Ο άπληστος Λόρδος Έλγιν: Η αρπαγή των Γλυπτών, το σκανδαλώδες διαζύγιό του και η χρεοκοπία

Ο Τόμας Μπρους, ο 7ος Κόμης του Έλγιν ήταν Βρετανός διπλωμάτης και διετέλεσε πρεσβευτής της Βρετανίας στην Οθωμανική Κωνσταντινούπολη. Είναι γνωστός για δύο πράγματα. Το ένα είναι η κλοπή των μαρμάρων του Παρθενώνα. Το άλλο ήταν το σκανδαλώδες διαζύγιό του.

Γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου 1766 στο Μπλούμχολ της κομητείας Φάιφ στην Σκωτία. Ήταν ο δεύτερος γιος του Τσαρλς Μπρους, 5ου κόμη του Έλγκιν και της συζύγου του Μάρθας Γουάιτ.
Κατετάγη στον στρατό της Σκωτίας και το 1799 τοποθετήθηκε έκτακτος πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη, λόγω της εκστρατείας του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο. Είχε εντολή να ασχοληθεί αποκλειστικά με πολιτικά ζητήματα και κυρίως να στήσει γραμμές άμυνας απέναντι στον Ναπολέοντα. Είχε περάσει από την Αυστρία, από τις Βρυξέλλες και από την Πρωσία. Το Δεκέμβριο του 1798 ορίστηκε πρέσβης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, αλλά στην Κωνσταντινούπολη έφτασε στις 6 Νοεμβρίου 1799.

Ο Έλγιν παρέμεινε πρέσβης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία μεταξύ 1799 και 1803 και έδειξε μεγάλη επιδεξιότητα και ενέργεια στην εκπλήρωση μιας δύσκολης αποστολής, την επέκταση της βρετανικής επιρροής κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης μεταξύ Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και Γαλλίας. Αναχώρησε από την Τουρκία στις 16 Ιανουαρίου 1803. Το, Μάιο του 1800, ο Έλγιν έστειλε στην Αθήνα τον γραμματέα της πρεσβείας Γουίλιαμ Χάμιλτον μαζί με έξι καλλιτέχνες και τεχνίτες από την Ιταλία και με αποστολή να καταγράψουν τα αρχαία μνημεία της Αττικής και ιδιαίτερα του Παρθενώνα. Ο αρχικός σκοπός του ήταν να λάβει εκμαγεία από διάφορα μνημεία για να διακοσμήσει την έπαυλή του στη Σκωτία.

Οι διεθνείς συμμαχίες

Όταν τα διεθνή πολιτικά γεγονότα οδήγησαν την Τουρκία σε συμμαχία με τη Μεγάλη Βρετανία εναντίον της Γαλλίας, η θέση του ενισχύθηκε. Τότε ο Έλγιν άδραξε την ευκαιρία για να ωφεληθεί προσωπικά και ν’ αποκτήσει μία τεράστια συλλογή από αρχαιότητες. Το 1801 κατόρθωσε να αποσπάσει μία επιστολή από τον καϊμακάμη Σεγούτ Αβδουλάχ, που εκείνη την περίοδο αντικαθιστούσε τον Μεγάλο Βεζύρη στην Κωνσταντινούπολη. Με την επιστολή ο καϊμακάμης, προέτρεπε τις οθωμανικές αρχές στην Αθήνα να επιτρέψουν στους ανθρώπους του Έλγιν να ενεργήσουν ανασκαφές, χωρίς να κάνουν ζημιές.

Αρχικά του δόθηκε περιορισμένη πρόσβαση στα μνημεία. Αλλά απέκτησε συμπάθειες και ζήτησε άδεια (τουρκικά firman) να αφαιρεί κομμάτια από τα μνημεία της Ακρόπολης και κυρίως του Παρθενώνα. Η άδεια που έλαβε αμφισβητείται, αφού η επίσημη ελληνική εκδοχή υποστηρίζει πως ο λόρδος ουδέποτε παρέλαβε επίσημη άδεια, αλλά παράφρασε μία επιστολή του Καϊμακάμη.

Στην επιστολή κανονικά αναγραφόταν ότι δινόταν ανεπίσημη χάρη στα συνεργεία να σχεδιάσουν, να λάβουν εκμαγεία και να διενεργήσουν ανασκαφή γύρω από τα θεμέλια του Παρθενώνα, όπου ίσως βρισκόταν θαμμένη κάποια επιγραφή ή ανάγλυφο, με τον όρο ότι δεν θα βλάπτονταν με κανένα τρόπο οποιοδήποτε μνημείο.

