Μπορεί να χαθεί μια χώρα από ένα μαθηματικό λάθος στον υπολογισμό ενός πολλαπλασιαστή; ( όπως ισχυρίζεται στην έκθεσή του ο κ. ΟλιβιέΜπλανσάρ του ΔΝΤ) – όχι, εκτός κι αν βρισκόμαστε
στοτελευταίοστάδιο ενός προχωρημένου πυρηνικού πολέμου και ο σμηνίας υπηρεσίας έχει μπλέξει τις συντεταγμένες της τελευταίας συστοιχίας πυραύλων με τα «μπούτια της Μαρίας» που τραγουδούσε ως εκπαιδευόμενος στα καψώνια.
Αλλά κι αν ο πολλαπλασιαστής συνελήφθη λανθασμένος, γιατί δεν διορθώνεται, αλλά αντιθέτως το όποιο ΔΝΤ και ΣΙΑ επιμένουν στην εφαρμογή της θανατηφόρας συνταγής;
Διότι η Ελλάδα υφίσταταιπόλεμο. Και τον χάνει. Διότι το Μνημόνιο είναι σύστημαπυρηνικώνπυραύλων στα σωθικά της και η κυβέρνηση πυροδοτεί τις συστοιχίες τη μία μετά την άλλη.
Ομως, ας πάρουμε τα πράγματα απ’ την αρχή, ώστε ύστερα να τα πάρουμε απ’ την ανάποδη και να βρεθούμε στο σημείο βρασμού όσων μας συμβαίνουν σήμερα.
Απότο1973–74, όταν μειράκιο ακόμα η αφεντιά μου στην πολιτική και στα άπαντα πάντα έσκαγε απ’ το αυγό, στους
καφενέδεςτηςεπικράτειας συζητούσαμε, φερ’ ειπείν για τα γεωργικά τα ίδια που συζητάμε και σήμερα, τη διαφορά των τιμών απ’ το χωράφι στο ράφι, τη δυσπραγία των γεωργών, την υποβάθμισήτους στο αξιακό σύστημα της κοινωνίας, τον αποδεκατισμό τους.
Για τα νοσοκομεία το ίδιο. Συζητούσαμε για τα ράντζα, την παραμέληση, για το «αν δεν έχεις λεφτά, πέθανες», για τα φακελάκια (εκ παραλλήλου με τον ηρωισμό γιατρών και νοσηλευτών) και για όλες τις αρέςκαι τις κατάρες όσων στη συνέχεια αποτέλεσαν το Εθνικό Σύστημα Υγείας, τις αρετές του και την παθολογία του.
Γιατασχολεία τα ίδια. Η ίδια συζήτηση για την παραπαιδεία, το εξεταστικό σύστημα, τις παθογένειες του Λυκείου, τα εκπαιδευτικά προγράμματα, τη σχέση των καθηγητών με τη δουλειά τους, τον κομματισμό, τις συνεχείς μεταρρυθμίσεις κι άλλα πολλά.
Πώςγίνεταιόμως, για να περιοριστούμε σε τρεις μόνον τομείς, καθώς τα ίδια συμβαίνουν και εις όλους τους άλλους, πωςγίνεταιεπίσαράνταχρόνια μια χώρα να βαδίζεισυνεχώς, επιστρέφονταςδιαρκώς στην αρχή της διαδρομής της – αν ορίσουμε ως μια τέτοια αρχή τη Μεταπολίτευση;
Μήπως τα σαράντα χρόνια που μεσολάβησαν δεν ήταν γεμάτα γεγονότα και φάσειςσυμβαδίζοντας είτε αντίθετα μεταξύ τους, οδήγησαν πίσω στο 1974, στην ίδιακατάσταση, στην ίδιασυζήτηση, στα ίδιαζητούμενα.
Τοίδιο έγινε και με την υγεία, την παιδεία, την ασφάλιση – γιατί;
Επίσαράντα χρόνια δεν υπήρξε πρόοδος«αλλαγή» του Ανδρέα, ο «εκσυγχρονισμός» του κ. Σημίτη, η «επανίδρυση του κράτους» απ’ τον κ. Καραμανλή; Δεν εισήχθη ο νεοφιλελευθερισμός, δεν άνθισε η οικονομίατης ελεύθερης αγοράς, δεν ασκήθηκε η πολιτική κατευνασμού (έως εξευτελισμού) απέναντι στους Τούρκους; δεν προσδεθήκαμε στο άρμα της Ενωσης δεν υπήρξαμε Αμερικανόδουλοι – τους Αμερικανούς δεν ευχαριστήσαμε για τη δημιουργία των γκρίζωνζωνών
Γιατί λοιπόν γυρίζουμε πίσω στο 1974; Δεν υπήρξε η δημιουργικήλογιστική, το Χρηματιστήριο, οι ΟλυμπιακοίΑγώνες, δεν μας αφαίμαξαν με τις μίζες, δεν μας αποβλάκωσε η Διαπλοκή με την προπαγάνδα
πάνω απ’ όλα, αυτοίπουμας έφεραν έως εδώ δεν είναι οι ίδιοι που μας κυβέρνησαν συστηματικώς επί σαράντα συναπτά έτη; Ο δικομματικόςμαςμονοκομματισμός δεν είναι που
σαράνταχρόνιατώραμαςφλόμωσεσταψέματα, ώστε σήμερα για να πούμε μιαν αλήθεια να λέμε τα ίδια που λέγαμε και το 1974;
Πώςγίνεται να βαλτώσει μια χώρα σαράνταχρόνια μέσα στην ψευδαίσθηση ότι κινείται, ενώ ταριχεύεται
Καιγιατί η χώρα να επιστρέψει στο 1974
Διότι πρέπει να επιστρέψει ή μάλλον να φθάσει στο πουθενά.
