Μαρία Κάλλας: Σπάνια ιστορικά ντοκουμέντα για την απόλυτη ντίβα της όπερας – Ντοκιμαντέρ αποκαλύπτει άγνωστες πτυχές της ζωής της

«Μαίρη, Μαριάννα, Μαρία: Τα άγνωστα ελληνικά χρόνια της Κάλλας». Έτσι ονομάζεται το ντοκιμαντέρ των Βασίλη Λούρα και Μιχάλη Ασθενίδη για την Μαρία Κάλλας, την απόλυτη ντίβα της όπερας που γεννήθηκε σαν σήμερα, πριν από 100 χρόνια.

Μαρία Κάλλας: Σπάνιες φωτογραφίες και προσωπικά αντικείμενα της ντίβας που δεν έχουμε ξαναδεί

Μία συμπαραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής με την Escape που κάνει παγκόσμια πρεμιέρα σήμερα 2 Δεκεμβρίου 2023. Μέσα από σπάνιο αρχειακό υλικό, ανέκδοτες ηχογραφήσεις, συνεντεύξεις, ηχητικά ντοκουμέντα, το ντοκιμαντέρ αυτό αποτελεί μία πολύτιμη παρακαταθήκη, καθώς επιχειρεί να αφηγηθεί την ιστορία των πρώτων ετών της Κάλλας – μια ιστορία θριάμβου της θέλησης, του ταλέντου, της εργατικότητας, της αφοσίωσης, και ταυτόχρονα μια ιστορία αντίστασης σε κάθε δυσκολία και σε κάθε κακοποιητική συμπεριφορά.

«Καταλάβετε καλά ένα πράγμα, είμαι ευγνώμων στον ιδρυτικό Διευθυντή της ΕΛΣ κύριο Μπαστιά. Διότι, όταν ήμουν δεκατεσσάρων ή δεκαπέντε χρονών μου φαίνεται, έκανα οντισιόν, τότε που γινόταν η Εθνική Λυρική Σκηνή και ο κύριος Μπαστιάς, μωρό παιδί που ήμουν τότε, συμφώνησε με την δασκάλα μου στο Ωδείο Αθηνών Ελβίρα ντε Ιντάλγκο να μου δώσουνε ένα ποσό για να καθίσω εις την διάθεση της Λυρικής Σκηνής, να μελετώ. Δηλαδή, μου έδωσαν μεγάλη εμπιστοσύνη και με βοήθησαν σε αυτό τον χρόνο που χρειάστηκα περισσότερο βοήθεια. Αυτό δεν μπόρεσα να το ξεχάσω». Αυτά τα λόγια ακούμε να ομολογεί η Μαρία Κάλλας, η σπουδαιότερη λυρική καλλιτέχνιδα του 20ού αιώνα.

Σπάνια ιστορικά ντοκουμέντα για την Μαρία Κάλλας

Κάπου ανάμεσα στο ερευνητικό δοκίμιο και το ιστορικό ντοκουμέντο, το ντοκιμαντέρ αυτό παρέχει σημαντικές πληροφορίες για την πρώιμη προσωπική και καλλιτεχνική ζωή της Κάλλας στην Αθήνα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, με τρόπο εξόχως ποιητικό. Διερευνά την, άγνωστη για τους περισσότερους, περίοδο 1937-1945, τότε που η μετέπειτα παγκόσμια ντίβα ήταν μαθήτρια του Ωδείου Αθηνών και προσπαθούσε να κάνει τα πρώτα της βήματα στην νεοσύστατη Εθνική Λυρική Σκηνή, καθώς και τα χρόνια μετά το 1957, όταν η ίδια επανασυνδέεται με την Ελλάδα.

Οι αγωνίες, τα άγνωστα ντεμπούτα, οι προσωπικότητες που την καθόρισαν, τα ορόσημα της πορείας της, το απαράμιλλο πάθος και το κολοσσιαίο ταλέντο της, αλλά και οι άδικες επιθέσεις που είχε υποστεί στα πρώτα της βήματα, ξεδιπλώνονται σιγά-σιγά μέσα από δυσεύρετο αρχειακό υλικό και συνεντεύξεις συνεργατών και δασκάλων της Κάλλας. Ο καλλιτεχνικός σύμβουλος προγραμματισμού και επικοινωνίας της ΕΛΣ Βασίλης Λούρας, μελέτησε με προσοχή εκείνη την εποχή και ανέσυρε σπάνια ντοκουμέντα που έρχονται για πρώτη φορά στη δημοσιότητα, όπως η ερασιτεχνική ηχογράφηση από την τελευταία πρόβα που έκανε στο σπίτι της στο Παρίσι το 1977, πάνω σε μία άρια από τη «Δύναμη του πεπρωμένου» του Βέρντι, λίγες ημέρες πριν από τον θάνατό της.

