Έπειτα από σχεδόν δύο εβδομάδες ελευθερίας, ο Δημήτρης Κούκλατζης, έχοντας στο πλευρό του τους γονείς του Νίκο και Σοφία, μιλά στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων για την περιπέτεια με την κράτησή του στις φυλακές της Αδριανούπολης επί 167 ημέρες μαζί με τον Άγγελο Μητρετώδη. Περιγράφει τα συναισθήματά τους για την κάθε απόρριψη αιτήματος αποφυλάκισης, για την ελπίδα που τους κρατούσε δυνατούς, αλλά και τη στιγμή που συνειδητοποίησαν ότι επιστρέφουν στην πατρίδα τους.
Οι γονείς του καταθέτουν τη δική τους αλήθεια, σκιαγραφώντας μέσα από τις απαντήσεις τους, το χρονικό μιας απρόσμενης αλλά με αίσιο τέλος περιπέτειας.
Ο στρατός είναι η επιλογή να υπερασπίζεσαι την πατρίδα
«Ο στρατός είναι οικογένεια και ξέρεις ότι ποτέ δεν είσαι μόνος. Εμπιστεύεσαι και τη ζωή σου ακόμη σε συναδέλφους, στην ηγεσία. Οπότε δε φοβηθήκαμε ούτε στιγμή» λέει στο ΑΠΕ ΜΠΕ ο λοχίας Δημήτρης Κούκλατζης. «Ξάφνιασμα ήταν το πρώτο συναίσθημα τη στιγμή της σύλληψης, όχι φόβος… Ο στρατός είναι η επιλογή να υπερασπίζεσαι την πατρίδα σου. Είναι επιλογή μου να υπηρετώ και να ζω στα σύνορα της χώρας» προσθέτει .
Ο Δημήτρης μιλάει στο ΑΠΕ ΜΠΕ με αγάπη για την πόλη του: «Αγαπώ την πόλη μου την Ορεστιάδα, πιστεύω ότι είναι η ομορφότερη της Ελλάδας και δεν θα ήθελα να είμαι πουθενά αλλού. Ο στρατός μου δίνει τη δυνατότητα καθημερινά να υπερασπίζομαι αυτά που αγαπώ περισσότερο, την οικογένεια, την πατρίδα, την πόλη. Ίσως σ’ αυτή την επιλογή με επηρέασαν τα ξαδέρφια μου γιατί είναι όλοι στρατιωτικοί. Ίσως μου άρεσαν τα δύσκολα… ».
Σχετικά με την επί 167 ημέρες κράτηση τους αναφέρει: «Είχα κάνει ένα ημερολόγιο και έσβηνα την κάθε μέρα που περνούσε. Έτσι δε χάνεται ο χρόνος. Κυρίως διαβάζαμε και συζητούσαμε με τον Άγγελο για διάφορα θέματα. Σίγουρα ήταν πολύ σημαντικό το ότι δεν ήμουν μόνος. Το να είσαι μόνος, να μην έχεις κάποιον να μιλήσεις είναι πολύ δύσκολο. Πώς να περάσουν οι ώρες, οι μέρες… Είχαμε απεριόριστο χρόνο να σκεφτούμε. Τα σκεφτόμουν όλα, την οικογένεια, το μέλλον, τη χώρα. Όλα ήταν συνέχεια στη σκέψη μου… Το δυσκολότερο ήταν η αβεβαιότητα για το πότε θα φύγουμε… Όταν πήγαμε στον εισαγγελέα, στο αυτόφωρο, τότε καταλάβαμε ότι δεν θα τελειώσει γρήγορα το θέμα… Σε κάθε αίτημα αποφυλάκισης υπήρχε η ελπίδα, ότι ίσως αυτή είναι η φορά που θα φύγουμε. Μετά από κάθε απόρριψη δεν πέφταμε ψυχολογικά, απλά περιμέναμε την επόμενη αίτηση. Κάθε μήνα περιμέναμε ότι θα γίνει κάτι καινούρΓιο. Είχαμε πάντα την ελπίδα, δεν μας έριχνε ψυχολογικά. Λέγαμε, εντάξει δεν έγινε αυτό το μήνα θα γίνει τον επόμενο, κι έτσι πηγαίναμε από μήνα σε μήνα… Προσωπικά δεν απογοητεύτηκα ποτέ. Κουράγιο και αισιοδοξία μας έδιναν η πρόξενος που μας έλεγε για τις προσπάθειες που γίνονται και οι γονείς μας. Έτσι ελπίζαμε και περιμέναμε».
