Έρχονται ανατροπές στην αγορά ενέργειας: Πώς το ρεύμα θα γίνει φθηνότερο, σε ποια πεδία «κλείνουν» συμφωνίες

Πακτωλός δισεκατομμυρίων πρόκειται να «πέσει» στην αγορά ενέργειας μέσα στα επόμενα χρόνια: Δεν είναι τυχαία άλλωστε η τοποθέτηση του Πρωθυπουργού στις προγραμματικές του δηλώσεις, σύμφωνα με την οποία στόχος είναι η χώρα μας να πετύχει ποσοστό 80% ηλεκτροπαραγωγής από «καθαρές» λύσεις έως το 2030.

Για να φτάσουμε όμως ως εκεί θα χρειαστούν χρήματα και επενδύσεις. Αποκαλυπτική για το τι θα συμβεί τα χρόνια που έρχονται στο ενεργειακό πεδίο -δεδομένων και των στόχων που έχουν τεθεί- είναι σχετική μελέτη.  

Γράφει ο Βαγγέλης Δουράκης   

Η εν λόγω μελέτη, την οποία κατάρτισε ο τομέας οικονομικής ανάλυσης της Eurobank, κάνει ξεκάθαρο πως η ακαθάριστη εγχώρια κατανάλωση ενέργειας χαρακτηρίζεται αυτή την στιγμή από υψηλό βαθμό εξάρτησης από εισαγωγές: Tο μεγαλύτερο τμήμα της πρωτογενούς κατανάλωσης φυσικού αερίου και πετρελαίου εισάγεται, την ίδια ώρα που καταγράφεται σταδιακή μείωση της χρήσης λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή, ο οποίος εξορύσσεται εγχωρίως.

Τα επόμενα βήματα της Ελλάδας στο ενεργειακό πεδίο 

Με φόντο τα εν λόγω δεδομένα, ο Πρωθυπουργός έθεσε ως στόχο την παραγωγή καθαρής ενέργειας σε ποσοστό 80% και εκτίμησε πως μια τέτοια εξέλιξη θα επιτρέψει τη μείωση των εισαγωγών ενέργειας, που ανήλθαν σε αξία το περασμένο έτος στα 7 δισ. ευρώ, μόνον σε ό,τι αφορά τις προμήθειες φυσικού αερίου. 

Η Ελλάδα λοιπόν, όπως επισημαίνει και η μελέτη της Eurobank έχει μπροστά της να κερδίσει ένα στοίχημα: Επιβάλλεται να υιοθετήσει μεταρρυθμίσεις και άλλες παρεμβάσεις πολιτικής, οι οποίες σε συνδυασμό με χρηματοδοτικά προγράμματα διαμορφώνουν ένα πλέγμα εθνικών στρατηγικών (Ελλάδα 2.0, ΕΣΠΑ 2021-2027 κ.ά.), με προεξάρχον το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα. 

Οι κυριότεροι στόχοι στους οποίους εστιάζουν οι στρατηγικές είναι:

  • Ταχύρρυθμη ανάπτυξη ΑΠΕ – απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, 
  • Αναβαθμίσεις δικτύου ηλεκτρισμού και διανομής φυσικού αερίου, 
  • Βελτίωση ενεργειακής αποδοτικότητας κτιρίων κ.ά.,
  • Ανάπτυξη συνθετικών, «πράσινων» καυσίμων (RFNBOs), 
  • Ενίσχυση δυνατοτήτων αποθήκευσης ενέργειας και
  • Εξηλεκτρισμός ελαφρών μεταφορών.

Σε ό,τι αφορά την περαιτέρω ανάπτυξη των ΑΠΕ, θα πρέπει να διερευνηθούν –βάσει πάντα της σχετικής μελέτης- οι δυνατότητες αξιοποίησης και άλλων πηγών, όπως η γεωθερμία, η κυματική ενέργεια, οι μικρές ανεμογεννήτριες. 

Η αναμενόμενη διεύρυνση χρήσης μακροχρόνιων συμβάσεων προμήθειας «πράσινης» ενέργειας από επιχειρήσεις (PPAs), χάρη και στις μεταρρυθμίσεις που προτάθηκαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Μάρτιο του 2023, θα συμβάλει στην προώθηση των ΑΠΕ και την προστασία της βιομηχανίας από διακυμάνσεις στις τιμές ενέργειας. 

Η ανάγκη για ευρωπαϊκή ενεργειακή ασφάλεια 

Η άμεση συμβολή του πυλώνα Ενέργειας – Πράσινης Μετάβασης στο ΑΕΠ στην Ελλάδα, αυξάνεται σχεδόν συνεχώς από το 2008, όταν ήταν στο 1,04%, φτάνοντας το 3,57% το 2020. 

Ως αποτέλεσμα, το μερίδιο της προστιθέμενης αξίας της Ελλάδας στο σύνολο του πυλώνα στην ΕΕ αυξήθηκε, από 1,4% το 2011 σε 1,9% το 2020, γεγονός που πιστοποιεί την απόδοση των πραγματοποιημένων μεταρρυθμίσεων, τη δυναμική του πυλώνα εγχωρίως, αλλά και την ανθεκτικότητά του παρά τις δυσμενείς συνθήκες στην περίοδο οικονομικής προσαρμογής 2010-2018. 

Σημαντική είναι η συμβολή του πυλώνα Ενέργειας-Πράσινης Μετάβασης και στο δημοσιονομικό ισοζύγιο, καθώς τα συνολικά φορολογικά έσοδα από το ΦΠΑ και τον ΕΦΚ σε ενεργειακά προϊόντα κυμάνθηκαν μεταξύ 3,13%-3,53% του ΑΕΠ στα έτη 2017-2022. 

H αναθεώρηση του Ευρωπαϊκού Προσωρινού Πλαισίου Κρατικών Ενισχύσεων (TCTF), επίσης τον Μάρτιο του 2023, διαμορφώνει νέες δυνατότητες που πρέπει να αξιοποιηθούν για τη μεγαλύτερη στήριξη του πυλώνα Ενέργειας – Πράσινης Μετάβασης και της βιομηχανίας. Κατόπιν του πολέμου στην Ουκρανία, η ανάγκη για ενεργειακή ασφάλεια στην ΕΕ είναι οξυμένη. 

Η κομβική ενεργειακή θέση της Ελλάδας και η προοπτική για φθηνό ρεύμα 

Η στρατηγική γεωγραφική θέση της Ελλάδας ευνοεί την εξέλιξή της σε κόμβο (hub) για τη διαμετακόμιση ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου στην Κεντρική Ευρώπη μέσω Ανατολικής Μεσογείου και Βαλκανίων. 

Οι επενδύσεις σε μονάδες αεριοποίησης – φύλαξης υγροποιημένου φυσικού αερίου (ΥΦΑ) εγχωρίως είναι συναφείς με τη διεύρυνση του εφοδιασμού της ΕΕ με ΥΦΑ στο πλαίσιο του RePowerEU και θα αξιοποιήσουν νέους αγωγούς και δυνατότητες διασυνδεσιμότητας. 

Η διεύρυνση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με τις πλέον σύγχρονες, καθαρές τεχνολογίες οι οποίες χρησιμοποιούν μη ανανεώσιμα καύσιμα, όπως η Συμπαραγωγή Ηλεκτρισμού-Θερμότητας Υψηλής Απόδοσης (ΣΗΘΥΑ), π.χ. σε μονάδες συνδυασμένου κύκλου με τουρμπίνες (CCGTs), με καύσιμο το φυσικό αέριο, επίσης μπορεί να συμβάλει στην ενεργειακή θωράκιση και εξοικονόμηση που επιδιώκει το RePowerEU. 

Η εμβάθυνση της εφαρμογής του Target Model στην Ελλάδα, πέρα από τη μεγαλύτερη ολοκλήρωση της αγοράς ενέργειας εγχωρίως, μπορεί να συμβάλει μέσω των διασυνδέσεων με άλλες αγορές-χώρες (market coupling) στην αύξηση της διαθέσιμης ρευστότητας, τη συμμετοχή των ΑΠΕ στο διασυνοριακό εμπόριο ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά και στη μεγαλύτερη δυνατότητα εξισορρόπησης των θέσεών τους εγγύτερα στον πραγματικό χρόνο, περιορίζοντας τις ανάγκες σε εφεδρείες και το κόστος που αυτές συνεπάγονται. Προκειμένου να αξιοποιηθούν όλες οι δυνατότητες των υφιστάμενων διασυνδέσεων, είναι αρκετά πιθανό να χρειαστούν επενδύσεις σε ενίσχυση της χωρητικότητας των διασυνοριακών δικτύων. 

Εν γένει, αν και η αναπροσαρμογή των πηγών ενεργειακού εφοδιασμού και η μετάβαση σε (πιο) «πράσινες» τεχνολογίες παραγωγής ασκούν πιέσεις στις τιμές βραχυπρόθεσμα, ωστόσο μέσο-μακροπρόθεσμα, όταν θα έχει ολοκληρωθεί και θα αρχίσει να αποδίδει ένα σημαντικό τμήμα των επενδύσεων σε «πράσινες» τεχνολογίες οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας θα υποχωρήσουν σε σαφώς χαμηλότερα επίπεδα από τα τρέχοντα. 

Τα εγχώρια κοιτάσματα υδρογονανθράκων και τα έργα των 10 δισ. € 

Οι πρόσφατες εθνικές στρατηγικές που αφορούν στην ενέργεια και το κλίμα δεν εστιάζουν στη δυνητική αξιοποίηση κοιτασμάτων υδρογονανθράκων. 

Στο ΕΣΕΚ του 2019 -όπως επισημαίνει η μελέτη της Eurobank- αναφερόταν πως είχαν παραχωρηθεί σε κοινοπραξίες εταιρειών 13 θαλάσσιες και χερσαίες περιοχές («οικόπεδα»). 

Η ολοκλήρωση των διερευνητικών διαδικασιών ανά περιοχή απαιτεί ορισμένα χρόνια, χωρίς να είναι βέβαιο πως θα ευοδωθεί. 

Ωστόσο, δεδομένου ότι οι εθνικές στρατηγικές που αφορούν την ενέργεια έχουν μακροπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα, θα πρέπει να περιλαμβάνουν συγκεκριμένες πρόνοιες και για την αξιοποίηση των υδρογονανθράκων. Οι κλάδοι του πυλώνα Ενέργειας – Πράσινης Μετάβασης έχουν μεγαλύτερο μέγεθος επιχείρησης και υψηλότερη ένταση κεφαλαίου σε σχέση με το μέσο όρο της οικονομίας. 

Από τη μελέτη προέκυψε ότι παράγουν περισσότερο προϊόν και είναι πιο παραγωγικοί από τους υπόλοιπους κλάδους. 

Για την περίοδο 2023-2030 βρίσκονται εν εξελίξει ή είναι σαφώς προγραμματισμένα μεγάλα επενδυτικά έργα στον πυλώνα συνολικής αξίας €10,25 δισ. (με ανοδικό δυναμικό επιπλέον σχεδιαζόμενων έργων), χάρη και στις δυνατότητες που έχει δημιουργήσει το Ταμείο Ανάκαμψης. 

Η μελέτη εκτιμά ότι η υλοποίηση αυτών των επενδύσεων θα αποφέρει σε ονομαστικούς όρους €19,94 δισ. περισσότερη προστιθέμενη αξία στον πυλώνα, δηλαδή 1,9 φορές την αξία των συγκεκριμένων επενδύσεων. Τέλος, ανάλογα με το βαθμό στον οποίο η ενίσχυση της διείσδυσης των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή έως το 2030 θα υποκαταστήσει εισαγωγές ενεργειακών πόρων, εκτιμήθηκε βελτίωση του Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών ετησίως μεταξύ €458,5 εκατ. (εναλλακτικό σενάριο) και €542,9 εκατ. (βασικό σενάριο) σε τιμές 2021, που αντιστοιχεί στο 3,7-4,4% του ελλείμματος του ΙΤΣ στο συγκεκριμένο έτος.

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