Καθώς επίσης και ένα βίντεο από τον Αύγουστο του 1964, όταν η θαλαμηγός «Χριστίνα» πιάνει λιμάνι στη Λευκάδα. Σε αυτό, η Κάλλας ερμηνεύει την άρια της Σαντούτσα από την «Καβαλερία Ρουστικάνα» σε μία αυτοσχέδια σκηνή που είχε στηθεί στην πλατεία του νησιού, με τον νεαρό μαθητή πιάνου Κυριάκο Σφέτσα να τη συνοδεύει- χωρίς καμία προετοιμασία. Το βίντεο και η ηχογράφηση από την μαγική εκείνη βραδιά δημοσιεύονται για πρώτη φορά και αποκαλύπτουν «μια φωνή λαμπερή ακμαία, χωρίς προβλήματα, που θυμίζει περισσότερο τις ηχογραφήσεις του 1959. Τη φωνή μιας ευτυχισμένης γυναίκας, που ζει ελεύθερα τη ζωή της», όπως σχολιάζει το ντοκιμαντέρ.

Το προσεγμένο σπικάζ φωτίζει άγνωστες πτυχές της δύσκολης αλλά και μυθιστορηματικής ζωής της Μαρίας Κάλλας, η οποία κινήθηκε πάντα στο μεταίχμιο μεταξύ θριάμβου και τραγωδίας, ενώ η σκηνοθετική αρτιότητα, το καθαρά κινηματογραφικό μοντάζ, ο ρυθμός, οι ευρηματικές λήψεις και το θαυμάσιο animation ολοκληρώνουν ένα εξαίσιο ντοκιμαντέρ το οποίο θα μείνει στη συλλογική μνήμη όσων αγαπούν τη σημαντικότερη σοπράνο της σύγχρονης όπερας.

Το «bullying» που βίωσε

«Ενώ ξεκινήσαμε να πούμε μία χρονολογική ιστορία που έχει να κάνει με την εκπαίδευσή της Κάλλας και τα πρώτα χρόνια της στην ΕΛΣ, αλλά και με τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες στην Ελλάδα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, μέσα από την έρευνα στην πραγματικότητα βγήκε κάτι άλλο, που για μένα είναι σπουδαίο: το πόση δύναμη είχε αυτή η γυναίκα να αντιμετωπίσει αυτές τις τραγικές συνθήκες τις οποίες βίωσε εκείνα τα χρόνια» δηλώνει στο Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Βασίλης Λούρας.

«Και δεν εννοώ», συνεχίζει, «μόνο τις συνθήκες του πολέμου και της πείνας, αλλά και τις συνθήκες στην οικογένεια της και τον ανταγωνισμό ή το φθόνο που αντιμετώπιζε από το περιβάλλον της στο Ωδείο και στην ΕΛΣ, καθώς και το γεγονός ότι η ίδια όταν ήταν νεαρή δεν είχε την εμφάνιση που είχε τα επόμενα χρόνια. Ήταν λίγο πιο παχουλή, είχε πάντα το πρόβλημα της μυωπίας, δεν ήξερε να μιλήσει καλά ελληνικά γιατί είχε μεγαλώσει στην Αμερική, οπότε βίωνε μια μεγάλη επιθετικότητα. Εμείς στο ντοκιμαντέρ το χαρακτηρίζουμε και bullying με τα σημερινά δεδομένα, γιατί πραγματικά όλοι μιλούσαν με πολύ άσχημο τρόπο γι’ αυτήν. Κι όμως μέσα σε τόσο τρομακτικές συνθήκες που οι άνθρωποι τότε τα παρατούσαν ή ακόμα και πέθαιναν από την πείνα, η ίδια είχε μία τέτοια εσωτερική δύναμη, ήταν τρομερά μελετηρή, και δεν έχασε ποτέ το στόχο της».

