«Και συ, τσούλα των δήμιων, Επιστήμη (…) και συ, πρόστυχη Πένα και ψοφίμι…»

Από τη «δικαιολόγηση» των Ταγμάτων Ασφαλείας μέχρι το ξέπλυμα της χούντας, ένας Καλύβας «αναθεωρητικός» δρόμος. Μιλάμε για τον δρόμο της «αναθεώρησης» της Ιστορίας. Όχι επί τη βάσει στοιχείων, έρευνας, μαρτυριών, αξιόπιστων πηγών, διασταύρωσης. Όχι, δηλαδή, με όρους Επιστήμης.

Αυτή η ανασκολόπιση, που η «αντικειμενικότητά της» εδράζεται στην τακτική να παίρνει ορισμένα πραγματικά γεγονότα και να τα ρίχνει στο μίξερ της διαστρέβλωσης σαν άλλοθι του εκκωφαντικού της ψεύδους, έχει μια αποστολή: Το ξαναγράψιμο της Ιστορίας με τρόπο που ό,τι αμφισβητεί το καθεστώς κυριαρχίας της αστικής τάξης θα συκοφαντείται και ό,τι ξεπλένει την δικτατορία του κεφαλαίου θα καθαγιάζεται.

Αλλά ας δούμε κατ’ αρχάς το ποιόν του συγκεκριμένου. Ονομάζεται Καλύβας Ευστάθιος. Τι εστί «Καλύβας»; Διαβάζουμε:

«Ο Στάθης Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Yale των ΗΠΑ, ενώ έχει διδάξει και σε άλλα αμερικανικά και ευρωπαϊκά πανεπιστήμια και ινστιτούτα. Η έρευνά του για τους εμφυλίους πολέμους έχει χρηματοδοτηθεί από το Harry Frank Guggenheim Foundation, το United States Peace Institute (Ινστιτούτο χρηματοδοτούμενο από το αμερικανικό Κογκρέσο), τη Folke Bernadotte Academy (χρηματοδοτούμενη από τη σουηδική κυβέρνηση) και από το Ίδρυμα Αλέξανδρος Σ. Ωνάσης» («23+Παθιασμένα ψέματα για τον ένοπλο λαικό αγώνα 1941-1949», Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ, Σύγχρονη Εποχή).

Πριν φτάσουμε στο τελευταίο «επιστημονικό κατόρθωμα» του εν λόγω, δηλαδή στον εκθειασμό εκ μέρους του της επταετούς χούντας των συνταγματαρχών – όπως συνέβη από τις στήλες της «Καθημερινής» στις 18/6/2017 σε άρθρο του υπό τον τίτλο «Μια παράδοξη κληρονομιά» – θα πάρουμε μια γεύση από προηγούμενα «επιστημονικά του ανδραγαθήματα».

Αυτός, λοιπόν, ο Καλύβας, μαζί με έναν άλλον (Μαραντζίδης), από την εκπνοή του προηγούμενου αιώνα – και από τις αρχές του νέου πιο μαχητικά – ανέλαβαν την αναθεώρηση της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Ασφαλώς δεν είναι του παρόντος να ανατρέξει κανείς σε όλες τις πλευρές του εγχειρήματός τους. Ορισμένες επισημάνσεις όμως είναι απαραίτητες για να φανεί η κατεύθυνση και ο προσανατολισμός τους.

«Ώριμη για διερεύνηση είναι πλέον και η ιδέα πως η συνεργασία με τον εχθρό δεν ήταν πραγματικά ελληνικό φαινόμενο, πως μόνο λίγοι “καιροσκόποι” έπαιρναν εντολές από τους Γερμανούς. Το όλο ζήτημα της ελληνικής συνεργασίας θα αποτελέσει αντικείμενο συνεδρίου που θα πραγματοποιηθεί το ερχόμενο καλοκαίρι. Είναι σαφές όμως ότι οι Έλληνες εργάστηκαν πλάι στους Γερμανούς για πολλούς λόγους: ένας είναι το κοινό αντικομμουνιστικό μένος, ένας άλλος ο φόβος των Βουλγάρων (στον Βορρά) και ένας τρίτος το μίσος και ο φόβος του EAM/ΕΛΑΣ».