Η ενημέρωση, οι επισκέψεις, οι εκατοντάδες κάρτες
«Όχι, δεν είχαμε εικόνα για τις διαστάσεις που είχε πάρει η σύλληψή μας. Ξέραμε ό,τι μας έλεγαν οι γονείς στα επισκεπτήρια και η κ. πρόξενος. Δεν φανταζόμουν ότι θα είχε πάρει τόσο μεγάλη έκταση. Δεν το περιμέναμε ότι θα ξεπερνούσε τα όρια της Ελλάδας… Οι επισκέψεις της πολιτικής ηγεσίας σίγουρα μας ανέβασαν ψυχολογικά. Μας ανέβασε ότι προσπαθούν, ότι είναι δίπλα μας η κυβέρνηση, η χώρα, όλη η Ευρώπη. Από τις επισκέψεις αυτές μάθαμε ότι η κατάσταση ήταν σοβαρή, ότι γίνονται προσπάθειες και ότι σύντομα η περιπέτεια θα τελειώσει… Η Θεία Κοινωνία ήταν κάτι ξαφνικό. Δεν το περιμέναμε. Δεν ξέραμε ότι θα έρθει ο σεβασμιότατος Μητροπολίτης Κκ. Αμφιλόχιος. Το μήνυμα του Οικουμενικού Πατριάρχη, εγώ αισθάνομαι ότι το είχα ανάγκη. Ήταν Πάσχα και ήταν ευλογία… Το πρώτο γράμμα που πήραμε στη φυλακή το έστειλε ένας 11χρονος από το Ναύπλιο. Το έστειλε στις 11 Μαρτίου και το πήραμε το Πάσχα. Δεν γνωρίζαμε ότι θα δεχθούμε κάρτες και γράμματα. Μετά είδαμε τον κόσμο που ήταν δίπλα μας. Άγνωστος κόσμος που έστελνε ευχές για καλή Ανάσταση κ.α. Κάρτες και γράμματα απ’ όλη τη χώρα, απ’ όλο τον κόσμο, από τον Καναδά, την Αμερική, τη Γαλλία… Τα έχουμε πάρει όλα μαζί μας φεύγοντας…» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Οι συναντήσεις με τους γονείς
«Τους πρώτους μήνες, ίσως οι συναντήσεις ήταν λίγο δύσκολες. Μετά το συνηθίσαμε και ήταν πιο εύκολο. Περιμέναμε κάθε Τετάρτη το τηλεφώνημα και την Παρασκευή το επισκεπτήριο. Συζητούσαμε για τη ζωή εκτός της φυλακής, για τους συγγενείς, τους φίλους, όλα όσα μας περίμεναν όταν επιστρέφαμε. Έτσι τελείωνε η εβδομάδα και περιμέναμε την επόμενη».