Αν και το τραύμα του πολέμου θα ακολουθήσει την Κάλλας μέχρι το τέλος της ζωής της, εντούτοις καθίσταται σαφές ότι στα δύσκολα χρόνια που έζησε στην Αθήνα μπήκαν οι βάσεις για τη μετέπειτα καλλιτεχνική της πορεία. Δεν είναι μόνο ότι στην Αθήνα θα λάβει την καλλιτεχνική της εκπαίδευση από την Ελβίρα ντε Ιντάλγκο, αλλά και ότι θα αποκτήσει μια σημαντικότατη σκηνική και ερμηνευτική εμπειρία από τις παραστάσεις που θα δώσει με την Εθνική Λυρική Σκηνή. «Αυτό που μου έκανε εντύπωση κατά τη διάρκεια της έρευνας για το ντοκιμαντέρ, είναι με πόση σοβαρότητα και εκτίμηση αναφερόταν και η ίδια η Κάλλας στις ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές συνεντεύξεις της στην περίοδο που έζησε στην Ελλάδα. Δηλαδή, έλεγε πολύ συχνά, ότι “λόγω της πρώτης καριέρας μου στην Αθήνα, στη συνέχεια κατάφερνα να ξεπερνάω κάθε φωνητική πρόκληση που είχα να αντιμετωπίσω”. Γι’ αυτό θεωρώ ότι είναι σημαντικά αυτά τα ελληνικά χρόνια γιατί δείχνουν τί προηγήθηκε της πολύ μεγάλης καριέρας, κάτι που είναι άγνωστο στους περισσότερους από εμάς και ελπίζω ότι μέσα από αυτό το ντοκιμαντέρ θα γίνει πιο γνωστό και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Είναι σαν ένα προοίμιο της επόμενής της ζωής της Κάλλας, γιατί και μετά βίωνε τέτοιου τύπου επιθέσεις, ήταν πάντα μόνη και είχε τους άλλους απέναντί της. Στα οκτώ εκείνα χρόνια θα βρει την εσωτερική δύναμη να μετατρέψει κάθε δυσκολία, κάθε πρόκληση, κάθε επίθεση, σε εφόδιο για τη μετέπειτα ζωή της» επισημαίνει ο Β. Λούρας.

Πρωταγωνιστικό ρόλο η Αθήνα

Η μεγαλύτερη ίσως πρόκληση που είχαν να αντιμετωπίσουν ο Βασίλης Λούρας και ο Μιχάλης Ασθενίδης κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας του ντοκιμαντέρ, ήταν ότι για την εποχή 1937-1945 δεν σώζεται κανένα οπτικοακουστικό υλικό, μόνο ενδιαφέροντα τεκμήρια, όπως φωτογραφίες, προγράμματα συναυλιών και παραστάσεων από τα αρχεία της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, του Ωδείου Αθηνών και του Εθνικού Ωδείου. «Ξεκινήσαμε με μία άγνοια κινδύνου» παραδέχεται ο Β. Λούρας, «ωστόσο ήμασταν τυχεροί γιατί είχαμε μία βάση να στηριχτούμε για να αφηγηθούμε την ιστορία. Αυτή ήταν το βιβλίο “Η ελληνική σταδιοδρομία της” του Πολύβιου Μαρσάν (1982) και κυρίως το βιβλίο “Η άγνωστη Κάλλας” του Νικόλαου Πετσάλη-Διομήδη (1998) που έχουν καταγράψει λεπτομερώς τα πρώτα χρόνια της καλλιτεχνικής πορείας της Κάλλας. Μάλιστα στους δύο αυτούς συγγραφείς αφιερώνουμε και το ντοκιμαντέρ μας, γιατί χάρη σε αυτούς καταγράφηκε με σπουδαίο τρόπο η ελληνική περίοδος της Κάλλας. Σε συνδυασμό με μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν τα γεγονότα, συνεντεύξεις που κάναμε εμείς αλλά και μεταγενέστερες συνεντεύξεις της ίδιας θέλω να πιστεύω ότι καταφέραμε να αφηγηθούμε την ιστορία των ελληνικών χρόνων της σωστά και τεκμηριωμένα».

Την αφήγηση ντύνουν πλάνα από τους αθηναϊκούς δρόμους που περπάτησε η μεγάλη ντίβα. «Οι εικόνες της Αθήνας του σήμερα, ήταν μια συνειδητή επιλογή που κάναμε εξαρχής για το ντοκιμαντέρ, προκειμένου να συνδέσουμε τα γεγονότα στα οποία αναφερόμαστε με τη φετινή επέτειο των 100 ετών από τη γέννηση της Κάλλας» αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Μιχάλης Ασθενίδης. «Στην ιστορία που αφηγούμαστε, εκτός από την ίδια την Κάλλας, πρωταγωνιστικό ρόλο έχει και η Αθήνα και μάλιστα με συνδέσεις που οι περισσότεροι από εμάς σήμερα αγνοούμε: όπως ότι στην πλατεία Κλαυθμώνος τραγούδησε την πρώτη της Τόσκα το 1942, όπως ότι το επαγγελματικό ντεμπούτο της έγινε στο Παλλάς το 1941, που ήταν το μόνο θέατρο που είχε καταφύγια, αλλά και φυσικά ο άξονας της Πατησίων. Για να αντιμετωπίσουμε το ζήτημα της έλλειψης οπτικοακουστικού υλικού για την οκταετία 1937-1945, δημιουργήσαμε επίσης μια σειρά σύντομων βίντεο animation, ενώ κινηματογραφήσαμε κάποιες ειδικές προβολές πάνω σε κτήρια, όπως το σπίτι της Πατησίων, και σε μνημεία, όπως το Ωδείο Ηρώδου Αττικού. Ο λιτός ρυθμός του μοντάζ επιτρέπει στον θεατή να αφομοιώνει την πληροφορία και να παρακολουθεί την αφήγηση χωρίς περισπασμούς» συμπληρώνει.

