Πόσο κοντά είναι η Χάγη; Τι περιμένουμε το 2024 από τον ελληνοτουρκικό διάλογο

Την προσοχή της Αθήνας στις κινήσεις της Άγκυρας εφιστούν διεθνολόγοι και αναλυτές μέσω της Realnews, επισημαίνοντας πως η φαινομενικά θετική στάση της Τουρκίας και οι ήπιοι τόνοι που ακολουθεί δεν συνιστούν και οριστική αλλαγή στάσης.

Του ΘΑΝΟΥ ΜΩΡΙΑΤΗ – ΠΗΓΗ: Realnews

Οι καθηγητές Σωτήρης Ρούσσος και Γεώργιος Φίλης και οι αναλυτές Αθανάσιος Δρούγος και Σάββας Καλεντερίδης σκιαγραφούν τη στάση της Τουρκίας αλλά και την αναμενόμενη πορεία του ελληνοτουρκικού διαλόγου, καταλήγοντας στο συμπέρασμα πως ο διάλογος προχωρά, όμως ο δρόμος προς τη Χάγη παραμένει μακρύς και με πιθανά «αγκάθια».

Δρ Αθανάσιος Δρούγος

Προσεκτικά και όχι φοβικά βήματα

Τα επόμενα βήματα μέσα στο 2024 σχεδιάζουν Αθήνα και Αγκυρα, ενώ εξακολουθούν να διατηρούνται σε ήπιο πλαίσιο οι καθημερινές διμερείς σχέσεις των τελευταίων μηνών (μετά τις τρεις συναντήσεις των δυο ηγετών σε Βίλνιους, Νέα Υόρκη και Αθήνα). Η εμπλοκή της Τουρκίας σε αρκετά περιφερειακά/υποπεριφερειακά μέτωπα, όπως η Μέση Ανατολή, η Λιβύη, ο νότιος Καύκασος, το αφρικανικό Σαχέλ (Μάλι), αλλά κυρίως οι διμερείς σχέσεις με τους Αμερικανούς (εξοπλιστικά, PKK/Συρία κ.ά.) κυριαρχούν και θα κυριαρχούν στην ατζέντα της διπλωματικής κινητικότητας του Ερντογάν. Τους τελευταίους μήνες (με εξαίρεση σειρά τοπικών προκλητικών ενεργειών σε βάρος της UNFICYP στην περιοχή της «πράσινης γραμμής» στην Κύπρο – Πύλα, Αγιος Δομέτιος κ.λπ.) η Τουρκία (συγκριτικά με το πρόσφατο παρελθόν) εμφανίζεται πιο συγκρατημένη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έχει παραιτηθεί ορισμένων διαχρονικών στόχων της.

Λόγω της συνέχισης, μέσα στο 2024, των πολέμων στην ευρύτερη γειτονιά μας (και ειδικά της ουκρανορωσικής πολεμικής σύγκρουσης, η οποία θα χειροτερεύσει ακόμα πιο πολύ), αλλά και του πολέμου στη Γάζα (που ενδέχεται να επεκταθεί), η Αγκυρα θα επικεντρωθεί σε μεγάλο βαθμό σε αυτούς, αφού στο ιδιαίτερα ασταθές τόξο από τη Μαύρη Θάλασσα μέχρι τον Κόλπο του Αντεν/Ερυθρά Θάλασσα επιδιώκει να έχει ρόλο σε πολιτικοστρατιωτικά ζητήματα. Σε ό,τι αφορά τις σχέσεις της με το ΝΑΤΟ, η αριθμητική ενδυνάμωση της KFΟR στο Κόσοβο (με την αποστολή δύναμης εκεί) ως και αεροσκαφών της στις αποστολές εναέριας περιπολίας της Ατλαντικής Συμμαχίας στη Βαλτική λογικά θα την εμφανίζουν -παρά τις ισχυρές και επίμονες «ματιές» και φλερτ προς τη Μόσχα- να διατηρεί τους δεσμούς της με τη δυτική Συμμαχία. Μόλις θα ξεπεραστεί (λίαν προσεχώς) το τυπικό θέμα της αποδοχής της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ (αφού η Στοκχόλμη συμμετέχει σε όλα τα όργανα του Ευρωατλαντισμού) πληροφορίες μου φέρουν ότι η περίπτωση της διέλευσης πλοίων από τα Στενά/καθεστώς Συνθήκης Μοντρέ θα είναι ιδιαίτερα σημαντική για τις επιμέρους σχέσεις Αγκυρας – ΝΑΤΟ μέσα στη νέα χρονιά (αφού ορισμένα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ έχουν αρχίσει να τονίζουν την ενίσχυση του ουκρανικού ναυτικού σε κατηγορίες πλοίων με βρετανο-νορβηγική συμμετοχή).

