Τι απαντά στην «R» το Βρετανικό Μουσείο για τον «ροζ χορό» στην αίθουσα των Γλυπτών του Παρθενώνα. «Ηταν ντροπή», αναφέρουν διακεκριμένοι ακαδημαϊκοί.
Της ΔΗΜΗΤΡΑΣ ΠΑΝΑΝΟΥ – ΠΗΓΗ: Realnews
Ως μια εκδήλωση «χαμηλού επιπέδου, ένα φιάσκο, που αποτελεί ντροπή», χαρακτηρίζουν διεθνούς φήμης ακαδημαϊκοί την πρόσφατη διοργάνωση του φιλανθρωπικού δείπνου «Pink Ball» («Ροζ χορός»), στην περίφημη αίθουσα των Γλυπτών του Παρθενώνα του Βρετανικού Μουσείου. Στον απόηχο των αντιδράσεων που προκάλεσε η εικόνα των Γλυπτών του Παρθενώνα να αποτελούν ουσιαστικά το… ντεκόρ σε δείπνο κοσμικοτήτων, οι Λουίς Γκοντάρτ και Πολ Κάρτλεντζ μιλώντας στη Realnews καταγγέλλουν το Βρετανικό Μουσείο για προσβολή των αρχαιοτήτων. Την ίδια στιγμή, με δήλωσή της στην «R», η βοηθός εκπρόσωπος Τύπου του Βρετανικού Μουσείου, Λούσι ΜακΝτόναλντ, αναφέρει ότι «το μουσείο δεν επιθυμεί να σχολιάσει σχετικά, ωστόσο θέτει την προστασία της συλλογής του πάνω απ’ όλα. Ολα τα αιτήματα για χρήση των χώρων του μουσείου αξιολογούνται τόσο σε σχέση με ενδεχόμενους κινδύνους όσο και σε σχέση με τις συλλογές του». Παράλληλα, θέση επί του ζητήματος αποφεύγει να πάρει και το Βρετανικό υπουργείο Πολιτισμού με την εκπρόσωπο Τύπου, ΦέιΤζάκσον, να επισημαίνει στην «R» ότι «τα μουσεία στο Ηνωμένο Βασίλειο λειτουργούν ανεξάρτητα από την κυβέρνηση, με τις αποφάσεις σχετικά με τις συλλογές και τις εκθέσεις τους να λαμβάνονται από τους διαχειριστές του κάθε μουσείου».
Προσβολή
Στον αντίποδα αυτών, επιφανείς καθηγητές, που έχουν ταχθεί υπέρ της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα, καταδικάζουν το εν λόγω γεγονός. «Η διοργάνωση του ‘‘Pink Ball’’ δίπλα στα Γλυπτά του Φειδία είναι μια τρομερή προσβολή όχι μόνο για την κληρονομιά της Ελλάδας, αλλά και για την κληρονομιά της ανθρωπότητας», λέει στην «R» o Λ. Γκοντάρτ, αρχαιολόγος, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Νάπολης «Federico II» και πρόεδρος του Διεθνούς Συνδέσμου για την Επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα. Και συνεχίζει: «Το να βλέπεις έναν στρατό από σνομπ και σουφραζέτες να παρελαύνουν δίπλα στα αθάνατα Γλυπτά του Παρθενώνα είναι ένα πλήγμα στην καρδιά εκείνων που προβάλλουν τον αληθινό πολιτισμό και απορρίπτουν αποφασιστικά μια κοσμικότητα χαμηλού επιπέδου. Μετά την κλοπή των Γλυπτών της θεάς Αθηνάς από τον Ελγιν, το Βρετανικό Μουσείο επιμένει να εκμεταλλεύεται τα Γλυπτά που κατέχει παράνομα για να αυξήσει τα έσοδά του. Η Μεγάλη Βρετανία έχει σίγουρα χάσει κάθε σεμνότητα».