Σύμβολο δύναμης για τους πονεμένους

Μία «μαγική περιπέτεια» χαρακτηρίζει την εμπειρία του από το ντοκιμαντέρ ο Βασίλης Λούρας, με «μεγάλες δυσκολίες αλλά και γοητεία», καθώς «όταν καλείσαι να παραδώσεις μια ερευνητική εργασία για ένα μυθικό πρόσωπο παίρνεις και εσύ κάτι από την ενέργεια του». «Αυτό που χαρακτηρίζει όλη τη ζωή της Κάλλας είναι η τεράστια εσωτερική δύναμη που είχε που δεν την άφηνε ποτέ να ησυχάσει και φυσικά η μοναξιά της. Πάντα ήταν πρώτη σε ό,τι έκανε, μελετούσε συνεχώς, έκανε τις περισσότερες πρόβες, ήθελε να ανακαλύπτει ξεχασμένα έργα και να δίνει μία νέα διάσταση στην δραματική ερμηνεία. Γι’ αυτό άλλωστε και έφθασε σε μία κορυφή που κανείς ποτέ δεν έχει πατήσει. Η Κάλλας αποτελεί ένα τεράστιο παράδειγμα για όλους τους ανθρώπους που είναι πονεμένοι και έχουν μια δύσκολη ζωή, γιατί δείχνει ότι ο καθένας μας μπορεί να βρει τη δύναμη να κάνει αυτό που θέλει στη ζωή του και να την κάνει καλύτερη. Ωστόσο η αίσθηση μου είναι ότι και όσο ζούσε και αφού πέθανε η Κάλλας ήταν πάντα απροστάτευτη. Είναι πολύ στενάχωρο που έως και σήμερα πολλές φορές γίνεται εκμετάλλευση του ονόματός της, τις περισσότερες φορές με εμπορικούς σκοπούς» καταλήγει.

Στις 8 Δεκεμβρίου 2023 το ντοκιμαντέρ θα προβληθεί στη Γαλλία από τη France TV 5, στο μεγάλο αφιέρωμα της Γαλλικής Τηλεόρασης στη Μαρία Κάλλας το οποίο πραγματοποιείται σε συνεργασία με την Όπερα του Παρισιού και την Εθνική Λυρική Σκηνή.

Το ντοκιμαντέρ αποτελεί μέρος του Έτους Κάλλας της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, στο πλαίσιο του επετειακού έτους UNESCO Μαρία Κάλλας 2023 του Υπουργείου Πολιτισμού της Ελλάδας. Την καλλιτεχνική επιμέλεια του Έτους Κάλλας της ΕΛΣ έχει ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής Γιώργος Κουμεντάκης.

Μαρία Κάλλας: Ζωή σαν μυθιστόρημα

Η Μαρία Κάλλας γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη στις 2 Δεκεμβρίου του 1923, ως Μαρία Άννα Σοφία Καικιλία Καλογεροπούλου, ήταν κορυφαία Ελληνοαμερικανίδα υψίφωνος και η πλέον γνωστή παγκοσμίως ντίβα της όπερας.

Σύμφωνα με μαρτυρία της μητέρας της Ευαγγελίας Δημητριάδου-Καλογεροπούλου, η Μαρία γεννήθηκε στις 3 Δεκεμβρίου του 1923, ενώ στην ταυτότητά της αναφερόταν η 2α Δεκεμβρίου, ημερομηνία στην οποία επέμενε και η ίδια.

Η ακρόασή της από τον Έντουαρντ Τζόνσον, διευθυντή της Όπερας, φέρνει την προσφορά δύο ρόλων στα έργα “Φιντέλιο” του Μπετόβεν και Μαντάμ Μπατερφλάι του Πουτσίνι. Η Κάλλας απορρίπτει τους ρόλους. Δε θέλει να τραγουδήσει τον “Φιντέλιο” στα αγγλικά, ενώ αισθάνεται πολύ εύσωμη ώστε να ερμηνεύσει την αιθέρια “Μπάτερφλάι”.