Δηλαδή: Όλες αυτές οι προδοτικές συμμορίες – κι ανάμεσά τους η κορυφαία, τα Τάγματα Ασφαλείας – που… «εργάστηκαν» πλάι στους ναζί, δεν είχαν καμία σχέση με την προδοσία της πατρίδας και του ελληνικού λαού. Δεν ήταν προδότες και δοσίλογοι. Ήταν «απλώς» αντικομμουνιστές, ήταν «απλώς» αντιεαμίτες και – γιατί όχι – πατριώτες αφού ήθελαν να αντιμετωπίσουν τον Βούλγαρο κατακτητή!!! Άλλωστε μπροστά στο Βούλγαρο κατακτητή γιατί να μη συνεργάζεται κανείς με τον Γερμανό ναζί κατακτητή; (!!!).

«Στον όρο άλλοι καπετάνιοι – γράφει- συμπεριλαμβάνονται όσοι κατά τα χρόνια της Κατοχής ηγούνται κάποιας μικρής ή μεγάλης ομάδας ένοπλων ανδρών και ήρθαν αντιμέτωποι με το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ με τη στάση και τη δράση τους. Κάτω από τον τίτλο του αντικομουνιστή ενόπλου παρουσιάζονται τρεις βασικές κατηγορίες καπεταναίων: α) αυτοί οι οποίοι συμμετείχαν σε αντιστασιακές οργανώσεις πολεμώντας μέχρι το τέλος της Κατοχής σε έναν διμέτωπο αγώνα ενάντια στους στρατούς κατοχής και από το 1943 ενάντια στο ΕΑΜ/ΕΛΑΣ β) όσοι συνεργάσθηκαν αμέσως με τις δυνάμεις κατοχής συγκροτώντας ένοπλα σώματα, όπως ο Πούλος και γ) αυτοί που, ξεκινώντας να δημιουργήσουν αντιστασιακές ομάδες, οδηγήθηκαν μέσω της εμφύλιας σύγκρουσης του 1943-1944 σε σταδιακή συνεργασία με τους Γερμανούς, αναγορεύοντας σε σημαντικότερο παράγοντα τον κίνδυνο κυριαρχίας του ΕΑΜ και του ΚΚΕ στο μεταπολεμικό πολιτικό σκηνικό».

Με άλλα λόγια: Όσοι πρόδωσαν δεν πρόδωσαν γιατί ήταν φασίστες, ή γιατί θέλησαν να ωφεληθούν από τις δυνάμεις κατοχής. Όλοι αυτοί δεν ήταν προδότες. Ήταν «απλώς» αντικομουνιστές! Κι όσοι δεν ξεκίνησαν από την αρχή με σκοπό να συνεργαστούν με τον κατακτητή, στη συνέχεια… υποχρεώθηκαν να συνεργαστούν με ευθύνη του ΕΑΜ!!! Ιδού, συνεπώς, ο αντικομμουνισμός σαν δικαιολογητική βάση του δοσιλογισμού!

«μιας ευρείας τρομοκρατικής εκστρατείας που εξαπέλυσε το ΕΑΜ και που είχε ως αποτέλεσμα την εξώθηση ενός σημαντικού τμήματος του πληθυσμού σε συνεργασία με τους Γερμανούς…».

