Μια μικρή αλλά σπουδαία ανακάλυψη ξαναγράφει τη νομισματική ιστορία της Σαξονίας.
Ο διαπιστευμένος χειριστής ανιχνευτή μετάλλων, Daniel Fest, ανακάλυψε το αρχαιότερο γνωστό νόμισμα της Σαξονίας. Πρόκειται για έναν τέταρτο στατήρα, ένα χρυσό κέλτικο νόμισμα 2.200 ετών που βρέθηκε σε έναν αγρόκτημα κοντά στη Λειψία. Το νόμισμα που δεν ζυγίζει ούτε δύο γραμμάρια, παρουσιάστηκε επίσημα πρόσφατα από την κρατική υπηρεσία αρχαιολογίας στη Δρέσδη.

Μια ανακάλυψη που ενώνει τα αρχαία εμπορικά δίκτυα
Το μικροσκοπικό νόμισμα, μικρότερο από ένα σεντ, αποτελείται σχεδόν εξ ολοκλήρου από καθαρό χρυσό και ανάγεται στον τρίτο αιώνα π.Χ. Οι αρχαιολόγοι το χαρακτήρισαν ως τέταρτο στατήρα, ένα νόμισμα των κέλτικων φυλών που κατοικούσαν στην κεντρική Ευρώπη.
Στην μία πλευρά του νομίσματος, απεικονίζεται ένα κεφάλι ζώου, ίσως ελαφιού με διακριτά τα μάτια, τα κέρατα και το στρογγυλεμένο του μέτωπο. Η αντίθετη πλευρά του, αναπαριστά ένα κέλτικο περιτραχήλιο με στιβαρά άκρα, ένα αστέρι με στρογγυλεμένες άκρες και μια κεντρική σφαίρα – συνηθισμένα μοτίβα στις κέλτικες κοινότητες της βόρειας Βοημίας.
Σύμφωνα με τη Δρ. Regina Smolnik, αρχαιολόγο της υπηρεσίας της Σαξονίας, τα κέλτικα νομίσματα είναι εξαιρετικά σπάνια στα ανατολικά του παραδοσιακού κέλτικου κόσμου. “Αν και η Σαξονία βρίσκεται πέρα από τους κέλτικους οικισμούς, η ανακάλυψη αποδεικνύει τις σταθερές ανταλλαγές και συνδέσεις της.
Δεν ήταν συνάλλαγμα με την οικονομική έννοια, αλλά περισσότερο αντικείμενο κύρους ή συμβολικής αξίας κάποιας τοπικής ελίτ που συμμετείχε στο εμπόριο με τους Κέλτες”.
Απ’ την ανίχνευση στην έκθεση
Ο Fest, ο οποίος αναζητά αντικείμενα με τον ανιχνευτή του περισσότερες από δεκαπέντε φορές τον χρόνο, χαρακτήρισε τη στιγμή της ανακάλυψης ως μοναδική:
“Μπορεί να μην είναι η πιο αρχαία μου ανακάλυψη, αλλά είναι σίγουρα η πιο όμορφη”.
Το εύρημα αναφέρθηκε και παραδόθηκε στις αρχές – μια κίνηση που έτυχε της αναγνώρισης από την υπηρεσία, ως παράδειγμα της συνεργασίας του πολίτη με την αρχαιολογία.
Η Barbara Klepsch, υπουργός πολιτισμού και τουρισμού της Σαξονίας, τόνισε τη γενικότερη σημασία της συνεργασίας αυτής, στη διάρκεια της παρουσίασης της ανακάλυψης στα μέσα ενημέρωσης, στη Δρέσδη: “Το χρυσό νόμισμα, είναι ένα απτό κομμάτι της ιστορίας μας, αναδεικνύει το αρχαίο εμπόριο και τη ζωή των ανθρώπων που έζησαν εδώ κάποτε. Δείχνει την υπευθυνότητα του πολίτη και συντελεί στην αποκάλυψη και τη διαφύλαξη της πολιτιστικής κληρονομιάς”.
