Scope Ratings: Στην επενδυτική βαθμίδα η ελληνική οικονομία

Tην πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα έδωσε ο οίκος αξιολόγησης Scope Ratings που αξιολογεί τη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας σε BBB- και αλλάζει τις προοπτικές σε σταθερές. Πρόκειται για τον δεύτερο οίκο, μετά τον ιαπωνικό R & I, που δίνει την επενδυτική βαθμίδα στην Ελλάδα.

Οι παράγοντες που οδήγησαν στην αναβάθμιση του αξιόχρεου της χώρας είναι μεταξύ άλλων η ενίσχυση της ευρωπαϊκής θεσμικής στήριξης, η ευνοϊκή πορεία του δημόσιου χρέους  αλλά και οι μεταρρυθμίσεις στον τραπεζικό τομέα, σύμφωνα με τον οίκο. Ωστόσο η χώρα βρίσκεται αντιμέτωπη με ορισμένες προκλήσεις όπως με το υψηλό δημόσιο χρέος, με τις ευπάθειες του τραπεζικού συστήματος αλλά και με τη μακροπρόθεσμη πολιτική για αυτό.

Οι λόγοι

Επίσης ο οίκος αναφέρει τους λόγους που συνέβαλαν στην αναβάθμιση του αξιόχρεου της χώρας. Αναλυτικά αυτοί είναι οι εξής:

1. Η συνεχιζόμενη ευρωπαϊκή θεσμική στήριξη στην Ελλάδα που αντανακλά τις αλλαγές μετά την κρίση της Covid-19 για τη στήριξη ευάλωτων κρατών- μελών της Ευρωζώνης μέσω παρεμβάσεων της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής. Αυτή αντανακλά, από το 2020, τους νεωτερισμούς στα προγράμματα αγορών ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και τη χαλάρωση του πλαισίου των απαιτήσεων για ενέχυρα, που εξασφάλισαν τη συμμετοχή των ελληνικών ομολόγων παρά το ότι δεν είχαν την επενδυτική διαβάθμιση. Τα μέτρα της κεντρικής τράπεζας, μαζί με την έγκριση του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Ελλάδας, ύψους 30,5 δις. ευρώ, σε συνδυασμό με τη δυνατότητα περαιτέρω διαχείρισης του χρέους μακροπρόθεσμα από τους Ευρωπαίους εταίρους της Ελλάδας, δείχνουν ένα πιο διαρκές δίχτυ ασφαλείας, πέρα από τις πρόσφατες κρίσεις, στηρίζοντας τη βιωσιμότητα του χρέους και δημιουργώντας δημοσιονομικό χώρο για την κυβέρνηση, ώστε να αυξήσει τις επενδύσεις.

2. Η σταθερή πορεία μείωσης του δημόσιου χρέους λόγω του υψηλού πληθωρισμού, της υψηλότερης από τον δυνητικό ρυθμό πραγματικής ανάπτυξης, του χαμηλού μέσου επιτοκιακού κόστους για το απόθεμα του χρέους και της επίτευξης πρωτογενών δημοσιονομικών πλεονασμάτων. Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας ως ποσοστό του ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί φέτος κατά 46 ποσοστιαίες μονάδες από το υψηλό του 2020, στο 160,7%.

3.Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που έχουν μειώσει σημαντικά τα ποσοστά των μη εξυπηρετούμενων δανείων και ενίσχυσαν ουσιαστικά τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος, σε συνδυασμό με τη χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και την κινητοποίηση επενδύσεων και ενίσχυση της ανάκαμψης στο πλαίσιο του European Semester.

Ωστόσο, ο Scope σημειώνει πως  στις πιστωτικές αξιολογήσεις της Ελλάδας παραμένουν οι προκλήσεις από:

  • Πρώτον, το υψηλό δημόσιο χρέος, το οποίο έχει μία μακροπρόθεσμη ευαλωτότητα σε επαναξιολογήσεις του κινδύνου χώρας στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Ο Scope σημειώνει ότι θα θεωρήσει περαιτέρω σημαντικές μειώσεις του λόγου του χρέους – σύμφωνα με τις προσδοκίες του βασικού σεναρίου – ως ιδιαίτερης σημασίας για τη μελλοντική πορεία του αξιόχρεου της Ελλάδας.
  • Επιπλέον, η σταδιακή εξασθένιση της ισχυρής διάρθρωσης του χρέους, με υψηλότερο κόστος αναχρηματοδότησης, μαζί με τη σταδιακή μετάβαση της κατοχής του χρέους από δημόσιους φορείς σε ιδιώτες, και τη μικρότερη διάρκεια αποπληρωμής του νέου χρέους, αποτελεί μία πρόκληση.
  • Τρίτον, παραμένουν οι αδυναμίες του τραπεζικού τομέα. Τέλος, διαρθρωτικές οικονομικές αδυναμίες, όπως ένας μέτριος μεσοπρόθεσμος δυνητικός ρυθμός ανάπτυξης, η υψηλή ανεργία, ο αδύναμος εξωτερικός τομές και οι μακροπρόθεσμες περιβαλλοντικές προκλήσεις αποτελούν περιορισμούς.

Οι σταθερές προοπτικές αντανακλούν την άποψη του Scope ότι οι κίνδυνοι για το αξιόχρεο είναι ισορροπημένοι για τους επόμενους 12-18 μήνες.

 

 

 

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