Ερνέστος Τσίλλερ: Τα πιο εμβληματικά έργα του και το όνειρο για τη μεταμόρφωση της Αθήνας

της Ελένης Καραμήτσου

Ο Ερνέστος Τσίλλερ ήταν ο Γερμανός αρχιτέκτονας που μεταμόρφωσε την Αθήνα του 19ου αιώνα προσδίδοντάς της ευρωπαϊκό αέρα συνδυάζοντας την αρχαία κληρονομιά όσο και την αισθητική του νέου ελληνικού κράτους. Ο Τσίλλερ ήταν αυτός που έφερε πρώτος στην Ελλάδα τον τεχνητό εξαερισμό και την κεντρική θέρμανση. Αντικατέστησε τα παντζούρια με ρολά στα μαγαζιά της Αθήνας και κόσμησε τα κτίρια με χυτοσιδηρά κιγκλιδώματα με σχέδια εμπνευσμένα από τη μυθολογία. Υπήρξε ο πρώτος αρχιτέκτονας που χρησιμοποίησε σιδηρά υποστυλώματα στην οικοδομή.

Αρκετές από τις κατασκευές του Τσίλλερ είχαν επιρροές από τους αναγεννησιακούς ρυθμούς, τον ελληνικό κλασικισμό, καθώς και το νεομπαρόκ. Η προσωπική φιλία που δημιούργησε με τον βασιλιά Γεώργιο Α΄ και η δημοφιλία του στην αστική τάξη του ελληνικού κράτους που ελκυόταν από το εκλεκτικιστικό του προφίλ, ενίσχυσαν τη φήμη του με αποτέλεσμα να αναλάβει εκατοντάδες παραγγελίες για την ανέγερση δημοσίων κτιρίων καθώς και ιδιωτικών κατοικιών και επαύλεων. Υπολογίζεται ότι κατά τη διάρκεια της ζωής του ανέλαβε τη σχεδίαση και κατασκευή τουλάχιστον πεντακοσίων κτιρίων. Παράλληλα, αναφέρεται πως συνέβαλε στη δενδροφύτευση του λόφου του Λυκαβηττού. Στον Πειραιά κατασκεύασε, κοντά στη σημερινή πλατεία Αλεξάνδρας, την επονομαζόμενη “Συνοικία Τσίλλερ” ή “Συνοικία των Επαύλεων”, με τον σκοπό την πώληση των ακινήτων. Η οικία του Μέγαρο Τσίλλερ, την οποία ανήγειρε την περίοδο 1882-1885 πωλήθηκε το 1912 σε πλειστηριασμό, καταλήγοντας στον τραπεζίτη Διονύσιο Λοβέρδο. Το συγκεκριμένο κτίριο διατηρείται ακόμη και σήμερα στην οδό Μαυρομιχάλη, μεταξύ Ακαδημίας και Σόλωνος. Παράλληλα, η οικογένεια Τσίλλερ διατηρούσε και εξοχική κατοικία στην οδό Πεσμαζόγλου 12 στην Κηφισιά μέσα σε έκταση σαράντα στρεμμάτων.

Με αφορμή τον θάνατό του τον Νοέμβριο του 1923 στην Αθήνα, γνωρίζουμε μερικά από τα χαρακτηριστικά έργα του στην Ελλάδα όπως το Προεδρικό Μέγαρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, το Ιλίου Μέλαθρον, και άλλα.