Σε ό, τι αφορά τα διμερή μας θέματα με την Αγκυρα, εκτιμάται ότι θα ενισχυθούν οι επαφές μας στην οικονομικοεμπορική, περιβαλλοντική, τουριστική ατζέντα, ενώ στα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης λογικά θα δούμε τι θα προκύψει από τις προσεχείς επαφές των υπουργών Αμυνας Νίκου Δένδια – Γιασάρ Γκιουλέρ στο περιθώριο του ΝΑΤΟ (εαρινή Σύνοδος των υπουργών Αμυνας ή σε κάποια έκτακτη λόγω Ουκρανίας), καθώς και στις αναμενόμενες συναντήσεις ανάμεσα στον νέο Αρχηγό ΓΕΕΘΑ της Ελλάδας με τον Τούρκο ομόλογό του, στρατηγό Μετίν Γκουράκ. Πάντως, τα ΜΟΕ θα πρέπει να έχουν περιεχόμενο και ουσία και όχι να είναι «συναντήσεις για την έννοια των συναντήσεων» και δεν θα πρέπει εμείς να κινούμαστε συμπλεγματικά και φοβικά (αυτή η νοοτροπία έχει κουράσει και είναι ξεπερασμένη). Δεν μπορώ να αποκλείσω και ορισμένες κινήσεις «εντυπωσιασμού» από την πλευρά της Τουρκίας, που θα πρέπει διεισδυτικά να αξιολογήσουμε…

Σχετικά με τα πιο «καυτά» θέματα, η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ με συνυποσχετικό για προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης είναι πολύ μακριά και, τουλάχιστον για το 2024-2025, δεν διακρίνεται η υιοθέτηση μιας τέτοιας επιλογής. Πέραν των νομικών και νομικίστικων «γωνιών», είναι σημαντικό να βλέπουμε ορισμένα θέματα με πιο έντονο πολιτικό στίγμα. Για να περάσουμε μελλοντικά σε νέες φάσεις των διμερών μας σχέσεων (αναγνωρίζοντας τις διαχρονικές δυσκολίες που ασφαλώς υπάρχουν και δεν υποβαθμίζονται), είναι ανάγκη για μια ευρύτερη ανάλυση και με έμφαση σε έναν κόσμο που καθημερινά αλλάζει καταλυτικά και πολυδιανυσματικά. Τέλος, εκ μέρους μας να προσδώσουμε μεγαλύτερη βαρύτητα στα όσα λαμβάνουν χώρα στα Ηνωμένα Εθνη σε θέματα ωκεάνια (και όχι μόνο) ενόψει της προσεχούς προετοιμασίας μας για συμμετοχή ως μη μόνιμου μέλους του Σ.Α./ΟΗΕ (υπό λογικές συνθήκες).

Σάββας Καλεντερίδης

Να μην ξανακάνουμε τα ίδια λάθη

Αναμφισβήτητα, η υπογραφή της Διακήρυξης των Αθηνών αποτελεί τον τελευταίο σταθμό στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ενα κείμενο πολιτικό χωρίς δεσμευτικό χαρακτήρα για τα δύο μέρη. Θα μπορούσε να το χαρακτηρίσει κανείς ως μια δήλωση καλών προθέσεων, χωρίς να προσδιορίζεται, όμως, από ποιες δηλώσεις, πρωτοβουλίες ή ενέργειες δεσμεύονται να απέχουν τα δύο μέρη, όπως επιτάσσει το OP2.: «Τα μέρη δεσμεύονται να απέχουν από κάθε δήλωση, πρωτοβουλία ή ενέργεια που θα μπορούσε να υπονομεύσει ή να απαξιώσει το γράμμα και το πνεύμα αυτής της Διακήρυξης ή να θέσει σε κίνδυνο τη διατήρηση της ειρήνης και της σταθερότητας στην περιοχή τους».

Πάντως, η Τουρκία συνεχίζει να προβαίνει σε δηλώσεις και ενέργειες που υποστηρίζουν το δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας», όπως για παράδειγμα η δοκιμή τορπίλης βαρέος τύπου, τουρκικής κατασκευής, που έγινε τις 27 Δεκεμβρίου 2023, μετά την οποία ακολούθησαν δηλώσεις αξιωματούχων ότι η τορπίλη θα βοηθήσει στην υποστήριξη των δικαιωμάτων της Τουρκίας στη «Γαλάζια Πατρίδα».

Το σίγουρο, πάντως, είναι ότι η Διακήρυξη των Αθηνών παράγει αποτελέσματα για την Τουρκία όσον αφορά το θέμα της αγοράς από τις ΗΠΑ των F-16. Να σημειωθεί ότι οι Αμερικανοί νομοθέτες είχαν ζητήσει από την κυβέρνηση να διασφαλίσει ότι η Αγκυρα δεν θα χρησιμοποιήσει τα μαχητικά F-16 για την παραβίαση της ελληνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο.

Μετά την υπογραφή της Διακήρυξης των Αθηνών και ενώ είχε προηγηθεί η παύση των παραβιάσεων, μόλις πριν από λίγες ημέρες ήρθε ο Μάθιου Μίλερ, εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, να παραδεχθεί ότι η αμερικανική κυβέρνηση έπρεπε να εργαστεί προκειμένου να δώσει λύσεις στις ανησυχίες που είχε εκφράσει το Κογκρέσο σχετικά με την πώληση των μαχητικών F-16 στην Τουρκία.

Συγκεκριμένα, ο Μάθιου Μίλερ δήλωσε: «Είχαμε εμπόδια στο Κογκρέσο λόγω των ενεργειών που έχει κάνει η Τουρκία και που έπρεπε να τα ξεπεράσουμε και να τα επεξεργαστούμε. Προσπαθήσαμε να τα αντιμετωπίσουμε όσο το δυνατόν πιο επιμελώς».

Όπως αντιλαμβάνεται ο καθείς, τα προβλήματα ξεπεράστηκαν και στην ουσία η Τουρκία θα πάρει τα αναβαθμισμένα F-16 με τη συνεργασία της Ελλάδας.

Πέρα από αυτά που αναφέρονται στη Διακήρυξη και στους περίφημους «τρεις άξονες» στους οποίους θα κινηθούν οι δύο χώρες για την εξομάλυνση των μεταξύ τους σχέσεων και πέραν του ακανθώδους ζητήματος της οριοθέτησης των θαλάσσιων ζωνών, υπάρχει και ένα κορυφαίο ζήτημα προς «διευθέτηση»: η απαίτηση της Τουρκίας για αποστρατιωτικοποίηση των νησιών.

Μάλιστα, επανέρχεται το σενάριο της διάλυσης της Στρατιάς Αιγαίου και της μεταφοράς του στόλου των αποβατικών της Τουρκίας στον Εύξεινο Πόντο, για να εξουδετερωθεί το επιχείρημα της Ελλάδας περί απειλής, το οποίο εκφράζεται με το σύνθημα «ό,τι απειλείται δεν αποστρατιωτικοποιείται».

Η Τουρκία και όσοι σύμμαχοι ενδιαφέρονται για την περιοχή μας, επικαλούμενοι τις Συνθήκες της Λωζάννης και των Παρισίων, μετά την «εξάλειψη» της απειλής θα ασκήσουν (αν δεν ασκούν ήδη) πιέσεις στην Ελλάδα, για αποστρατιωτικοποίηση των νησιών.

Η Ελλάδα πρέπει να αλλάξει σύνθημα και να τονίζει σε όλους τους τόνους ότι «τα νησιά δεν αποστρατιωτικοποιούνται, τελεία και παύλα».

Το ίδιο λάθος έγινε το 1967, με την απόσυρση της ελληνικής μεραρχίας από την Κύπρο, το οποίο λάθος το πλήρωσαν και το πληρώνουν μέχρι σήμερα οι Ελληνες της Κύπρου. Να μην ξανακάνουμε το ίδιο λάθος το 2024.

