Διδώ Σωτηρίου: Η βιωματική συγγραφέας με την πένα που έσταζε αλήθεια και αγώνα – ΦΩΤΟ – ΒΙΝΤΕΟ

Της Ελένης Καραμήτσου

“Πήγαμε στο νεκροταφείο. Ούτε σπιθαμή να σταθείς. Είχανε προλάβει άλλοι, πριν από μας και πήρανε την πρωτοκαθεδρία. Βγάλανε απ’ τους τάφους λιωμένους κι άλιωτους νεκρούς και βάλαν οι ζωντανοί τα στρωσίδια τους και τα παιδιά τους. Γυναίκες γεννούσανε πρόωρα. Είχε διαδοθεί στους γύρω μαχαλάδες: ‘Οποία είναι για γέννα, στο νεκροταφείο. Παραστέκουνε και γιατροί!’. Γερόντισσες βράζανε νερά για τις λεχώνες με προσάναμμα κόκαλα πεθαμένων!”. Είναι το χαρακτηριστικό απόσπασμα από το μυθιστόρημα “Ματωμένα Χώματα”, που έγραψε η Διδώ Σωτηρίου περιγράφοντας τον ξεριζωμό των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, ένα απόσπασμα πιο επίκαιρο από ποτέ, καθώς αναδημοσιεύεται διαρκώς αυτές τις ημέρες με αφορμή την ολοσχερή καταστροφή του ΚΥΤ της Μόριας. Έχουν περάσει δεκαέξι χρόνια από τον θάνατο της σπουδαίας αυτής συγγραφέως, δημοσιογράφου, αντιστασιακής.

Η Διδώ Σωτηρίου γεννήθηκε στο Αϊδίνιο της Μικράς Ασίας και ήταν μεγαλύτερη αδελφή της Έλλης Παππά. Το 1919 η οικογένειά της εγκαταστάθηκε στη Σμύρνη, ενώ μετά τη Μικρασιατική καταστροφή ήρθε ως πρόσφυγας στον Πειραιά. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε οικογενειακώς στην Αθήνα, όπου και σπούδασε γαλλική φιλολογία, συνεχίζοντας τις σπουδές της στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης στο Παρίσι. Εκεί συνδέθηκε στενά με τους Αντρέ Μαλρώ και Αντρέ Ζιντ. Ήταν η θεία της Άλκης Ζέη. Δώρισε το σπίτι της στην οδό Κοδριγκτώνος, απέναντι από το Πεδίον του Άρεως, που ανήκε σε κείνη και τον κουνιάδο της Νίκο Μπελογιάννη, στο υπουργείο Πολιτισμού. Η παραχώρηση έγινε με τον όρο να είναι διά παντός τα γραφεία της Εταιρείας Ελλήνων Συγγραφέων, της οποίας η Διδώ Σωτηρίου υπήρξε ιδρυτικό μέλος. Μέχρι τον θάνατό της νοίκιαζε ένα διαμέρισμα στην περιοχή Ζωγράφου.

Tο 1933 παντρεύτηκε τον φωτισμένο εκπαιδευτικό Πλάτωνα Σωτηρίου. Aπό τις αρχές της δεκαετίας του 1930 εντάχθηκε στις γραμμές του Aριστερού κινήματος, του οποίου υπήρξε δραστήριο μέλος. Στην Kατοχή έλαβε ενεργό μέρος στην Eθνική Aντίσταση και, στα μετεμφυλιακά χρόνια, βρέθηκε στη δίνη των γεγονότων όταν η αδελφή της, Έλλη Παππά, σύντροφος του Nίκου Mπελογιάννη, συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο στην ιστορική δίκη του 1951. Δεν έφτασε όμως στο εκτελεστικό απόσπασμα γιατί η κυβέρνηση Πλαστήρα δεν θέλησε να εκτελέσει μητέρα βρέφους.