Τουτέστιν, οι δοσίλογοι δεν ήταν δοσίλογοι, τρομοκρατημένοι από το ΕΑΜ καλοί άνθρωποι ήταν, που «εξωθήθηκαν» (από το ΕΑΜ!) στην προδοσία…

Μια από αυτές βρίσκεται στο πόνημά του «Κόκκινη τρομοκρατία: Η βία της Αριστεράς στην Κατοχή» (περιλαμβάνεται στο συλλογικό βιβλίο «Μετά τον πόλεμο», εκδόσεις Αλεξάνδρεια) και δεν είναι άλλη από τις καταδικαστικές εναντίον αγωνιστών αποφάσεις του Εφετείου Ναυπλίου. Τι δεν λέει ο εξαίρετος επιστήμων;

Ότι η «ιστορική πηγή» του, δεν είναι άλλη από τις αποφάσεις ενός δικαστηρίου σκοπιμότητας που με χαλκευμένες κατηγορίες καταδίκασε εκατοντάδες κομμουνιστές και αγωνιστές του ΕΑΜ για «εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου» κατά τα ειωθότα της μεταβαρκιζιανής περιόδου…

«γιατί απλούστατα δεν είχαν άλλη επιλογή, καθώς το ΕΑΜ δεν δίσταζε να τιμωρήσει παραδειγματικά όσους παράκουαν τις εντολές του».

Δεν ήταν, δηλαδή, ότι «το ΕΑΜ μας έσωσε από την πείνα, θα μας σώσει κι από τη σκλαβιά», όπως τραγουδούσε ο λαός, ήταν η… τιμωρητική συμπεριφορά του ΕΑΜ να θέλει να κάνει τους Έλληνες με το ζόρι… πατριώτες! Τέτοια άποψη έχουν για τον πατριωτισμό του ελληνικού λαού οι δυο καθηγητάδες.

«Η ύπαρξη της εξόριστης κυβέρνησης στη διάρκεια του πολέμου – γράφουν – έδωσε στη χώρα διπλωματική και θεσμική συνέχεια, καθιστώντας τη μέρος του συμμαχικού κόσμου και επιτρέποντάς της να σταθεί δίπλα στους νικητές…» (ο.π.)

Καταλάβατε; «Αγωνιστές» οι άκαπνοι στο Κάιρο και τα παλατιανά απολειφάδια που την κοπάνησαν μαζί με τον χρυσό της χώρας για τα Λονδίνα και… κατσαπλιάδες οι κομμουνιστές που οργάνωσαν το ΕΑΜ και τον ΕΛΑΣ.

«Ένα κρίσιμο ερώτημα είναι αν η αντίσταση ωφέλησε ή έβλαψε τη χώρα. Συνέβαλε, για παράδειγμα, στην ήττα του Άξονα στο Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο;… Οι λίγες χιλιάδες γερμανικές απώλειες… δεν αποτέλεσαν ουσιαστική προσφορά και με κανέναν τρόπο δεν ισοσκελίζουν, ούτε καν πλησιάζουν σε απόσταση, τις ελληνικές απώλειες… Οι ζημιές στις υποδομές της χώρας υπήρξαν τεράστιες και πολλές προκλήθηκαν από την ίδια την Αντίσταση (…) ιδιαίτερα η ένοπλη αντίσταση ενίσχυσε τη συνεργασία με τους κατακτητές αντί να την περιορίσει και ταυτίστηκε με έναν εμφύλιο πόλεμο που οδήγησε σε νέες μεταπολεμικές εμφυλιακές συγκρούσεις…» (ο.π.)

Πρόκειται για θαύμα!

Μόνο που αυτή δεν είναι καινούργια Ιστορία. Είναι η ιστορία όπως επιχείρησαν να την γράψουν τα κηρύγματα του Τσολάκογλου. Αυτά που λέει σήμερα ο Καλύβας (και ο άλλος), τα ίδια έλεγε τότε ο Τσολάκογλου.

