Επιστήμονες έκαναν έργα και ανακάλυψαν κάτι μοναδικό – Η χαμένη πόλη που χτίστηκε πριν από 140.000 χρόνια στον βυθό του ωκεανού

Θραύσματα κρανίου ενός Homo erectus ανακαλύφθηκαν μέσα σε αποθέσεις απολιθωμάτων σπονδυλωτών, κατά τη διάρκεια εκβάθυνσης του θαλάσσιου πυθμένα της Ινδονησίας για ένα κατασκευαστικό έργο.

Ανακαλύφθηκε ο αρχαιότερος τρισδιάστατος χάρτης στον κόσμο – Βρέθηκε σε σπήλαιο της Παλαιολιθικής Εποχής και αλληλεπιδρά με το νερό

Το κρανίο του Homo erectus, του αρχαίου προγόνου του ανθρώπου, ανακαλύφθηκε περισσότερα από 140.000 χρόνια αφότου είχε αρχικά ταφεί, διατηρημένο κάτω από στρώματα ιλύος και άμμου στο Στενό Μαντούρα, μεταξύ των νησιών της Ιάβα και της Μαντούρα.

Οι ειδικοί αναφέρουν ότι η τοποθεσία μπορεί να αποτελεί την πρώτη φυσική ένδειξη για τον χαμένο κόσμο, μια προϊστορική χερσαία μάζα γνωστή ως Σάνταλαντ, η οποία κάποτε συνέδεε τη Νοτιοανατολική Ασία σε μια εκτεταμένη τροπική πεδιάδα.

Ανατροπή με την αρχαιότερη παλαιολιθική τοποθεσία στην Ευρώπη – Ανακαλύφθηκε ότι χρονολογείται πριν από 800.000 χρόνια και αυτό ξαναγράφει την ιστορία της Ευρώπης

Είναι η πρώτη φορά που απολιθώματα αυτού του είδους βρίσκονται στον θαλάσσιο πυθμένα μεταξύ των νησιών της Ινδονησίας, και περαιτέρω έρευνες αποκάλυψαν ότι γέφυρες ξηράς κάποτε, ένωναν τα νησιά.

Επιπλέον, βρέθηκαν στοιχεία που μαρτυρούν ότι ο Homo erectus κυνηγούσε προγόνους βοοειδών και εξήγαγε τον μυελό από τα οστά τους.

Βρέθηκε η «Αγία Τριάδα» της παλαιολιθικής εποχής: Νερό, πέτρες και ελέφαντες
Θραύσματα κρανίου του homo rectus. Φωτογραφία: Πανεπιστήμιο του Λέιντεν
Θραύσματα κρανίου του homo rectus. Φωτογραφία: Πανεπιστήμιο του Λέιντεν

Τα μέχρι σήμερα γνωστά δεδομένα

Στη διάρκεια της Εποχής των Παγετώνων, πριν από 140.000 χρόνια στο παρελθόν, στην Ινδονησιακή περιοχή της Σάνταλαντ, η στάθμη της θάλασσας ήταν αρκετά χαμηλή και, τα σημερινά νησιά έμοιαζαν με κορυφογραμμές στρωμένες με σαβάνα χαμηλής βλάστησης.

Ήταν μια έκταση κυρίως ξηρών λιβαδιών, με λωρίδες δασών κατά μήκος των ποταμών, όπου ζούσαν  ζώα όπως κροκόδειλοι, καρχαρίες του γλυκού νερού, ελέφαντες, ιπποπόταμοι, ρινόκεροι και σαρκοφάγες σαύρες.

Η Σάνταλαντ, ήταν ένας παράδεισος και για τα πρώτα ανθρώπινα είδη.

Η ανατροπή που έφερε η μελέτη

Ενώ θεωρούταν πως, η Σάνταλαντ ήταν απομονωμένη από τη νήσο Ιάβα, δύο απολιθωμένα θραύσματα από κρανίο Homo erectus, τα οποία ήρθαν στην επιφάνεια κατά τη διάρκεια μίας πρόσφατης εκβάθυνσης του ωκεανού, για την κατασκευή ενός τεχνητού νησιού, αποκάλυψε πως, το είδος αυτό, μετανάστευσε και εξαπλώθηκε στα νησιά διασχίζονταν χερσαίες  γέφυρες.

Ο Homo erectus ανακαλύφθηκε για πρώτη φορά στη νήσο Ιάβα – γι’ αυτό και αρχικά, μέχρι την επίσημη ονομασία του, περιγραφόταν ως ο “άνθρωπος της Ιάβα“.

Ποτέ ωστόσο, δεν είχαν ανακαλυφθεί απολιθωμένα λείψανα στον θαλάσσιο πυθμένα μεταξύ των νησιών της Ιάβας, του Μπαλί, της Σουμάτρας και του Βόρνεο.

Η πρωτοπορία της πρόσφατης ανακάλυψης

Ωστόσο, τώρα που έχουν βρεθεί δείγματα, ο Harold Berghuis — αρχαιολόγος από το Πανεπιστήμιο του Λέιντεν στην Ολλανδία, και επικεφαλής της έρευνας — πιστεύει ότι ο Homo erectus αξιοποιούσε την πλέον βυθισμένη γη και πιθανότατα εγκαταστάθηκε κοντά στις όχθες των ποταμών της περιοχής.

Το περιβάλλον και η διαβίωση των ανθρωπιδών

“Κάτω από το σχετικά ξηρό κλίμα του Μέσου Πλειστόκαινου της ανατολικής Ιάβα, τα κοπάδια των φυτοφάγων και οι πληθυσμοί των ανθρωπιδών στις πεδινές εκτάσεις πιθανώς εξαρτώντο από μεγάλους, αιωνόβιους ποταμούς, οι οποίοι παρείχαν πόσιμο νερό, όπως και από χερσαίες και υδάτινες πηγές τροφής”, δήλωσε ο Berghuis σε μελέτη που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο Quaternary Environments and Humans.

Οι ανθρώπινοι αυτοί πρόγονοί μας, μπορούσαν να αξιοποιήσουν τους κοντινούς αυτούς, αρχαίους ποταμούς. Τα δένδρα καρποφορούσαν όλη τη χρονιά, ενώ οι πρώτοι άνθρωποι ψάρευαν, ψάρια, όστρακα και συνέλεγαν βρώσιμους καρπούς.

Μπορεί ακόμη να χρησιμοποιούσαν τα κελύφη των μυδιών ως εργαλεία – τα αρχαιότερα γνωστά που είχαν χρησιμοποιηθεί για αυτόν τον σκοπό – ενώ ορισμένα από αυτά, τα χάρασσαν (οι αρχαιότερες ανθρώπινες επιγραφές ανακαλύφθηκαν σε κογχύλια στο νησί της Ιάβα).

Μαζί με τα οστά του κρανίου, οι ερευνητές ανακάλυψαν 6.000 απολιθώματα ζώων από 36 είδη, μεταξύ των οποίων βαρανίδες (δράκοι Κομόντο), βουβάλια, ελάφια και ελέφαντα.
Αναγνωρίζοντας τη σημασία των ευρημάτων, οι επιστήμονες ξεκίνησαν ενδελεχείς έρευνες, συλλέγοντας προσεκτικά και καταγράφοντας τα ευρήματα για μελέτη.

Για την κατανόηση της ανακάλυψης, οι ερευνητές ανέλυσαν στρώματα του ιζήματος από όπου βρέθηκαν τα απολιθώματα και αποκάλυψαν ένα θαμμένο σύστημα της κοιλάδας, το οποίο χρονολογούταν από τον αρχαίο ποταμό Σόλο, ο οποίος κινούταν προς τα ανατολικά, στη σημερινή υφαλοκρηπίδα της Σάντα.

Το ίζημα της κοιλάδας, μαρτυρά ένα πλούσιο οικοσύστημα του ποταμού κατά την ύστερη εποχή του Μέσου Πλειστόκαινου.

H χρονολόγηση των ιζημάτων, ήταν καθοριστικής σημασίας. Οι ερευνητές αξιοποίησαν οπτικά διεγερμένη φωταύγεια (OSL) σε κόκκους χαλαζία προκειμένου να καταλάβουν πότε ήταν η τελευταία φορά που, τα ιζήματα εκτέθηκαν στο φως του ήλιου.

Απολιθώματα του homo erectus. Φωτογραφία: Πανεπιστήμιο του Λέιντεν
Απολιθώματα του homo erectus. Φωτογραφία: Πανεπιστήμιο του Λέιντεν

Απολιθώματα εξαφανισμένων ειδών

Τα σκόπιμα σημάδια εγκοπών που έφεραν ορισμένα από αυτά, αποτελούν απόδειξη πως, οι πρώτοι ανθρώπινοι πρόγονοι, ακολουθούσαν προηγμένες τεχνικές κυνηγιού.
Αν και, τα απολιθώματα είχαν ανακαλυφθεί από εξορύκτες άμμου το 2011, οι εμπειρογνώμονες μόλις πρόσφατα προσδιόρισαν την ηλικία και το είδος τους, σηματοδοτώντας ένα κομβικό ορόσημο στην παλαιοανθρωπολογία.

Τα νέα ευρήματα, δείχνουν πως, οι πρώτοι άνθρωποι κυνηγούσαν ακόμη ποταμοχελώνες και επίγεια ζώα.
Οστά από ποταμοχελώνες και προγόνους βοοειδών, φέρουν σημάδια κοπής και ρήξης που υποδηλώνουν κατανάλωση, τόσο του κρέατος, όσο και του μυελού των οστών τους.

Η ομάδα βρήκε επίσης απολιθώματα ενός εξαφανισμένου είδους μεγάλων φυτοφάγων θηλαστικών με προβοσκίδα παρόμοιων με τους σύγχρονους ελέφαντες, γνωστού ως Στεγόδων (Stegodon).

Ο Στέγοδων, έφτανε σε ύψος τα 3.96 μέτρα και ζύγιζε πάνω από 10 τόνους. Οι γομφίοι του (τραπεζίτες) είχαν χαρακτηριστικές “στέγες” ή πτυχώσεις – από εκεί και το όνομά του, αλλά λιγότερες από τον σημερινό ελέφαντα, γεγονός που δείχνει πως, ήταν ένα ενδιάμεσο εξελικτικό στάδιο.

Ακόμη, ανακαλύφθηκαν ευρήματα από διάφορα είδη ελαφιών, μεταξύ των οποίων οστά και δόντια διαφόρων ειδών, μαρτυρώντας έναν ετερόκλητο και υγιή πληθυσμό του συγκεκριμένου ζώου.

Η παρουσία των ελαφιών, είναι καθοριστικής σημασίας, καθώς είναι η βασική απόδειξη του περιβάλλοντος που υπήρξε κάποτε, μάλλον αραιές δασικές ή χορτόφυτες εκτάσεις με επαρκές νερό και βλάστηση για τη βόσκηση και διαβίωση των ζώων.

Τα ελάφια, αποτελούσαν πολύτιμη πηγή τροφής για τα αρπακτικά αλλά και για τα πρώτα ανθρώπινα είδη.

Επίσης, απολιθώματα από ζώα συγγενικά με την αντιλόπη, ενισχύουν τη θεωρία των κατοίκων της χορτόφυτης έκτασης.

Τα ζώα αυτά, προτιμούσαν τους ανοιχτούς χώρους, παρά τα πυκνά δάση. Τα απολιθώματά τους, βοήθησαν στην ανασύνθεση του αρχαίου τοπίου, όπως οι χορτόφυτες εκτάσεις ή περιοχές όπως είναι η σαβάνα.

Τα στοιχεία που αποκαλύπτουν τα απολιθώματα ζώων στον πυθμένα

Ήταν ήδη γνωστό πως, περισσότερα σύγχρονα ανθρώπινα είδη στην Ασιατική ενδοχώρα (όπως οι Ντενίσοβαν και οι Νεάντερνταλ), κυνηγούσαν βοοειδή, ενώ δεν υπάρχουν στοιχεία αυτής της δραστηριότητας στη νήσο Ιάβα. Ωστόσο, η παρουσία απολιθωμάτων από τον πυθμένα της θάλασσας, ίσως υποδηλώνουν  ότι οι μέθοδοι κυνηγιού μεταβιβάστηκαν από ένα είδος σε ένα άλλο.

Ενδέχεται ακόμη και οι μέθοδοι να διασταυρώθηκαν μεταξύ τους.

Η ξηρά που αποκαλύφθηκε λόγω της μείωσης της στάθμης της θάλασσας, επέτρεψε επίσης σε ζωικά είδη από την ηπειρωτική χώρα—όπως ο εξαφανισμένος ασιατικός ιπποπόταμος και ο υπό εξαφάνιση (αλλά ακόμη ζωντανός) δράκος του Κομόντο—να εξαπλωθούν στα νησιά της Ινδονησίας.

Νέα δεδομένα στη γνώση για τον Homo erectus

Ο Homo erectus σηματοδότησε μια καθοριστική καμπή στην ανθρώπινη εξέλιξη.