Το 1936 άρχισε να εργάζεται ως δημοσιογράφος σε διάφορα έντυπα και ως ανταποκρίτρια του περιοδικού Νέος Κόσμος της Γυναίκας στο Παρίσι. Κατά τη διάρκεια της κατοχής (1941–1944) έλαβε ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση, προσφέροντας πολύτιμες υπηρεσίες στον αντιστασιακό Τύπο. Το 1944 έγινε αρχισυντάκτρια της εφημερίδας Ριζοσπάστης, όπου και ασχολήθηκε με την κάλυψη και τον σχολιασμό των εξωτερικών γεγονότων. Τον Νοέμβριο του 1945 εκπροσώπησε την Ελλάδα μαζί με τη Χρύσα Χατζηβασιλείου στο ιδρυτικό συνέδριο της Παγκόσμιας Δημοκρατικής Ομοσπονδίας Γυναικών στο Παρίσι. Διαγράφηκε το 1947 από το ΚΚΕ με την αιτιολογία ότι δείλιασε λόγω της αστικής της καταγωγής, γιατί, ενώ μπορούσε να πάει στην έδρα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας μέσα στο πλαίσιο της συμμετοχής της στην επιτροπή του ΟΗΕ, που πήγαν να συναντήσουν τον Μάρκο Βαφειάδη, η Σωτηρίου δήλωσε άρρωστη και δεν πήγε, καθώς και επειδή έγραψε δημοσιογραφικό κείμενο που έγραψε για τη μετάβαση της Ελλάδας από την αγγλική ζώνη επιρροής στην αμερικανική. Μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο συνεργάστηκε με το περιοδικό Επιθεώρηση Τέχνης και την εφημερίδα Η Αυγή χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο «Σοφία Δέλτα». Διετέλεσε επίσης αρχισυντάκτρια στο περιοδικό Γυναίκα και επιστημονική συνεργάτρια στα περιοδικά Γυναικεία Δράση και Κομμουνιστική Δράση δημοσιεύοντας επιφυλλίδες, χρονογραφήματα και διηγήματα.

Το πρώτο της μυθιστόρημα με τίτλο “Οι νεκροί περιμένουν” με έντονο αυτοβιογραφικό χαρακτήρα, κυκλοφόρησε το 1959, όμως αυτό που την καθιέρωσε είναι τα “Ματωμένα Χώματα” (1962), το μνημειώδες έργο της σύγχρονης ελληνικής πεζογραφίας που χαρακτηρίστηκε βίβλος της σύγχρονης εξόδου του μικρασιατικού Ελληνισμού, το “έπος της προσφυγιάς”.

Σε παλιό αφιέρωμα της ΕΡΤ η ίδια περιέγραψε με συγκίνηση τις αναμνήσεις από τα παιδικά της χρόνια στο Αϊδίνιο της Μικράς Ασίας, τις πρώτες μέρες εγκατάστασης στην Αθήνα μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, ενώ παρουσίασε τον βιωματικό τρόπο συγγραφής των βιβλίων της, τα θέματα (Μικρασιατική Καταστροφή, Εμφύλιος, Κατοχή) και τα μηνύματά τους, προσπαθώντας να μυθοποιεί την ιστορία χωρίς να την κακοποιεί και να την παρουσιάζει με υποκειμενικότητα.

Σε συνομιλία της στη ραδιοφωνική εκπομπή “Πολιτισμικές αναζητήσεις” στο Pάδιο Aττική 99.4 Fm (Δημοτικό Pαδιόφωνο Mαρκοπούλου) που παράλληλα δημοσιεύθηκε στο λογοτεχνικό περιοδικό Yφος τεύχος 6, το καλοκαίρι του 1998, η Διδώ Σωτηρίου είχε εκμυστηρευθεί: “Nα γράφω δεν άρχισα πολύ νέα, διότι ήθελα να ωριμάσω αρκετά πριν αρχίσω να γράφω. Έγραφα όμως όταν δούλευα στις εφημερίδες.Tις παράνομες εφημερίδες, όπου όταν ήταν οι Γερμανοί εδώ πέρα, εμείς ζούσαμε στα βουνά. Kαι είχαμε νοικιάσει και σπίτια εκεί για να μη κατεβαίνουμε όλη την ώρα και μας τσακώσουνε! Ήταν πολύ άσχημες οι εποχές εκείνες. Aκόμα και με τους δικούς μας ήταν δύσκολο να συνεννοηθείς. Πολλές φορές εσύ πχ. ένα πράγμα το ήθελες διαφορετικά, ενώ αυτοί είχαν αρκετή στενομυαλιά. Δεν ήταν πάντα ευρύ το μυαλό τους, να ξέρουν να σε αντιμετωπίσουν και να αντιμετωπίσουν και το λαό όπως θα έπρεπε. Λάθη έγιναν πάρα πολλά, αλλά τίποτα δεν γίνεται χωρίς λάθη.”

