Τα πιθανά αίτια της αεροπορικής τραγωδίας που έλαβε χώρα στην Ουάσινγκτον διερευνά δημοσίευμα της Washington Post, στο οποίο αναφέρεται ότι ο εναέριος χώρος κατά μήκος του ποταμού Ποτόμακ, όπου ένα ελικόπτερο Black Hawk του αμερικανικού στρατού και ένα αεροσκάφος της American Airlines συγκρούστηκαν, αποτελεί μια από τις πιο πολύπλοκες προκλήσεις της αεροπλοΐας της χώρας.
Όπως σημειώνει το αμερικανικό μέσο ενημέρωσης, οι πιλότοι που επιχειρούν στον συγκεκριμένο εναέριο χώρο, στο αεροδρόμιο Ρίγκαν, βασίζονται σε πολυεπίπεδες διαδικασίες και ηλεκτρονικές δικλείδες ασφαλείας προκειμένου να αποφύγουν μια πιθανή σύγκρουση και συντριβή.
Πριν από την τραγωδία στην Ουάσινγκτον, δεν υπήρχε θανατηφόρο αεροπορικό δυστύχημα στις ΗΠΑ για σχεδόν 16 χρόνια.
Τα ελικόπτερα του στρατού και της ακτοφυλακής, που συχνά πετούν χαμηλά πάνω από τον ποταμό Ποτόμακ, μοιράζονται τον ίδιο ουρανό με τα επιβατικά αεροπλάνα στις πολυσύχναστες διαδρομές απογείωσης και προσγείωσης του αεροδρομίου της Ουάσινγκτον.
«Κυψέλη δραστηριότητας»
Η συμφόρηση στον ουρανό, στους διαδρόμους και τους τροχόδρομους γύρω από το αεροδρόμιο Ρίγκαν, εγείρει ανησυχίες για την ασφάλεια εδώ και χρόνια, σχολιάζει η Post και σημειώνει πως το αεροδρόμιο κατασκευάστηκε για να εξυπηρετεί 15 εκατομμύρια επιβάτες ετησίως- τώρα εξυπηρετεί 25 εκατομμύρια.
«Είναι μια κυψέλη δραστηριότητας», δήλωσε ο Dennis Tajer, κυβερνήτης της American Airlines και εκπρόσωπος της Allied Pilots Association, του συνδικάτου των πιλότων της αεροπορικής εταιρείας. «Είναι εξαιρετικά συμπαγές και έχει μεγάλο όγκο κίνησης».

Ερωτήματα για την αεροπορική τραγωδία
Οι πολλές δικλείδες ασφαλείας απέτυχαν την Τετάρτη να αποτρέψουν μια αεροπορική τραγωδία, όταν το ελικόπτερο Black Hawk, που βρισκόταν σε εκπαιδευτική αποστολή, και η πτήση της American Airlines, που είχε απογειωθεί από τη Ουίτσιτα του Κάνσας, συγκρούστηκαν εκατοντάδες μέτρα πάνω από το ποτάμι Ποτόμακ, καθώς το εμπορικό αεροπλάνο πλησίαζε τον διάδρομο προσγείωσης.
Ειδικοί δήλωσαν ότι οι αρχικές αναφορές για τη συντριβή είναι πιθανό να εγείρουν ερωτήματα σχετικά με τον έντονα πολυσύχναστο εναέριο χώρο, τις επικοινωνίες μεταξύ των δύο αεροσκαφών και των ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας και το κατά πόσον οι αντιδράσεις της βιομηχανίας και της κυβέρνησης σε παρ’ ολίγον ατυχήματα σε διαδρόμους προσγείωσης σε ολόκληρη τη χώρα ήταν επαρκείς.
«Έχουμε αναγκαστεί να πάρουμε σημαντικά μαθήματα, με αίμα πολύ συχνά, και επιτέλους είχαμε ξεπεράσει αυτό το στάδιο, ώστε να μπορούμε να μάθουμε από τα περιστατικά και όχι από τα ατυχήματα», δήλωσε ο Chesley B. Sullenberger III, γνωστός και ως «Σάλι» (Sally), ο πιλότος που είχε καταφέρει να προσγειώσει με ασφάλεια ένα επιβατικό αεροσκάφος στον ποταμό Χάντσον το 2009, σε συνέντευξή του την Τετάρτη το βράδυ.
Οι δύο παράγοντες
Το αεροδρόμιο ίσως να μην ήταν η μοναδική πρόκληση για το πτήση American Eagle 5342, καθώς πλησίαζε την Ουάσινγκτον από την Ουίτσιτα του Κάνσας. Η καθοδική πορεία του έγινε τη νύχτα και πάνω από νερό, δύο παράγοντες που ενδέχεται να έκαναν πιο δύσκολη την αποφυγή της σύγκρουσης με το ελικόπτερο, είπε ο πιλότος «Σάλι».
«Η νύχτα πάντα καθιστά πιο δύσκολο το να δεις άλλα αεροσκάφη – ουσιαστικά, το μόνο που μπορείς να δεις είναι τα φώτα τους», εξήγησε.
«Πρέπει να προσπαθήσεις να καταλάβεις: Είναι πάνω από σένα ή κάτω από σένα; Ή πόσο μακριά είναι; Ή ποια κατεύθυνση ακολουθούν;». Όπως είπε ο ίδιος, «όλα είναι πιο δύσκολα τη νύχτα».