Η γνωριμία της με τον καλλιτεχνικό διευθυντή της Αρένας της Βερόνα, Τζοβάννι Τζενατέλλο την οδηγεί στην Ιταλία. Εκεί στις 3 Αυγούστου 1947 κάνει την πρώτη της εμφάνιση στην Αρένα της Βερόνα με τη “Τζοκόντα” του Αμιλκάρε Πονκιέλι. Τον ίδιο χρόνο ερμηνεύει την Ιζόλδη από το “Τριστάνος και Ιζόλδη” στη Βενετία υπό την καθοδήγηση του μαέστρου Τούλιο Σεραφίν.

Συνάμα έρχεται και η γνωριμία της με τον μουσικόφιλο Ιταλό βιομήχανο Τζοβάννι Μπατίστα Μενεγκίνι, με τον οποίο παντρεύονται στις 21 Απριλίου 1949. Ο Μενεγκίνι έχοντας και ρόλο μάνατζερ άσκησε καταλυτική επιρροή στην καριέρα της Κάλλας, υποβάλλοντάς την σε δίαιτα με σκοπό να αποκτήσει καλύτερη εμφάνιση και αποτρέποντάς την από κάθε βιοτική ενασχόληση με την οικονομική κάλυψη, που της παρείχε. Έτσι τον ίδιο χρόνο η Κάλλας κάνει καλλιτεχνικές εμφανίσεις στο Μπουένος Άιρες και το 1950 στο Μεξικό.

Στις 7 Δεκεμβρίου 1951 η Κάλλας ανοίγει τη σαιζόν στη Σκάλα του Μιλάνου με τους “Σικελικούς Εσπερινούς”, εμφάνιση που της προσφέρει μεγάλη αναγνώριση. Κατά τη διάρκεια των επόμενων επτά ετών η Σκάλα θα είναι η σκηνή των μέγιστων θριάμβων της σε ένα ευρύ φάσμα ρόλων.

Το 1955 ανεβάζει την ιστορική παράσταση της “Τραβιάτα” του Βέρντι σε σκηνοθεσία Λουκίνο Βισκόντι. Στις 27 Οκτωβρίου 1956 εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης ως “Νόρμα” στο ομώνυμο έργο του Μπελλίνι.

Στις 24 Αυγούστου του 1960, η Μαρία Κάλλας ερμήνευσε στο Αρχαίο θέατρο Επιδαύρου τη Νόρμα του Βιντσέντζο Μπελίνι, έργο το οποίο η ίδια είχε ζητήσει για την πρώτη της εμφάνιση στο αρχαίο θέατρο. Δεν έχανε ποτέ την ευκαιρία να ξαναζήσει το δράμα και το πάθος της ηρωίδας. Τη στιγμή που τραγουδούσε την άρια “Κάστα ντίβα” αφέθηκαν στην ορχήστρα δύο λευκά περιστέρια, προκαλώντας θύελλα χειροκροτημάτων.

Στο τέλος, ο ενθουσιασμός του κοινού ήταν τόσο μεγάλος που κάλεσαν την Κάλλας 10 φορές στη σκηνή. Τα σκηνικά, στην ιστορική αυτή παράσταση, υπέγραψε ο Γιάννης Τσαρούχης, τα κοστούμια φιλοτέχνησε ο Αντώνης Φωκάς και η σκηνοθεσία ήταν του Αλέξη Μινωτή. Τη σύμπραξη της Μαρίας Κάλλας με την Εθνική Λυρική Σκηνή διήθυνε από το πόντιουμ ο Τούλιο Σεραφίν. Στις 6 Αυγούστου του 1961, η Μαρία Κάλλας ερμήνευσε στο Αρχαίο θέατρο Επιδαύρου τη Μήδεια του Λουίτζι Κερουμπίνι με την Εθνική Λυρική Σκηνή. Στην παράσταση συμμετείχαν περισσότερα από 200 πρόσωπα.

Επρόκειτο για έναν ακόμη θρίαμβο της μεγάλης καλλιτέχνιδας, η οποία αποθεώθηκε από τους 17.000 θεατές της βραδιάς, ανάμεσα στους οποίους ήταν ο Πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο υπουργός Προεδρίας Κωνσταντίνος Τσάτσος, η κοσμικογράφος Έλσα Μάξγουελ, ο πρίγκιπας Πέτρος του Μονακό και άλλοι.

Τη σκηνοθεσία της παράστασης είχε αναλάβει ο Αλέξης Μινωτής, τα σκηνικά-κοστούμια υπέγραψε ο Γιάννης Τσαρούχης (είχε “ντύσει” την Κάλλας, την οποία θαύμαζε πολύ, στη Μήδεια και στη Νόρμα), οι χορογραφίες ήταν της Μαρίας Χορς και η διεύθυνση ορχήστρας του Νίκολα Ρεσίνιο. Τα εισιτήρια είχαν εξαντληθεί, εκτός λίγων των 300, 400 και 500 δραχμών.

