Εκλογικός νόμος: Τα επικρατέστερα σενάρια—Ιστορική αναδρομή στις αναμετρήσεις από το 1974 και μετά

Μονοπωλεί τον δημόσιο διάλογο τις τελευταίες ημέρες η συζήτηση για να αλλάξει ο εκλογικός νόμος,  θέμα που αφήνει ανοιχτό η κυβέρνηση, προκαλώντας αντιδράσεις από την αντιπολίτευση. Ο εκλογικός νόμος παραδοσιακά στην Ελλάδα καθορίζεται με νόμο της Βουλής και ισχύει από τις μεθεπόμενες εκλογές.  Έτσι οι επόμενες εκλογές, που η κυβέρνηση έχει προσδιορίσει ότι θα γίνουν περίπου σε εννέα μήνες,  θα γίνουν με τον εκλογικό νόμο που έχει ψηφίσει η προηγούμενη κυβέρνηση, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και που είναι η απλή αναλογική.

Του Θοδωρή Γ. Κανέλλου

Από την ψήφιση του νόμου αυτού ακόμα, η τότε αντιπολίτευση και σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ, με πρόεδρο τον Κυριάκο Μητσοτάκη, είχε δηλώσει την αντίθεσή της στον νόμο, επειδή δεν δίνει σταθερές και αυτοδύναμες κυβερνήσεις, αλλά οδηγεί σε συμμαχίες και αυτές με τη σειρά τους μπορεί να οδηγούν σε πολιτική αστάθεια. Έτσι η κυβέρνηση άλλαξε τον εκλογικό νόμο, το 2020, με τον νέο που σήμερα ισχύει να προβλέπει ότι το πρώτο κόμμα θα πριμοδοτείται με 20 έδρες,  εάν φθάνει στο 25% και με μια επιπλέον έδρα για κάθε 0,5% άνω του ορίου εισαγωγής στην πριμοδότηση.

Πρόκειται για ένα νόμο που, όπως όλοι οι σύγχρονοι ελληνικοί εκλογικοί νόμοι,  ενέχει στοιχεία απλής και ενισχυμένης αναλογικής. Ο συγκεκριμένος νόμος δίνει αυτοδυναμία στο πρώτο κόμμα αν αυτό πιάσει περίπου το 38%. Πλέον αυτό που συζητείται είναι ένα σχήμα πάντα ενισχυμένης αναλογικής, αλλά κάπως πιο … ενισχυμένης, αφού θα δίνει την αυτοδυναμία στο 35% με 36%. Τα σενάρια είναι πολλά, πάντως το επικρατέστερο είναι ένας νόμος που θα προβλέπει το μπόνους των 50 εδρών που προέβλεπε ο νόμος 3636/2008, του τότε Υπουργού Εσωτερικών Προκόπη Παυλόπουλου.

Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος στον Realfm 97,8

Με αφορμή τις φωτιές που έχει ανάψει στο πολιτικό σκηνικό η συζήτηση για τον εκλογικό νόμο σήμερα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου τοποθετήθηκε σήμερα σε συνέντευξή του στον Realfm 97,8 και στους Νίκο Χατζηνικολάου και Αντώνη Δελλατόλα. Όπως είπε ο Πρωθυπουργός θα απαντήσει στη ΔΕΘ για το πώς θα προχωρήσουμε στις εκλογές του 2023.

«Εμείς δεν είχαμε φύγει ποτέ από την λογική ότι ο εκλογικός νόμος και τα εκλογικά συστήματα θα πρέπει να είναι τέτοια, που αποτυπώνοντας την κρατική βούληση προφανώς, να δίνουν την δυνατότητα δημιουργίας σταθερών κυβερνήσεων» είπε ο κ. Οικονόμου. «Αυτό που έχει προστεθεί στον δημόσιο διάλογο τις τελευταίες ημέρες είναι ότι δεν μπορεί κανείς να προσπερνά εύκολα την ακόμα πιο επιτακτική ανάγκη που προβάλλει, για σταθερές κυβερνήσεις που να μπορούν να παίρνουν χωρίς εσωτερική διαβούλευση ή χωρίς να χάνουν χρόνο, αποφάσεις που είναι κρίσιμες ως προς την ταχύτητα και το περιεχόμενο για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις που έχει», πρόσθεσε ο κ. Οικονόμου και κατέληξε:

«Νομίζω ότι ο Πρωθυπουργός στη ΔΕΘ θα ερωτηθεί για το θέμα, θα απαντήσει και θα δοθεί καθαρά η εικόνα για το πώς θα προχωρήσουμε προς τις εκλογές του 2023. Σε κάθε περίπτωση αυτό που δεν αλλάζει από την δική μας εκτίμηση και την εκτίμηση της παράταξής μας είναι ότι ειδικότερα σε τέτοιες συνθήκες και πάντα, η χώρα έχει ανάγκη από συμπαγείς, σταθερές κυβερνήσεις και εκλογικός νόμος αυτό πρέπει να εξασφαλίζει.»