Στη συνέντευξή του στους New York Times, ο πιλότος ανέφερε ότι τα νερά του ποταμού Ποτόμακ ενδέχεται να έχουν επηρεάσει την ορατότητα. «Θα υπήρχαν λιγότερα φώτα από το έδαφος ορατά πάνω από το νερό από ό,τι πάνω από τη στεριά τη νύχτα», εξήγησε.
«Αυτό μπορεί να το έκανε λίγο πιο δύσκολο να το δεις [ένα άλλο αεροσκάφος ή ελικόπτερο]», πρόσθεσε. «Αλλά αυτό είναι απλώς υπόθεση. Δεν το γνωρίζουμε».
«Σύστημα υπό πίεση»
«Γνωρίζουμε ότι το σύστημα ήταν υπό πίεση», δήλωσε ο Tajer, ο οποίος δεν εκπροσωπεί τους πιλότους της θυγατρικής της American, PSA Airlines, η οποία εμπλέκεται στο δυστύχημα.
Σύμφωνα με την Washington Post, υπάρχουν καθορισμένες διαδρομές για τα ελικόπτερα που πετούν στην περιοχή της Ουάσινγκτον, οι οποίες τείνουν να ακολουθούν τα ποτάμια της περιοχής.
Φαίνεται, λοιπόν, ότι το ελικόπτερο Black Hawk που συγκρούστηκε με το αεροσκάφος είτε βρισκόταν σε μια τέτοια διαδρομή είτε κοντά σε μια απ’ αυτές, κατά μήκος της ανατολικής όχθης του Ποτόμακ, σύμφωνα με τον Scott Dunham, συνταξιούχο ερευνητή του Εθνικού Συμβουλίου Ασφάλειας Μεταφορών.

Οι ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας βοηθούν επίσης στη διαχείριση της κυκλοφορίας και ήταν σε επαφή με το ελικόπτερο, σύμφωνα με ηχογραφήσεις που αρχειοθετήθηκαν από το LiveATC.net.
Οι ηχητικές καταγραφές του πύργου ελέγχου, έχουν καταγράψει την τελευταία απόπειρα επικοινωνίας μεταξύ των ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας με το ελικόπτερο, με κωδικό κλήσης PAT25, πριν συγκρουστεί με το αεροπλάνο, που περιγράφεται ως CRJ.
«PAT25, βλέπετε ένα CRJ; PAT25, περάστε πίσω από το CRJ», λέει ένας ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας, σύμφωνα με μια καταγραφή στο LiveATC.net.
Δευτερόλεπτα αργότερα, ένα άλλο αεροσκάφος επικοινωνεί με τον πύργο ελέγχου, λέγοντας: «Το είδατε αυτό;», προφανώς αναφερόμενο στη συντριβή.
Audio between PAT25 and DCA tower asking if they have the CRJ in sight. https://t.co/awnJNHzupT pic.twitter.com/NEPpcYBbhF
— Ruben A Campos (@RubenACampos) January 30, 2025
«Είναι ένας διάδρομος όπου τα ελικόπτερα επιτρέπεται να πετούν χαμηλά», δήλωσε ο Jeff Guzzetti, πρώην ερευνητής του Εθνικού Συμβουλίου Ασφάλειας Μεταφορών (NTSB) και της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (FAA).
Το πώς διασταυρώθηκαν οι διαδρομές και τα ύψη των δύο αεροσκαφών τις στιγμές πριν από τη σύγκρουση θα εξεταστεί προσεκτικά στις έρευνες.
Ο γερουσιαστής Τζέρι Μόραν, επικεφαλής υποεπιτροπής αεροπορίας της Γερουσίας, δήλωσε στο Reuters ότι οι έρευνες αυτή τη στιγμή εστιάζουν στην προσπάθεια να σωθούν ζωές, αλλά μετά από αυτό, το Κογκρέσο θα διερευνήσει επίσης τα αίτια. «Στη συνέχεια θα ανακαλύψουμε τι συνέβη», δήλωσε ο Μοράν.
Το σύστημα TCAS
Ακόμα ένα επίπεδο προστασίας για αποφυγή συγκρούσεων στον αέρα, είναι το σύστημα προειδοποίησης κυκλοφορίας και αποφυγής συγκρούσεων (TCAS), το οποίο εκδίδει αυτοματοποιημένες προφορικές προειδοποιήσεις στους πιλότους για την αποφυγή επικείμενης σύγκρουσης.
Οι ειδικοί δήλωσαν στην Post ότι εναπόκειται στους ερευνητές να καθορίσουν αν οι πιλότοι έλαβαν προειδοποιήσεις από το σύστημα, αν το στρατιωτικό αεροσκάφος εντοπίστηκε από το σύστημα TCAS ή αν παρείχε προειδοποιήσεις σε τόσο χαμηλό ύψος, με πολλά άλλα αεροσκάφη γύρω του.
Καθώς τα αεροπλάνα πλησιάζουν στο έδαφος, το σύστημα περιορίζει σταδιακά τον αριθμό των ειδοποιήσεων που παρέχει για να μην αποσπάται η προσοχή των πιλότων, σύμφωνα με τον Ross Aimer, συνταξιούχο πιλότο της United Airlines.
Απόρρητες λειτουργίες για λόγους ασφαλείας
Η σύγκρουση σημειώθηκε σε έναν από τους πιο «ευαίσθητους» εναέριους διαδρόμους της χώρας, πολλές από τις λειτουργίες του οποίου είναι απόρρητες για λόγους ασφαλείας, δεδομένου ότι βρίσκεται κοντά στον Λευκό Οίκο, το Καπιτώλιο, το Πεντάγωνο και πολλές άλλες πολιτικές και στρατιωτικές εγκαταστάσεις της ομοσπονδιακής κυβέρνησης.