Μετά τη μνημειώδη αυτή παράσταση στην Επίδαυρο, ήρθε η σειρά της Σκάλας του Μιλάνου, τον Δεκέμβριο. “Πολλές αναποδιές και δυσκολίες τεχνικές και ψυχολογικές στην αρχή των δοκιμών, αλλά όταν η Κάλλας ήρθε στην πρόβα, όλα πήγαν μέλι-γάλα”, σημειώνει ο Αλέξης Μινωτής στο βιβλίο του Μακρινές Φιλίες. “Στο τέλος όλοι αναγνώρισαν πως η παράσταση αυτή ήταν ίσως η καλύτερη που έγινε ποτέ στη Σκάλα του Μιλάνου” Τον Ιανουάριο του 1964 η Μαρία Κάλλας πείθεται από το Φράνκο Τζεφιρέλι να συμμετάσχει σε μία νέα παραγωγή της “Τόσκα” στη σκηνή του Κόβεντ Γκάρντεν (Covent Garden).

Η παράσταση εκθειάζεται από τους κριτικούς ενώ ακολουθεί την ίδια χρονιά νέος καλλιτεχνικός θρίαμβος στην Όπερα των Παρισίων με τη “Νόρμα”. Παρά τα φωνητικά προβλήματα που έχει αρχίσει να αντιμετωπίζει το παρισινό κοινό την υποδέχεται θερμά. Στις 5 Ιουλίου 1965 εμφανίζεται για τελευταία φορά σε παράσταση όπερας στο Κόβεντ Γκάρντεν με την “Τόσκα” σε σκηνοθεσία Φράνκο Τζεφιρέλι. Το 1966 απεκδύεται την αμερικανική υπηκοότητα και λαμβάνει την ελληνική. Με αυτή της την ενέργεια λύεται και τυπικά ο γάμος της με τον Μενεγκίνι.

Ο έρωτας της με τον Αριστοτέλη Ωνάση

Ο Ωνάσης και η Κάλλας γνωρίστηκαν το 1957, σε μια δεξίωση που διοργάνωσε η γνωστή κοσμικογράφος της εποχής, Έλσα Μάξγουελ. Ο μεγιστάνας έβαλε στο στόχαστρο την Ελληνίδα ντίβα της όπερας, αλλά δεν είχε την ευκαιρία να τη φλερτάρει ανοιχτά. Το ειδύλλιο μεταξύ τους αναπτύχθηκε δύο χρόνια μετά, όταν ο Ωνάσης προσκάλεσε την Κάλλας και τον σύζυγό της, Μενεγκίνι, σε κρουαζιέρα, με την πολυτελή θαλαμηγό του.

Η παρουσία της συζύγου του, Τίνας Λιβανού, δεν απασχόλησε τον Ωνάση, που είχε επικεντρωθεί στον στόχο του. Στη Μαρία Κάλλας. Όταν διεκδικούσε μια γυναίκα, ο Αρίστος δεν είχε αναστολές. Φλέρταρε την Κάλλας σχεδόν ανοικτά. Ο ερωτισμός ανάμεσά τους ήταν πλέον ορατός. Τόσο, που όταν κατά τη διάρκεια μιας στάσης στην Κωνσταντινούπολη ανέβηκε στη θαλαμηγό ο Πατριάρχης Αθηναγόρας, ευλόγησε την Κάλλας και τον Ωνάση, νομίζοντας ότι είναι σύζυγοι. Όταν αποκαταστάθηκε η αλήθεια, επικράτησε αμηχανία. Όλοι είχαν καταλάβει ότι η ευλογία του Πατριάρχη ήταν προφητική.

Λέγεται ότι εκείνη τη νύχτα, Ωνάσης και Κάλλας εγκατέλειψαν τη θαλαμηγό με μια βάρκα, για να απομονωθούν σε μία ήσυχη παραλία. Το κουτσομπολιό αναφέρει, ότι στη βάρκα έκαναν έρωτα για πρώτη φορά. Από εκείνη τη στιγμή άρχισε η παθιασμένη σχέση τους. Ο ένας ήταν για τον άλλο ένα τρόπαιο, που είχε κατακτηθεί, αλλά συγχρόνως ήταν ερωτευμένοι και ευτυχισμένοι. Ο Ωνάσης πήρε αμέσως διαζύγιο από την Τίνα Λιβανού.

Η Κάλλας «ελευθερώθηκε» από τον σύζυγό της σχεδόν τρεις μήνες μετά, παρά τις αντιδράσεις και την πίεση του Μενεγκίνι, που δεν ήθελε να παραδεχθεί την ήττα του. Η αναμέτρηση για αυτόν ήταν άνιση. Ο Ιταλός ήταν για την Κάλλας ο καλλιτεχνικός της προστάτης και οδηγός. Ο Ωνάσης ήταν ο κοσμοπολίτης εραστής.