Η αποφυλάκιση και η επιστροφή
«Όταν απογειώθηκε το αεροπλάνο ακόμη και τότε δεν είχαμε συνειδητοποιήσει τι είχε γίνει» λέει ο Δημήτρης Κούκλατζης. «Μόνο όταν ήμασταν στον αέρα και κοίταξα κάτω και είδα ελληνικό χώρο, είδα τον Λευκό Πύργο και την παραλία της Θεσσαλονίκης, τότε σιγουρεύτηκα ότι γυρίσαμε στη χώρα μας, ότι όλα τελείωσαν. Όταν προσγειώθηκε το αεροπλάνο και είδαμε τον κόσμο που περίμενε ήταν ένα σοκ. Δεν ξέραμε, δεν περιμέναμε ότι θα είναι τόσος κόσμος. Όχι δεν νιώθω ήρωας. Είναι μία λέξη με μεγάλη βαρύτητα. Είναι άλλη η έννοια του ήρωα και δεν την πλησιάζουμε. Ήρωες είναι οι άνθρωποι που έχουν δώσει το αίμα, τη ζωή τους για σκοπούς ιερούς, για την πατρίδα. Δεν μπορείς να αισθανθείς ήρωας λοιπόν. Δεν συγκρινόμαστε».
«Δεν έχω δει τα όσα έχουν γραφεί και ειπωθεί για την περιπέτειά μας. Είδα μόνο τις ειδήσεις μετά την επιστροφή μας. Δεν τα έχω ψάξει και σίγουρα δεν θα τα δω αμέσως. Ίσως αργότερα και κατά διαστήματα, αλλά όχι τώρα… Έχω μείνει ο ίδιος άνθρωπος. Βέβαια νιώθω ότι ωρίμασα λίγο παραπάνω, ίσως τα βρήκα με τον εαυτό μου περισσότερο. Σίγουρα θέλω να ξεχάσω. Θέλω να κρατήσω μόνο την αγάπη και τη στήριξη που δεχθήκαμε απ’ όλους σε μια πολύ δύσκολη στιγμή…» λέει ο Δημήτρης Κούκλατζης στο ΑΠΕ ΜΠΕ.
Όσον αφορά στους γονείς του, περιγράφουν τη δική τους αγωνία: «Η ζωή μας άλλαξε σίγουρα από την 1η Μαρτίου, αλλά ευτυχώς μετά το τέλος της περιπέτειας ξέρουμε ότι άλλαξε μόνο γι’ αυτό το χρονικό διάστημα, που στην καθημερινότητά μας κυριαρχούσαν η αβεβαιότητα και η αγωνία», λέει ο πατέρας του Δημήτρη, Νίκος Κούκλατζης, ενώ η σύζυγός του Σοφία συμπληρώνει πως «ξαφνικά ήρθαν τα πάνω κάτω στη ζωή μας».
«Δεν ήταν εύκολο. Πάρα πολλές στιγμές κλονίστηκε και η πίστη και η ελπίδα μας και όλα. Είναι ανθρώπινο. Ακούγαμε μηνύματα και δηλώσεις που ήταν αποθαρρυντικά. Προσπαθούσαμε να βρούμε κάτι να μας δώσει ελπίδα, να πούμε ότι υπάρχει μία πυγολαμπίδα στην άκρη του τούνελ, ένα φωτάκι και δεν υπήρχε… Υπήρχε όμως η πίστη μας. Κάθε Τρίτη στις 7.00 ο πατήρ Αθανάσιος έκανε μία παράκληση στην Παναγία της Ορεστιάδας ειδικά για τα παιδιά… Σημαντικό είναι και ότι η απελευθέρωση των παιδιών έγινε την κατάλληλη ώρα και μέρα. Τρίτη 14 Αυγούστου ανακοινώθηκε και η επιστροφή τους», εξομολογείται η Σοφία Κούκλατζη.