Τα πιο γνωστά έργα του Τσίλλερ

Προεδρικό Μέγαρο (Ανάκτορο του Διαδόχου – 1891-1897)

Το 1868, με αφορμή τη γέννηση του διαδόχου Κωνσταντίνου, γιου του Βασιλιά Γεωργίου Α΄, αποφασίστηκε να κατασκευαστεί ένα ξεχωριστό ανάκτορο διαδόχου. Είκοσι χρόνια αργότερα το κράτος ανέθεσε την κατασκευή του στον Ερνέστο Τσίλλερ μετά τους γάμους του Κωνσταντίνου με την πριγκίπισσα Σοφία της Πρωσίας, το 1889. Σύμφωνα με το βιβλίο “Αι Αθήναι 1830-1966” του Κώστα Η Μπίρη, το ζεύγος εγκαταστάθηκε προσωρινά στο νεόκτιστο τότε μέγαρο Νεγρεπόντη επί της γωνίας της λεωφόρου Αμαλίας και της πλατείας Συντάγματος. Συγχρόνως ανατέθηκε στον Τσίλλερ να εκπονήσει σχέδιο για το οριστικό ανάκτορο του διαδόχου, επί του χώρου ο οποίος χρησίμευε ως τότε ως λαχανόκηπος του βασιλικού ανακτόρου. Κατ’ απαίτηση της πριγκίπισσας Σοφίας, ο Τσιλλέρ έδωσε στην εσωτερική διαρρύθμιση του κτιρίου χαρακτήρα μάλλον ιδιωτικού μεγάρου χωρίς την τυπικότητα η οποία θα επικρατούσε στη διαρρύθμιση βασιλικού κτιρίου. Ως προς την αρχιτεκτονική του κτιρίου, εφάρμοσε απλοποιημένη τη μορφολογία των σχεδίων του Χάνσεν για το ματαιωθέν θερινό ανάκτορο. Οι εργασίες ξεκίνησαν το 1891 και ολοκληρώθηκαν έξι χρόνια αργότερα, το 1897. Ο Τσίλλερ ακολούθησε συνολικά την εντολή της πριγκίπισσας Σοφίας όμως το αποτέλεσμα υπήρξε πενιχρό από αρχιτεκτονικής απόψεως. Η πριγκίπισσα κατά την αποπεράτωση εύρισκε την αίθουσα χορού ανεπαρκή στην έκταση και αποφασίστηκε η προσθήκη μιας μεγάλης αίθουσας, σε μονώροφη πτέρυγα κατ’ επέκταση του κυρίου σώματος του κτιρίου προς βορρά. Το Μέγαρο είναι ένα νεοκλασικό τριώροφο κτίριο, με λιτή και αυστηρή πρόσοψη. Η είσοδος του κτιρίου φέρει πρόστυλο με κίονες ιωνικού ρυθμού και ένα μικρό κλιμακοστάσιο. Το Μέγαρο φέρει διπλή σειρά από εννέα παράθυρα, το καθένα από τα οποία στέφεται από μικρό αέτωμα. Ο Τσίλλερ επέλεξε να πλατύνει τη ζωφόρο περισσότερου του συνηθισμένου. Χαρακτηριστικά της, οι γύψινες διακοσμητικές μετόπες εναλλασσόμενες με δίδυμα ανοίγματα. Με αυτόν τον τρόπο εξασφάλισε περισσότερο φυσικό φωτισμό στον τρίτο όροφο αλλά και χώρο για τα μονογράμματα του βασιλικού ζεύγους, «Κ» για τον Κωνσταντίνο και «Σ» για τη Σοφία. Αγάλματα υπήρχαν στους γωνιακούς πεσσούς του στηθαίου, η τύχη τους όμως αγνοείται – λέγεται ότι αφαιρέθηκαν τη δεκαετία του ’40 ή ’50. Την παραμονή των Χριστουγέννων του 1909, πυρκαγιά κατέστρεψε μεγάλο μέρος των παλαιών ανακτόρων που διέμενε ο Γεώργιος Α΄, δηλαδή της σημερινής Βουλής και έτσι το κτίριο χρησιμοποιήθηκε περιστασιακά ως τόπος κατοικίας από τη βασιλική οικογένεια. Επίσημη βασιλική κατοικία έγινε μόλις το 1913 μετά τη δολοφονία του Γεωργίου Α΄ και την άνοδο του Κωνσταντίνου στον θρόνο. Το 1924 το ανάκτορο έπαψε να φιλοξενεί προσωρινά τη βασιλική οικογένεια μετά την διακήρυξη της δημοκρατίας. Χρησιμοποιήθηκε ως Προεδρικό Μέγαρο έως το 1935, όπου έγινε η παλινόρθωση της μοναρχίας. Από το 1974 με τη μεταπολίτευση, το κτίριο χρησιμοποιείται ως έδρα της Προεδρίας της Δημοκρατίας και κατοικία του εκάστοτε Προέδρου.