«Η κυβέρνηση Ράλλη αντιλαμβανόμενη ότι η έκβαση στα μέτωπα του Β’ Παγκοσμίου πολέμου θα οδηγούσε σχετικά σύντομα στην αποχώρηση των Γερμανών… μετέβαλλε τις προτεραιότητές της. Η διασφάλιση της δημόσιας τάξης στις πόλεις και στην ύπαιθρο και η προστασία του κοινωνικού καθεστώτος αποτέλεσε τη στιγμή εκέινη την υπ’ αριθμό ένα έγνοια της. Στο πλαίσιο αυτό, δημοσιεύτηκε στις 18 Ιουνίου 1943, ο νόμος για την ίδρυση των Ταγμάτων Ασφαλείας». (ο.π)

Είδατε γιατί ήταν απαραίτητα τα Τάγματα Ασφαλείας που ορκίζονταν πίστη στον Χίτλερ; Μα, καλέ, για την τήρηση της δημόσιας τάξης (!) και φυσικά για την «προστασία του κοινωνικού καθεστώτος»! Ήταν, βλέπετε, ζήτημα προτεραιοτήτων: Αν για να διατηρηθεί το καθεστώς της πλουτοκρατίας πρέπει να φτιαχτούν τάγματα ένοπλων δοσίλογων στην υπηρεσία των ναζί, τότε να φτιαχτούν! Ετσι κύριε Καλύβα;

Εδώ, φυσικά, σας οφείλουμε ένα ευχαριστώ για την ομολογία σας: Τέτοιο που ήταν και είναι το κοινωνικό καθεστώς τους, τέτοιοι απολογητές του καθεστώτος που είναι οι Καλύβες (και ο άλλος), τέτοιους προστάτες θα έχουν του κοινωνικού καθεστώτος τους: Ταγματασφαλίτες.

***

Αυτή η σαβούρα, λοιπόν, του έσχατου αντικομμουνισμού, μέσω του οποίου – όπως σημειώνει ο ιστορικός Γιώργος Μαργαρίτης – «ο ναζισμός όχι μόνο αθωώνεται αλλά αξίζει να ακολουθήσει κανείς τα ίχνη του», που φτάνει στο σημείο να αθωώνει και τα ναζιστικά ολοκαυτώματα και τους ντόπιους συνεργάτες των ναζί, μιας και κατά ορισμένους όλα αυτά δεν ήταν παρά …αντίποινα και αντανακλαστικές κινήσεις την ευθύνη των οποίων φέρει η δράση του ΕΛΑΣ (!), πέρασε από την «δικαιολόγηση» των Ταγμάτων Ασφαλείας στο μακιγιάρισμα της χούντας των συνταγματαρχών.

Μικρή η απόσταση, θα πείτε. Ειδικά για κάποιον που εξηγεί τα Τάγματα Ασφαλείας σαν «προτεραιότητα» των Κουίσλινγκ για την «προστασία του κοινωνικού καθεστώτος», να φτάνει στο να εκθειάζει την «παράδοξη κληρονομιά» της χούντας των (και ταγματασφαλίτη) Παπαδόπουλου, Παττακού, Μακαρέζου, Ιωαννίδη. Σωστό.

Ας πάρουμε μια γεύση, λοιπόν, από το άρθρο του Καλύβα, που βρήκε τόσο φιλόξενη θέση στην Καθημερινή (όλο εδώ: http://www.kathimerini.gr/914382/opinion/epikairothta/politikh/mia-parado3h-klhronomia), την εφημερίδα που προ δεκαετίας εκθείαζε σε αφιέρωμά της τη χούντα του Μεταξά:

«Ένα από τα πιο ευαίσθητα ζητήματα που σχετίζονται με την ερμηνεία και την αποτίμηση της δικτατορίας είναι το θέμα της λαϊκής αποδοχής της. Δεν υπάρχουν ασφαλείς δείκτες για να μετρηθεί, όμως αρκετοί αντικειμενικοί παρατηρητές της εποχής κάνουν λόγο για μια επιφανειακή μεν αλλά πλατιά αποδοχή. Πράγματι, η δικτατορία ταυτίστηκε με μια εποχή μεγάλης οικονομικής ανόδου και αισιοδοξίας, με την κορύφωση ουσιαστικά του μεταπολεμικού ελληνικού οικονομικού θαύματος. Η χώρα αστικοποιήθηκε, η οικοδομική δραστηριότητα γνώρισε δόξες, το οδικό δίκτυο επεκτάθηκε, ο εξηλεκτρισμός της χώρας ολοκληρώθηκε και πραγματοποιήθηκαν μεγάλης κλίμακας ξένες επενδύσεις. Παρά τις αυταρχικές πρακτικές του καθεστώτος, πολλές τέχνες άνθησαν και η νεολαία προσέγγισε μαζικά τα δυτικά πρότυπα διασκέδασης, κατανάλωσης και ζωής. Η κοινωνία του 1974 μικρή σχέση είχε με αυτή του 1964. Η διαδικασία κοινωνικού εκσυγχρονισμού είχε, βέβαια, ξεκινήσει πριν από τη δικτατορία, αλλά εκείνη την επιτάχυνε γνωρίζοντας πως η αποδοχή της εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό από την οικονομική ανάπτυξη και ενισχύοντας την τάση των ανθρώπων για αναζήτηση της ευτυχίας στην ιδιωτική σφαίρα (…). Η δικτατορία ξεπεράστηκε εύκολα και γρήγορα. Ισως γιατί υπήρξε ένα μικρό διάλειμμα δίχως μεγάλη σημασία. Ισως γιατί μας θυμίζει κάποιες ενοχλητικές πτυχές της Ιστορίας που προτιμάμε να βάζουμε στην άκρη. Ισως πάλι, γιατί χωρίς αυτήν, ο πολιτικός και κοινωνικός εκσυγχρονισμός της χώρας να είχε απαιτήσει πολύ πιο μακρόχρονες και επίπονες διαδικασίες. Η δικτατορία είναι σαν ένα από αυτά τα μεγάλα παλιά έπιπλα που δεσπόζουν σε ένα δωμάτιο τόσο πολύ που δεν τα παρατηρούμε ποτέ».

Αλήθεια, τι να πρωτοθαυμάσει κανείς!

Και πως να μη θαυμάσει κανείς την τέτοια «ιστορική» εκπόρνευση που παριστάνει την «επιστήμη» όταν έχει βυθιστεί σε τέτοιο καθεστωτικό βούρκο σε σημείο που θέλει να ξεπλύνει τον φασισμό ανασύροντας την γελοιότητα περί «οικονομικού θαύματος» ή την τρισγελοιότητα ότι «η χούντα έφτιαξε δρόμους»!

***

Ο Βάρναλης το περιέγραφε έτσι:

Και συ, τσούλα των δήμιων, Επιστήμη,

της Αλήθειας εσχάτη τεφροδόχα,

και συ, πρόστυχη Πένα και ψοφίμι,

του βούρκου λιβανίζετε την μπόχα!

Άλλως πως:

Η ιστορική άγνοια αποτελεί λίπασμα για την πολιτική αφασία. Ο φασισμός γίνεται «ελκυστικός» έτσι: Πατώντας πάντα στο έδαφος της αφασίας και της άγνοιας.

Το κράτος μας με τους θύλακες της αέναης και μηδέποτε συντελούμενης «αποχουντοποίησης», συμπεριλαμβανομένων αφενός των εκπροσώπων της «τσούλας των δημίων, Επιστήμης», αφετέρου μερίδας της «τέταρτης εξουσίας» που υπηρετεί τον βούρκο, έχει κάθε λόγο να καλλιεργεί την αφασία και την άγνοια, ώστε έτσι να κρατά πάντα ζεστό τον κόρφο που επωάζει τα «φίδια» του.