Από την πλευρά του ο Νίκος Κούκλατζης παραδέχεται: «Έρχονταν και στιγμές αδυναμίας, πολλές φορές, αλλά δεν μπορώ να πω ότι κυριάρχησε το “γιατί” στη ζωή μου. Ήξερα ότι στο επάγγελμα του Δημήτρη, την ώρα του καθήκοντος μπορεί να συμβεί οτιδήποτε. Δεν υπήρξε λοιπόν το “γιατί”… Τις στιγμές αυτές όμως στήριγμά μας ήταν η προσευχή. Ζητούσαμε να μας δοθεί δύναμη, να δέχονται δύναμη πνευματική τα παιδιά μας ώστε ν’ αντέξουμε κι εμείς κι εκείνοι τη δοκιμασία αυτή μέχρι να έρθει η πολυπόθητη στιγμή της ελευθερίας. Είμαστε θρησκευόμενη οικογένεια. Έχουμε αυτές τις καταβολές από τους παππούδες και τους γονείς μας. Έχουμε μάθει να στηριζόμαστε στο Θεό, το Χριστό, την Παναγία και τους Αγίους μας. Πιστεύουμε σ’ αυτά τα πρόσωπα και τους επικαλούμαστε είτε μέσω του εκκλησιασμού μας, είτε μέσω προσευχών. Οπότε σ’ όλη τη δοκιμασία αυτή που περάσαμε ήταν πολύ έντονη η παρουσία της θρησκείας μας μέσω της Εκκλησίας μας…».
Το εβδομαδιαίο επισκεπτήριο
«Ήταν πάρα πολύ δύσκολο. Σε κάθε επίσκεψη νιώθαμε αδύναμοι», λέει η μητέρα στο ΑΠΕ ΜΠΕ. «Έξω από τη φυλακή και λίγο πριν αρχίσει ο έλεγχος και οι δύο ήμασταν ράκη. Μετά όταν μπαίναμε άλλαζα προσωπείο, ήμουν χαρούμενη. Υπήρχαν κάποιες στιγμές που συγκινούμασταν με το Δημήτρη όταν ήμασταν από κοντά, αλλά πάντα προσπαθούσαμε να δώσουμε την εικόνα ότι θα τα καταφέρουμε. Λέγαμε ότι πρέπει να κάνουμε υπομονή κι εμείς κι αυτός. Να αντέξουμε και να ξεπεράσουμε αυτή τη δοκιμασία μαζί. Όσος καιρός κι αν χρειαστεί θ’ αντέξουμε».
«Ήταν μια δύσκολη ώρα να βλέπεις το παιδί σου πίσω από τζάμι και να το αφήνεις εκεί, αλλά έπρεπε να το αντιμετωπίσουμε ψύχραιμα και με τη λογική εκείνης της στιγμής. Έπρεπε να είμαστε δυνατοί. Αυτό το είχα εμφυσήσει στον εαυτό μου, ότι πρέπει να είμαστε δυνατοί για να μεταδώσουμε δύναμη και στο παιδί, ν’ αντέξει το χρονικό διάστημα του εγκλεισμού, στον περιορισμένο αυτό χώρο. Γνωρίζαμε το άδικο της υπόθεσης. Για εμάς την οικογένεια, τα παιδιά βρισκόταν άδικα στη φυλακή, χωρίς να έχουν κάνει κάτι κακό. Ήταν εντελώς άδικη η κράτησή τους τόσο καιρό. Αυτό το ξέραμε. Αυτό το άδικο της υπόθεσης μου έδινε περισσότερη δύναμη. Πιστεύω ότι βρέθηκαν εκεί λόγω των συγκυριών και πολιτικών παιχνιδιών. Όλη η προσπάθειά μου στα επισκεπτήρια ήταν η συζήτησή μας να είναι χαλαρή κατά κύριο λόγο, αλλά κατά κάποιο τρόπο, κατά ένα μέρος της θα έπρεπε να είναι και εποικοδομητική. Προσπαθούσα να τον εμψυχώσω, να τον πείσω ότι πρέπει να είναι και να φαίνεται δυνατός, ότι μπορεί ν’ αντέξει τη δοκιμασία αυτή ότι και να γίνει. Είσαι Έλληνας στρατιωτικός, πιστεύω σ’ εσένα, όλη η Ελλάδα πιστεύει του τόνιζα», συνεχίζει ο κ. Κούκλατζης.
Η στήριξη της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας
«Η πολιτική ηγεσία ήταν κοντά μας απ’ την πρώτη στιγμή. Είχαμε την τακτική ενημέρωση της πορείας μέσω του ελληνικού προξενείου στην Αδριανούπολη, που αντιπροσώπευε την πολιτική ηγεσία. Είχαμε πειστεί ότι πράγματι έκανε ότι μπορούσε προς την κατεύθυνση της απελευθέρωσης των παιδιών» τονίζει ο πατέρας στο ΑΠΕ ΜΠΕ . «Ποτέ δε φτάσαμε στο σημείο να νιώσουμε, να πούμε ότι μας παράτησαν. Ξέραμε, πιστεύαμε πως ό,τι μπορούσε να κάνει η πολιτική ηγεσία το έκανε και σε παρεμβάσεις διεθνούς εμβέλειας… Η πολιτειακή εξουσία, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας , κ. Παυλόπουλος ήταν επίσης δίπλα μας. Με διακριτικότητα και ειλικρινές ενδιαφέρον, μας συνάντησε και μας μίλησε και τον ευχαριστούμε από τα βάθη της καρδιάς μας. Τακτική επαφή είχαμε με τον αναπληρωτή υπουργό Εθνικής Άμυνας, κ. Κουβέλη. Μας ενημέρωνε, στο μέτρο του δυνατού, για τυχόν εξελίξεις και για την πορεία της υπόθεσης και μας παρηγορούσε. Μας έδινε δύναμη », εξηγεί ο κ. Νίκος στο ΑΠΕ ΜΠΕ
Αναφορικά με τη στρατιωτική ηγεσία, ο πατέρας του λοχία αποκαλύπτει πως «Ήταν καθημερινά κοντά μας. Είχαμε συχνά τηλεφωνήματα από τον Αρχηγό ΓΕΕΘΑ κ. Αποστολάκη και πολύ συχνά από τον Αρχηγό ΓΕΣ, κ. Στεφανή και τακτικά από τον Αρχηγό της 1ης Στρατιάς κ. Ζερβάκη, αλλά και από άλλους στρατιωτικούς της ιεραρχίας, οι οποίοι δεν μας ξέχασαν, δεν σταμάτησαν να μας εμψυχώνου, ήταν πάρα πολύ κοντά μας».
«Η στρατιωτική ηγεσία ήταν συνεχώς δίπλα μας. Χωρίς λεπτομέρειες μας διαβεβαίωναν ότι γινόταν τα πάντα. Στρατηγοί και αποκαλούσαν τα παιδιά μας συναδέλφους. Νιώθαμε ότι το ενδιαφέρον τους ήταν ανθρώπινο, ειλικρινές, όχι τυπικά υπηρεσιακό. Εισπράττεις αν ο άλλος είναι ειλικρινής ή όχι», συμπληρώνει η μητέρα του Δημήτρη.
Η συμπαράσταση του κόσμου
«Φίλοι και οικογενειακό περιβάλλον μας συμπαραστάθηκαν με συγκλονιστικό τρόπο. Ειδικά τα αδέρφια μας και τα ανίψια μας ήταν τα αγχολυτικά μας. Δεν μείναμε μόνοι καθόλου, γιατί αν είσαι μόνος θα τρελαθείς. Μας βοήθησε πάρα πολύ και η αναπάντεχη στήριξη του κόσμου. Δεν περιγράφεται πόσο» λέει στο ΑΠΕ ΜΠΕ η κ. Σοφία. «Τηλεφωνήματα απ’ την πρώτη στιγμή. Επιστολές, εικόνες Αγίων, βιβλία, σημαίες, σταυρούς κ.α. Πολλά αιτήματα φιλίας από αγνώστους στο διαδίκτυο, από μητέρες που δεν γνώριζα. Αυτό μου έκανε μεγάλη εντύπωση. Κυρίες, μεγάλες σε ηλικία έπαιρναν τηλέφωνο, κάποιες συστηματικά. Θα προσπαθήσουμε να ευχαριστήσουμε έναν προς έναν όλους όσοι ήταν δίπλα μας », προσθέτει.
«Παίρναμε μηνύματα απ’ όλη την Ελλάδα, σε ό,τι έχει σχέση με τη θρησκεία, από μοναστήρια, Εκκλησίες, από μεμονωμένα άτομα, που προσευχόταν για μας, για τα παιδιά μας. Αυτό συμπλήρωνε και τη δική μας πίστη και την έκανε πιο ισχυρή… Πολλές ήταν και οι εκδηλώσεις συμπαράστασης που έγιναν για τα παιδιά. Ευχαριστούσαμε όλους όσοι τα διοργάνωναν και συμμετείχαν αλλά ήταν μία προσωπική επιλογή η αποχή μας. Δεν πηγαίναμε συνειδητά για ν’ αφήσουμε απερίσπαστους αυτούς που συμμετείχαν να δείξουν τη συμπαράστασή τους με τον τρόπο που επέλεξαν αλλά και για να μην καταρρεύσουμε. Όλα ήταν πολύ συγκινητικά. Πώς να το διαχειριστείς; » διευκρινίζει ο κ. Κούκλατζης.
Τα ΜΜΕ
Στην ερώτηση για το πώς βίωναν τα όσα γράφηκαν και ειπώθηκαν από τα ΜΜΕ η μητέρα του Δημήτρη απαντά στο Αθηναϊκό Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων πως «Βρεθήκαμε στο επίκεντρο ξαφνικά και όχι από επιλογή. Ειπώθηκαν πάρα πολλά και πάρα πολλές ανακρίβειες. Πολλές φορές μας επηρέαζαν πάρα πολύ, με αποτέλεσμα να στεναχωρούμαστε και να μην μπορούμε να κοιμηθούμε».
«Απ’ τη μια στιγμή στην άλλη εκεί που λέει ο λόγος δεν μας ήξερε ούτε η γειτονιά μας, βρεθήκαμε στο επίκεντρο της επικαιρότητας, των ΜΜΕ. Εκεί όντως είχαμε μια δυσκολία στο να τα διαχειριστούμε. Ήταν πρωτόγνωρες καταστάσεις, ίσως να κάναμε λάθη, ίσως να είπαμε πράγματα που δεν έπρεπε να πούμε και ίσως να εμφανιστήκαμε περισσότερο από αυτό που έπρεπε, από το δέον. Προσπαθήσαμε να τα διαχειριστούμε όσο γινόταν, με τη γνώμη μας, σωστότερα. Ό,τι διαβάζαμε στο διαδίκτυο ή τυχαία βλέπαμε στην τηλεόραση ήταν στενάχωρο και αρνητικό. Η αλήθεια είναι ότι και λόγω της πραγματικότητας δεν υπήρχε τίποτα θετικό να ειπωθεί και γι’ αυτό ευχαρίστησα και δημόσια εκείνα τα ΜΜΕ που προσέγγισαν το θέμα με ευαισθησία και ανθρωπιά, που το κράτησαν στην επικαιρότητα. Οι συζητήσεις-αναλύσεις για την εξέλιξη της υπόθεσης, τα δημοσιεύματα τα πάντα ήταν αρνητικά. Εγώ σταμάτησα κάποιο διάστημα ν’ ανοίγω τηλεόραση και να διαβάζω οτιδήποτε. Επέλεξα ν’ αφήσω το χρόνο να κυλάει και να στηρίζομαι στην υπεύθυνη ενημέρωση από το προξενείο, από την κυβέρνηση» λέει στο ο Νίκος Κούκλατζης.
