Φωτιά στο Μάτι: Το Δημόσιο άσκησε έφεση στην απόφαση καταβολής αποζημίωσης σε συγγενείς θύματος

Έφεση άσκησε το Ελληνικό Δημόσιο κατά της απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου της Αθήνας το οποίο πριν από λίγους μήνες δικαίωσε τους πρώτους συγγενείς θυμάτων της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι που είχαν προσφύγει διεκδικώντας αποζημίωση λόγω ψυχικής οδύνης.

Της Άννας Κανδύλη

Η έφεση ασκήθηκε λίγες μόλις ημέρες μετά την επίσκεψη του Πρωθυπουργού στο Μάτι συνοδεία του πρώην προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας και σε αυτή τον ελληνικό δημόσιο επικαλείται έξι λόγους χαρακτηρίζοντας την πυρκαγιά «περιστατικό ανωτέρας βίας».

Συγκεκριμένα, επικαλείται το γεγονός ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν έκανε δεκτό το αίτημα του περί έκδοσης προδικαστικής απόφασης με σκοπό τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης καθώς υποστηρίζει πως προέκυψαν ζητήματα για τα οποία απαιτούνται ειδικές επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις, όπως: η «αιφνίδια μεταβολή του καιρού», η «σπανιότητα και ιδιαιτερότητα της τόσο ραγδαίας αύξησης της έντασης των ανέμων σε τοπικό επίπεδο», η «αντικειμενική αδυναμία πτήσης των εναέριων μέσων κατά τις απογευματινές ώρες του ένδικου δυστυχήματος λόγω καιρικών συνθηκών», η «αντικειμενική αδυναμία κατάσβεσης του πύρινου μετώπου από τις εναέριες και επίγειες δυνάμεις λόγω της έντασης και του μεγέθους (πλάτους, ύψους) της πυρκαγιάς».

Αναφέρει δε, πως «κακώς το Πρωτοδικείο δέχθηκε τον αναπόδεικτο ισχυρισμό των αντιδίκων ότι η έλλειψη εισήγησης για εκκένωση προκάλεσε το ένδικο τραγικό αποτέλεσμα», καθώς «από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν προέκυψε ότι τυχόν εισήγηση του ΠΣ για οργανωμένη προληπτική απομάκρυνση των κατοίκων θα μπορούσε χρονικά και τεχνικά να πραγματοποιηθεί και να ολοκληρωθεί πριν την έλευση του θερμικού κύματος που προηγείτο της φωτιάς, δηλαδή με ασφαλή και αίσια κατάληξη για τους κατοίκους».

Ευθύνες στα θύματα

Το ελληνικό δημόσιο υποστηρίζει επίσης πως έλαβε μέτρα «άκρας επιμέλειας», και πως «η πυροσβεστική υπηρεσία δεν αδράνησε κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της, αλλά αντιθέτως επιστράτευσε άμεσα όλη τη διαθέσιμη δύναμη για την αντιμετώπιση της πυρκαγιάς. Παρά ταύτα, δεδομένου του τεράστιου πλήθους των ταυτόχρονων εστιών φωτιάς που εκδηλώνονταν σε διάφορα σημεία στην επίδικη περιοχή και λόγω της ταχύτητας εναέριας και επίγειας μεταφοράς καυτρών, δεν κατέστη δυνατή αντικειμενικά η αντιμετώπιση όλων των περιστατικών…».

Αναφέρει μάλιστα πως ακόμα και αν η Πυροσβεστική εισηγείτο την εκκένωση των πολιτών, δεν είναι βέβαιο ότι θα ολοκληρωνόταν επιτυχώς. «..Δεν είχε υλοποιηθεί το σύστημα ειδοποιήσεις 112, οι οδοί εντός και πέριξ των οικισμών είναι μικροί και δαιδαλώδεις (χωρίς ρυμοτομία και με αδιέξοδα), η πυρκαγιά εξαπλωνόταν με μεγάλη ταχύτητα κι από μεγάλο ύψος μέσω καυτρών (που δημιουργούσαν εστίες φωτιάς προς όλες τις πιθανές κατευθύνσεις εκκένωσης), η απόσταση από το μέτωπο της πυρκαγιάς έως την ακτογραμμή ήταν μόλις 5 χιλιόμετρα, οι άνεμοι έπνεαν με εντάσεις 10 και 11 μποφόρ, δεν υπήρχε ασφαλές καταφύγιο για τον πληθυσμό εκτός από τις οικίες και τα κτίσματα τα οποία θα εκκενώνονταν (με δεδομένο ότι δεν θα ήταν δυνατόν όλος ο πληθυσμός να χωρέσει στις ακτές)…»