Το ναυάγιο

Από το 1801 έως το 1804 τα συνεργεία του Έλγιν έγδυναν την Ακρόπολη, προκαλώντας σημαντικές ζημίες στα γλυπτά και στον Παρθενώνα. Οι άνθρωποί του απέσπασαν, διαμελίζοντας ένα σημαντικό μέρος (περίπου το ήμισυ) από το σωζόμενο γλυπτό διάκοσμο του Παρθενώνα, μαζί με ορισμένα αρχιτεκτονικά μέλη, όπως ένα κιονόκρανο κι ένα σπόνδυλο από κίονα.

Οι αφαιρούμενες αρχαιότητες συσκευάζονταν σε κιβώτια και μεταφέρονταν δια θαλάσσης στην Αγγλία. Το 1802 φορτώθηκαν τα πρώτα 12 κιβώτια στο ιδιόκτητο ιστιοφόρο του Έλγιν «Μέντωρ». Το πλοίο, όμως, βυθίστηκε στον Αβλέμονα των Κυθήρων και χρειάστηκαν δύο χρόνια για την ανέλκυση των μαρμάρων.

Η κατακραυγή

Το 1803 επιστρέφοντας στην Αγγλία κρατήθηκε αιχμάλωτος στη Γαλλία. Επέστρεψε στην πατρίδα του το 1806 κι εκεί δεν ήταν απόλυτα ευνοϊκό το κλίμα για τον ίδιον. Γνωστές προσωπικότητες της εποχής (Ντότγουελ, Ντάγκλας, Κλαρκ, Σμιθ, Χόμπχαουζ) τον επέκριναν για την κλοπή στον Παρθενώνα. Γλυπτά αφαιρέθηκαν και από τον Ναό της Απτέρου Νίκης, αλλά και από άλλα μνημεία της Ακρόπολης. Τα συνεργεία φέρεται να εργάζονταν στον βράχο ακόμα και το 1812.

Τον κατηγόρησαν ως κοινό κλέφτη και βάνδαλο, που με αθέμιτα μέσα (δωροδοκίες κλπ) λήστεψε σεβαστά μνημεία του πολιτισμού για ίδιον όφελος.  Το 1807, ο Έλγιν προκάλεσε ακόμα ένα σκάνδαλο, όταν κατηγόρησε τη σύζυγό του για μοιχεία. Η υπόθεση έφτασε στα δικαστήρια, με τον Έλγιν να απαιτεί από τον εραστή της γυναίκας του ένα μεγάλο χρηματικό ποσό ως αποζημίωση.

Η φτώχεια

Χώρισε και ξαναπαντρεύτηκε, αλλά είχε χάσει την περιουσία του. Είχε πληρώσει τεράστια ποσά στα συνεργεία για την κλοπή των μαρμάρων, την μεταφορά τους, την ανέλκυσή τους, αλλά και για τις δωροδοκίες σε Τούρκους αξιωματούχους. Δεν είχε πού να στεγάσει τα μάρμαρα που είχε κλέψει. Και ζούσε και υπό το βάρος του στίγματος της κλοπής.
Την κλοπή στιγμάτισαν επιφανείς προσωπικότητες των γραμμάτων και της τέχνης σε όλο τον κόσμο, μεταξύ των οποίων και ο Λόρδος Βύρων (Lord George Gordon Byron VI) στα ποιήματα του «Τσάιλντ Χάρολντ» (Childe Harold’s Pilgrimage) και «Κατάρα της Αθηνάς.

Το 1816 αναγκάστηκε να πουλήσει μισοτιμής τη συλλογή του με τα «Μάρμαρα του Παρθενώνα» στο Βρετανικό Μουσείο. Συνολικά τα μάρμαρα του είχαν κοστίσει 70.000 λίρες. Τα μάρμαρα είχαν εντωμεταξύ υποστεί τεράστιες καταστροφές, από την κακή φύλαξη και από την κακή μεταφορά τους. Κάποτε λέγεται ότι τα εξέθετε στην καρβουναποθήκη του σπιτιού του. Ο ίδιος ήταν σε οικτρή κατάσταση. Υπέφερε από σύφιλη και ήταν εντελώς φτωχός, ειδικά μετά το πολυτάραχο διαζύγιό του. Εν τέλει, η βρετανική κυβέρνηση αγόρασε τα γλυπτά στο ποσό των 35.000 βρετανικών λιρών.

Ο Έλγιν πέθανε στις 14 Νοεμβρίου 1841, στο Παρίσι, όπου ζούσε τα τελευταία χρόνια της ζωής του προκειμένου να αποφύγει τους δανειστές του.

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