Το άνοιγμα των Βαρωσίων ως το τέλος των ψευδαισθήσεων – Άρθρο του καθηγητή Γιαλλουρίδη στο enikos.gr

Γράφει ο Χριστόδουλος Κ. Γιαλλουρίδης

Ομότιμος Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής Παντείου Πανεπιστημίου

Σήμερα 46 χρόνια μετά την τουρκική εισβολή, τα Βαρώσια, μέρος της Αμμοχώστου, της πόλης των ηρώων του Τρωικού Πολέμου, Ονήσιλου και Ευαγόρα, που συνιστούν ένα από τα σημαντικότερα τμήματα της ελληνικής παράδοσης και ιστορίας στη μεγαλόνησο, επέπρωτο να αποτελέσουν την τελευταία πράξη του εποικιστικού κατακτητικού δράματος του κυπριακού ελληνισμού.

Τούτο συντελείται δια του ανοίγματος της περίκλειστης από το 1974 περιοχής των Βαρωσίων από την κατοχική δύναμη, όπερ και παραπέμπει αφεύκτως σε επερχόμενο εποικισμό.

Η ανωτέρω παράνομη δράση λαμβάνει χώρα άνευ ενεργού αντίδρασης του ελληνισμού και με τη διεθνή κοινότητα να παρακολουθεί ουσία αδιάφορη και ενεργοποιημένη δια των γνωστών άνευ επιπτώσεων για την Άγκυρα ψηφισμάτων 550 και 789 του ΟΗΕ.

Το σημερινό φαινόμενο των τουρκικών επιθετικών δράσεων, συμπεριλαμβανομένου και του ανοίγματος των Βαρωσίων, επέρχεται ως απόρροια του γεγονότος πως η Άγκυρα δεν λαμβάνει εκ των παρανόμων ενεργειών της οιοδήποτε κόστος που να προκαλεί πλήγμα στην τουρκική κρατική οντότητα, πράγμα που χαρακτηρίζει τη διαδρομή της κυπριακής υπόθεσης από το 1974 και εντεύθεν. Το γεγονός αυτό ταυτόχρονα τροφοδοτεί αφεύκτως την ούτως η άλλως υφιστάμενη τουρκική επιθετικότητα έναντι του ελληνισμού και όχι μόνο.

Η πόλη της Αμμοχώστου, της οποίας τα Βαρώσια συνιστούν αναπόσπαστο τμήμα, ιδιαιτέρως μάλιστα το λιμάνι της, αποτελούν από γεωστρατηγικής απόψεως μια υπεραξία λόγω ακριβώς της θέσης της που αντικρίζει την Εγγύς και Μέση Ανατολή κατά τρόπο που επιτρέπει στον κατέχοντα να εποπτεύει γεωστρατηγικά την ευρύτερη περιοχή. Ο λιμένας της Αμμοχώστου και το παραλιακό μέτωπο κείνται ταυτοχρόνως και έναντι του Λιβάνου, της Συρίας, του Ισραήλ, καθώς βρίσκονται και σε επίπεδο στρατηγικής εποπτικής σχέσης και με την Αίγυπτο.

Συναφώς, θα πρέπει να αναμένεται πως η Τουρκία θα προχωρήσει σε αξιοποίηση των στρατηγικών πλεονεκτημάτων που προσφέρει η πόλη της Αμμοχώστου αναφορικά προς τους σχεδιασμούς της για ισχυρή παρουσία και έλεγχο χωρών της Εγγύς και Μέσης Ανατολής, καθώς και του χώρου της νοτιοανατολικής Μεσογείου ευρύτερα.

Δεδομένης της ανυπαρξίας οιουδήποτε διεθνούς κόστους έναντι των τουρκικών παρανομιών στη μεγαλόνησο, η παρουσία της Τουρκίας στην Αμμόχωστο αναβαθμίζει τη θέση της γεωστρατηγικά στα όμματα του διεθνούς παράγοντα, ο οποίος εν προκειμένω λιγότερο εξετάζει εάν αυτές οι κινήσεις αναβάθμισης της Τουρκίας συντελέστηκαν εν δικαίω ή εν αδίκω, αλλά περισσότερο αναγνωρίζει επελθούσες πραγματικότητες που τον ενδιαφέρουν και τον συμφέρουν.