Η ζωή του ζευγαριού

Το ζευγάρι είχε μεσογειακό ταμπεραμέντο. Υπήρχε έρωτας και πάθος. Με το ίδιο πάθος όμως, Ωνάσης και Κάλλας καυγάδιζαν σχεδόν καθημερινά. Η Κάλλας δεν είχε καμία σχέση με τις πειθήνιες γυναίκες, που συνήθως γνώριζε ο Ωνάσης και οι συγκρούσεις ήταν αναπόφευκτες.

Ο μεγιστάνας έφτανε συχνά στο σημείο να προσβάλλει και να πληγώνει την ντίβα, ακόμη και δημόσια. Κάτι που για τον Σμυρνιό ήταν συνηθισμένο. Με το πέρασμα του χρόνου, ο κοσμοπολίτης Αρίστος άρχισε να απομακρύνεται από τη σύντροφό του. Η Κάλλας, που είχε αραιώσει τις εμφανίσεις της στην όπερα, περνούσε ατέλειωτες ώρες στη θαλαμηγό, περιμένοντάς τον. Όπως λένε όσοι την έζησαν, η Μαρία είχε αφιερωθεί με σώμα και ψυχή, σε έναν έρωτα που δεν είχε την απαιτούμενη ανταπόκριση.

Ο χωρισμός που έκανε την Κάλλας να καταρρεύσει

Το 1968, το ζευγάρι μετρούσε σχεδόν δέκα χρόνια σχέσης. Και ενώ η Κάλλας παρέμενε ερωτευμένη, ο Ωνάσης είχε ήδη προχωρήσει στην επόμενη κατάκτησή του. Την Τζάκι Κένεντι. Η ντίβα είχε δει το ενδιαφέρον του συντρόφου της, για την πιο διάσημη χήρα του κόσμου, αλλά όταν έμαθε από την τηλεόραση ότι ο Ωνάσης θα την παντρευτεί, κλονίστηκε. Ο χωρισμός στοίχισε πολύ στην Κάλλας. Η άλλοτε δυναμική ντίβα, μεταμορφώθηκε σε μια απεριποίητη και αντικοινωνική γυναίκα. Περνούσε ώρες κλεισμένη στο δωμάτιο, κλαίγοντας για τον χαμένο της έρωτα. Αδιαφορούσε για την εμφάνισή της και κυκλοφορούσε με λιτά μαλλιά, άβαφη και πρόχειρα ντυμένη. Απέφευγε τις επαφές με τρίτους, ενώ τις σπάνιες φορές που εμφανιζόταν δημόσια, προσπαθούσε να φαίνεται δυνατή και ψύχραιμη. Υποστήριζε, ότι ο χωρισμός αποφασίστηκε από κοινού με τον Ωνάση και προσπαθούσε να φαίνεται έτοιμη να προχωρήσει τη ζωή της.

Στην αρχή ήταν απαρηγόρητη και κυριευμένη από ζήλια, αλλά αργότερα κατάλαβε, ότι ο Ωνάσης δεν έπαψε ποτέ να τη αγαπά. Ενώ ήταν παντρεμένος με την Τζάκι, συνέχιζε να επισκέπτεται την αγαπημένη του Μαρία και να ζει κάποιες στιγμές μαζί της. Παρόλο που οι δυο τους χώρισαν, δεν έπαψαν ποτέ να αγαπιούνται και η Κάλλας στάθηκε στο πλευρό του άντρα της ζωής της, μέχρι το τέλος της ζωής του. Ήταν ένας απόλυτος έρωτας για την ντίβα, που μπορούσε να αγαπήσει ολοκληρωτικά. Ο Ωνάσης όμως δεν αφιερώθηκε ποτέ σε μία γυναίκα. Για αυτόν ήταν τρόπαια, που όταν κατακτούσε το ένα, έβαζε στόχο για το επόμενο. Ίσως η Κάλλας ήταν η μόνη, με την οποία έμεινε μαζί τόσο πολύ.

Το τέλος της σπουδαίας σοπράνο

Το 1969 γυρίζει σε ταινία τη “Μήδεια” του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Πιερ Πάολο Παζολίνι.[10] Η ταινία δεν έχει τύχη στις κινηματογραφικές αίθουσες. Στις 25 Μαΐου 1970 μεταφέρεται στο νοσοκομείο και γίνεται γνωστό ότι επιχείρησε να αυτοκτονήσει λαμβάνοντας μεγάλη δόση βαρβιτουρικών. Το 1973 σκηνοθετεί στο Τορίνο μαζί με τον Τζουζέπε ντι Στέφανο το έργο “Σικελικοί Εσπερινοί” (I Vespri Siciliani) και την ίδια χρονιά ξεκινά μαζί του μια παγκόσμια καλλιτεχνική περιοδεία. Στις 8 Δεκεμβρίου η Κάλλας τραγούδησε στην Όπερα των Παρισίων, όπου το κοινό την κάλεσε στη σκηνή 10 φορές καταχειροκροτώντας την.

Η τελευταία της εμφάνιση έγινε στην πόλη Σαππόρο της Ιαπωνίας στις 11 Δεκεμβρίου του 1974. Η Μαρία Κάλλας πέρασε στην αιωνιότητα στις 16 Σεπτεμβρίου 1977 στο Παρίσι. Η κηδεία της έγινε στις 20 Σεπτεμβρίου και, αφού το σώμα της αποτεφρώθηκε όπως επιθυμούσε, την άνοιξη του 1979 η τέφρα της σκορπίστηκε στο Αιγαίο.

Τo 2010, νέο φως στο μυστήριο που περιβάλλει το θάνατο της Μαρίας Κάλλας έρχεται να ρίξει ιταλική έρευνα, η οποία ανατρέπει την άποψη ότι η δημοφιλής σοπράνο πέθανε από υψηλή δόση βαρβιτουρικών (διότι της είχε στοιχίσει η επώδυνη σχέση της με τον Αριστοτέλη Ωνάση). Σύμφωνα με τους Ιταλούς φωνίατρους Φράνκο Φούσι και Νίκο Παολίλο, που παρουσίασαν τα αποτελέσματα της μελέτης τους στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, η τραγουδίστρια υπέφερε από δερματομυοσίτιδα, μία εκφυλιστική νόσο που φθείρει τους μυς και τους ιστούς, συμπεριλαμβανομένου του λάρυγγα. Έτσι, μοιάζει να εξηγείται και η συνεχής παρακμή του μεγαλείου της φωνής της, που είχε αρχίσει να γίνεται αισθητή από τις αρχές της δεκαετίας του ’60.

Σύμφωνα με την επίσημη ιατρική έκθεση, ο θάνατος της Κάλλας στις 16 Σεπτεμβρίου του 1977 οφειλόταν σε καρδιακή ανακοπή. Όπως εξηγούν οι δύο Ιταλοί επιστήμονες, η θεραπεία για τη δερματομυοσίτιδα βασίζεται σε κορτιζονούχα και ανοσοκατασταλτικά σκευάσματα, τα οποία είναι πιθανό να επιφέρουν σταδιακά καρδιακή ανεπάρκεια. Επομένως, ο Φούσι και ο Παολίλο συμφωνούν με την επίσημη ιατρική έκθεση, μόνο που διευκρινίζουν ότι η ανακοπή δεν ήταν τυχαίο γεγονός, αλλά το αποτέλεσμα της εκφυλιστικής μυασθένειας. Αφετηρία για τις ιταλικές έρευνες αποτέλεσαν οι ηχογραφήσεις της διάσημης σοπράνο, τόσο από το στούντιο όσο και από ζωντανές εμφανίσεις της.

Με την μέθοδο της φασματογραφικής ανάλυσης οι επιστήμονες εξέτασαν τις ηχογραφήσεις ίδιων κομματιών από διαφορετικές χρονικές περιόδους και διαπίστωσαν τις αλλοιώσεις στη φωνή της καλλιτέχνιδας, η οποία έφτασε τα τέλη της δεκαετίας του ’70 να γίνει μέτζο σοπράνο. Οι δύο φωνίατροι ανέλυσαν επίσης και τα τελευταία βίντεο της Κάλλας, στα οποία ήταν εμφανής και η μυϊκή χαλάρωση που είχε υποστεί, αφού ο θώρακας της δεν διατεινόταν κατά τη διάρκεια των αναπνοών. Η μελέτη αυτή έρχεται να ρίξει νέο και πιθανότατα καθοριστικό φως στη διάγνωση της δερματομυοσίτιδας, που είχε σχηματίσει ο ιατρός Μάριο Τζακοβάτσο, ο οποίος είχε επισκεφτεί την τραγουδίστρια το 1975, αλλά είχε κρατήσει κρυφή τη διάγνωση του μέχρι το 2002.

 

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ / sansimera/ wikipedia, Μηχανή του Χρόνου, Πηγή φωτογραφιών: ΑΠΕ – ΜΠΕ, Μηχανή του Χρόνου, Πηγή βίντεο youtube: Classical Related, Classical Experience, Ελληνικός Σύλλογος Μαρία Κάλλας

 

 

 

 

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