Η ιστορία

Από το 1844, χρονιά που καθιερώθηκε συνταγματικά η ψηφοφορία στην Ελλάδα, μέχρι το 1923, οι βουλευτικές εκλογές γίνονταν με πλειοψηφικό σύστημα. Από το 1926 υπήρξε εναλλαγή πλειοψηφικού και αναλογικού έως το 1956, οπότε καθιερώθηκε το αναλογικό. Οι εκλογές του 1956 ακολούθησαν ένα μικτό πλειοψηφικό σύστημα με διαφοροποίηση των εκλογικών περιφερειών, ανάλογα με τον αριθμό των βουλευτών τους. Το σύστημα ονομάστηκε από την αντιπολίτευση τριφασικό. Στις επόμενες εκλογές καταγράφηκαν σοβαρά περιστατικά βίας και νοθείας του αποτελέσματος.

Από το 1974 ως σήμερα έχουν ψηφιστεί εννέα εκλογικοί νόμοι.  Οι πρώτες εκλογές μετά την πτώση της χούντας έγιναν με το νόμο που διαμόρφωσε η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, με το Νομοθετικό διάταγμα 65/1974. Ήταν ένα σύστημα ενισχυμένης αναλογικής. Με τον επόμενο νόμο τον 626/1977 έγιναν δύο εκλογές οι εκλογές του 1977 και του 1981. Και αυτός είχε βάση την ενισχυμένη αναλογική.

Ο εκλογικός νόμος άλλαξε πάλι το 1985. Ήταν ο νόμος 1516/85, που προέβλεπε πάλι εκλογικό σύστημα ενισχυμένης αναλογικής και με αυτόν έγιναν οι εκλογές του 1985.  Τέσσερα χρόνια μετά η κυβέρνηση άλλαξε μάλλον ριζικά τον εκλογικό νόμο. Ψήφισε τον νόμο 1847/1989 που ήταν ένα σύστημα απλής αναλογικής. Το αποτέλεσμα ήταν, και με τη βοήθεια του πολιτικού κλίματος της εποχής, να γίνουν τρεις εκλογές: Τον Ιούνιο του 1989, τον Νοέμβριο του 1989 και τέλος οι εκλογές του 1990.

Η επόμενη κυβέρνηση φρόντισε σχεδόν αμέσως να αλλάξει τον εκλογικό νόμο. Ψήφισε τον νόμο 1907/1990 που επανέφερε την ενισχυμένη αναλογική. Με αυτόν τον νόμο έγιναν οι εξής αναμετρήσεις: Η αναπληρωματική εκλογή στη Β Αθηνών το 1992, και οι εκλογές 1993, 1996, 2000 και 2004. Το 2004 εξελέγη η δεύτερη κυβέρνηση Σημίτη.

Με πρωτοβουλία του τότε υπουργού εσωτερικών Κώστα Σκανδαλίδη ψηφίστηκε ο νόμος 3231/2004, ο οποίος δημοσιεύτηκε  στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 11 Φεβρουαρίου 2004, αλλά δεν ίσχυσε στις εκλογές που έγιναν τον Μάρτιο του 2004. Και αυτό γιατί από την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001 και μετά, το άρθρο 54 προβλέπει ότι οι εκλογικοί νόμοι που ψηφίζονται, θα ισχύουν από τις μεθεπόμενες εκλογές, εκτός εάν ψηφισθούν από τα 2/3 των βουλευτών, οπότε ισχύουν από τις επόμενες. Ο συγκεκριμένος νόμος δεν ψηφίστηκε από τέτοια πλειοψηφία. Τον ψήφισαν μόνο οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ και ο ανεξάρτητος βουλευτής Στέφανος Μάνος. Η ΝΔ τον καταψήφισε ως υπέρμετρα αναλογικό, ενώ στον αντίποδα το ΚΚΕ και ο τότε Συνασπισμός τον καταψήφισαν ως μη αναλογικό. Ο νόμος έδινε μπόνους 40 εδρών στο πρώτο κόμμα. Με το νόμο αυτόν έγιναν οι εκλογές του 2007 και του 2009.