Λάβρος εναντίον της απόφασης του Βρετανικού Μουσείου να διοργανώσει δείπνο δίπλα στα Γλυπτά του Παρθενώνα εμφανίζεται και ο Π. Κάρτλεντζ, καθηγητής Ελληνικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ και αντιπρόεδρος της Βρετανικής Επιτροπής για την Επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα (BCRPM), που δεν κρύβει την έντονη δυσαρέσκειά του. «Η εκδήλωση αυτή ήταν μια ντροπή. Κατάφεραν να υποβαθμίσουν το Βρετανικό Μουσείο σε έναν υποτιμητικό και αντιπολιτισμικό χώρο που δεν διαφέρει από το ετήσιο γκαλά των βραβείων Οσκαρ του Μουσείου της Ακαδημίας. Εστησαν ένα φιάσκο, γεγονός ανεπίτρεπτο», δηλώνει ο Π. Κάρτλεντζ.
Ανακαίνιση
Οπως εξηγεί ο Π. Κάρτλεντζ, κανείς δεν αμφιβάλλει ότι η επιχορήγηση της βρετανικής κυβέρνησης προς το μουσείο είναι -όπως πάνταανεπαρκής και ότι το μουσείο έχει απεγνωσμένα ανάγκη από μαζική εξωτερική φιλανθρωπία, ειδικά για την προβλεπόμενη ανακαίνιση ολόκληρης της δυτικής πτέρυγας, εντός της οποίας βρίσκεται και η περίφημη αίθουσα «Duveen». «Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι επιτρέπονται τα πάντα. Ο νεαρός διευθυντής του μουσείου, ΝίκολαςΚάλιναν και ο πρόεδρος των επιτρόπων, Τζορτζ Οσμπορν, θα έπρεπε να έχουν σκεφτεί ένα εντελώς διαφορετικό σχέδιο από τη συνεργασία με τη βασική χορηγό και διοργανώτρια, Ισα Αμπάνι», καταλήγει ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ.
Η εκδήλωση, που έφερε τον τίτλο «Pink Ball», ήταν αφιερωμένη στην έκθεση του μουσείου με θέμα «Αρχαία Ινδία: Ζωντανές παραδόσεις» και χαρακτήριζε τη βραδιά ως φόρο τιμής στην τέχνη, στη μόδα, στον πολιτισμό και στην κοινωνική προσφορά. Οι καλεσμένοι κλήθηκαν να παραβρεθούν ντυμένοι στα ροζ, ενώ ανάμεσα στους προσκεκλημένους βρίσκονταν επώνυμοι και μέλη της υψηλής κοινωνίας, οι οποίοι κατέβαλαν ποσά έως και 2.000 λιρών για να συμμετάσχουν στη βραδιά. Το δείπνο οργανώθηκε από κοινού από τον διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου, Ν. Κάλιναν, και την Ι. Αμπάνι, γνωστή ως «πριγκίπισσα» της Ινδίας και αδελφή του πλουσιότερου Ινδού στον κόσμο. Σκοπός της, σύμφωνα με τους διοργανωτές, ήταν να αποτελέσει μια φιλανθρωπική συνάντηση που θα συνδύαζε τον πολιτισμό με την κοινωνική ευθύνη.
Ωστόσο, το γεγονός ότι τα Γλυπτά του Παρθενώνα μετατράπηκαν σε σκηνικό διακόσμησης δεν πέρασε απαρατήρητο και προκάλεσε έντονες αντιδράσεις. Με δήλωσή της η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, τόνισε ότι «κατ’ επανάληψη και διαχρονικά το υπουργείο Πολιτισμού έχει καταδικάσει τα δείπνα, τις δεξιώσεις και τις επιδείξεις μόδας που διοργανώνονται στους χώρους των μουσείων, στους οποίους εκτίθενται μνημεία και έργα τέχνης. Τέτοιες ενέργειες είναι προσβλητικές για τα πολιτιστικά αγαθά και θέτουν σε κίνδυνο τα ίδια τα εκθέματα». Από τους πρώτους που ανέδειξαν το θεμα ήταν η σύζυγος του Ελληνα πρωθυπουργού Μαρέβα Γκραμπόφσκι-Μητσοτάκη μέσω ανάρτησής της στα κοινωνικά δίκτυα. «Την ώρα που έχει ξεκινήσει ένας δημόσιος διάλογος για την επανένωση του μνημείου, η απόφαση του μουσείου να πραγματοποιηθεί η εκδήλωση σε αυτόν τον χώρο ήταν -το λιγότερο- άστοχη», έγραψε.