Πάνω σε αυτό το έδαφος, της καλλιεργούμενης άγνοιας και της αφασίας, της ιστορικής παραχάραξης και της μαζικού τύπου πολιτικής λοβοτομής, αναπτύσσονται σήμερα οι γνωστές θεωρίες για το «πόσο καλύτερα ήταν τα πράγματα επί χούντας»…

Η αλήθεια, φυσικά, είναι ότι δεν υπάρχει χούντα – στην Ελλάδα και οπουδήποτε στον κόσμο – που να μην είναι κυλισμένη στο αίμα της τρομοκρατίας και των δολοφονιών. Στην αγριότητα των ανά τον κόσμο «ΕΑΤ – ΕΣΑ». Στην ταξική βαρβαρότητα και στο βούρκο της διαφθοράς.

Όσον αφορά στο τελευταίο, στο ζήτημα της διαφθοράς, της βρωμιάς και της δυσωδίας, με τους «ημέτερους» συνταγματάρχες είχαμε εκείνη ακριβώς τη διαφθορά και εκείνη την «τιμιότητα» που άρμοζε στη γελοιότητά τους:

Αλλά αφού εκτός από τα φασιστοειδή του «εγέρθητου» βρέθηκε και κοτζάμ καθηγητής του Yale να αρθρογραφεί αναπαράγοντας το τόσο γελοίο όσο και «προσφιλές» τροπάρι περί του δήθεν «οικονομικού θαύματος» επί χούντας των συνταγματαρχών, ας υπενθυμίσουμε την πραγματικότητα (τα παρακάτω στοιχεία είδαν για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας το 1975. Πηγή: Journal of the Hellenic Diaspora Vol 2 -1975-, Permanent URL:http://hdl.handle.net/10066/4929. Για αναλυτικότερη ενημέρωση στην επισκόπηση του Βασίλη Καρίφη, «Η ελληνική οικονομία κατά τη διάρκεια της δικτατορίας (1967 – 1974)», στο «greekjunda.blogspot.com»):

1) Το δημόσιο χρέος από 32 δισ. δραχμές το 1966 εκτινάχτηκε στα 87,5 δισεκατομμύρια δραχμές τον Ιανουάριο του 1973 ενώ το 1974 απογειώθηκε στα 114 δισ. δραχμές. Δηλαδή ήταν τέτοιο το έγκλημα που συντελέστηκε στην ελληνική οικονομία επί χούντας ώστε το δημόσιο χρέος υπερτριπλασιάστηκε! Το επίτευγμα της χούντας ήταν τέτοιο που δεν μπορούσε να κρυφτεί ούτε επί των ημερών της. Στο «Βήµα» της 20/10/1973, καταγράφεται ότι στην εξαετία της δικτατορίας το εξωτερικό χρέος αυξήθηκε όσο δεν είχε αυξηθεί από την γέννηση του ελληνικού κράτους το 1821! Σε έξι χρόνια οι χουντικοί έκαναν το χρέος 1,5 φορά µεγαλύτερο απ’ όσο είχε αυξηθεί σε διάστηµα 145 χρόνων!

2) Το εμπορικό έλλειμμα το 1973 έγινε τέσσερις και πέντε φορές μεγαλύτερο από αυτό του 1968. Παρά τη λογοκρισία που ασκείτο στον Τύπο, ήταν τέτοια η κατρακύλα που δεν κρυβόταν με τίποτα: «Η δεύτερη µεγάλη θυσία της ελληνικής οικονοµίας κατά την περίοδο αυτήν (έγραφε το «Βήμα» στο ίδιο άρθρο) υπήρξε η θεαµατική διόγκωση του εµπορικού ισοζυγίου. Το έλλειµµα του εµπορικού ισοζυγίου από 745 εκατ. δολάρια προβλέπεται ότι θα φτάσει τελικά το τέλος του 1973 τα 2.600 εκατ. δολάρια, δηλαδή περίπου θα τετραπλασιασθεί»…