Και αυτή ακριβώς είναι η πολιτική που ασκείται σήμερα, από την Τρόικαπλέον, τουλάχιστον απ’ όταν ο Γιωργάκης της άνοιξε την Κερκόπορτα κι ύστερα.
Η Ελλάδα κυβερνάται σαν να είχε χάσει πόλεμο.
Γιατί
Διότι πρέπει να χάσει αυτόν τον πόλεμο.
Γιατί
Διότι στη θέση της χώρας η Δύση χρειάζεται χώρο.
Καιπροςτούτο η Δύση μας «διασώζει». Μόνον που στη γλώσσα και τη στρατηγική της Δύσης «διάσωση» σημαίνει «επίθεση» – όπως στη Γιουγκοσλαβία, το Ιράκ και πλήθος άλλων χωρών, σημαίνει «κατοχή», όπως αυτό που γίνεται τώρα στην Ελλάδα.
Ολοκληρωτικήκαταστροφή σε επίπεδο κοινωνίας,
συνθηκώνεργασίας,
εν γένει οικονομίας,
βιοτικούεπιπέδου, εθνικούαυτεξούσιου, υποδομών και άμυνας υφίσταται μόνον χώρα που έχει χάσει πόλεμο.
Δενείναιθέμα λοιπόν ενός «χαλασμένου» ή ακόμα και πειραγμένου πολλαπλασιαστή στα σχέδια του ΔΝΤ, ούτε μιας «λανθασμένης συνταγής» ούτε ενός εσμού ηλίθιων και δογματικών που επιμένουν να την εφαρμόζουν.
Είναιμιαοργανωμένηπολιτική που με μια σειρά επιχειρήσεωνστρατιωτικούτρόπου (κι όχι απαραιτήτως τύπου, αν δεν χρειασθεί) διέτρωσε και δήωσε τη χώρα σε όλους τους τομείς, ώσπου, πειραματόζωοπια,
νατηνξαπλώσει σε μια Προκρούστειο κλίνη για πειράματα που αφορούν σε όλην την Ευρώπη.
Προϋπόθεση αυτής της πολιτικής ήταν και είναι να κάτσει ο Ελληνικός λαός σούζα. Προς τούτο και επίμακρόν,
πληντηςπροπαγάνδας, επιστρατεύτηκαν η πολιτισμικήαπαξίωση, ο απογαλακτισμός των Ελλήνων από τη λαϊκή και εθνικήτουςπαράδοση, η ψευδήςευμάρεια μέσω του πιστωτικού συστήματος, η κρατικοποίηση του συνδικαλισμού, η ιδιωτικοποίηση του κράτους, ο εκμαυλισμός των πολιτών με τα ρουσφέτια, η μετατροπή των πολιτών σε κομματικούς πελάτες και, πάνω απ’ όλα, η υπονόμευση της εθνικήςαξιοπρέπειας, ιδιοπροσωπίας και προσωπικήςπαρρησίας με τη διασπορά θεωριών για την ασυνέχειατουελληνικούέθνους, την πολιτικήεξαφάνιση της εργατικήςτάξης κι άλλα που έδιναν στην Ιστορία το «τέλος της».
Κι έτσι βρεθήκαμε εδώ.
Λάφυρα και σφαχτάρια, σε μια Ελλάδα ΕιδικήΟικονομικήΖώνη για μας, ΖωτικόΧώρο για τους Γερμανούς, ΓητηςΕπαγγελίας για τους καπιταλιστές και γέφυραστρατηγικής για τους Αμερικανούς.
FinisGraeciaeδεν παραδεχθούμετηνήτταμας, όχι!
Finis coronat opus, το τέλος στεφανώνει το έργο, αν αντιδράσουμε, αν οργανώσουμε το συνανήκειν των Ελλήνων σε άλληταξικήβάση, αν αντί να φεύγουν μετανάστες οι νέοιμαςεπιστήμονες πάρουν το πάνω χέρι στην κοινωνία, όπως παλιά οι δάσκαλοι ή οι γιατροί, αν κατισχύσειη εργασία των τόκων, αν ξαναμπεί στο κέντρο της πολιτικής ο άνθρωπος, αν το επιχειρείν γίνει καικοινωφελές, αν τα κόμματα και όχι μόνον η εκτελεστική εξουσία λογοδοτούνθεσμισμένα στον λαό, τότε, όχι εν μία νυκτί, αλλά μέρα μεσημέρι ο λαός, το έθνος και η χώρα θα ξαναγίνουν των ανθρώπων κι όχι των θηρίων.
Τι είναι, αλήθεια, η κυρία Λαγκάρνττρίχα απ’ τα μαλλιά μιας εργάτριας
πουανασταίνει, ας πούμε, δύο παιδιά με την Ελλάδα προίκατους κι όχι κατάρατους.
Και τι είναι στο κάτω-κάτω η Ελλάδα αν δεν είναι η μάνα, οι μύθοι της και ποίηση όλων μας – ουκ επ’ άρτω ζήσεται άνθρωπος, θέλει ήρωες και αγίους για να μη ξηρανθεί το μέσατου. Κι ας μην μπορεί να τους μοιάσει – αρκεί να τους έχει…