Μέγαρο Ερρίκου Σλήμαν (Ιλίου Μέλαθρον) (1878-1881) (σήμερα στεγάζει το Νομισματικό Μουσείο Αθηνών)

Το Ιλίου Μέλαθρον, γνωστό και ως Μέγαρο Σλήμαν είναι νεοκλασικό κτίριο στο κέντρο της Αθήνας, στην Πανεπιστημίου. Είναι δημιουργία του Τσίλλερ, ο οποίος το σχεδίασε το 1878, ως κατοικία του Ερρίκου Σλήμαν, του ερευνητή που ανακάλυψε τον θησαυρό της Τροίας. Η κατασκευή του περατώθηκε το 1881, και αποτέλεσε μια από τις πιο λαμπρές ιδιωτικές κατοικίες της τότε Αθήνας. Σήμερα στο Ιλίου Μέλαθρον στεγάζεται το Νομισματικό Μουσείο Αθηνών. Είναι το καλύτερο από τα έργα του Τσίλλερ, σε μορφολογία ιταλικής Αναγέννησης. Υπήρξε το πλουσιότερο ιδιωτικό κτίριο των Αθηνών, για την οικοδόμηση του οποίου δαπανήθηκε το καταπληκτικό για την εποχή εκείνη ποσό των 400.000 δραχμών, σύμφωνα με το βιβλίο του Κώστα Η. Μπίρη. Περιβάλλεται κατά τις τρεις όψεις του από κήπο, στη βόρεια πλευρά του έχει και την είσοδο. Τους δύο ορόφους της πρόσοψής του κοσμούν τοξοστοιχίες, σε μαρμάρινους ιωνικούς κίονες, ενώ στο στηθαίο της επίστεψης υπήρχαν πήλινα αγάλματα αρχαίων θεών τα οποία μεταφέρθηκαν από την Ιταλία. Στην προμετωπίδα της πρόσοψης είχε γραφεί ο τίτλος “Ιλίου Μέλαθρον”. Τα δάπεδα των αιθουσών είναι μωσαϊκά, διακοσμημένα με παραστάσεις των ευρημάτων της Τροίας και των Μυκηνών. Ο ρυθμός που δημιούργησε ο Τσίλλερ μπορεί να χαρακτηριστεί ως ώριμος νεοελληνικός νεοκλασικισμός. Το δημιούργημά του μπορεί να χαρακτηριστεί ως υπόδειγμα οικοδομικής τελειότητας με δυναμικές αναλογίες και επιμελημένο διάκοσμο. Η επιφάνεια του όγκου διαρθρώθηκε με βάση την κλασικιστική αρχή της οριζοντιότητας χωρίζοντας το κτίσμα σε βάση, κορμό και στέψη. Στην κύρια πρόσοψη, επί της οδού Πανεπιστημίου, δεσπόζει η διώροφη τοξωτή λότζια (loggia) με τους μαρμάρινους κίονες. Συμμετρικά ως προς την loggia τοποθετούνται πορτοπαράθυρα με ευθύγραμμα γείσα και ψευδοεξώστες στον πρώτο όροφο, ενώ στον δεύτερο όροφο τριγωνικά αετώματα και κανονικούς εξώστες στηριζόμενους σε μαρμάρινα φουρούσια. Στις πλαϊνές όψεις τοποθετούνται εξώστες αξονικά στην επιφάνεια σαν μοναδικές προεξοχές του όγκου. Εκτός από τους εξώστες, προεξέχουν και οι διακοσμητικές παραστάδες με τα ιωνικά επίκρανα. Στη βορειοδυτική όψη του κτίσματος, βρίσκεται η είσοδος μέσω μεγαλόπρεπης διπλής μαρμάρινης σκάλας, η οποία οδηγεί στον πρώτο όροφο, όπως ήταν και η επιθυμία του ιδιοκτήτη. Τέλος, το κτίριο επιστέφεται από ταράτσα με στηθαίο διακοσμημένο με μπαλουστράδα. Περιμετρικά του στηθαίου ήταν τοποθετημένα υπερφυσικού μεγέθους αγάλματα. Πλήθος καινοτομιών για την εποχή εφαρμόστηκαν στο Ιλίου Μέλαθρον: εξασφάλιση από πυρκαγιά, σύστημα εξαερισμού που υπήρχε σε όλους τους χώρους των ορόφων, πρωτοποριακά ρολά στις πόρτες και τα παράθυρα, εγκατάσταση φωταερίου σε όλα τα δωμάτια και περίπλοκο σύστημα θέρμανσης, με αεραγωγούς που κατέληγαν στα δάπεδα των δωματίων. Αξίζει να επισημανθούν οι χειροποίητες σιδεριές στη περίφραξη του κτιρίου. Είναι κατασκευασμένες βάσει σχεδίων του Τσίλλερ από Έλληνες σιδεράδες της «Σχολής βιομηχανικών Τεχνών».