Επιρρίπτει δε, εμμέσως πλην σαφώς και ευθύνες στους ίδιους τους πολίτες, καθώς όπως αναφέρει υπήρξε ενημέρωση προς τους φορείς και τους πολίτες τόσο για τον επικείμενο κίνδυνο με δελτίο τύπου της ΓΓΠΠ όσο και για τα μέτρα αντιμετώπισης του τα οποία σε πολλές περιπτώσεις δεν ακολουθήθηκαν, όπως η οδηγία «μην εγκαταλείπετε το κτίριο εκτός αν η διαφυγή σας είναι πλήρως εξασφαλισμένη».

Η απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου

Το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών με την υπ’ αριθμόν 17030/2022 απόφασή του είχε αναγνωρίσει ευθύνη του δημοσίου για τον θάνατο μιας 77χρονης γυναίκας και είχε επιδικάσει χρηματική αποζημίωση λόγω ψυχικής οδύνης σε πέντε συγγενείς της, ύψους 300.000 ευρώ με τους νόμιμους τόκους. Σύμφωνα με τον δικηγόρο της οικογένειας, Δημήτρη Σκύφτα : «Με την υπ’
αριθμ 17030/2022 απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, όπως είναι γνωστό, επιδικάστηκε η πρώτη αποζημίωση στους εντολείς μας – συγγενείς θύματος από την τραγική φωτιά στην περιοχή της Ανατολικής Αττικής (Ν. Βούτζας – Μάτι) τον Ιούλιο του 2018, για χρηματική ικανοποίηση λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν.

Κατά της απόφασης αυτής το Ελληνικό δημόσιο ήγειρε έφεση προκειμένου να οδηγηθεί η υπόθεση ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών (έχει εκ του νόμου την υποχρέωση) Στο εφετήριό του το ελληνικό δημόσιο, πέραν των νομικών λόγων, επαναλαμβάνει τη θέση του ότι τα θύματα έχουν ποσοστό συνυπαιτιότητας λόγω της μη πληροφόρησής τους από τα ΜΜΕ ή από το διαδίκτυο (site πολιτικής προστασίας) για το πως να αυτοπροστατευθούν.

Επιπροσθέτως το ελληνικό δημόσιο αναφέρεται εκ νέου στην «άναρχη» δόμηση της περιοχής και στην ύπαρξη αυθαιρέτων, καίτοι αυτά ήταν γνωστά στις αρχές και στην προκειμένη περίπτωση δεν υπήρχε κανένα ζήτημα αυθαιρέτου (όλα νόμιμα). Τέλος, κατά το ελληνικό δημόσιο, η επιδικασθείσα αποζημίωση από το Δικαστήριο, κρίνεται υπερβολική και επικουρικά ζητά τη μείωσή της. Σημειώνω ότι η υπόθεση αυτή δεν έχει προσδιοριστεί ακόμα προς εκδίκαση ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου».

Νέα εισαγγελική έρευνα

Την ίδια ώρα βρίσκεται σε εξέλιξη νέα προκαταρκτική έρευνα στην Εισαγγελία Πρωτοδικών για την φονική πυρκαγιά, μετά την διαβίβαση από τον εισαγγελέα της έδρας του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου της Αθήνας, Παναγιώτη Μανιάτη , λίστας εγκαυματιών που πρωτοεμφανίστηκαν στο δικαστήριο οι οποίοι δεν είχαν καταθέσει στις δικαστικές αρχές και εμφανίστηκαν στο δικαστήριο. Σύμφωνα με πληροφορίες ήδη έχουν ξεκινήσει να καταθέτουν οι εγκαυματίες.

 

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