Σταματάει ο ανθρωποφάγος να δει το έργο του; Δεν σταματάει. Πεινάει. Δεν κορένυται. Και ως το επόμενο θύμα του, θα ξεκοκαλίζει εκείνο που έχει πέσει στα νύχια του.
Μικρόεπίμετρο για τον κανιβαλισμό κατά της κυρίας Δημουλά. Παρά τον έντονον -κι άκρως πολύπλευρον- αντίλογο που ξεσήκωσε το αναίτιολυντσάρισμα μιας γυναίκαςτηςδιπλανήςμαςπόρτας, εκείνοι
που το διέπραξαν δεν φάνηκε να έκαναν μια δεύτερη σκέψη – να αναλογισθούν, βρ’ αδελφέ, μήπως έκαναν λάθος, δεν είναι προς θάνατον, όχι! Αντιθέτως
ακόμαπιοαδιάλλακτοι επανήλθαν: «Το ενδιαφέρον δεν είναι το τι απάντησε η ποιήτρια, όταν κατανόησε την ουσία της παρέμβασής της στην Κυψέλη (…)» έγραφε χθες μαινόμενη συντάκτρια της «Εφημερίδας των Συντακτών». Με ένα λόγο η κυρία Δημουλά
εγκαλείται για την ηλιθιότητα εκείνου που καταλαβαίνειεκ των υστέρων τι λέει και τι κάνει! Εχω δει Κλαζομένιους να ασχημονούν και κνώδαλα να αλαλάζουν, αλλά όταν βλέπω το αποτρόπαιο πρόσωπο του φασισμού (εξακολουθώ να) τρομάζω.
Εννοείται ότι όσοι υποστήριξαν το δίκιο της κυρίας Δημουλά ή αμφέβαλαν για το άδικο των λόγων της, στολίσθηκαν από την καλή εφημερίδα αναλόγως:
«συρφετός», «ρατσιστικέςπέννες», «αγοραίοιλιβελογράφοι», «ακροδεξιάςκουλτούρας», συνοδοιπόροι της «ΧρυσήςΑυγής και του ΦαήλουΚρανιδιώτη!»
Δενφοράειμόνον μαύρα ρούχα ο φασισμός, φέρει μαύρηψυχή – μισάνθρωπη, εύκολη στο ανάθεμα, στην καταδίκη στο πυρ το εξώτερο. Εχει αυτός ο φασισμός τη δική του πολιτικήορθότητα, τη δική του πολιτικήκαθαρότητα, τον δικό του ρατσισμό.
Προς τούτο ακριβώς, η συντάκτρια του δημοσιεύματος ταυτίζει (!)τον εαυτό της(!) με την Αριστερά -θείω δικαιώματι προφανώς- και καταλογίζει σε όλους τους άλλους «απέχθειαγιατηνΑριστερά», – σε ποιους
Οπως καταλαβαίνετε, το θέμα δεν είναι πια η κυρία Δημουλά, ενδεχομένως να μην ήταν ποτέ, αλλά η αγριότης του φασισμού. Η επιμονή του. Οπου κι αν φωλιάζει.
Ο φασισμός είναι αλάνθαστος. Δεν παραδέχεται ο φασίστας ότι μπορεί να έχει κάνει κάποιο λάθος. Είναι αλλαζών και οιηματίας – οι άλλοι είναι παρακατιανοί, δεν καταλαβαίνουν το πρόβλημά τους, είτε στη δουλειά τους είτε στη γειτονιά τους, αν δεν
τους το εξηγήσει ο φασίστας, που με ευκολία τους αποκαλεί φασίστες. Αν δεν τους υποδείξει τη δέουσα και ορθή λύση, με την οποίαν αν δεν συμφωνήσουν είναι, τι άλλο; φασίστες.
Το πράγμα έχει παραβρωμίσει.
Φασίστας είναι αυτός που μιλάει στους ανθρώπους χωρίς κανέναν σεβασμό. Που τους οικτίρει. Αρχιφασίστας είναι εκείνος που συκοφαντεί. Που διαστρεβλώνει. Που σκοπίμως παρερμηνεύει. Που σου βάζει στο στόμα λόγια που δεν λες. Που δικάζει τις σκέψεις και τους προβληματισμούς σου. Που αξιοποιεί τους φόβους σου – αυτή είναι η καθημερινή
κοινοτοπία του φασισμού. Κι ακμάζει το ίδιο στα σαλόνια των υπερφίαλων (και πάντα ιδιοτελών) ελίτ, όσο και στις μπυραρίες.
Αυτοί που λοιδορούν τους πιστούς για την πίστητους (όλων των ειδών τους πιστούς), ή εκείνοι που χλευάζουν τους Χριστιανούς, ενώ βρίσκουν χαριτωμένα πολυπολιτισμικούς τους Μουσουλμάνους, αυτοί που αποστρέφονται τον φασισμό των Χρυσαυγιτών, αλλά τους ανοίγουν τα κεφάλια σε εκθέσεις… βιβλίων (προφανώς για να τους βάλουν μυαλό), αυτοί που ψωμίζονται απ’ το μεταναστευτικόπρόβλημα μέσω των χρηματιζόμενωνΜΚΟ, είναι εκείνοι
που έχουν κατεβάσει το επίπεδο αυτής της χώρας στο ύψος του κ. Δένδια και του κ. Κεδίκογλου. Και του κ. Σόρος.
Παλιά, σε αυτή τη δύστηνο χώρα πιστοποιητικάκοινωνικώνφρονημάτων εξέδιδε η μπατσοφυλακή. Σήμερα τα εκδίδουν παράσιτα που δηλώνουν «αριστερά». Τρίχες αριστερά! Αυτοί που υποστήριξαν τους βομβαρδισμούς στη Γιουγκοσλαβία, που
συμπορεύθηκαν με τον «εκσυγχρονισμό», που άσκησαν ιδεολογικήτρομοκρατία στον λαό, που βοήθησαν την εξουσία να τον αποξενώσει απ’ την προίκα της παράδοσής του, εκείνοι
που ξέσκισαν τα ελληνικά γράμματα, χειραγωγώντας συγγραφείς, επιστήμονες και καλλιτέχνες μέσα από «μεγάλες» εφημερίδες, ιδιωτικά και κρατικά κανάλια, κανονίζοντας για τους ημετέρους βραβεία, διακρίσεις, τροφεία, όλοι αυτοί είναι τόσον αριστεροί, όσον ήταν Ουρσουλίνα ο Τζένγκις Χαν.
Ο αληταράς που ελαφρά τη καρδία (όχι λόγω ελαφράς διανοίας, διότι αυτοί είναι αθώοι) αλλά λόγω πονηρίας, εξομοιώνει με τους Χρυσαυγίτες, ανθρώπους αρνιά, ανθρώπους αγωνιστές, ανθρώπους ανθρώπινους, προσφέρει πολύτιμη υπηρεσία στην εξουσία – ο φασισμός των γενικεύσεων την τρέφει, όσον τα καλά στέικ, πόσω μάλλον όταν αυτός ο φασισμός φαίνεται «αντιεξουσιαστικής» προέλευσης. Ουδείς πολίτης