Για την απελευθέρωση των δύο Ελλήνων αφηγούνται: «Μέχρι και την τελευταία στιγμή, το μεσημέρι της Τρίτης, ξέραμε ότι τα παιδιά θα πήγαιναν στις 14 Αυγούστου, στο δικαστήριο για τη νέα αίτηση αποφυλάκισης. Η πρόξενος μας ενημέρωσε ότι είχαν ήδη πάει και περιμέναμε να δούμε και πάλι τον Δημήτρη και τον Άγγελο με χειροπέδες στην τηλεόραση. Δεν είχαμε ιδιαίτερους λόγους να ελπίζουμε πως θα γίνει δεκτή η αίτηση. Πάντως το τέλος του εξαμήνου, δηλαδή το τέλος Αυγούστου ελπίζαμε να σηματοδοτήσει κάποια εξέλιξη», λέει η κ. Σοφία και προσθέτει: «Το εξάμηνο ήταν ένα όριο χρονικό, υπό την έννοια ότι ήταν το εύλογο χρονικό διάστημα εντός του οποίου έπρεπε φυσιολογικά ν΄ απαγγελθεί το κατηγορητήριο. Οπότε λέγαμε ας γίνει μέχρι το τέλος Αυγούστου κάτι, ας υπάρξει κάποια εξέλιξη, όχι η απελευθέρωση, απλά το κατηγορητήριο και να ξεκινήσει η διαδικασία ορισμού της δίκης. Αυτό περιμέναμε».
Η γειτνίαση με την Τουρκία
«Σε ό,τι με αφορά, εγώ δεν έχω τίποτα να χωρίσω με τους φιλήσυχους ανθρώπους της Αδριανούπολης. Είχαμε μια καλή σχέση, όχι προσωπική δεν γνώριζα κανέναν, λόγω του ότι όμως είναι τα πάτρια εδάφη των γονέων μου, πήγαινα συχνά. Ο λόγος των επισκέψεών μου ήταν η παρακολούθηση της Θείας Λειτουργίας η οποία άρχισε να πραγματοποιείται στον Άγιο Γεώργιο μετά την ενθρόνιση του Μητροπολίτη Αδριανουπόλεως κκ. Αμφιλόχιου, από τον Οκτώβρη του 2014 και για φωτογράφηση όσο το δυνατόν περισσότερων ελληνικών μνημείων που έχουν διασωθεί στην Αδριανούπολη. Αυτός ήταν ο λόγος που την επισκεπτόμουν συχνά και ανεμπόδιστα, ποτέ κανείς δεν μας έφερε σε δύσκολη θέση.
Με τους ανθρώπους εκεί δεν έχουμε τίποτα να χωρίσουμε. Ήταν φιλικοί και κατά τη διάρκεια των επισκέψεών μας, με όσους συναναστραφήκαμε και μάλιστα έδειχναν τη συμπάθειά τους. Οπότε δεν έχει διαφοροποιηθεί τίποτα σχετικά με την περιοχή. Το ότι η εξουσία μας οδήγησε σ’ αυτή την περιπέτεια, αυτό είναι άλλο θέμα», διευκρινίζει ο Νίκος Κούκλατζης.
Στην ερώτηση για το κατά πόσο όλη αυτή η περιπέτεια τους προκαλεί μεγαλύτερη αγωνία ή ανησυχία για το επάγγελμα του Δημήτρη και οι δύο απαντούν : «Δεν έχουμε καμία αγωνία. Ο Δημήτρης ξέρει τη δουλειά του και είναι καλός γιατί αγαπάει αυτό που κάνει. Δεν τον φοβόμαστε. Πιστεύουμε ότι έχει ψυχικές δυνάμεις. Απέδειξε ότι και στα δύσκολα αντέχει. Είναι δυνατός. Άλλωστε όπως είπε και ο ίδιος ο στρατός είναι οικογένεια και είναι δίπλα μας. Θα προσπαθήσουμε να ξεχάσουμε το διάστημα της κράτησης αλλά θα κρατήσουμε τη συγκλονιστική συμπαράσταση απ’ όλο τον Ελληνισμό και τη συμμετοχή όλων στη χαρά μας».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