Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκονται στην Γαλλία οι ζυμώσεις και οι παρασκηνιακές διαβουλεύσεις για τον σχηματισμό της επόμενης κυβέρνησης, ύστερα από το αποτέλεσμα του δεύτερου γύρου των βουλευτικών εκλογών της προηγούμενης Κυριακής, που προκάλεσε «ρωγμές» στη σταθερότητα του πολιτικού συστήματος της χώρας.
Του Γρηγόρη Αναγνώστου
Και μπορεί οι κάλπες της Κυριακής να χαρακτηρίστηκαν από ρεκόρ συμμετοχής, που παρόμοιο είχε να καταγραφεί από το 1997, με 28.869.464 πολίτες να ασκούν το εκλογικό τους δικαίωμα, το τελικό αποτέλεσμα ωστόσο θέτει τη χώρα σε περίοδο πολιτικής περιδίνησης, με την αβεβαιότητα και τη ρευστότητα να αποτελούν τα κύρια χαρακτηριστικά της.
Αδιαμφισβήτητα, η απόφαση του Εμανουέλ Μακρόν να προκηρύξει βουλευτικές εκλογές ύστερα από το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών λειτούργησε ως θρυαλλίδα για τις σημερινές εξελίξεις. Πλέον, η χώρα καλείται να δώσει λύση στο ζήτημα του σχηματισμού κυβέρνησης υπό τη Δαμόκλειο σπάθη του διπόλου από τη μια της Μαρίν Λεπέν κι από την άλλη όλων των άλλων πολιτικών δυνάμεων.
Οι Γάλλοι εκλογείς απέτρεψαν με την ψήφο τους την επικράτηση του ακροδεξιού κόμματος της Μαρίν Λεπέν, όμως οι συσχετισμοί που προέκυψαν δημιουργούν ένα εύθραυστο πολιτικό σκηνικό, που απαιτεί λεπτούς χειρισμούς. Παρ’ ότι η πρωτοβουλία των κινήσεων βρίσκεται στα χέρια του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν, η τελική έκβαση των εξελίξεων θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη στάση του Αριστερού Νέου Λαϊκού Μετώπου, το οποίο είναι ο κερδισμένος των εκλογών, δίχως όμως να εξασφαλίζει την πολυπόθητη πλειοψηφία στο σώμα της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης, ώστε να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Σε αυτό προστίθεται το γεγονός ότι ήδη την επομένη των εκλογών φυγόκεντρες τάσεις εμφανίστηκαν στους κόλπους του Αριστερού Νέου Λαϊκού Μετώπου με μεγάλο μέρος των βουλευτών να διαχωρίζουν και επίσημα την θέση τους ως προς μια ενδεχόμενη πρωθυπουργία από τον Ζαν Λικ Μελανσόν.
Η επόμενη ημέρα για την Γαλλική Δημοκρατία και το ποιος τελικά θα αναλάβει τα ηνία της πρωθυπουργίας είναι το στοιχείο – κλειδί που θα κρίνει την πολιτική που θα ακολουθηθεί σε μείζονα ζητήματα όπως η δημοσιονομική πολιτική της χώρας, η οποία με τη σειρά της θα έχει αντανάκλαση στην οικονομία συνολικά της Ευρώπης.
Η απόφαση του προέδρου της χώρας, Εμανουέλ Μακρόν, να μην κάνει αποδεκτή την παραίτηση του Γκαμπριέλ Ατάλ, διατηρώντας τον προς ώρας και χάριν της πολιτικής σταθερότητας στην θέση του υπηρεσιακού πρωθυπουργού, αλλά και η δημόσια υπόμνηση ότι η επιλογή του μελλοντικού πρωθυπουργού ανήκει επίσημα στον πρόεδρο της Γαλλίας, είναι ενδεικτικά του κλίματος σκεπτικισμού που κυριαρχεί στο Μέγαρο των Ηλυσίων.
Το enikos.gr συζήτησε για τις εξελίξεις που δρομολόγησε η κάλπη της Κυριακής, για το τι μέλλει γενέσθαι ως προς τον σχηματισμό κυβέρνησης, καθώς και για τον αντίκτυπο της γαλλικής ετυμηγορίας στην Ευρώπη με τους διεθνολόγους Αλέξανδρο Δεσποτόπουλο και Κωνσταντίνο Φίλη.
Αλέξανδρος Δεσποτόπουλος: Η Γαλλία βρίσκεται μπροστά σε πάρα πολλές προκλήσεις
«Το μεγάλο ερώτημα που έχει ξεπηδήσει από τις γαλλικές εκλογές είναι μέχρι πότε το μέτωπο αντί – Λεπέν θα λειτουργεί στην Γαλλία», επισημαίνει ο κ. Δεσποτόπουλος, υπογραμμίζοντας ότι «σε κάθε εκλογική αναμέτρηση η Δεξιά της Δεξιάς με τα λαϊκιστικά χαρακτηριστικά του κόμματος της Λεπέν και με ένα ναζιστικό παρελθόν – μην το ξεχνάμε αυτό – βρίσκεται ολοένα και πιο κοντά στην εξουσία. Και το ερώτημα είναι μέχρι πότε οι ψηφοφόροι θα συσπειρώνονται εναντίον της κυρίας Λεπέν ή της όποιας κυρίας Λεπέν;».
«Είναι, όμως, πολύ σημαντικό το ότι οι ακραίες δυνάμεις δεν επικράτησαν σε μια χώρα, σε μια από τις δύο του γαλλογερμανικού άξονα που συντηρεί την Ευρώπη, που κρατάει την Ευρώπη σε έναν ρυθμό» σημειώνει.
Αναφερόμενος στην επόμενη μέρα που διαμορφώνεται υποστηρίζει ότι «η Γαλλία βρίσκεται μπροστά σε πάρα πολλές προκλήσεις. Έχει να αντιμετωπίσει τεράστιες οικονομικές προκλήσεις, τεράστιες οικονομικές ανισότητες. Έχει να αντιμετωπίσει και αυτή το φάσμα της ακρίβειας και έχει να αντιμετωπίσει, επίσης, απογοητευμένους ψηφοφόρους, απογοητευμένους πολίτες λόγω όλων αυτών. Και το θέμα είναι ότι η όποια κυβέρνηση σχηματιστεί τώρα, αν δεν είναι μια κυβέρνηση ειδικού σκοπού για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, υπάρχει ο κίνδυνος να εκπέσει σύντομα λόγω του ότι για την συγκρότησή της θα απαιτηθούν δυνάμεις τουλάχιστον από τρεις κομματικούς σχηματισμούς».
«Σε ένα κοινοβούλιο τόσο εύθραυστο και τόσης περιορισμένης πολιτικής συνοχής ανάμεσα στους διαφορετικούς παίκτες, δεν μπορεί να υπάρχει αισιοδοξία ότι το όποιο σχήμα προκύψει, η όποια κυβέρνηση, θα μακροημερεύσει», υπογραμμίζει αναφερόμενος στην επιζητούμενη σταθερότητα.
«Αυτό μπορεί να φέρει κλυδωνισμούς όχι μόνο στην Γαλλία, αλλά σε ολόκληρη την Ευρώπη, η οποία προσπαθεί ακόμη να συνέλθει, με υψηλά επιτόκια, μετά τον κορονοϊό και την ενεργειακή κρίση. Ας ελπίσουμε ότι θα μπορέσει η Γαλλία να βρει τα πατήματά της, ώστε τα πατήματα αυτά να γίνουν και πατήματα της Ευρώπης και να ξεπεράσουμε τον κίνδυνο νέας Γαλλικής συστημικής κρίσης, μιας πολιτικής κρίσης διαρκείας, καθώς επίσης και μιας επέκτασής της στην Ευρώπη υπό την μορφή της πίεσης των επιτοκίων και της αύξησης του κόστους του δανεισμού, που δεν επηρεάζει μόνο κράτη, αλλά επηρεάζει και δανειολήπτες, πολίτες», καταλήγει.
Ακούστε το ηχητικό:
Κωνσταντίνος Φίλης: Ο Γάλλος πρόεδρος με την επιλογή του αυτή όχι μόνο πήρε ρίσκα, αλλά δημιούργησε και ένα πρόβλημα εσωστρέφειας
«Ο πρόεδρος Μακρόν προκάλεσε έκτακτες και πρόωρες βουλευτικές εκλογές, χωρίς να είναι υποχρεωμένος. Ήθελε να σταματήσει, να διακόψει την ανοδική πορεία της Λεπέν και κυρίως να μην της επέτρεπε να ισχυρίζεται μέχρι τις προεδρικές εκλογές του 2027 ότι έχει την πλειοψηφία και την πλειονότητα του γαλλικού λαού στο πλευρό της», σημειώνει χαρακτηριστικά ο Κωνσταντίνος Φίλης.
Παράλληλα χαρακτηρίζει την κίνηση του Γάλλου προέδρου ως «μια κίνηση υψηλού ρίσκου – γιατί θα μπορούσε κάλλιστα να την είχε αποφύγει – που τελικά είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργήσει από τη μια με το αποτέλεσμα του δεύτερου γύρου ανακούφιση γιατί η Λεπέν και ο Μπαρντελά – ο υποψήφιος πρωθυπουργός – ήρθαν τρίτοι και καταϊδρωμένοι. Από την άλλη, όμως, να δημιουργήσει προβληματισμό τόσο γιατί η άνοδος της άκρας Δεξιάς στην Γαλλία είναι συνεχής και αξιοσημείωτη, όσο και γιατί υπάρχει άνοδος αντίστοιχα κι ενός κομματιού της άκρας Αριστεράς, του οποίου οι προτάσεις και η ατζέντα και το πρόγραμμα για την Γαλλική οικονομία, θα τίναζε στον αέρα όλη την προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής που κάνει η Γαλλία αυτό το διάστημα».
«Δημιουργείται προβληματισμός, δε, και για έναν επιπλέον λόγο», επισημαίνει και εξηγεί ότι «μπορεί να συντάχθηκαν δυνάμεις – σχεδόν όλες οι δυνάμεις – του τόξου, δημοκρατικού και μη, απέναντι στην Λεπέν, όμως αποδεικνύεται από την αποσυσπείρωση που ήδη ξεκίνησε εντός αυτών, ότι η συμμαχία αυτή αν δεν ήταν μια λυκοφιλία, πάντως ήταν πρόσκαιρη και είχε αποκλειστικό στόχο να αποτρέψει το κόμμα της Λεπέν, την Εθνική Συσπείρωση, να έρθει στα πράγματα. Δημιουργήθηκε, λοιπόν, κατόπιν της επιλογής Μακρόν ο οποίος τώρα καλείται να διαχειριστεί τα επίχειρα της επιλογής του αυτής, ένα δίπολο. Ένα δίπολο από τη μια η Λεπέν κι από την άλλη οι υπόλοιποι».
«Αυτό, ενόψει του 2027 αν δεν κυλήσουν ομαλά τα πράγματα τα επόμενα τρία χρόνια δίνει πλεονέκτημα στην Λεπέν. Βραχυπρόθεσμα μπορεί να έχασε, μεσοπρόθεσμα όμως και μέχρι τις επόμενες προεδρικές εκλογές μπορεί να αποκτήσει πλεονέκτημα», υπογραμμίζει.
Ο κ. Φίλης αναφερόμενος στα επικρατέστερα σενάρια για τον σχηματισμό κυβέρνησης επισημαίνει ότι «ο Μακρόν δεν υποχρεούται να προχωρήσει άμεσα σε διορισμό νέας κυβέρνησης και είναι βολική και η συγκυρία των Ολυμπιακών Αγώνων» του δίνει το πλεονέκτημα «να διατηρήσει την υπηρεσιακή». Σε κάθε περίπτωση, τονίζει ότι το ζήτημα του σχηματισμού κυβέρνησης ενδέχεται να ταλανίσει την γαλλική πολιτική σκηνή τις επόμενες εβδομάδες, ακόμη και μήνες.
Σύμφωνα με τον κ. Φίλη, «το πρώτο» σενάριο «είναι η διατήρηση της υπηρεσιακής κυβέρνησης και εκλογές σε έναν χρόνο από σήμερα διότι δεν μπορεί να τις προκηρύξει νωρίτερα βάσει του Γαλλικού Συντάγματος από ένα έτος από την διεξαγωγή του δεύτερου γύρου. Ένα σενάριο το οποίο συγκεντρώνει πιθανότητες και φαίνεται στην παρούσα φάση ότι ο Μακρόν προκρίνει τη διατήρηση της υπηρεσιακής κυβέρνησης καθώς δεν δέχθηκε την παραίτηση του πρωθυπουργού».
«Δεύτερο σενάριο είναι μια κυβέρνηση ανοχής με στήριξη περίπου του 50% των βουλευτών. Δεν είναι πάρα πολύ εύκολο αυτό να συμβεί γιατί θα πρέπει το 50% των βουλευτών να είναι σχετικά συμπαγές και να μην είναι ετερόκλητη συμμαχία, όπως για παράδειγμα αυτή της Αριστεράς, η οποία κέρδισε τον δεύτερο γύρο των εκλογών. Σημειωτεόν εδώ πέρα ότι ο δεύτερος γύρος κερδήθηκε απέναντι στην Λεπέν, διότι η φύση του εκλογικού συστήματος στην Γαλλία, που είναι μονοεδρικές περιφέρειες, έδωσε τη δυνατότητα σε υποψηφίους να αποσυρθούν από την κούρσα. Εκεί, δηλαδή, που υπήρχαν τρεις υποψήφιοι να μείνουν δύο και ο ένας που βρισκόταν απέναντι στον υποψήφιο της Λεπέν να πάρει τις ψήφους όλων των υπολοίπων, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι υπάρχει προγραμματική σύγκλιση ή κάποιου είδους συμφωνία ανάμεσά τους», αναφέρει.
Το τρίτο σενάριο «είναι αυτό της κυβέρνησης μειοψηφίας, όπως έχουμε μετά το 2022, δηλαδή τις προηγούμενες κοινοβουλευτικές εκλογές. Εκεί απαιτούνται 246 βουλευτές και όχι 297, όπως είναι η απόλυτη πλειοψηφία, αλλά δεν είναι και το καλύτερο σενάριο να πάει μέχρι και το 2027 με κυβερνήσεις μειοψηφίας, διότι θα είναι αυτό για τον Μακρόν μια απόδειξη ότι αγνοεί – και γι’ αυτό θα τον κατηγορεί και ο Μελανσόν και η Λεπέν και άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης – τη βούληση του γαλλικού λαού».
«Το τέταρτο σενάριο είναι μια κυβέρνηση τεχνοκρατών. Ένα σενάριο το οποίο συγκεντρώνει πιθανότητες, στα πρότυπα της Ιταλίας. Εδώ το θέμα είναι ότι ο Μακρόν αν επέλεγε κάτι τέτοιο θα κέρδιζε μεν χρόνο, θα είχε μια κυβέρνηση κομμένη και ραμμένη στα μέτρα του. Η Πέμπτη Γαλλική Δημοκρατία, δηλαδή το Σύνταγμα στη χώρα, δίνει τη δυνατότητα στον πρόεδρο να ορίζει κυβέρνηση ακόμα και τεχνοκρατών ή οποιαδήποτε κυβέρνηση ο ίδιος επιθυμεί, όμως το πρόβλημα εδώ είναι ότι και πάλι θα κατηγορούνταν για ελιτισμό, που είναι μια κατηγορία που συνεχώς εκτοξεύουν σε βάρος του Μακρόν οι αντίπαλοί του. Στο σενάριο, δε, της διατήρησης της υπηρεσιακής κυβέρνησης, το οποίο ανέφερα πρώτο, να πούμε ότι θα μπορούν να γίνονται από τα κόμματα της αντιπολίτευσης προτάσεις δυσπιστίας, μομφής κατά της κυβέρνησης οι οποίες θα στρέφονται κατά του ίδιου του Μακρόν».
Καταλήγοντας, ο κ. Φίλης σημειώνει ότι «ο Γάλλος πρόεδρος με την επιλογή του αυτή όχι μόνο πήρε ρίσκα, αλλά δημιούργησε και ένα πρόβλημα εσωστρέφειας, ενδεχομένως και ακυβερνησίας; Μένει να διαπιστωθεί. Πάντως σίγουρα εσωστρέφειας σε μια χώρα τόσο σημαντική για την Ευρώπη, όσο είναι η Γαλλία».
Ακούστε το ηχητικό: