Της Άννας Κανδύλη
Στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας θα κριθεί η καταβολή ή μη της διαφοράς μεταξύ της βουλευτικής αποζημίωσης και των αποδοχών των δικαστικών λειτουργών οι οποίες αυξήθηκαν με απόφαση του Μισθοδικείου στο ύψος εκείνων του προέδρου της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων για την τριετία 2004-2007.
Η υπόθεση έφτασε στην Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου μετά την αίτηση του πρώην βουλευτή Αρκαδίας της ΝΔ Πέτρου Τατούλη, με την οποία ζητά να αναιρεθεί απόφαση του Διοικητικού Εφετείου που απέρριψε την αγωγή του.
Η αγωγή Τατούλη
Ο πρώην βουλευτής αιτείται να του αναγνωριστεί η υποχρέωση του Δημοσίου να του καταβάλει:
1) Το ποσό των 281.924 ευρώ, ως διαφορά μεταξύ της βουλευτικής αποζημίωσης και των αποδοχών των δικαστικών, όπως αυτές διαμορφώθηκαν με απόφαση του Μισθοδικείου, στο ύψος των αποδοχών του προέδρου της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων, για το χρονικό διάστημα 1.1.2004 έως 31.12.2007. Σε περίπτωση που αυτό δεν γίνει δεκτό ζητά από το ΣτΕ το ποσό των 165.516 ευρώ, ως διαφορά μεταξύ της βουλευτικής αποζημίωσης και των αποδοχών των δικαστών, όπως αυτές προσαυξήθηκαν με την «έκτακτη παροχή» του άρθρου 5 του νόμου 3620/2007 και της από 30.1.2008 κοινής υπουργικής απόφασης και
2) Το ποσό των 10.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη από την παράλειψη του Δημοσίου να αναβαθμίσει την βουλευτική αποζημίωσή του.
Πλην του κ. Τατούλη του οποίου η αίτηση αναιρέσεως συζητήθηκε σήμερα στην Ολομέλεια, στο Στε έχουν κατατεθεί και άλλα ανάλογα αιτήματα βουλευτών, μετά την απόρριψη των αγωγών τους από το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών.
Να σημειωθεί ότι η αγωγή του Π. Τατούλη τόσο στο Διοικητικό Πρωτοδικείο όσο και στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών απερρίφθησαν καθώς οι δικαστές έκριναν ότι δεν υπήρξε παράλειψη των αρμοδίων οργάνων του Δημοσίου να αυξήσουν τις αποδοχές του για την επίμαχη τριετία επειδή δεν υπάρχει άνιση μεταχείριση σε βάρος των βουλευτών, αφού είναι διαφορετική η επαγγελματική εξέλιξη και τα χαρακτηριστικά κάθε κατηγορίας. Κρίθηκε επίσης ότι η μη αναπροσαρμογή της βουλευτικής αποζημίωσης δεν παραβιάζει καμία Συνταγματική διάταξη ούτε την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ή τις προβλέψεις άλλων διεθνών συμβάσεων όπως ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η Οικουμενική Διακήρυξη.