«Γνόφος αγνωσίας»: Η πρώτη ατομική έκθεση του Κωνσταντίνου Καλογερόπουλου

Εγκαίνια: Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου 2023, 19:00-22:00

Πολιτιστικό Κέντρο «Μελίνα» Δήμου Αθηναίων

Στην πρώτη του ατομική έκθεση, με τίτλο «Γνόφος αγνωσίας», ο Κωνσταντίνος Καλογερόπουλος καταθέτει μια στιβαρή εικαστική πρόταση που τον καθιστά δυναμικό συνεχιστή της μυστικιστικής ζωγραφικής παράδοσης. Όπως ο Sam Francis ή ο Mark Tobey, έτσι και αυτός αναζητά αφαιρετικές φόρμες πίσω από το πέπλο της συνείδησης. Ο τίτλος της έκθεσης αναφέρεται σε ένα μυστικιστικό κείμενο του 14ου αιώνα γραμμένο από έναν ανώνυμο Άγγλο μοναχό. Η επιλογή του τίτλου από τον ίδιο τον καλλιτέχνη αποτελεί έμπρακτη απόδειξη ότι η ζωγραφική του σχετίζεται με την πνευματικότητα, την περισυλλογή και την προσευχή. Η λέξη γνόφος δεν παραπέμπει εδώ μόνο στο σκοτεινό σύννεφο μέσα στο οποίο κρύβεται ο Θεός, είναι και το μαύρο χρώμα, ένας άλλος τρόπος για να προσδιορίσει ο ζωγράφος τον χώρο και το ύφος της ζωγραφικής του.

Η ζωγραφική του Καλογερόπουλου ζυμώνεται με τον χώρο του μεγάλου εργαστηρίου που διατηρεί από το 2010 σε ένα πευκόφυτο κτήμα στην Άνοιξη. Κοιτώντας τα μεγάλης κλίμακας σχέδιά του αναγνωρίζεις εξάγωνα σχήματα και φόρμες που παραπέμπουν σε πλέγμα ή συρματόπλεγμα, σε γέφυρες, περάσματα και φωτεινά μονοπάτια. Ο καλλιτέχνης πειραματίζεται με διάφορες τεχνικές και υλικά, όπως γραφίτης, λάδι, κάρβουνο, αυθεντικό μαλλί και ξύλο. Η σειρά με τα μικρά έργα που αποθηκεύει και εκθέτει μέσα σε ξύλινα κουτιά διαθέτει μια πυκνότητα, αλλά και μία κατασκευαστική λογική, που τη συναντάμε και στα μαύρα έργα όπου απεικονίζονται κτίσματα, καλύβες και στέρνες. Κοινό γνώρισμα αυτών των έργων είναι ότι πίσω από την τεχνική επεξεργασία τους κρύβεται πάντα μια ιστορία, ή μάλλον ιστορίες που διαπλέκονται μεταξύ τους. Το ενδιαφέρον εδώ είναι ότι με ένα χρώμα παράγονται πολλά διαφορετικά χρώματα, επτά αποχρώσεις του μαύρου.

Ο Καλογερόπουλος πλαισιώνει τη στοχαστική ζωγραφική του με το δεκάλεπτο βίντεο «Στέρνα» (2017). Στο βίντεο βλέπουμε τον καλλιτέχνη να θάβει σε μια στέρνα ένα μεγάλο λευκό χαρτί το οποίο έφτιαξε μόνος του από ένα κολλάζ χαρτιών. Η πράξη του είναι τελετουργική, μια ιδιωτική περφόρμανς που δηλώνει εμφατικά τον βιωματικό χαρακτήρα της δουλειάς του. Η πηγή της ζωγραφικής του Καλογερόπουλου είναι η ανάμνηση ενός παράδοξα οικείου δάσους στην άκρη της πόλης.

