Αίτημα Τουλουπάκη στην ΑΔΑΕ: Ζητά να διερευνηθεί εάν παρακολουθείται από την ΕΥΠ

Να διερευνηθεί η παρακολούθηση των τηλεφώνων της ζήτησε η Ελένη Τουλουπάκη, Αντεισαγγελέας Εφετών και πρώην Προϊσταμένη της Εισαγγελίας Καταπολέμησης Διαφθοράς μαζί με τον πληρεξούσιο δικηγόρο της, Γιάννη Μαντζουράνη.

Συγκεκριμένα, με αίτησή της προς την ΑΔΑΕ ζήτησε να ενημερωθεί για το ενδεχόμενο να παρακολουθήθηκαν οι δύο συνδέσεις κινητής και σταθερής τηλεφωνίας, των οποίων είναι κάτοχος και αποκλειστικός χρήστης, μετά, όπως αναφέρεται, τον εντοπισμό συνεχών φαινομένων παρακολούθησης των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων.

Σύμφωνα με την αίτηση ζητά «να διαπιστωθεί εάν και σε ποιο/α χρονικό/ά διάστημα/τα έλαβαν χώρα ουσιαστικώς παράνομες επισυνδέσεις των δύο τηλεφώνων της από την ΕΥΠ για δήθεν λόγους εθνικής ασφάλειας, έτσι ώστε να μπορέσει να προσφύγει στα αρμόδια ελληνικά και ευρωπαϊκά δικαστήρια και να τύχει δικαστικής προστασίας, όπως ορίζει το Σύνταγμα και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ)».

Ελένη Τουλουπάκη: Η αναφορά στη Novartis

Όπως αναφέρει η ιστοσελίδα dikastiko, στην αίτησή της, η κυρία Τουλουπάκη αναφέρεται στην υπόθεση Novartis. «Στο πλαίσιο της υπ’ εμού διενεργηθείσης Προκαταρκτικής Εξέτασης διεπιστώθη τόσον από καταθέσεις προστατευόμενων μαρτύρων όσον και από Πληροφοριακά Σημειώματα του Ομοσπονδιακού Γραφείου Ερευνών (FBI) του Υπουργείου Δικαιοσύνης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής η εμπλοκή δέκα πολιτικών προσώπων, που διετέλεσαν μέλη της Κυβέρνησης ή Υφυπουργοί, σε κακουργηματικές πράξεις, που τελέστηκαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους» σημειώνει.

Παραπέμπει σε δημοσίευμα σύμφωνα με το οποίο «ανήκω στα πρόσωπα, οι τηλεφωνικές συνομιλίες των οποίων παρακολουθούντο ή και παρακολουθούνται μέσω του παράνομου κακόβουλου λογισμικού Predator, που λειτουργούσε υπό την ευθύνη ενιαίου κέντρου καθοδήγησης σε απόλυτη συσχέτιση με τις κατ’ ουσίαν παράνομες επίσημες επισυνδέσεις της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών».

Όπως επισημαίνει «πρόσωπα που βρίσκονται κοντά στην Κυβέρνηση αφήνουν υπαινιγμούς για ενδεχόμενη παρακολούθηση με το κατασκοπευτικό λογισμικό ακόμη και του πρώην εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Βασίλη Πλιώτα, πού διαχειρίζεται την διερεύνηση της υπόθεσης. Μία τέτοια εξέλιξη είναι προφανές ότι θα περιέπλεκε τα πράγματα, καθώς ουδείς μπορεί να προβλέψει πώς θά αντιδρούσε ο αρμόδιος εισαγγελέας μπροστά σε μία τέτοια αποκάλυψη, που θα φανέρωνε ότι είχε τεθεί και ο ίδιος υπό παρακολούθηση, και μάλιστα την περίοδο διακυβέρνησης της ΝΔ. Επίσης, τα ίδια κυβερνητικά στελέχη υπαινίσσονται ότι δεν αποκλείεται να έρθουν στην δημοσιότητα στοιχεία πού να δείχνουν ότι παρακολουθείται και ή πρώην εισαγγελέας διαφθοράς κ. Τουλουπάκη, ή οποία βρίσκεται ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου κατηγορούμενη για… παραλείψεις πού έχουν έμμεση σχέση με το σκάνδαλο της Novartis».

Όπως αναφέρει στην αίτησή της η κυρία Τουλουπάκη «αφορμή και γενεσιουργός αιτία αυτών των ερευνών από την ΑΔΑΕ ήταν, μεταξύ άλλων, και η γνωστή στη δημοσιότητα υπαγωγή του Έλληνα Ευρωβουλευτή, κ. Ν. Ανδρουλάκη, σε διαδικασία άρσης του απορρήτου κατ’ επίκληση λόγων εθνικής ασφάλειας των οποίων η ύπαρξη δεν φαίνεται να τεκμηριώνεται».

Και επισημαίνει ότι «αντίστοιχοι λόγοι για να διενεργηθεί έλεγχος από την ΑΔΑΕ υφίστανται και σε σχέση με το πρόσωπό μου. Η ιδιότητα μου ως Αντιεισαγγελέας Εφετών και εν γένει οι δράσεις μου στο πλαίσιο εκτέλεσης των καθηκόντων μου με τοποθετούν, ούτως ή άλλως, εντός του κύκλου των προαναφερόμενων εξελίξεων, που η ίδια η Αρχή έχει αναγνωρίσει ως επαρκή λόγο διενέργειας ελέγχου, ιδίως από τη στιγμή που σε δημοσιεύματα αναφέρεται ότι οι παρακολουθήσεις αφορούσαν τόσο εμένα όσο και άλλους εισαγγελικούς λειτουργούς, μεταξύ των οποίων και τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, κ. Β. Πλιώτα».

Άλλωστε, τονίζει η πρώην Εισαγγελέας κατά της Διαφθοράς «τεχνικά προβλήματα, όπως τα προαναφερόμενα στην αρχή της παρούσας Αίτησής μου προβλήματα των προειρημένων συσκευών τόσον σταθερής όσον και κινητής τηλεφωνίας, όχι απλώς εντείνουν τις υποψίες μου, αλλά δημιουργούν ιδιαιτέρως βάσιμες και ισχυρές ενδείξεις ότι έχω τεθεί υπό καθεστώς παρακολούθησης των επικοινωνιών μου. Μάλιστα, ο φόβος μου σε σχέση με την παραβίαση του δικαιώματός μου στην τήρηση του απορρήτου των επικοινωνιών επιδρά αμέσως και ευθέως στη δυνατότητά μου να ασκώ ακωλύτως θεμελιώδη δικαιώματά μου, όχι μόνο σε σχέση με το απόρρητο καθαυτό, αλλά και ως προς την ελευθερία της σκέψης και της γνώμης, ως στοιχεία της προσωπικότητάς μου, αφού το να διατυπώνω τη γνώμη μου στις συνομιλίες μου με άλλους και να την διαπραγματεύομαι μαζί τους υπό όρους ιδιωτικότητας, αποτελεί προϋπόθεση του να μπορώ να τη διατυπώσω και δημοσίως».

 

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