Η κρατική υπηρεσία τόνισε πως η υπευθυνότητα είναι αναγκαία για την νόμιμη και αξιόπιστη σχέση ανάμεσα στους εθελοντές χειριστές ανιχνευτών μετάλλων και τους αρχαιολόγους – τον θεμέλιο λίθο για τη διαφύλαξη της κληρονομιάς στη Σαξονία.
Ο μύθος των κυρτών νομισμάτων του ουράνιου τόξου
Λόγω του κυρτού σχήματός του, το νόμισμα εντάσσεται στη συνομοταξία των χρυσών κέλτικων τεχνουργημάτων που χαρακτηρίζονται “κυρτά νομίσματα του ουράνιου τόξου” (“Regenbogenschüsselchen”). Ο όρος προέρχεται από έναν παλιό, λαϊκό θρύλο: Στο σημείο όπου το ουράνιο τόξο αγγίζει τη γη, είναι θαμμένος ένας θησαυρός.
Μετά από έντονη βροχή, οι αγρότες ανακαλύπτουν συχνά τέτοιου είδους, λεκανοειδή νομίσματα στα κτήματά τους, τροφοδοτώντας τον μύθο σύμφωνα με τον οποίο, έχουν πέσει απ’ τον ουρανό. Πριν την ανακάλυψη, το αρχαιότερο γνωστό σαξονικό νόμισμα, ήταν ένα ασημένιο Κουινάριο (Büschelquinar) που βρέθηκε το 2007 κοντά στο Zauschwitz και το οποίο ανάγεται στις αρχές του πρώτου αιώνα π.Χ.
Το χρυσό νόμισμα του Gundorf, αναθεωρεί χρονικά το νομισματικό αρχείο της Σαξονίας, κατά σχεδόν έναν αιώνα, προσφέροντας αδιάσειστα στοιχεία που μαρτυρούν ότι, η περιοχή διατηρούσε εμπορικούς δεσμούς με κέλτικα εδάφη πολύ πιο νωρίς απ’ ό,τι θεωρούταν μέχρι σήμερα.
Παράθυρο στην Εποχή του Σιδήρου
Με βάρος μόλις δύο γραμμάρια, το τέταρτο του στατήρα μπορεί να είναι το μικρότερο τέχνεργο που έχε παρουσιάσει ποτέ η κρατική υπηρεσία. Το πολιτιστικό του βάρος ωστόσο, είναι ανεκτίμητο.
Το νόμισμα αναπαριστά τις ζώνες επαφών των ελίτ στο βορειοανατολικό άκρο του κέλτικου κόσμου, εκεί όπου οι τοπικές κοινότητες, αλληλεπιδρούσαν με εμπόρους μεγάλων αποστάσεων σ’ ολόκληρη την Κεντρική Ευρώπη. Για τους αρχαιολόγους, η ανακάλυψη αναδεικνύει την επιστημονική αξία των επιβλεπόμενων προγραμμάτων ανίχνευσης μετάλλων.
Από τη στιγμή που η κρατική υπηρεσία ξεκίνησε να χορηγεί πιστοποιήσεις στους υπεύθυνους χειριστές, έχουν έρθει στην επιφάνεια πολλά νέα, κέλτικα νομίσματα – ανάμεσα στα οποία, ένα χρυσό, χωρίς διακόσμηση – αυξάνοντας το σύνολο των κέλτικων νομισμάτων της Σαξονίας, στα έντεκα μέχρι στιγμής.
Ο στατήρας που ανακαλύφθηκε πρόσφατα στο Gundorf φυλάσσεται και καταγράφεται υπό συνθήκες ασφαλείας και θα δοθεί για έκθεση στη Δρέσδη.
Εκτός απ’ το ότι εμπλουτίζει το αρχαιολογικό αρχείο της Σαξονίας, ενισχύει τον ρόλο της συνεργασίας ανάμεσα σε πολίτες και επιστήμονες, προς την κατεύθυνση της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς.