Αρχαιολόγοι εξέτασαν «ακουστικά» αρχαίο ελληνικό ιερό για να λύσουν ένα μυστήριο – Βρίσκεται στην κορυφή ενός βουνού της Αρκαδίας

Οι αρχαιολόγοι έχουν “ακούσει” ένα αρχαίο ελληνικό ναό – και η έρευνα θα μπορούσε να ρίξει νέο φως στον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιήθηκαν κάποτε τμήματα του χώρου η χρήση των οποίων παραμένει μυστήριο.  Κι όταν λέμε έχουν «ακούσει», εννοούμε μια εξέταση της ακουστικής του χώρου.

Συνήθως, οι έρευνες ιστορικών χώρων έχουν βασιστεί σε ό,τι μπορούν να δουν οι αρχαιολόγοι. Αλλά τα τελευταία χρόνια έχουν εμφανιστεί νέες τεχνικές, που επιτρέπουν στους ερευνητές να τους εξερευνήσουν με διαφορετικούς τρόπους χρησιμοποιώντας άλλες αισθήσεις. Μια τέτοια μέθοδος είναι γνωστή ως “ψυχοακουστική” – μια τεχνική που χρησιμοποιείται για να διερευνήσει πώς οι ήχοι γίνονται αντιληπτοί από τον άνθρωπο.

Στην τελευταία μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Open Archaeology, η ερευνήτρια Pamela Jordan του Πανεπιστημίου του Άμστερνταμ στην Ολλανδία χρησιμοποίησε την ψυχοακουστική για να εξερευνήσει το αρχαίο ιερό του Δία στο Λύκαιο Όρος, στην Πελοπόννησο και να διερευνήσει πώς μπορεί να χρησιμοποιήθηκε από τους σύγχρονους επισκέπτες.  “Τι μπορούμε να μάθουμε για το μακρινό παρελθόν ενός τόπου «ακούγοντας» τη σημερινή του μορφή; Η ψυχοακουστική προσφέρει μια πολλά υποσχόμενη, υποκειμενοκεντρική προσέγγιση στο ξεκλείδωμα της ηχητικής εμπειρίας παρελθοντικά κτισμένων χώρων”, έγραψε η Jordan στη μελέτη.

«Ήμουν πραγματικά περίεργη να πειραματιστώ συνδυάζοντας την ψυχοακουστική με τις αρχαιολογικές προσεγγίσεις. Υπάρχουν τόσα πολλά που είναι άγνωστα για την περιοχή και για το πώς λειτουργούσε στην αρχαιότητα. Ίσως ο ήχος να μπορούσε να αποκαλύψει κάτι, ένα μοτίβο που δεν μπορούσα να δω», είπε η ίδια στο Newsweek.

Το ιερό, το οποίο βρίσκεται περίπου 200 χιλιόμετρα από την Αθήνα, ήταν χτισμένο στη νότια κορυφή του Λυκαίου όρους. Ήταν ένα από τα πιο φημισμένα ιερά στον αρχαίο κόσμο. Στην αρχαία ελληνική μυθολογία, το βουνό λέγεται ότι ήταν μία από τις τοποθεσίες όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε ο Δίας, ο βασιλιάς των θεών. Στη νότια κορυφή του βουνού, που φτάνει σε υψόμετρο λίγο περισσότερο 1370 μέτρα, βρίσκονται τα απομεινάρια ενός βωμού του Δία που αποτελείται από ένα μεγάλο σωρό στάχτης με έναν τοίχο αντιστήριξης. Το παχύ στρώμα τέφρας είναι το αποτέλεσμα αιώνων τελετουργικών θυσιών στις οποίες κάηκαν ζώα ή και ενδεχομένως κάποιοι άνθρωποι. Ακριβώς κάτω από το βωμό βρίσκονται οι βάσεις δύο κιόνων και ένας ανοιχτός χώρος που χαρακτηρίζεται ως τέμενος ή “ιερός περίβολος”.

Οι ανασκαφές στο βωμό αποκάλυψαν στοιχεία ανθρώπινης δραστηριότητας εκεί, πριν από περίπου 5.000 χρόνια, δηλαδή αιώνες πριν από την πρώτη φορά που θεωρήθηκε ότι ο Δίας λατρευόταν από τους πρώτους Έλληνες. Αυτό υποδηλώνει ότι υπήρχε μια παλαιότερη παράδοση λατρείας στο χώρο, η οποία προφανώς αφορούσε σε μια άλλη, άγνωστη, θεότητα.
Άλλα στοιχεία που αποκαλύφθηκαν εντός του ιερού υποδεικνύουν ότι η λατρεία του Δία στην περιοχή καθιερώθηκε πριν από περισσότερα από 3.000 χρόνια, με τη μορφή τελετουργιών πόσης, ίσως και φαγητού, άρα γιορτής.

Πιο κάτω από την κορυφή από όπου βρίσκεται ο βωμός, σε ένα πλάτωμα, βρίσκονται τα ερείπια ενός αρχαίου ιπποδρόμου, ένας χώρος σταδίου και άλλες κατασκευές που σχετίζονται με μια πρώιμη αθλητική γιορτή που γινόταν προς τιμήν του Δία, κάθε τέσσερα χρόνια. Οι κατασκευές χρονολογούνται πιθανότατα γύρω στον 4ο αιώνα π.Χ. Το φεστιβάλ αυτό ανταγωνιζόταν την γιορτή που γινόταν στο γειτονικό ιερό του Δία στην Ολυμπία -το χώρο των αρχικών Ολυμπιακών Αγώνων.

Σήμερα, η αρχιτεκτονική του ιερού του Λυκαίου είναι μόνον ερείπια και υπάρχουν πολύ λίγα στοιχεία που υποδεικνύουν δραστηριότητα στον χώρο, εκτός από μεγάλες και σπάνιες συγκεντρώσεις, όπως οι αθλητικές γιορτές. Αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι ο χώρος ήταν “πολύ πιθανό” να χρησιμοποιείτο καθημερινά από τους τοπικούς πιστούς, σύμφωνα με τη μελέτη.
Στο πλαίσιο αυτό, η χρήση ψυχοακουστικών τεχνικών που αποκαλύπτουν τον τρόπο με τον οποίο οι ήχοι αλληλεπιδρούν μεταξύ διαφορετικών δομών μπορεί να ρίξει φως στον τρόπο με τον οποίο ο χώρος χρησιμοποιείτο στην αρχαιότητα.

 

Μεταξύ του 2015 και του 2022, η ερευνήτρια και οι συνεργάτες της διεξήγαγαν τέσσερα πειράματα στα οποία έπαιξαν προηχογραφημένους ήχους, που κυμαίνονταν από λευκό θόρυβο έως ομιλίες, σε διαφορετικά σημεία διάσπαρτα στην περιοχή.

Οι ήχοι αυτοί καταγράφηκαν σε άλλο σημείο εντός του χώρου με τη χρήση δύο μικροφώνων τοποθετημένων κοντά το ένα στο άλλο για να μιμηθούν τον τρόπο με τον οποίο ακούν τα ανθρώπινα αυτιά – μια τεχνική γνωστή ως διφωνική ηχογράφηση. Στη συνέχεια, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν ψηφιακά εργαλεία για να βοηθήσουν στην αξιολόγηση της συχνότητας και της καθαρότητας του ήχου που “ακούστηκε” σε διαφορετικές τοποθεσίες.

Οι καταγραφές αυτές επέτρεψαν στην Jordan και τους συναδέλφους της να ρίξουν φως στον τρόπο χρήσης του χώρου. Για παράδειγμα, η επιφάνεια του ιπποδρόμου αντανακλούσε τον ήχο τόσο στο κοινό εντός του χώρου όσο και στους ανθρώπους που μπορεί να είχαν συγκεντρωθεί στην πλαγιά του λόφου. Αυτό το εύρημα δείχνει ότι η πλαγιά του λόφου μπορεί να χρησίμευε ως σημαντικός χώρος για την παρακολούθηση των δρώμενων.

