Μίνα Αδαμάκη: Οι «Τρεις Χάριτες» έχασαν την φωνή της λογικής – Η καριέρα και ο λόγος που δεν έκανε οικογένεια

Σε ηλικία 78 ετών, η ηθοποιός Μίνα Αδαμάκη άφησε την τελευταία της πνοή, σκορπίζοντας θλίψη σε όλο τον καλλιτεχνικό κόσμο, έπειτα από μεγάλη μάχη με τον καρκίνο. Τον τελευταίο καιρό νοσηλευόταν στο νοσοκομείο, εξαιτίας του σοβαρού προβλήματος υγείας της

Τις τελευταίες ημέρες ημέρες υπήρχε έντονη φημολογία για την επιδείνωση της υγείας της και εκφράζονταν φόβοι για την αγαπημένη ηθοποιό.

Η Μίνα Αδαμάκη γεννήθηκε στον Βόλο και ήταν απόφοιτος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης του Καρόλου Κουν (1966). Σε νεαρή ηλικία σπούδασε στο Λονδίνο κουκλοθέατρο και παντομίμα.

Την πρώτη της εμφάνιση στο θέατρο την έκανε, μαθήτρια ακόμα, στο Θέατρο Τέχνης, στο έργο «Η δολοφονία του Ζαν-Πολ Μαρά». Έπαιξε σε αρκετές τηλεοπτικές σειρές και ταινίες. Ίδρυσε τον θίασο Θεατρική Συντεχνία και υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Ελεύθερης Σκηνής.

Τελευταία της θεατρική εμφάνιση ήταν αυτή στη “Μήδεια” του Μποστ στο Θέατρο Θησείον τη σεζόν 2019-2020 σε σκηνοθεσία Νικορέστη Χανιωτάκη.

Ερμήνευσε πλήθος ρόλων σε θέατρο και τηλεόραση. Εμβληματικός παραμένει ο ρόλος της Ειρήνης στις «Τρεις Χάριτες», δίπλα στις Νένα Μεντή και Άννα Παναγιωτοπούλου.

Η Ειρήνη Χαρίτου, η πιο «αθώα» και «λογική» αδερφή από τις Τρεις Χάριτες, ήταν ένα πρόσωπο που συνδέθηκε με εκατομμύρια τηλεθεατές και οι ατάκες του έγιναν αστικοί μύθοι. Η ηθοποιός έλεγε μάλιστα ότι για σειρά ετών τη σταματούσαν στον δρόμο και τη φώναζαν «Ειρήνη».

«Τα θυμάμαι όλα με μία πολύ όμορφη γεύση. Διασκεδάζαμε πολύ, δουλεύαμε πολύ και η σειρά είχε μία ανταπόκριση, που κανείς δεν την περίμενε. Όπως έχω ξαναπεί βέβαια, δεν μου αρέσει και πολύ να με βλέπω τότε στην τηλεόραση, γιατί νομίζω ότι είναι κάποια άλλη κι όχι εγώ. Έχουν περάσει χρόνια. Ωραία χρόνια όμως. Μία γλυκιά και τρυφερή ανάμνηση… Η ανταπόκριση του κόσμου ήταν πολύ μεγάλη τότε. Στην αρχή δεν το καταλαβαίναμε. Μετά μας σταματούσαν στον δρόμο, μας φώναζαν με τα ονόματά μας, μας κοιτούσαν, μας έλεγαν ατάκες από τα επεισόδια. Μας συμπαθούσαν πολύ. Αυτή η σειρά με έκανε γνωστή στο ευρύ κοινό. Τις αγάπησε πολύ ο κόσμος τις «Τρεις Χάριτες». Ήταν μια ανθρώπινη σειρά, με ωραίους και οικείους χαρακτήρες. Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι ήμουν σε μία πλατεία και με γνώρισαν κάτι παιδιά- έφηβοι κι άρχισαν αμέσως να φωνάζουν: “Ειρήνη, Ειρήνη….”» είχε πει σε συνέντευξή της η Μίνα Αδαμάκη

Χάριτες

Επίσης είχε αποκαλύψει για τις «Τρεις Χάριτες»: Τι να πρωτοθυμηθώ από τα γυρίσματα. Πολλά γέλια. Αυτό ήταν το πιο δυναμικό στοιχείο των γυρισμάτων. Τα γυρίσματα ήταν πολύωρα και έπρεπε κι εμείς να αντέξουμε με κάποιον τρόπο. Οπότε, κάναμε πολλές πλάκες μεταξύ μας. Θυμάμαι με την Άννα Παναγιωτοπούλου και τη Νένα Μεντή, δεν μπορούσαμε να ολοκληρώσουμε σκηνές από τα γέλια. Ή κολλούσε στα λόγια κάποια από τις τρεις μας (δεν θυμάμαι πια) και ξαναγελούσαμε. Αυτό συμβαίνει πολύ συχνά σε εμάς τους ηθοποιούς και στο θέατρο, σε πρόβες, κλπ.