Ο Κωνσταντίνος Καλογερόπουλος γεννήθηκε το 1974 στην Άνοιξη Αττικής. Σπούδασε εφαρμοσμένες τέχνες στη Σχολή Βακαλό (1992-1996) και ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας (2011-2016). Έχει εργαστεί επί σειρά ετών ως designer και art-director για πολυεθνικές, διαφημιστικές, και άλλες εταιρίες, έχοντας αναλάβει έργα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Στο εικαστικό του έργο χρησιμοποιεί διάφορα μέσα, όπως ζωγραφική, γλυπτική, εγκαταστάσεις και βίντεο. Κατοικεί στα όρια της πόλης και το εργαστήριό του βρίσκεται στο σημείο εκκίνησής του. Επίσης, διδάσκει το μάθημα των εικαστικών σε δημόσια σχολεία πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ο «Γνόφος αγνωσίας», που παρουσιάζεται στο Πολιτιστικό Κέντρο “Μελίνα” του Δήμου Αθηναίων, είναι η πρώτη του ατομική έκθεση.

Κωνσταντίνος Καλογερόπουλος

«Γνόφος αγνωσίας»

Κείμενο έκθεσης: Χριστόφορος Μαρίνος

Εγκαίνια: Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου 2023, 19:00-22:00

Διάρκεια: Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου – Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2023

Πολιτιστικό Κέντρο «Μελίνα» Δήμου Αθηναίων

Ηρακλειδών 66 & Θεσσαλονίκης, Θησείο

Στάση Μετρό: Κεραμεικός, τηλ. 210 3452150

Η είσοδος για το κοινό είναι ελεύθερη

Ώρες λειτουργίας: Τρίτη-Παρασκευή 11:00-19:00, Σάββατο-Κυριακή 10:00-15:00, Δευτέρα κλειστά

Για περισσότερες πληροφορίες: 6973533919 / [email protected]

https://www.instagram.com/kalogeropoulos_konstantinos/

Γνόφος αγνωσίας

Στο Η τέχνη σήμερα, ένα από πιο πολυδιαβασμένα βιβλία για τη μοντέρνα ζωγραφική και γλυπτική, ο Herbert Read παρατηρεί ότι «ο τίτλος της μυστικιστικής πραγματείας του 14ου αιώνα The Cloud of Unknowing (στα ελληνικά: Γνόφος αγνωσίας) θα ταίριαζε με κάποιους ζωγραφικούς πίνακες του Sam Francis ή του Mark Tobey». Και συμπληρώνει τον τολμηρό συσχετισμό με τον εξής συλλογισμό: «Αλλά τα σύννεφα κινούνται, στροβιλίζονται, και ανάμεσά τους υπάρχουν ορισμένες πιο ξεκάθαρες φόρμες, τα “σχήματα που στοιχειώνουν τις ερημιές της σκέψης”. Ο ποιητής, λέει ο Shelley, αντλεί έμπνευση από ένα μεταβαλλόμενο κοσμικό πανόραμα, από ένα “απεριόριστο στοιχείο” μέσω του οποίου οι μορφές ταξιδεύουν “όπως τα σύννεφα, ελεύθερες”».

Μολονότι ο Read δεν αναφέρεται στο περιεχόμενο της πραγματείας αλλά στη μεταφορική δύναμη του τίτλου της (γι’ αυτό και συγκρίνει τους πίνακες των δύο ζωγράφων με τον τίτλο και όχι με το βιβλίο), η σκέψη του δεν ήταν ουρανοκατέβατη. Ήδη από το 1953, σε άρθρο του περιοδικού Life, o Tobey είχε ανακηρυχθεί ως ένας από τους τέσσερις «μυστικιστές ζωγράφους της Δυτικής Ακτής».[ii] Είναι προφανές δηλαδή ότι για τον Read o «γνόφος αγνωσίας», ταυτόσημος με τις «ερημιές της σκέψης», άρα με το ασυνείδητο, αποδίδει ιδανικά τον τελετουργικό χώρο όπου ενοικούν ή από όπου αναδύονται οι άμορφες φόρμες της αφαιρετικής ζωγραφικής: «Όσο περισσότερο εισχωρούμε στον γνόφο της αγνωσίας, με περισυλλογή και διαίσθηση, τόσο λιγότερο πιθανό είναι να βρούμε τα σχήματα και τις εικόνες του πραγματικού μας κόσμου».

Στην πρώτη του ατομική έκθεση, με τίτλο «Γνόφος αγνωσίας», ο Κωνσταντίνος Καλογερόπουλος καταθέτει μια στιβαρή εικαστική πρόταση που τον καθιστά δυναμικό συνεχιστή της μυστικιστικής ζωγραφικής παράδοσης. Όπως ο Sam Francis ή ο Mark Tobey, έτσι και αυτός αναζητά αφαιρετικές φόρμες «πίσω από το πέπλο της συνείδησης». Η επιλογή του τίτλου από τον ίδιο τον καλλιτέχνη αποτελεί έμπρακτη απόδειξη ότι η ζωγραφική του σχετίζεται με την πνευματικότητα, την περισυλλογή και την προσευχή. Η λέξη «γνόφος» δεν παραπέμπει εδώ μόνο στο σκοτεινό σύννεφο μέσα στο οποίο κρύβεται ο Θεός· είναι και το μαύρο χρώμα, ένας άλλος τρόπος για να προσδιορίσει ο ζωγράφος τον χώρο και το ύφος της ζωγραφικής του. Για την ακρίβεια, αν το μαύρο και οι ποικίλες αποχρώσεις του είναι ο γνόφος, η αγνωσία είναι ο τρόμος, το ξάφνιασμα που προκαλεί το ίδιο το έργο στον δημιουργό του.

Τα έργα του Καλογερόπουλου γίνονται υπό καθεστώς απομόνωσης και μυστικότητας. Η ζωγραφική του ζυμώνεται με τον χώρο του μεγάλου εργαστηρίου που διατηρεί από το 2010 σε ένα πευκόφυτο κτήμα στην Άνοιξη, εκεί όπου μεγάλωσε και έπαιζε όταν ήταν παιδί: από μία άποψη, αυτό το εργαστήριο-ερημητήριο λειτουργεί όπως οι αυτοσχέδιες καλύβες που έφτιαχνε μικρός για να κρυφτεί και να προστατευτεί. Δημιουργώντας στα όρια της πόλης, ο Καλογερόπουλος παίρνει τις απαραίτητες αποστάσεις από τα καλλιτεχνικά τεκταινόμενα, με τον ίδιο τρόπο που θέλει να βλέπει αποστασιοποιημένα κάθε ένα έργο του μετά από πολύ καιρό, ώστε να το χωνέψει και να το αποδεχτεί, αφού πρώτα καταλάβει τι είναι, από πού προέρχεται και γιατί γίνεται. Δεν ανήκει στους καλλιτέχνες που δουλεύουν προμελετημένα προς ένα συγκεκριμένο αισθητικό αποτέλεσμα· αντιθέτως, όπως λέει ο ίδιος, «ακολουθεί τη δημιουργία», υιοθετώντας έναν αντισυμβατικό τρόπο εργασίας όπου κυριαρχεί το απρόοπτο και η αποτυχία καραδοκεί. «Δεν είναι ότι διαβάζεις κάτι και λες θα δουλέψω πάνω σε αυτό. Δουλεύω πολύ με το ασυνείδητο, με πράγματα τα οποία τροφοδοτούν το ασυνείδητο να φτιάξει μια επιφάνεια. Είναι μια διαδικασία όπου δεν έχεις την παραγωγή όταν τη θέλεις. Εγώ ακολουθώ την παραγωγή. Και γι’ αυτό ξαφνιάστηκα πάρα πολύ με κάποια έργα», επισημαίνει ο καλλιτέχνης.

Στα χνάρια του Νίκου Μπάικα και του Τάσου Χριστάκη, ο οποίος υπήρξε δάσκαλός του στην ΑΣΚΤ, η ζωγραφική του Καλογερόπουλου διαμορφώνεται από τη μετάπλαση που δημιουργεί ο γραφίτης στην επιφάνεια του χαρτιού. Τα χαρτιά του είναι πολύ δουλεμένα, κουρασμένα και τραυματισμένα, με μια χαρακτηριστική γυαλάδα που καθιστά δύσκολη τη φωτογράφισή τους. Μάλιστα, λόγω της δύναμης με την οποία δουλεύονται οι γραφές, δίνεται η εντύπωση ότι ο καλλιτέχνης χειρίζεται κάρβουνο και όχι γραφίτη. Κοιτώντας τα μεγάλης κλίμακας σχέδιά του αναγνωρίζεις εξάγωνα σχήματα και φόρμες που παραπέμπουν σε πλέγμα ή συρματόπλεγμα, σε γέφυρες, περάσματα και φωτεινά μονοπάτια. Κάθε φορά που αντικρίζεις αυτή τη δουλειά ανακαλύπτεις και νέα μοτίβα. «Είδα έναν τοίχο σε έναν δρόμο και κατάλαβα πού έχει την καταγωγή του αυτό το έργο» λέει, εντυπωσιασμένος, ο καλλιτέχνης για ένα από αυτά τα μεγάλα σχέδια.

Ακολουθώντας την παραγωγή του έργου, ο Καλογερόπουλος φλερτάρει με τη διακινδύνευση, επιδίδεται δηλαδή σε ακροβασίες από τις οποίες μαθαίνει τι λειτουργεί και τι όχι. Παρότι για όλα τα έργα υπάρχουν προσχέδια και πολλές μελέτες σε διαφορετικά μεγέθη, ο καλλιτέχνης πειραματίζεται με διάφορες τεχνικές και υλικά, όπως λάδι, κάρβουνο, αυθεντικό μαλλί και ξύλο. Ένα μεγάλο πλεχτό έργο, όπου και εδώ κυριαρχεί το εξάγωνο σχήμα, μας θυμίζει κάτι που είχε δηλώσει ο Mark Tobey: η ζωγραφική πρέπει να είναι υφαντό (textile), υφή (texture). Όμως στη δουλειά του Καλογερόπουλου η πλέξη υπάρχει και μεταξύ των ενοτήτων. Έτσι, η σειρά με τα μικρά έργα που αποθηκεύει και εκθέτει μέσα σε ξύλινα κουτιά διαθέτει μια πυκνότητα, αλλά και μία κατασκευαστική λογική, που τη συναντάμε και στα μαύρα έργα όπου απεικονίζονται κτίσματα, καλύβες και στέρνες. Κοινό γνώρισμα αυτών των έργων είναι ότι πίσω από την τεχνική επεξεργασία τους κρύβεται πάντα μια ιστορία, ή μάλλον ιστορίες που διαπλέκονται μεταξύ τους.

Εν προκειμένω, όταν ο καλλιτέχνης επισκέφθηκε το Άγιο Όρος και άκουσε την ιστορία για τον Όσιο Μάξιμο τον Καυσοκαλυβίτη, ο οποίος έκαψε την καλύβα του για να μην έχει σχέση με την ύλη, ξύπνησε στη μνήμη του το δικό του βίωμα με τις καλύβες που έφτιαχνε στο δάσος με ξύλα και κλαδιά. Αυτός ο ιερός, προσωπικός χώρος της παιδικής ηλικίας, της οργανικής-άμεσης σχέσης με την ύλη, αποδίδεται πάνω στο χαρτί με ραμμένα ξύλα (αυτό κι αν είναι ακροβασία!) και ανάγλυφα από ψιλοκομμένες πευκοβελόνες ανακατεμένες με ατόφιο λάδι. Επίσης, το ενδιαφέρον εδώ είναι ότι με ένα χρώμα παράγονται πολλά διαφορετικά χρώματα, επτά αποχρώσεις του μαύρου. Για τα μονόχρωμα αλλά κατά βάση χρωματισμένα σχέδιά του ο Καλογερόπουλος έχει να αφηγηθεί άλλη μια ιστορία: «Θυμάμαι κάτι που μου είχε πει ο Γιάννης Ψυχοπαίδης όταν είδε τα σχέδιά μου στη Σχολή: “έχεις πιο πολύ χρώμα στο μαύρο, στα μαυρόασπρα, παρά στο χρώμα”. Αυτή του η κουβέντα μου έδωσε το διαβατήριο να προχωρήσω σε ένα μονοπάτι και να εξελιχθώ πάνω σε αυτό, χωρίς να φοβάμαι τι θα πει κάποιος. Δηλαδή με απελευθέρωσε και μου ανέδειξε ένα χάρισμα που τώρα το καταλαβαίνω, μου πήρε τρία χρόνια να το καταλάβω».