Είναι ενδιαφέρον ότι η μελέτη αποκάλυψε πως ο ήχος από την πλαγιά μπορούσε επίσης να ακουστεί καθαρά στον ιππόδρομο. Εάν η πλαγιά του λόφου χρησιμοποιούνταν από θεατές, αυτό θα εξυπηρετούσε έναν σημαντικό σκοπό, σύμφωνα με τη μελέτη.  “Ορισμένα τμήματα των πλαγιών του λόφου ήταν καλά τόσο για την όραση όσο και για την επικοινωνία με τις δραστηριότητες στον ιππόδρομο, ενώ άλλα ήταν λιγότερο βέλτιστα”, δήλωσε η Jordan στο Newsweek.

“Η παρακολούθηση εκείνη την εποχή ενός τελετουργικού πλαισίου ήταν πολύ ενεργή- ήταν μια ανταλλαγή με τους αθλητές και τους ανθρώπους που πραγματικά διεξήγαγαν την τελετουργία”, ανέφερε η Jordan σε δελτίο τύπου. “Έτσι (σ.σ όσοι συμμετείχαν ή διεξήγαν τις τελετές) χρειάζονταν τη συμβολή του πλήθους ως μέρος αυτής της αμοιβαίας σχέσης”.

Σε μικρότερη κλίμακα, η ομάδα εφάρμοσε επίσης ψυχοακουστικές τεχνικές σε ένα μικρό, ημικυκλικό κτίριο, άγνωστης λειτουργίας. Διαπίστωσαν ότι ο χώρος αυτός θα δημιουργούσε πιθανότατα ένα “αυξημένο ηχητικό περιβάλλον”, διαφορετικό από οποιοδήποτε άλλο μέρος του ιερού, το οποίο μπορεί να ενίσχυε τις κινήσεις κάποιου.  “Το ηχητικό περιβάλλον στο μικρό κτίριο με τους ημικυκλικούς τοίχους ήταν αρκετά ιδιαίτερο για ολόκληρο το ιερό”, δήλωσε η Jordan στο Newsweek. “Ακόμη και μετά από πολλά χρόνια που πέρασα στον χώρο, εξεπλάγην από την ποικιλία των ηχητικών εμπειριών που ήταν σαφώς παρούσες στην αρχαιότητα και οι οποίες πρέπει να συνέβαλαν στην τελετουργική συμμετοχή κάθε επισκέπτη”, εξήγησε.

Ένα τέτοιο ηχητικό περιβάλλον θα μπορούσε να είναι σημαντικό αν το κτίριο λειτουργούσε αρχικά ως ιερός χώρος, ειδικά αν η παραγωγή ήχου έπαιζε κάποιο ρόλο στις τελετουργικές δραστηριότητες στο εσωτερικό του, σύμφωνα με τη μελέτη. Οι πρακτικές που βασίζονται στον ήχο συνδέονταν με τη λατρεία μιας άλλης ελληνικής θεότητας, του Πάνα, ιδιαίτερα σε σπήλαια και σπηλιές. Στοιχεία της λατρείας αυτού του θεού φαίνεται να προέρχονται από το βουνό τον έκτο αιώνα π.Χ.

Ωστόσο, η Τζόρνταν δήλωσε ότι τα όποια συμπεράσματα εξάγονται από τόσο πρώιμες ψυχοακουστικές μελέτες θα πρέπει να ερμηνεύονται με προσοχή. Δεν είναι ακόμη γνωστό αν τα ηχητικά φαινόμενα που παρατήρησε η ομάδα ήταν σκόπιμα. Και ακόμη και αν ήταν, η σύγχρονη ερμηνεία των ήχων αυτών μπορεί να είναι διαφορετική από εκείνη των αρχαίων Ελλήνων που επισκέπτονταν συχνά την περιοχή.

Παρ’ όλα αυτά, η ερευνήτρια δήλωσε ότι ελπίζει ότι αυτές οι μέθοδοι θα χρησιμοποιούνται συχνότερα τα επόμενα χρόνια και ότι θα ήθελε να τις χρησιμοποιήσει για να εξερευνήσει και άλλες τοποθεσίες στο μέλλον.

“Νομίζω ότι η μελέτη αποδεικνύει ότι η ψυχοακουστική, και γενικότερα η μελέτη της αντίληψης, μπορεί να προσφέρει πληροφορίες για αρχαία περιβάλλοντα σε πολλαπλές κλίμακες, ακόμη και όταν οι αρχιτεκτονικές δομές βρίσκονται σε υποβαθμισμένη κατάσταση”, δήλωσε η Jordan.

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