Σωτήρης Ρούσσος

Η άσκηση ισορροπίας της Άγκυρας

Σε όλη τη διάρκεια του 2023 η τουρκική εξωτερική πολιτική επιχειρούσε μια άσκηση ισορροπίας. Από τη μια πλευρά προσπαθούσε να ρίξει γέφυρες με τη Δύση και κυρίως τις ΗΠΑ και από την άλλη να αναδείξει την Τουρκία σε περιφερειακή δύναμη στην ανατολική Μεσόγειο και σε ηγέτιδα δύναμη στον μουσουλμανικό κόσμο. Η άσκηση αυτή περιελάμβανε την άρση του βέτο για την είσοδο της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, την αποφυγή εμφανούς στήριξης της Μόσχας, τη συνέχιση του μεσολαβητικού ρόλου μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας και, τέλος, την αποκλιμάκωση της επιθετικότητας απέναντι στην Ελλάδα. Από την άλλη πλευρά, η σκληρή στάση απέναντι στο Ισραήλ στον πόλεμο της Γάζας, η αποκατάσταση σχέσεων συνεργασίας με τη Σαουδική Αραβία, τα Εμιράτα και την Αίγυπτο και η υποστήριξη πρωτοβουλιών συνεργασίας του παγκόσμιου Νότου περιλαμβάνονται στο σχέδιο ανάδειξης της Τουρκίας ως περιφερειακής δύναμης.

Η πρόσφατη επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου στην Αθήνα έκανε σαφή αυτή την ισορροπητική στροφή της Αγκυρας και την επιδίωξη «ήρεμων νερών» με την Ελλάδα. Η συμφωνία που υπογράφηκε δεν επιλύει κανένα από τα ζητήματα που χωρίζουν τις δύο χώρες και δεν δημιουργεί καμία δέσμευση, νομική ή άλλη. Αποτελεί ένα σύνολο προτροπών καλής συμπεριφοράς που σε περίπτωση έντασης μπορεί να ερμηνευθούν κατά το δοκούν και δίνει στην Αγκυρα τη δυνατότητα να προβάλει τον εαυτό της ως ειρηνοποιό στο Αιγαίο, ανοίγοντας τον δρόμο για την άρση των ενστάσεων του Κογκρέσου για την πώληση των αεροσκαφών F-16. Το 1930, η Τουρκία προσπαθούσε να βρει τα πατήματά της στη διεθνή σκηνή και, όπως είχε εύστοχα επισημάνει τότε ο Βενιζέλος, δεν ήταν πια αυτοκρατορία. Σήμερα, η Τουρκία θέλει να αναγνωριστεί από τη Δύση ως περιφερειακή ηγεμονική δύναμη και αυτό καθορίζει τις κινήσεις της και απέναντι στην Αθήνα.

Με αυτά τα δεδομένα, δεν φαίνεται στον ορίζοντα μια προσφυγή στα Διεθνή Δικαστήρια για τα ζητήματα της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ. Πρωτίστως, γιατί δεν υπάρχει η ελάχιστη συναντίληψη για το ποια θέματα θα πρέπει να περιλαμβάνει η λίστα των προβλημάτων προς επίλυση. Η Αθήνα περιορίζει τις διαφορές μόνο στα δύο ζητήματα, ενώ η Αγκυρα έχει κατά καιρούς περιλάβει σε αυτές την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών, τις λεγόμενες γκρίζες ζώνες, τις βραχονησίδες, τον εναέριο χώρο, ακόμη και τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης. Το 2024, μπορεί να είναι μια χρονιά σχετικής ηρεμίας στις σχέσεις μας με την Τουρκία, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αποσύρει τις διεκδικήσεις της ή ότι δεν θα ξαναγυρίσει στα «νταηλίκια», όταν αποκαταστήσει τις σχέσεις της με την Ουάσιγκτον και εξασφαλίσει τα εξοπλιστικά προγράμματα που επιδιώκει.

Γεώργιος Φίλης

2024: Έτος «αποκάλυψη» για τα ελληνοτουρκικά

Το 2023 έκλεισε στα ελληνοτουρκικά με μία συνειδητή προσπάθεια της Αθήνας να προσεγγίσει την Τουρκία, η οποία ευρισκόμενη σε δεινή οικονομική, στρατιωτική και διπλωματική θέση αναφορικά με τις σχέσεις της κυρίως με τους Ευρωατλαντικούς θεσμούς χρειαζόταν να επιδείξει μία επιφανειακή αξιοπιστία και μετριοπάθεια απέναντι στους δυτικούς συμμάχους. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει κάποιος να αξιολογήσει την υπογραφείσα «μη δεσμευτική» μεν, αλλά με παραγόμενο πολιτικό αποτέλεσμα, δε, Διακήρυξη των Αθηνών.

