζώνης, ανάληψης μετρητών από ΑΤΜ άλλης τράπεζας, συνδρομή πιστωτικής κάρτας, επανέκδοσης χρεωστικής/πιστωτικής κάρτας λόγω λήξης και λόγω κλοπής, απώλειας ή φθοράς, προμήθεια για πληρωμή λογαριασμών (ΔΕΚΟ, κινητής τηλεφωνίας κ.λπ.), έκδοσης αντιγράφων κίνησης λογαριασμών/δανείων/πιστωτικών καρτών, έξοδα αξιολόγησης αιτημάτων δανείων, έξοδα νομικού και τεχνικού ελέγχου αιτημάτων δανείων, έξοδα συναλλαγών με πιστωτικές κάρτες στο εξωτερικό (επιβάρυνση για τη μετατροπή συναλλαγών εξωτερικού σε ευρώ), προμήθεια για αγορά χρεογράφων του ελληνικού Δημοσίου.

ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.

Το θέμα προκάλεσε την σφοδρή αντίδραση της αντιπολίτευσης. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας επιτέθηκε τόσο στις τράπεζες όσο και στην κυβέρνηση. «Ειδικότερα, δε, με τις τράπεζες, βλέπουμε μέσα σε συνθήκες κρίσης να έχουν κέρδη πάνω από 1 δισ. μέσα στον χρόνο η καθεμία. Ακριβώς διότι αυξάνονται διαρκώς τα επιτόκια χορηγήσεων και μένουν σταθερά χαμηλά τα επιτόκια των καταθέσεων. Ο κ. Μητσοτάκης είναι αδιάφορος απέναντι σε αυτή την κατάσταση, που παίρνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Δεν μπορεί απλά να συζητά με τους τραπεζίτες. Οι κυβερνήσεις νομοθετούν. Eτσι έγινε και στην Ισπανία».

ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής

Από την πλευρά του ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής Νίκος Ανδρουλάκης δήλωσε: «Ο πρωθυπουργός εμπαίζει εκατομμύρια Ελληνες. Ξαφνικά σήμερα θυμήθηκε την κερδοσκοπία των τραπεζών, όπως πριν από μήνες ανακάλυψε την κοινωνική κατοικία. Από τις 7 Νοεμβρίου τον καλέσαμε να φορολογήσει με έκτακτη εισφορά τα υπερκέρδη. Η κυβέρνηση οφείλει να αναλάβει τις ευθύνες της και να ακολουθήσει το παράδειγμα άλλων ευρωπαϊκών κυβερνήσεων».

Στήριξη σε 25.000 δανειολήπτες

Οι τράπεζες θα αναλάβουν κατά 50% το κόστος της επιδότησης μέρους της δόσης στα στεγαστικά δάνεια που έχουν λάβει οι οικονομικά ευάλωτοι

«Πράσινο φως» από τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό πρέπει να λάβει το σχέδιο στήριξης των ευάλωτων δανειοληπτών, στο οποίο φαίνεται να βρίσκουν κοινό σημείο βηματισμού υπουργείο Οικονομικών και τράπεζες, πριν ενεργοποιηθεί στις αρχές του έτους. Βασικό ζητούμενο είναι η πρόταση που θα αποστείλουν οι τράπεζες, οι οποίες θα χρηματοδοτήσουν αποκλειστικά το εγχείρημα, να διασφαλίζει ότι με τη στήριξη των ευάλωτων δανειοληπτών δεν θα απειληθεί η κεφαλαιακή σταθερότητά τους και δεν θα τεθεί σε κίνδυνο η υγεία των δανειακών χαρτοφυλακίων.

Η πρόταση που βρίσκεται στο τραπέζι προβλέπει τη 12μηνη επιδότηση του επιπλέον ποσού της μηνιαίας δόσης που έχει προκύψει από την αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ, η οποία ξεκίνησε τον περασμένο Ιούλιο και θα «κλείσει» για φέτος τις επόμενες ημέρες με μία επιπλέον αύξηση. Θα αφορά μια μικρή περίμετρο ευάλωτων δανειοληπτών, δηλαδή 20.000-25.000 δάνεια, και δεν θα έχει κανένα κόστος για το κράτος. Στελέχη της κυβέρνησης φέρονται να μην είναι απολύτως ικανοποιημένα από τη συγκεκριμένη πρόταση των τραπεζών, καθώς υποστηρίζουν ότι πρέπει να έχουν πιο ενεργό συμμετοχή στην ανακούφιση των δανειοληπτών. Πάντως, σε δύο εβδομάδες θα αποσαφηνιστεί εάν αυτή η πρόταση μπορεί να υλοποιηθεί.