Η περιοχή φιλοξενεί τρία μεγάλα αεροδρόμια, 11 περιφερειακά αεροδρόμια και 55 ελικοδρόμια, χωρίς να συμπεριλαμβάνονται τα στρατιωτικά.
Σύμφωνα με έκθεση του 2021 προς το Κογκρέσο, 50 οντότητες πραγματοποίησαν περίπου 88.000 πτήσεις ελικοπτέρων μεταξύ 2017 και 2019, με βάση τα στοιχεία της FAA. Οι περισσότερες ήταν συνδεδεμένες με τον στρατό, αλλά άλλες περιλάμβαναν πτήσεις από ιατρικές επιχειρήσεις, κρατικές και τοπικές υπηρεσίες επιβολής του νόμου και ομοσπονδιακές υπηρεσίες.
Τα προειδοποιητικά σημάδια
Βουλευτές του Κογκρέσου πρότειναν το 2023 να προστεθούν περισσότερες πτήσεις στο εθνικό αεροδρόμιο Ρίγκαν, για την εξυπηρέτηση νέων δρομολογίων μεγάλων αποστάσεων, ωστόσο υπήρξαν «φωνές» που εξέφρασαν τις ανησυχίες τους σχετικά με θέματα ασφαλείας.
Πέρυσι, στο πλαίσιο της έγκρισης του νομοσχεδίου για τη χρηματοδότηση της FAA, το Κογκρέσο πρόσθεσε πέντε πτήσεις μετ’ επιστροφής από το Ρίγκαν. Η απόφαση αυτή ήρθε παρά τις αντιρρήσεις των μελών της αντιπροσωπείας του Κογκρέσου της Ουάσινγκτον, οι οποίοι εδώ και καιρό υποστηρίζουν ότι το αεροδρόμιο έχει εξαντλήσει τη χωρητικότητά του.
Αν και οι αμερικανικές αεροπορικές εταιρείες θεωρούνται ασφαλείς, καθώς το τελευταίο δυστύχημα με θύματα συνέβη το 2009, από το 2023 ομοσπονδιακοί αξιωματούχοι έχουν κληθεί να διαχειριστούν μια σειρά από παρ’ ολίγον ατυχήματα σε αεροδρόμια σε όλη τη χώρα.

Ειδικοί του κλάδου δήλωσαν ότι αυτά αποτελούν «προειδοποιητικό σημάδι» και ότι υπάρχει κίνδυνος σύγκρουσης στον εναέριο χώρο στο μέλλον, διότι πλέον η βιομηχανία ανακάμπτει από τα χαμηλά επίπεδα της εποχής της πανδημίας.
Η FAA διερεύνησε τουλάχιστον τρεις παρ’ ολίγον συγκρούσεις στο αεροδρόμιο Ρίγκαν τα τελευταία χρόνια. Δύο από αυτά συνέβησαν σε σύντομο χρονικό διάστημα πέρυσι, εντείνοντας τις ανησυχίες των αξιωματούχων.
Στη μία περίπτωση, οι ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας έδωσαν εντολή σε ένα αεροσκάφος της Southwest να διασχίσει έναν διάδρομο, ενώ ένα αεροπλάνο της JetBlue ξεκινούσε την απογείωσή του στον ίδιο διάδρομο. Στο δεύτερο περιστατικό, ένα αεροσκάφος της American Airlines, που ετοιμαζόταν για απογείωση, παραλίγο να συγκρουστεί με ένα αεροπλάνο της King Air που προσγειωνόταν σε έναν μικρότερο διάδρομο κοντά.