Επομένως, αυτά που ακούγονται τις τελευταίες ημέρες από διεθνή όργανα και θεσμικούς παράγοντες αποτελούν βερμπαλιστικές καταδίκες και μόνο, οι οποίες συνηθίζονται από τον διεθνή παράγοντα σε περιπτώσεις που θίγονται δικαιώματα, ελευθερίες και κυριαρχικές δομές, αλλά δεν συνοδεύονται από κυρώσεις που να προκαλούν κόστος ανατρέποντας κατά ταύτα τη διεθνή παρανομία.

Η Άγκυρα σήμερα, με την κατά τα ανωτέρω κίνηση του ανοίγματος των Βαρωσίων, στοχεύει τόσο στην εδραίωση της παρουσίας της στην ευρύτερη περιοχή, όσο και στη μηνυματική διάθλαση της παράστασης προς τον διεθνή παράγοντα ότι κινείται αυτονόμως, μη υπολογίζοντας πιθανό κόστος και υπακούοντας μόνο σε αυτό που αντιλαμβάνεται ως το εθνικό της συμφέρον.

Εκείνο δε που πρέπει κανείς να υπογραμμίσει τελώντας εν γνώσει των κυπριακών διαδραματισθέντων από την κατοχή και εντεύθεν, παραπέμπει στο ότι η περιβόητη υπογείως εν είδει ψιθύρου και όχι μόνο καλλιεργηθείσα προσδοκία περί επιστροφής της Αμμοχώστου στο πλαίσιο μιας εκκολαπτόμενης διζωνικής, δικοινοτικής λύσης ενταφιάζεται δια των τωρινών εξελίξεων για εκείνους που συνήθιζαν να ζουν στον κόσμο των ψευδαισθήσεων όντες πεπεισμένοι πως μία τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να επέλθει ως παραχώρηση του εισβολέα μέσα από συνομιλίες.

Αρχίζει από τούδε και στο εξής, κατόπιν του τουρκικού βηματισμού στην Αμμόχωστο, μια νέα περίοδος για την κυπριακή υπόθεση, όπου ο ελληνισμός της Κύπρου και ο ευρύτερος ελληνισμός θα πρέπει επιτέλους να αποφασίσουν πως οποιοσδήποτε συμβιβασμός επέλθει μεσούσης της κατοχής θα οδηγήσει σε τουρκοποίηση της Κύπρου, απεμπολώντας κατά ταύτα κάθε ενδεχόμενο αποκατάστασης της διεθνούς νομιμότητας και ανάκτησης της κυπριακής ελευθερίας.

Η βερμπαλιστική καταδίκη των Αθηνών για το άνοιγμα των Βαρωσίων και η γνωστή συνήθης επίκληση των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, προδήλως και δεν επαρκούν για την αποκατάσταση της διεθνούς νομιμότητας στη μεγαλόνησο, αλλά συνιστούν κινήσεις αυταρέσκειας που επιδιώκουν να καταδείξουν πως η Αθήνα «έπραξε το καθήκον της».

Οι σημερινές εξελίξεις μας υποχρεώνουν να ανασύρουμε στη μνήμη μας το Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδος – Κύπρου, πολιτική εθνικής ασφάλειας, που εκπονήθηκε και αναπτύχθηκε επί των αειμνήστων Γεράσιμου Αρσένη και Γλαύκου Κληρίδη, η έμπρακτη υλοποίηση και περαιτέρω εμπέδωση του οποίου σήμερα, θα λειτουργούσε αποτρεπτικά έναντι των κατά τα ανωτέρω τουρκικών επιθετικών κινήσεων.

Εν κατακλείδι, η επέκταση της κατοχής στην Αμμόχωστο οφείλει να λειτουργήσει αφυπνιστικά, όχι μόνο για τον κυπριακό ελληνισμό, αλλά και για το σύνολο του ελληνισμού, έτσι ώστε Αθήνα και Λευκωσία διδασκόμενες από τα λάθη του παρελθόντος, άλλα και από το γεγονός ότι η τουρκική επιθετικότητα εκδηλώνεται σήμερα άνευ ενδοιασμών, να κηρύξουν διεθνώς και σε κάθε επίπεδο την αποχώρηση των στρατευμάτων κατοχής ως conditio sine qua non οποιασδήποτε διαδικασίας επίλυσης του Κυπριακού Προβλήματος, που να αποσκοπεί στην εμπέδωση ενός ανεξάρτητου ελεύθερου και κυρίαρχου κυπριακού κράτους.

Χριστόδουλος Κ. Γιαλλουρίδης

Ομότιμος Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής Παντείου Πανεπιστημίου

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