Ήταν το πρώτο ανθρώπινο είδος που έμοιαζε περισσότερο με τον σύγχρονο άνθρωπο: είχε μεγαλύτερο σώμα, πιο μακριά πόδια, πιο κοντά χέρια σε σχέση με τον κορμό του.
Περισσότερη μυϊκή μάζα, σήμαινε πως, οι πρόγονοι του σύγχρονου ανθρώπου, μπορούσαν να περπατούν και να τρέχουν πιο γρήγορα σε σχέση με τις προγενέστερες Ανθρωπίδες, ενώ πιθανόν να ήταν και πιο επιδέξιοι κυνηγοί.

Η αύξηση της σωματικής μάζας, σχετίζεται και με την αύξηση του μεγέθους του εγκεφάλου, ενώ τα κρανία τους, μαρτυρούν πως, ήταν πάνω από 50% μεγαλύτεροι σε σχέση με τα είδη του αυστραλοπιθήκου (αν και τελικά, ο ανθρώπινος εγκέφαλος, θα εξελισσόταν κατά 40% περισσότερο τη στιγμή της εμφάνισης του Homo sapiens).

“Η ύστερη Μέση εποχή του Πλειστόκαινου του σημείου αυτού, έχει μεγάλη σημασία για την εξέλιξη των Ανθρωπίδων , καθώς είναι μια περίοδος που χαρακτηρίζεται από μεγάλη μορφολογική ποικιλομορφία και κινητικότητα των πληθυσμών ανθρωπιδών στην περιοχή”, εξήγησαν ο Berghuis και η ομάδα του.

Με την αύξηση της στάθμης της θάλασσας, βυθίστηκαν οι χερσαίες γέφυρες ανάμεσα στα νησιά της Σάνταλαντ αλλά, η εκβάθυνση μας έχει προσφέρει άνευ προηγουμένου στοιχεία σχετικά με τη ζωή του Homo erectus στην Ινδονησία.

Το νησί BMS στο Στενό της Μαντούρα λίγο μετά την ανάκτηση εδαφών, Ιούνιος 2015. Φωτογραφία: Harold Berghuis
Το νησί BMS στο Στενό της Μαντούρα λίγο μετά την ανάκτηση εδαφών, Ιούνιος 2015. Φωτογραφία: Harold Berghuis

Ασφαλή συμπεράσματα

Η χρονολόγηση ανάγει το έδαφος και τα απολιθώματα της κοιλάδας περίπου 162.000 και 119.000 χρόνια στο παρελθόν, δηλαδή στην ύστερη περίοδο του Μέσου Πλειστόκαινου.

Τα δύο θραύσματα κρανίου του Homo erectus, ένα μετωπιαίο και βρεγματικό οστό, συγκρίθηκαν με τα γνωστά απολιθώματα του Homο erectus από το νησί της Ιάβα.

Η στενή τους ομοιότητα, επαλήθευσε πως, τα απολιθώματα του Στενού της Μαντούρα, είναι από Homo erectus, επεκτείνοντας το γνωστό μέχρι σήμερα βεληνεκές του είδους, στη -βυθισμένη σήμερα – περιοχή της Σάνταλαντ.

Θεωρείται πλέον, το πρώτο υποθαλάσσιο απολίθωμα ανθρωπίδας στη Σάνταλαντ.

Η μελέτη προσφέρει τα πρώτα άμεσα στοιχεία που αποδεικνύουν την παρουσία των προγόνων του ανθρώπου στη σημερινή βυθισμένη Σάνταλαντ – αμφισβητώντας προγενέστερες αντιλήψεις που κάνουν λόγο για γεωγραφικούς περιορισμούς του Homo erectus.

Τονίζει παράλληλα, τον καθοριστικό ρόλο που παίζουν τα βυθισμένα τοπία, στην ανίχνευση της ανθρώπινης εξέλιξης και της μετανάστευσης σ’ ολόκληρη τη νοτιοανατολική Ασία.

Ο Berghuis και η ομάδα του, απέδειξαν πώς, ο συνδυασμός γεωλογικών αρχαιολογικών και παλαιοπεριβαλλοντικών μεθόδων, οδηγεί στην αποκάλυψη χαμένων κεφαλαίων της ανθρώπινης ιστορίας που πλέον βρίσκεται κάτω από τη θάλασσα.

Τα απολιθώματα του Στενού της Μαντούρα, είναι μόνο ένα κομμάτι του παζλ που εκτείνεται σε ηπείρους σε ανάγεται σε χιλιετίες. Με την εξέλιξη της υποθαλάσσιας εξερεύνησης, ο επιστήμονες ελπίζουν να φέρουν στο φως χαμένες πόλεις, εκτάσεις και μνήμες που κρύβονται κάτω από το νερό.

 

 

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ

ENIKOS NETWORK