Το «ισπανικό μοντέλο» απορρίφθηκε, καθώς διαπιστώθηκε ότι μεσομακροπρόθεσμα θα προκαλούσε περισσότερα προβλήματα από αυτά που θα έλυνε, ενώ αποκλείστηκε και η κρατική επιδότηση, αφού αφενός τα δημοσιονομικά περιθώρια είναι περιορισμένα, αφετέρου μπορεί να υπήρχαν προβλήματα με την ΕΚΤ.

Eξαρχής ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας ζήτησε μέτρα για τη στήριξη των δανειοληπτών έναντι της αύξησης των επιτοκίων, που όμως δεν θα περιλαμβάνουν συμμετοχή του κράτους.

Δύο συναντήσεις

Επιπλέον, ο υπουργός Οικονομικών -και στις δύο συναντήσεις που είχε με τους επικεφαλής των συστημικών τραπεζών- επέμεινε σε προτάσεις για πρόγραμμα στήριξης των ενήμερων ευάλωτων δανειοληπτών, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τους ευρωπαϊκούς εποπτικούς κανόνες, χωρίς δημοσιονομικό κόστος, αλλά και στην κατάθεση προτάσεων μέχρι τέλος του έτους με σκοπό την αύξηση της εγκρισιμότητας των αιτήσεων του εξωδικαστικού μηχανισμού που αφορούν τους ενήμερους δανειολήπτες. Μέχρι στιγμής, έχουν υλοποιηθεί 2.221 ρυθμίσεις οφειλών, συνολικού ύψους 406 εκατ. ευρώ. Εξ αυτών, περίπου το 65% πραγματοποιήθηκε κατά το τελευταίο τρίμηνο. Μόνο τον τελευταίο μήνα πραγματοποιήθηκαν 500 νέες ρυθμίσεις και το τελευταίο δεκαήμερο περίπου 200 νέες.

Ιδιαίτερη βαρύτητα έχουν για τον Χρ. Σταικούρα η αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων και η μείωση των αυξημένων επιτοκίων χορηγήσεων. Τα πιστωτικά ιδρύματα αναμένεται να κινηθούν, διακριτά και ανεξάρτητα, προς αυτή την κατεύθυνση το προσεχές διάστημα, αλλά η κυβέρνηση ζητά αυτό να γίνει άμεσα, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και τη μεγάλη αύξηση του επιτοκιακού περιθωρίου των τραπεζών το τελευταίο διάστημα. Ζήτημα υπάρχει και με την επαναξιολόγηση του κόστους προμηθειών των τραπεζών στις απλές τραπεζικές συναλλαγές, καθώς το υπουργείο Οικονομικών παρουσίασε λίστα σχετικών προμηθειών, η οποία θα αξιολογηθεί από το κάθε τραπεζικό ίδρυμα.

Σε έκθεσή της τον Οκτώβριο, η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή σημείωνε ότι οι υψηλότερες τιμές ενέργειας και τροφίμων ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο την ικανότητα εξυπηρέτησης του χρέους των δανειοληπτών σε υφιστάμενα στεγαστικά δάνεια, κυρίως κυμαινόμενου επιτοκίου, που θα δουν αύξηση των δόσεών τους. Και ειδικά για τους υπερχρεωμένους δανειολήπτες σε σχέση με το επίπεδο εισοδήματός τους, το αυξανόμενο κόστος ζωής θα μπορούσε να οδηγήσει σε αυξανόμενες δυσκολίες αποπληρωμής.

Ενα ακόμα στοιχείο, σε ό,τι αφορά χαρακτηριστικά του στεγαστικού χαρτοφυλακίου, είναι ότι τα παλιά, ώριμα δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου, που είναι και η πλειονότητα (π.χ. που εκταμιεύθηκαν την περίοδο 2007-2008 και είναι διάρκειας 20-25 ετών), έχουν μικρότερη επιβάρυνση, πλησιάζουν στην αποπληρωμή τους και το μεγαλύτερο μέρος των τόκων έχει αποπληρωθεί. Υπό τον όρο, βέβαια, ότι είναι εξυπηρετούμενα.

Σε ό,τι αφορά τις νέες εκταμιεύσεις, αυτές των τελευταίων δύο-τριών ετών, οι δανειολήπτες, έχοντας βιώσει τη δεκαετή οικονομική κρίση και την έντονη ανασφάλεια, στράφηκαν προς τα δάνεια σταθερού επιτοκίου τουλάχιστον για κάποια χρόνια, αν όχι για όλη τη διάρκεια, που ναι μεν είναι υψηλότερα από τα δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου, αλλά σε κάθε περίπτωση πολύ χαμηλά σε σχέση με το παρελθόν (μέχρι το 2000 τα επιτόκια κινούνταν σε διψήφιο ποσοστό) και με εξατομικευμένη τιμολόγηση, σε μια προσπάθεια των τραπεζών να αναθερμάνουν την πιστωτική επέκταση που την περίοδο της κρίσης βρισκόταν στο ναδίρ.

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