Γνωριζόμασταν χρόνια από το θέατρο και με τη Νένα και με την Άννα. Τις θεωρώ δύο σπουδαίες ηθοποιούς και πολύ επαγγελματίες σε αυτό που έκαναν και κάνουν. Μέσα στα πολύωρα γυρίσματα, είχαμε εντάσεις. Αυτό ήταν λογικό. Και για να ξεσπάσει αυτή η ένταση, είχαμε πολλά νευρικά γέλια μέχρι δακρύων. Δεν δίναμε συμβουλές η μία στην άλλη για το πώς θα παίξουμε τους ρόλους μας, γιατί αυτό θα παρεξηγούνταν. Δεν ξέρεις πώς θα το εκλάβει ο άλλος. Αυτό άλλωστε, ήταν δουλειά του σκηνοθέτη, όχι δική μας. Εμείς απλά μαθαίναμε τα λόγια μας και είχαμε πολύ καλή χημεία μεταξύ μας».

Για την προσωπική ζωή της και την απόφαση να μην κάνει οικογένεια είχε σημειώσει: «Στη ζωή μου το φλερτ παίζει μεγάλο ρόλο, όπως και σε όλον τον κόσμο. Είναι η αρχή της ζωής. Έτσι, υπάρχει η ζωή μέσα από ένα φλερτ. Και η καριέρα έχει μέσα της πολύ έρωτα. Εννοώ ότι έχει έρωτα το αντικείμενο. Δεν μετάνιωσα που δεν έκανα οικογένεια. Ήταν επιλογή μου».

Η συμφωνία με τον πατέρα της

Για την απόφαση της να ασχοληθεί και την αντίδραση των γονιών της είχε αναφέρει: «Η μαμά μου ήθελε να με βγάλει Χαρούλα. Ήμουν ένα ανοιχτό, χαρούμενο παιδί. Πήρα όμως το όνομα της γιαγιάς μου, από την πλευρά της μητέρας μου, Ασημίνα – Μίνα. Πέρασα ωραία παιδικά χρόνια, φωτεινά. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στον Βόλο. Είχα την αποδοχή όλων. Στην Αθήνα ήρθα για να σπουδάσω.

Τα καλοκαίρια πηγαίναμε στο Πήλιο, κυρίως στη Μακρυνίτσα, το χωριό του πατέρα μου που το λάτρευε αλλά και στο Μούρεσι, της μητέρας μου. Αν και με πόνεσε πολύ, πουλήσαμε τα σπίτια στο Πήλιο. Πρέπει να έχεις χρόνο να πηγαίνεις και πολλά λεφτά για να τα συντηρείς κι εμείς οι καλλιτέχνες δεν έχουμε. Ούτε στον Βόλο πηγαίνω πια συχνά. Η παιδική, κολλητή μου φίλη, ήταν εδώ στην Αθήνα. Την έχασα πρόσφατα.

Μεγάλωσα σε ένα αστικό περιβάλλον. Ο πατέρας μου ήταν έμπορος. Στα 14-15 που είχα πέσει με τα μούτρα στη λογοτεχνία, είδα μια παράσταση του Θεάτρου Τέχνης στον Βόλο -με μονόπρακτα του Τσέχωφ, την Αίτηση σε γάμο, την Αρκούδα, την Επέτειο, και, κυριολεκτικά, τρελάθηκα. Γύρισα σπίτι και άρχισα να τα παίζω. Έτσι μου μπήκε στο μυαλό η ιδέα να κάνω θέατρο και μάλιστα στο Τέχνης. Είχα μάθει ότι εκεί δουλεύουν σαν ομάδα, οικογενειακά.

Είχα την αφέλεια να το πω στους γονείς μου. Απλά και απονήρευτα. Και έγιναν απερίγραπτα πράγματα. Μου είπαν, εν ολίγοις, να τους ξεχάσω για πάντα και ότι από εδώ και πέρα θα πρέπει να ζήσω μόνη μου. Προστατευμένη όπως ήμουν, φοβήθηκα αλλά δεν παραιτήθηκα. Σκέφτηκα να έρθω στην Αθήνα και να σπουδάσω στο Πανεπιστήμιο ώστε να πάω στο θέατρο και πιάστηκα από αυτό.

«Πατερούλη θέλω να σπουδάσω», του είπα, πάντα στον πληθυντικό. Και του επεσήμανα ότι ό,τι χρήματα είχε προβλέψει για μένα, αρκούσαν για τις σπουδές μου, γιατί μετά εγώ σκόπευα να δουλέψω και να βγάλω τα δικά μου λεφτά. Ως έμπορος που ήταν το βρήκε καλή εμπορική συμφωνία και είπε το «ναι».

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