Ο Καλογερόπουλος πλαισιώνει τη στοχαστική ζωγραφική του με το δεκάλεπτο βίντεο «Στέρνα» (2017). Στο βίντεο βλέπουμε τον καλλιτέχνη να θάβει σε μια στέρνα ένα μεγάλο λευκό χαρτί το οποίο έφτιαξε μόνος του από ένα κολλάζ χαρτιών (γι’ αυτό και είναι στρεβλωμένο, όπως ένα μεγάλο σχέδιο με γραφίτη που έγινε σε παρόμοιο αυτοσχέδιο χαρτί την ίδια περίοδο). Με μια τσουγκράνα ο Καλογερόπουλος καλύπτει επιμελώς το χαρτί με το χώμα και τα πούσια που είχαν συσσωρευτεί με τα χρόνια μέσα στη στέρνα. Η πράξη του είναι τελετουργική, μια ιδιωτική περφόρμανς που δηλώνει εμφατικά τον βιωματικό χαρακτήρα της δουλειάς του. Όπως στη ζωγραφική του, έτσι και εδώ ο καλλιτέχνης υποδεικνύει έναν τρόπο σκέψης, επιβεβαιώνοντας ότι τα έργα του είναι αληθινά και όχι ασκήσεις ύφους. «Ακόμα αντηχεί στα αφτιά μου αυτή η καλοκαιρινή κραυγή σαν ομφαλός αυτού του δάσους» διαβάζουμε στο τέλος του καταλόγου της παρούσας, πρώτης του έκθεσης. Με αυτή την ποιητική φράση ο Καλογερόπουλος υπενθυμίζει στον αναγνώστη-θεατή την πηγή της ζωγραφικής του: η ανάμνηση ενός παράδοξα οικείου δάσους στην άκρη της πόλης.

Χριστόφορος Μαρίνος

Ιστορικός τέχνης και επιμελητής

[i] Γνόφος αγνωσίας, μτφρ. Μητροπολίτης Κορίνθου Παντελεήμων Καρανικόλας, Εκδόσεις «Αστήρ» – Αλ. & Ε. Παπαδημητρίου, Αθήναι 1968 (The Cloud of Unknowing, Translated into Modern English with an introduction by Clifton Wolters, Penguin Books, Harmondsworth, Middlesex, 1961). «The Cloud of Unknowing», στο Herbert Read, Art Now: An introduction to the theory of modern painting and sculpture, Faber and Faber, Λονδίνο 1960 (αναθεωρημένη και επαυξημένη έκδοση), σ. 117-119. Η τέχνη σήμερα: Εισαγωγή στη θεωρία της μοντέρνας ζωγραφικής και γλυπτικής, μτφρ. Δημοσθένης Κούρτοβικ, Εκδόσεις Κάλβος, Αθήνα 1984.

[ii] Οι άλλοι τρεις ζωγράφοι είναι οι Morris Graves, Kenneth Callahan και Guy Anderson. Βλ. https://www.historylink.org/file/5217 και www.seattleartmuseum.org/exhibitions/modernism

 

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