3) Στην Ελλάδα, που 1961-71 είχε το χαμηλότερο ποσοστό πληθωρισμού μεταξύ όλων των χωρών του ΟΟΣΑ (2,2%), ο δείκτης καταναλωτικών τιμών αυξήθηκε κατά 15,3% από το 1972 έως το 1973 και κατά 37,8% από τον Απρίλη του 1973 μέχρι τον Απρίλη του επόμενου έτους, και μάλιστα σε τομείς όπως τα είδη πρώτης ανάγκης και η υγεία. Το 1973 το ποσοστό του πληθωρισμού είχε επιφέρει μειώσεις των πραγματικών μισθών κατά 4%. Με δυο λόγια επί χούντας οι πλούσιοι έγιναν πλουσιότεροι. Πράγμα που επίσης δεν κρυβόταν με τίποτα. Ο Τύπος έγραφε (στο ίδιο): «Ο ανταγωνιστικός χαρακτήρας της οικονοµίας περιορίστηκε. Τα συµπτώµατα κερδοσκοπίας εντάθηκαν. Έχει ήδη σηµειωθεί ένταση στην ανισοκατανοµή µε την αύξηση της µερίδας των κερδών έναντι της µερίδας των µισθών στο εθνικό εισόδηµα. Πρέπει να προστεθεί ότι η τελευταία πληθωριστική διαδικασία δεν έθιξε τα υπέρογκα κέρδη της περιόδου αυτής».

4) Το ποσοστό των δαπανών για την εκπαίδευση στο σύνολο των γενικών κρατικών δαπανών μειώθηκε από 11,6% σε 10%, όταν οι δαπάνες για την «άμυνα» και «δημόσια ασφάλεια» του αστυνομοκρατικού καθεστώτος μέσα σε μια πενταετία σχεδόν διπλασιάστηκαν.

5) Οι προσωπικές καταθέσεις μειώθηκαν ως αποτέλεσμα της οικονομικής δυσχέρειας των λαϊκών στρωμάτων από 34,2 δισεκατομμύρια δραχμές το 1972 σε 19,6 δισεκατομμύρια δραχμές το 1973.

6) Στον αγροτικό τομέα, όπου απασχολείτο το 44% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού, αντί της πενταετούς πρόβλεψης του καθεστώτος για ανάπτυξη 5,2%, η αγροτική οικονομία αναπτύχθηκε κατά μόλις 1,8% στην περίοδο 1967 – 1974, σε αντίθεση με το 4,2% κατά την περίοδο 1963 – 1966. Οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων μειώθηκαν από το 63% του συνόλου των εξαγωγών το 1968 στο 48% το 1972. Το αποτέλεσμα ήταν το κατά κεφαλήν αγροτικό εισόδημα να πέσει από το 55% στο 43% του μέσου κατά κεφαλήν εθνικού εισοδήματος.

7) Οι φόροι που επιβάρυναν τα λαϊκά στρώματα ανέρχονταν στο 91% επί του συνόλου των φορολογικών εσόδων του καθεστώτος τα οποία αυξάνονταν σταθερά: Τα φορολογικά έσοδα από 27,4% του ΑΕΠ το 1966, επί συνταγματαρχών και μέχρι το 1972 αυξήθηκαν στο 29,2%. Αυτά για τα λαϊκά στρώματα. Από την άλλη:

8) Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε κατά οχτώ φορές, μεταξύ του 1967 και 1972. Το ισοζύγιο πληρωμών από μέσο πλεόνασμα 14,6 εκατ. δολαρίων την περίοδο 1960 – 66, εμφάνισε μέσο έλλειμμα την περίοδο 1967-73 ύψους 117 εκατομμυρίων δολαρίων.