Πολλοί στην Αθήνα προσπάθησαν να παρουσιάσουν την πρόσφατη επίσκεψη Ερντογάν και τη συνοδευόμενη υπογραφείσα διακήρυξη ως ένα βασικό βήμα στην αποκλιμάκωση της έντασης μεταξύ των δύο πλευρών, ενώ κάποιοι προχώρησαν ακόμα περισσότερο εκτιμώντας πως αποτελεί τη βάση μέσω της οποίας θα επιλύσουμε τα θεμελιώδη ζητήματά μας με την Αγκυρα σε ένα πλαίσιο αμοιβαίου κέρδους και -γιατί όχι- να καταλήξουμε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Πόσο κοντά είμαστε σε μία τέτοια εξέλιξη;

Η απάντηση στο ερώτημα στην ουσία έχει να κάνει με το κατά πόσο η Τουρκία θα εγκαταλείψει τις μαξιμαλιστικές της θέσεις αναφορικά με την κυριότητα νήσων και νησίδων πέραν των τριών μιλίων πλησίον των ακτών της, όπως προβλέπει η Συνθήκη της Λωζάννης (άρθρο 12) και αν θα συναινέσει στο να τεθεί υπό διαπραγμάτευση το μόνο ζήτημα που νομικά εκκρεμεί – αυτό της υφαλοκρηπίδας και της ακριβούς χάραξης της ΑΟΖ. Σε αντίθετη περίπτωση, καμία ελληνική κυβέρνηση δε δύναται να υπογράψει κανένα συνυποσχετικό, διότι αυτό θα εμπεριέχει διαπραγμάτευση του πυρήνα της εθνικής κυριαρχίας (κυριότητα νήσων, έκταση χωρικών υδάτων, στρατιωτική παρουσία) και κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας. Εάν «οι ουσιαστικές διαβουλεύσεις» στον «πολιτικό διάλογο», σύμφωνα με τη διακήρυξη, κινηθούν σε θέματα ουσίας θα φανεί σύντομα, καθώς και το αποτέλεσμα αυτής. Σε κάθε περίπτωση, η Αθήνα θα πρέπει να κινηθεί προς την παραπομπή των θεμάτων μας στο Δικαστήριο του Αμβούργου, εξειδικευμένου στο Δίκαιο της Θάλασσας, με ξεκάθαρη εντολή, και όχι στην Χάγη η οποία αποτελεί κατά βάση «πολιτικό» δικαστήριο στο οποίο υπάρχει κίνδυνος η ατζέντα να διολισθήσει σε θέματα ευρύτερης πολιτικής, όπως θα ήθελε η Άγκυρα.

Λίγες εβδομάδες μετά την υπογραφή της διακήρυξης, τα σημάδια δεν είναι ενθαρρυντικά. Η πρωτοχρονιάτικη επίσκεψη Δένδια στη Λήμνο χαρακτηρίστηκε από τα ελεγχόμενα τουρκικά ΜΜΕ ως «προβοκάτσια». Ο Τούρκος υπουργός Αμυνας Γιασάρ Γκιουλέρ στο μήνυμά του προς το προσωπικό του Πολεμικού Ναυτικού της Τουρκίας, αφού μίλησε για τον Τούρκο πειρατή του 11ου αιώνα Τσακά Μπέη, που έδρασε στο Αιγαίο, και για τον Οθωμανό ελληνικής καταγωγής πειρατή Μπαρμπαρόσα, που έπλευσε στην ανατολική και κεντρική Μεσόγειο και στη βόρεια Αφρική, έφτασε στο διά ταύτα, στη «Γαλάζια Πατρίδα». Από την πλευρά της η Λιβύη προχωρά μονομερώς σε επέκταση των χωρικών της υδάτων με «κλείσιμο» του Κόλπου της Σύρτης, χωρίς καμία διαβούλευση με την πατρίδα μας, αφού επηρεάζεται άμεσα η δικιά μας οριοθέτηση με την Τρίπολη. Φυσικά, μόνο κάποιος αφελής θα πίστευε πως δεν έχει συνεννοηθεί πρώτα με την Αγκυρα. Φυσικά το casus belli από την Αγκυρα προς την Ελλάδα παραμένει ως έχει.

Κατά συνέπεια, το 2024 εκτιμάται πως θα αποτελέσει το έτος «αποκάλυψη» απέναντι στους σχεδιασμούς της Τουρκίας. Δυστυχώς, η Αγκυρα προσπαθεί να κερδίσει χρόνο αλλά και να μας επιβάλει περισσότερα τετελεσμένα και μέσω της «σαλαμοποίησης» της εθνικής μας κυριαρχίας και των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων να μας οδηγήσει στη «στοργική της αγκαλιά» αν όχι ως κράτος υποτελές, σίγουρα ως δορυφόρο. Θα το επιτρέψουμε;

Δείτε εδώ κι εδώ το δημοσίευμα της Realnews

 

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