Βασιλικό Θέατρο (σήμερα Εθνικό Θέατρο) (1895-1901)

Το 1887 ο Στέφανος Ράλλης του ομώνυμου μεγάλου εμπορικού οίκου του Λονδίνου, δώρησε στον βασιλιά Γεώργιο Α’ 1.000.000 δραχμές. Ο Γεώργιος αποφάσισε να κτίσει βασιλικό θέατρο. Αγόρασε λοιπόν από τον οικονομικό του σύμβουλο Νιοκόλαο Θων ένα οικόπεδο στην Αγίου Κωνσταντίνου και ανέθεσε στον Τσίλλερ να συντάξει το σχέδιο, με πρότυπο το Θέατρο Ντάγκμαρ της Κοπεγχάγης, του οποίου χαρακτηριστικό είναι ότι στο πίσω μέρος της αίθουσας, αντί θεωρείων είχε εξώστη. Ο Τσίλλερ μελέτησε το σχέδιο εφ’ ολοκλήρου του πλάτους του οικοδομικού τετραγώνου, με την πρόβλεψη ότι αργότερα θα αγοραζόταν και η παρά την οδό Μενάνδρου ιδιοκτησία και θα ολοκληρωνόταν η διάταξη του θεάτρου κατά την τρίτη πλευρά. Συνέθεσε την αρχιτεκτονική του κτιρίου στη μορφολογία της ιταλικής Αναγέννησης. Στο εσωτερικό μιμήθηκε τη διακοσμητική διάταξη του Λαϊκού Θεάτρου της Βιέννης. Η οικοδόμηση άρχισε το 1895, διεκόπη δύο χρόνια μετά λόγω του πολέμου, κυρίως όμως γιατί δεν ήταν αρκετά τα χρήματα αφού το μισό ποσό της δωρεάς του Ράλλη είχε λάβει ο Θων. Το 1898 ο Γεώργιος απευθύνθηκε σε άλλους ομογενείς του Λονδίνου, τον Κοργιαλένιο και τον Ευγενίδη, που προσέφεραν 500.000 δρχ. Με τα χρήματα αυτά και με τις χορηγίες από το δημόσιο ταμείο κατορθώθηκε να αποπερατωθεί το κτίριο το φθινόπωρο του 1901. Μηχανικοί από τη Βιέννη έφτιαξαν τις εγκαταστάσεις της σκηνής, της θέρμανσης και του φωτισμού. Ο Τσίλλερ, εμπνεόμενος από τον αναγεννησιακό ρυθμό, σχεδίασε την πρόσοψη έχοντας ως πρότυπο τη βιβλιοθήκη του Αδριανού. Το κεντρικό της τμήμα είναι εξαιρετικά πλούσιο σε διακοσμητικά στοιχεία, με κιονοστοιχία κορινθιακού ρυθμού ενώ τα δύο πλευρικά τμήματα αποτελούν μία τυπική νεοκλασική σύνθεση. Έδωσε έντονη προεξοχή στους στυλοβάτες των κιόνων της πρόσοψης, διακόπτοντας έτσι τη συνέχεια των βαθμίδων και την εντύπωση της μεγάλης υψομετρικής διαφοράς. Το Θέατρο έκλεισε το 1908 και δόθηκε σε κοινή χρήση έως το 1932. Το 1924 μετονομάστηκε σε Εθνικό Θέατρο.

Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο

Οικοδομήθηκε σε σχέδια του αρχιτέκτονα Λούντβιχ Λάνγκε. Ο Τσίλερ ήταν ο τρίτος και τελευταίος επιβλέπων του έργου, επέφερε δε αλλαγές στην πρόσοψη του κτιρίου, προσθέτοντας το ιωνικό πρόπυλο και τις εκατέρωθεν στοές. Σύμφωνα με το ernstziller.blogspot.com, το νεοκλασικό σχέδιο του Μουσείου είναι σε συμφωνία με τα εκθέματα που περιέχει. Η νεοκλασική αρχιτεκτονική ήταν ήδη πολύ διαδεδομένη στην τότε Ευρώπη, όταν χτίστηκε το μουσείο. Το αρχικό σχέδιο έγινε από τον Λούντβιχ Λάνγκε, αρχιτέκτονα της Ακαδημίας Μονάχου. Αργότερα τροποποιήθηκε από τον αρχιτέκτονα Παναγή Κάλκο και το 1968 αναλαμβάνει την επίβλεψη ο αρχιτέκτονας Ερνέστος Τσίλλερ. Μπροστά από το μουσείο υπάρχει ένας όμορφος μεγάλος κήπος, ιδανικός για περίπατο. Το 1889, ο Ερνέστος Τσίλλερ έδωσε την τελική διαμόρφωση της πρόσοψης του Μουσείου με το πρόπυλο ιωνικού ρυθμού αλλά και τη δυτική πτέρυγα. Η ολοκλήρωση του Μουσείου, έγινε σταδιακά στον 20ο αιώνα με προσθήκες στην ανατολική πλευρά. Στην κορυφή, ο Τσίλλερ τοποθέτησε αντίγραφα αρχαίων αγαλμάτων. Μετά από φθορές και σεισμούς την στέψη της εισόδου κοσμούν τα αγάλματα των θεών Απόλλωνα, Ήρας, Άρη και το σύμπλεγμα της Ειρήνης και Πλούτου. Οι κολώνες είναι από ροζ μάρμαρο Ηπείρου. Χαρακτηρίζεται από ένα φόντο κιτρινωπού χρώματος με ελαφρά ροζ απόχρωση. Το χρώμα των χαρακτηριστικών φλεβών του μαρμάρου, οφείλεται στην περιεκτικότητα του σε αιματίτη.

Μέγαρο Ανδρέα Συγγρού, στη συμβολή της οδού Βασιλίσσης Σοφίας 5 (πρώην οδός Κηφισίας) με την οδό Ζαλοκώστα, σήμερα είναι το κεντρικό κτίριο του Υπουργείου Εξωτερικών

Μέγαρο (έπαυλη) του Ανδρέα Συγγρού (1872-1873) στο κτήμα Αναβρύτων, μεταξύ Αμαρουσίου και Κηφισιάς

Έπαυλη του Νικολάου Θων (Thon). Η έπαυλη είχε οικοδομηθεί (1891) ολόκληρη πάνω σε σχέδια του Τσίλερ, στη συμβολή των λεωφόρων Αλεξάνδρας και Κηφισσίας. Δεν υπάρχει πια αλλά διασώζεται ο ναός του Αγίου Νικολάου, ένα περίκεντρο νεοκλασικό εκκλησάκι με ημισφαιρικό θόλο, που οικοδομήθηκε περί το 1900, πάλι από τον Τσίλερ, στο εσωτερικό του περιβόλου της έπαυλης.