Εντωμεταξύ το 2008, ο υπουργός εσωτερικών τότε, Προκόπης Παυλόπουλος έφερε στη Βουλή τον νόμο 3236, η βασική αλλαγή του οποίου ήταν η αύξηση του μπόνους στο πρώτο κόμμα, από 40 έδρες το έκανε 50 έδρες. Ήταν ένα σύστημα ακόμα πιο ενισχυμένης αναλογικής. Με το νόμο αυτό έγιναν οι εκλογές τον Μάιο 2012, τον Ιούνιο 2012, τον Ιανουάριο Ιανουάριο 2015, τον Σεπτέμβριο 2015 και τον Ιούλιο του 2019. Ήταν νόμος ενισχυμένης αναλογικής, γνωστός ως εκλογικός νόμος Παυλόπουλου.

Αυτόν τον νόμο άλλαξε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, το 2016, από ιδεολογική πεποίθηση, όπως έλεγε τότε. Ψήφισε τον νόμο 4406/2016, που είναι απλή αναλογική με όριο 3%. Με αυτόν νόμο θα γίνουν οι επόμενες εκλογές, σε περίπου εννέα μήνες.

Η σημερινή κυβέρνηση, αφού και ως αντιπολίτευση έλεγε ότι ο νόμος του ΣΥΡΙΖΑ δεν δίνει σταθερές κυβερνήσεις, τον άλλαξε, ψηφίζοντας τον νόμο 4654/2020 που είναι ενισχυμένη αναλογική με το μπόνους να ξεκινάει από 20 έδρες, όπως γράψαμε παραπάνω. Αυτός θα είναι ο νόμος με τον οποίον θα γίνουν οι μεθεπόμενες εκλογές. Αν δεν τον αλλάξει η κυβέρνηση πριν καν προλάβει να τον εφαρμόσει. Και αυτό γιατί θα γίνουν διπλές εκλογές. Δηλαδή, αν από τις επόμενες εκλογές με τον νόμο του ΣΥΡΙΖΑ, δεν προκύψει κυβέρνηση, θα πρέπει να γίνουν νέες εκλογές, οπότε τότε θα εφαρμοστεί ο 4654/20 που έχει ψηφίσει η σημερινή κυβέρνηση.

Συμπέρασμα

Στην Ελλάδα έχουν εφαρμοστεί 14 διαφορετικά εκλογικά συστήματα, με βάση τους εκλογικούς νόμους που έχουν ψηφιστεί. Πρέπει να διευκρινίσουμε εδώ ότι ο εκλογικός νόμος που ψηφίζεται στην ουσία ρυθμίζει την κατανομή των εδρών, δηλαδή το εκάστοτε εκλογικό σύστημα.  Οι συνεχείς αλλαγές οφείλονται στην σημασία που δίνουν τα κυβερνώντα κόμματα στη μορφή του εκλογικού συστήματος, υπό την έννοια ότι κάθε πρώτο κόμμα δεν θέλει να χάσει την εξουσία. Οπότε η μορφή του εκλογικού συστήματος αποτελεί πεδίο αντιπαράθεσης των πολιτικών κομμάτων, πολύ περισσότερο καθώς παραδοσιακά στην Ελλάδα η ρύθμιση του τρόπου διεξαγωγής των εκλογών ανατίθεται στον κοινό νομοθέτη, στη Βουλή.

Η αλήθεια είναι όμως ότι το σωστό είναι να καθιερωθεί μόνιμο εκλογικό σύστημα. Και αυτό όχι μόνο γιατί δεν είναι σωστό ο ισχυρότερος να μπορεί να αλλάζει τους όρους του παιχνιδιού. Αλλά και επειδή, όπως διδάσκουν οι καθηγητές του Συνταγματικού Δικαίου, ένα μόνιμο εκλογικό σύστημα, που ισχύει με συνέπεια και διαχρονικά, διαμορφώνει το πολιτικό τοπίο, διαπαιδαγωγεί και επηρεάζει την πολιτική κουλτούρα του τόπου.

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