9) Οσο για την «ανάπτυξη» που σημειώθηκε επί συνταγματαρχών, το άρθρο του οικονομολόγου Αδαμάντιου Πεπελάση στις 2/8/1974, είναι αποκαλυπτικό και για το χαρακτήρα της «ανάπτυξης» και για το ξεπούληµα της Ελλάδας στο ξένο κεφάλαιο. Γράφει:

«Η ανάπτυξη της επταετίας είχε αντιλαϊκό χαρακτήρα. Η µεγάλη µάζα δηλαδή επωµίσθηκε το βάρος της ανάπτυξης, καρπώθηκε τα λιγότερα ωφελήµατα κι έφερε το κόστος των διάφορων αντιφατικών και συγκυριακών µέτρων για την προσπάθεια επαναφοράς της οικονοµίας σε σχετική σταθερότητα και ισορροπία. Ιδιαίτερα τα µέτρα των τελευταίων 12 µηνών ήταν εξοντωτικά για τα µικρά εισοδήµατα. Η άνοδος των τιµών κατά 40%-45% το 1973 (και κατά 9% για το πρώτο εξάµηνο του 1974) υπερκάλυψε την αύξηση των αστικών εισοδηµάτων ενώ το αγροτικό εισόδηµα άρχισε να συρρικνώνεται σηµαντικά. Οι ξένες παραγωγικές επενδύσεις µειώνονται εντυπωσιακά. Ενώ στην περίοδο 1965-66 εισάγονται 200 εκατ. δολάρια για παραγωγικές επενδύσεις, σ’ όλη την επταετία 1967-1973 εισάγεται πραγµατικά το µισό περίπου της προηγούµενης επταετίας. Τα άλλα ξένα κεφάλαια που εισέρρευσαν ήταν ΑΝΤΑΛΛΑΓΜΑ ΓΙΑ ΤΟ ΞΕΠΟΥΛΗΜΑ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΜΑΣ – αγορά γης, οικοπέδων και παρόµοια».

***

Από τη μια, λοιπόν, χούντα σήμαινε φορολογικά και κάθε λογής προνόμια σε ντόπια και ξένα μονοπώλια, χαριστικές πράξεις στους φιλικά προσκείμενους στη χούντα Ωνάσηδες και Τομ Πάπες, φτηνό και φιμωμένο εργατικό δυναμικό, απαλλαγές από δασμούς και πακτωλός επιχορηγήσεων («νόμοι» 89/1967 και 378/1968) σε εργολάβους, βιομήχανους, μεγαλεμπόρους, μεγαλοξενοδόχους, επιβολή 300 ειδικών μέτρων παροχής πλήρους ελευθερίας στο εγχώριο και ξένο κεφάλαιο να κερδοσποπεί χωρίς κανέναν έλεγχο.

Από την άλλη «ξεχαρβάλωμα» όλων των οικονομικών δεικτών, αποσάθρωση της εγχώριας παραγωγής, βάρη στο λαό και μια πλασματική «ανάπτυξη» που πίσω της έκρυβε αθρόες εισαγωγές, επιμήκυνση πιστώσεων και τεχνητή κυκλοφορία χρήματος, που προέκυπτε από αναγκαστικό δανεισμό κι άλλες τέτοιες υψηλού επιπέδου δημοσιονομικές αλχημείες.

Αυτό ήταν το οικονομικό… «θαύμα» του καθεστώτος των συνταγματαρχών. Αυτά είναι και τα παραμύθια της Χαλιμάς από τους γκεμπελίσκους επιγόνους τους και από τους «τακτοποιημένους» του καθεστώτος που γέννησε εκείνη τη μαύρη για τον τόπο περίοδο.

Και θα ρωτήσει τώρα κάποιος: Μα κοτζάμ Yale, δεν τα γνωρίζει αυτά ο κύριος καθηγητής; Φοβόμαστε ότι δεν προσέχτηκαν όσο έπρεπε τα λόγια του Βάρναλη. Τα επαναλαμβάνουμε:

«Και συ, τσούλα των δήμιων, Επιστήμη,

της Αλήθειας εσχάτη τεφροδόχα,

και συ, πρόστυχη Πένα και ψοφίμι,

του βούρκου λιβανίζετε την μπόχα!»Πηγή: imerodromos.gr

Exit mobile version