Η πρώτη βασιλική έπαυλη στο Τατόι (1872-74) (καταστράφηκε από πυρκαγιά το 1916)

Μέγαρο Μελά (1874) στην οδό Αιόλου, το μεγαλύτερο Αθηναϊκό ιδιωτικό κτίριο της εποχής, του οποίου η ανέγερση κόστισε 1.000.000 δραχμές.

Δημοτικό Θέατρο Αθηνών, στην Πλατεία Κοτζιά. Γκρεμίστηκε το 1940

Διοικητήριο της Σχολής Ευελπίδων (1889-σήμερα Σχολή Εθνικής Άμυνας)

Από τη σύσταση της η Σχολή Ευελπίδων λειτούργησε στον Πειραιά και για ένα διάστημα στα Ιλίσσια της Δουκίσσης Πλακεντίας. Το 1886, κατά την ενηλικίωση του διαδόχου Κωνσταντίνου, ο Γεώργιος Αβέρωφ πρόσφερε τις δαπάνες για την ανέγερση κτιριακού συγκροτήματος για τη στέγαση της Σχολής στην Αθήνα. Καθορίστηκε για τον σκοπό αυτόν μία θέση δεσπόζουσα στο Πεδίον του Άρεως και ανατέθηκε η σύνταξη των αρχιτεκτονικών σχεδίων στον Ερνέστο Τσίλλερ, η δε επίβλεψη της οικοδόμησης στον στρατιωτικό αρχιτέκτονα Ιφικράτη Κοκκκίδη. Η θεμελίωση του έργου έγινε τον Μάιο του 1900 και η περάτωσή του το 1904. Τη γενική διάταξη του συγκροτήματος των κτιρίων βάρυνε, ως σοβαρό μειονέκτημα, η πνιγηρή συμπύκνωσή του, τη δε αρχιτεκτονική του κυριότερου εξ αυτών η απουσία επιβλητικού ύφους, όπως αναφέρεται στο βιβλίο “Αι Αθήναι 1830-1966” του Κώστα Η Μπίρη.

