Οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν παλαιοχριστιανικά ψηφιδωτά σε αρχαιολογικό καταφύγιο

Οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν ψηφιδωτά δαπέδου με παλαιοχριστιανικά σχέδια και σχεδόν 800 αντικείμενα σε αρχαιολογικό καταφύγιο, σε μια περιοχή που έγιναν πολλές μάχες, που άλλαξε πολλές φορές χέρια και που δοκιμάστηκε ακόμα και από τους Βησιγότθους.

Η ανακάλυψη έγινε στο αρχαιολογικό καταφύγιο της Μαρκιανούπολης, στο βορειοανατολικό τμήμα της Βουλγαρίας. Η πόλη σήμερα λέγεται Ντέβνια και φαίνεται ότι προήλθε από θρακικό οικισμό. Αργότερα κατοικήθηκε από εξελληνισμένους εποίκους από τη Μικρά Ασία και ονομάστηκε Παρθενόπολη.

Η ρωμαϊκή Μαρκιανούπολη ιδρύθηκε γύρω στο 106 μ.Χ., μετά τις εκστρατείες του Τραϊανού στη Δακία στα βόρεια. Ο οικισμός πήρε το όνομά του από την αδελφή του, Ουλπία Μαρκιάνα.

Τοποθετημένη στα σταυροδρόμια μεταξύ της Βάρνας, Durostorum, Νικόπολης και Istrum, αλλά και πολύ κοντά σε άφθονες πηγές, η Μαρκιανούπολη έγινε στρατηγικά σημαντικός οικισμός.
Οι διοικητικές μεταρρυθμίσεις του Διοκλητιανού στα τέλη του τρίτου αιώνα μ.Χ. χώρισαν την Κατώτερη Μοισία σε Δεύτερη Μοισία και Μικρή Σκυθία, με τη Μαρκιανούπολη να λειτουργεί ως διοικητική πρωτεύουσα της πρώτης. Η Μαρκιανούπολη γνώρισε την πιο ακμάζουσα περίοδο στα μέσα του τέταρτου αιώνα μ.Χ.

Από το 367 μ.Χ. έως το 369 μ.Χ., ο αυτοκράτορας της Ανατολής Βαλέντιος χρησιμοποίησε τη Μαρκιανούπολη ως χειμερινό του κατάλυμα, κατά τη διάρκεια εκστρατειών που έκανε εναντίον ων Βησιγότθων στην περιοχή. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η πόλη χρησίμευσε ως προσωρινή πρωτεύουσα της Ανατολικής Αυτοκρατορίας.

Ψηφιδωτά δαπέδου με παλαιοχριστιανικά σχέδια βρέθηκαν στα ερείπια ενός κτιρίου της αρχαίας Μαρκιανούπολης. Οι αρχαιολόγοι δεν είναι ακόμη σίγουροι αν επρόκειτο για δημόσιο κτίριο ή αν ανήκε σε πλούσιο Ρωμαίο πολίτη.  Η προσωρινή χρονολόγηση των ψηφιδωτών τα τοποθέτησε στο πρώτο μισό του 4ου αιώνα μ.Χ.

Τα ευρήματα της τρέχουσας αρχαιολογικής περιόδου στα Ντέβνια περιλαμβάνουν άλλα χίλια χάλκινα νομίσματα, αρκετά πήλινα λυχνάρια και δύο πήλινα αγγεία, τα οποία αναμένουν επιστημονική επεξεργασία και αποκατάσταση.

Ο Τάφος

Κατά τη διάρκεια της προηγούμενης αρχαιολογικής περιόδου, οι ερευνητές αποκατέστησαν χάλκινα αγγεία που ανακαλύφθηκαν τη δεκαετία του 1990, σε έναν πλινθόκτιστο τάφο που χρονολογείται στα τέλη του 2ου – αρχές του 3ου αιώνα.

Τα σκεύη είχαν τελετουργική χρήση και σχετίζονταν με την προσωπικότητα του προσώπου που θάφτηκε, δήλωσε ο διευθυντής του Μουσείου Μωσαϊκών Ιβάν Σούτεφ σε δήλωσή του στο Βουλγαρικό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Είναι πλούσια διακοσμημένα και η επεξεργασία τους είναι εξαιρετική, πρόσθεσε ο Σούτεφ. Μεταξύ αυτών που έχουν βρεθεί είναι ένα αγγείο για την έκχυση υγρών ως προσφορά σε μια θεότητα και μια κανάτα κρασιού με τρίφυλλο στόμιο (οινοχόη). Βρέθηκε επίσης και ένα απλό σκεύος κουζίνας.

Όλα αυτά οδηγούν τους αρχαιολόγους στο συμπέρασμα ότι στον τάφο μπορεί να αναπαύθηκε ένας Ρωμαίος πολίτης της Μαρκιανούπολης, αλλά μπορεί να είχε και πιο συγκεκριμένες αρμοδιότητες. Να ήταν στρατιώτης, μάγειρας ή ακόμη και ιερέας, δήλωσε ο Σούτεφ.

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