    Άλλα έργα

  • Nαός του Αγίου Λουκά Πατησίων (1865-1870). H πρώτη εκκλησία – έργο του Τσίλλερ που κτίστηκε σε νεορωμανικό ρυθμό, εμφανή κυρίως στον τρούλο. Παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με αντίστοιχο ναό στη γενέτειρα του Τσίλλερ στη Γερμανία.
  • Ναός Αγίου Γεωργίου του Ορφανοτροφείου Χατζηκώνστα στο Μεταξουργείο (1899-1901): εκκλησία νεορωμανικού ρυθμού, με τους χαρακτηριστικούς πυργίσκους στις εξωτερικές ακμές.
  • Πρώην διοικητήριο της Σχολής Ευελπίδων (1889): σήμερα στεγάζει τη Σχολή Εθνικής Άμυνας.
  • Παλαιό Χημείο (1887): σχεδιάστηκε και κτίστηκε σε συνεργασία με τον αρχιτέκτονα του Βερολίνειου Χημείου, Φρίντριχ Ζαστράου και την έγκριση του διάσημου χημικού Hofmann. Εγκαινιάστηκε το 1890.
  • Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο (1887-1897): τετραώροφο νεοκλασικό μέγαρο στη γωνία των οδών Χαριλάου Τρικούπη και Φειδίου. Κτίστηκε σε σχέδια του Τσίλλερ.
  • Αυστριακό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο (1905): τριώροφο νεοκλασικό μέγαρο στη λεωφόρο Αλεξάνδρας.
  • Μέγαρο Δεληγεώργη (1890): τριώροφο μέγαρο μεταξύ των οδών Πινδάρου, Ακαδημίας και Κανάρη, εκλεκτικιστικού ρυθμού.
  • Μέγαρο Κούπα (1875-1900): νεοκλασικό κτίριο στην οδό Πανεπιστημίου, από τα μεγαλύτερα και πολυτελέστερα της εποχής εκείνης. Ανήκε στον βιομήχανο Αχιλλέα Κούπα.
  • Petit Palais (Ιταλική Πρεσβεία), 1885: μέγαρο στη γωνία της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας με την οδό Σέκερη
  • Αιγυπτιακή Πρεσβεία (1885): νεοκλασικό μέγαρο στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας, αρχικά γνωστό ως Μέγαρο Ψύχα.
  • Ξενοδοχείο «Μέγας Αλέξανδρος» (1889): βρίσκεται στη δυτική γωνία της διασταύρωσης της οδού Αθηνάς με την πλατεία Ομονοίας. Αρχικά ήταν τριώροφο, με αγάλματα στη στέψη, τα οποία αφαιρέθηκαν όταν προστέθηκε ο τέταρτος όροφος, μετά το 1920.
  • Πολυκατοικία Πεσμαζόγλου (1900): επιβλητικό τετραώροφο μέγαρο εκλεκτικιστικού ρυθμού στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας, με όψη και προς την οδό Ηρώδου Αττικού. Η προς την οδό Ηρώδου Αττικού δυτική πτέρυγα του μεγάρου κατεδαφίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1960.
  • Κινηματοθέατρο «Αττικόν» (1870-1881): οικοδομήθηκε σε σχέδια του Τσίλλερ για λογαριασμό του Σταμάτιου Δεκόζη Βούρου και στην αρχή στέγαζε διάφορα καταστήματα. Δέχθηκε σημαντική επέμβαση την περίοδο 1914 – 1920, κατά τη διάρκεια κατασκευής του κινηματοθεάτρου.
  • Ξενοδοχείο «Μπάγκειον» (1890-1894): τετραώροφο (αρχικά τριώροφο) κτίριο στην ανατολική γωνία της διασταύρωσης της οδού Αθηνάς με την πλατεία Ομονοίας, ακτίκρυ στο «Μέγας Αλέξανδρος», του οποίο συνιστά «δίδυμο» οικοδόμημα, κατασκευασμένα και τα δυο με δαπάνες του Ιωάννη Πάγκα ή Μπάγκα.
  • Ξενοδοχείο «Excelsior» (1910-1914): τετραώροφο μέγαρο στη γωνία της οδού Πανεπιστημίου με την πλατεία Ομονοίας.
  • Κτίριο οικογένειας Φρυσίρα (1904): νεοκλασικό κτίριο με στοιχεία ιωνικού ρυθμού, στην οδό Μονής Αστερίου 7 της Πλάκας.
  • Οικία Α. Κατσανδρή (1878): απλό διώροφο κτίριο στη συμβολή των οδών Ευριπίδου και Αθηνάς
  • Νέο Αρσάκειο (1900-1925): σχεδιάστηκε από τον Κωνσταντίνο Μαρούδη και το 1907 ο Τσίλλερ ανέλαβε την πλήρη αναμόρφωση της πρόσοψης, προσθέτοντας τρούλους και μεταλλική μαρκίζα.
  • Έπαυλη “Ατλαντίς” (1897): Κηφισιά, Αττική

Το Δημαρχείο Ερμούπολης στη Σύρο

Είναι κτίριο που σχεδίασε ο Τσίλλερ και κατασκευάστηκε μεταξύ 1875 και 1891 στην πρωτεύουσα της Σύρου. Είναι κτισμένο στη βόρεια πλευρά της κεντρικής πλατείας Ερμούπολης, στον άξονα ακριβώς του μεγάλου εμπορικού δρόμου της οδού Ερμού (σημερινής Ελευθερίου Βενιζέλου). Είναι ένα τριώροφο στην όψη και διώροφο στην πίσω πλευρά κτίριο λόγω της μεγάλης υψομετρικής διαφοράς του γηπέδου, με προεξέχον το κεντρικό πρόπυλο και τους γωνιακούς πύργους. Στην κάτοψη αποτελεί ορθογώνιο, οι χώροι του οποίου οργανώνονται περιμετρικά γύρω από τοξοστοιχίες με πεσσούς και στους δύο ορόφους και καλύπτονται με σιδερένια δίκλιτη υαλόφρακτη στέγη. Οι περιμετρικές τοξοστοιχίες καλύπτονται με κυλινδρικούς θόλους στους διαδρόμους και σταυροθόλια στις γωνίες.\Στην οριζόντια όψη, η οποία χωρίζεται σε τέσσερις ζώνες με επάλληλους ρυθμούς, το ισόγειο βρίσκεται σε ισχυρό βάθρο, ολομάρμαρο, διακοπτόμενο από τα ανοίγματα των καταστημάτων προς την πλευρά της πλατείας, ώστε να μην βαραίνει το σύνολο.

Οι ζώνες του πρώτου και του δεύτερου ορόφου είναι τοσκανικού και ιωνικού ρυθμού αντίστοιχα. Το ισόγειο είναι ύψους 7 μ. και είναι το πιο μνημειακό τμήμα χτισμένο από μαρμάρινη λαξευτή τοιχοποιία. Πύργοι τονίζουν τις γωνίες του κτιρίου ενώ οι πεσσοί των πύργων αυτών είναι κορινθιακού ρυθμού. Οι ρωμανικού ρυθμού τρούλοι, που σχεδιάστηκαν από τον Τσίλλερ για να καλύψουν τους γωνιακούς πύργους, δεν κατασκευάστηκαν ποτέ.\Υπάρχει ένα μεγάλο κλιμακοστάσιο, πλάτους 15,5 μ. που οδηγεί σε ένα μεγάλο πρόπυλο και που επιστέφεται από χαμηλό αέτωμα. Από το πρόπυλο μπαίνουμε στον προθάλαμο που διακοσμείται με τοσκανικού ρυθμού κίονες. Το κεντρικό κλιμακοστάσιο καλύπτεται από γυάλινη οροφή και οδηγεί σε όροφο. Η σκάλα έχει πλάτος 1,95μ. Απέναντι από το πλατύσκαλο βρίσκεται η αίθουσα συνεδριάσεων ιωνικού ρυθμού. Στο κτίριο υπάρχουν επίσης δύο ακόμα κλιμακοστάσια που σήμερα δεν χρησιμοποιούνται.

Οι διαστάσεις του κτιρίου στη θέση των παραστάδων του πρώτου ορόφου είναι 69,75 Χ 40,40 μ. Τα πλαίσια των παραθύρων, τα γείσα, οι βάσεις και τα επίκρανα των παραστάδων είναι από μάρμαρο, ενώ τα ιωνικά κιονόκρανα των παραστάδων του δευτέρου ορόφου, τα φουρούσια και τα κολονάκια στο στηθαίο είναι από πηλό. Απλά μωσαϊκά πλακάκια καλύπτουν τα δάπεδα των διαδρόμων και την αυλή. Διπλές σειρές αιθουσών υπάρχουν γύρω από τα περιστύλια. Οι εσωτερικές φωτίζονται από το περιστύλιο και οι εξωτερικές από τον δρόμο. Τα δάπεδά τους είναι ξύλινα και ο οροφές με χαμηλά τόξα, που στηρίζονται σε σιδηροδοκούς, λύση που εφάρμοσε για πρώτη φορά ο Τσίλλερ στην Ελλάδα.

Με πληροφορίες από Βικιπαίδεια, βιβλίο “Αι Αθήναι 1830-1966” του Κώστα Η. Μπίρη, greekschannel.com, ernstziller.blogspot.com

Πηγή φωτογραφίας: Ιωάννα Σκαρλάτου/ instagram

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