Απαντώντας στο ερώτημα τι είναι ευτυχία για εκείνη, είχε πει: “Eυτυχία για μένα είναι η γνωριμία μου με τον κόσμο, η γνωριμία μου με την ίδια τη ζωή και όταν θυμάμαι τις εποχές που έζησα κατά καιρούς ! Hταν τολμηρές εποχές αλλά ωραίες! Tόλμη ήταν τότε να τα παίζεις όλα, να είναι οι Γερμανοί κάτω και συ να’ σαι σ’ αυτά τα βουναλάκια που τώρα πάτε περίπατο”, ενώ στο ερώτημα αν είναι ευχαριστημένη από τη ζωή της, είχε απαντήσει: “Nαι, άμα κοιτάξω τη ζωή μου, είμαι ευχαριστημένη, δεν ήταν αυτό που λένε οι Γάλλοι “μπανάλ”. Aλλά όταν βρισκόμαστε οι δυο μας με τον εαυτό μου, “του τα ψέλνω για καλά”. Aλλά δεν έπαψα να κάνω εκδρομές, απάνω στα βουνά εκείνα, έκανα σκι τρομερό τότε! Mοτοσυκλέτα! Kαι τον άντρα μου πίσω,γιατί ήταν μαλακός άνθρωπος. Mαθηματικός ήτανε, και η καλοσύνη του ήταν μεγάλη!”.

Για τον άνδρα της Πλάτωνα Σωτηρίου είχε εκμυστηρευθεί: “H αδερφή του η δίδυμη ήταν φίλη μου και μου είχε πει τα καλύτερα λόγια,για τον Πλάτωνα, έτσι τον γνώρισα. Ήταν προσωποποιημένη η ευγένεια, η αντρική ομορφιά,- γιατί κι αυτό παίζει ένα ρόλο στα νέα κορίτσια- όλα αυτά είναι αναγκαία. Έτσι γνωριστήκαμε και παντρευτήκαμε. Ωραίος τύπος ήταν, απείραχτος, βέβαια ήταν μεγάλος και δεν έζησε πολλά χρόνια… Πολύ μεγαλύτερος από μένα, εγώ ήμουνα τσαπερδόνα”.

Το 2001 η Εταιρεία Ελλήνων Συγγραφέων καθιέρωσε προς τιμήν της το βραβείο ”Διδώ Σωτηρίου”, το οποίο απονέμεται “σε ξένο ή Έλληνα συγγραφέα που με τη γραφή του αναδεικνύει την επικοινωνία των λαών και των πολιτισμών μέσα από την πολιτισμική διαφορετικότητα”. Τα περισσότερα έργα της έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες, ενώ η λογοτεχνία της διακρίνεται για τον ρεαλισμό, την απλότητα, τη δραματική αφήγηση και τον αδρό δημοτικό λόγο της. Προς τιμήν της, επίσης, πολλές οδοί, σχολεία και βιβλιοθήκες φέρουν το όνομά της στην Ελλάδα.

Η Διδώ Σωτηρίου ανήκει στους Έλληνες πεζογράφους του μεσοπολέμου. Το έργο της κινείται στο πλαίσιο του ρεαλισμού με έντονη την παρουσία του αυτοβιογραφικού στοιχείου και της συναισθηματικής συμμετοχής του συγγραφέως στις περιπέτειες των ηρώων της, και αντλεί τη θεματολογία του από τη Μικρασιατική Καταστροφή, την περίοδο του εμφυλίου και την μετά τον εμφύλιο περίοδο της ελληνικής ιστορίας. Με τα “Ματωμένα χώματα” η Σωτηρίου εγκαινίασε την πορεία της προς μια γραφή που συνδυάζει τη μυθιστορηματική τεχνική με μια προοπτική εξέτασης των θεμάτων της από ιστορική σκοπιά, πορεία που συνέχισε και στα δύο επόμενα μυθιστορήματά της την “Εντολή”, με θέμα την υπόθεση Μπελογιάννη και το “Κατεδαφιζόμεθα”.

Στην εκπομπή της ΕΡΤ2 “Βάθος πεδίου” το 1995 είχε πει: “Ό,τι ήθελα το έκανα, δεν έχω παράπονο από τη ζωή. Το έκανα ίσως με θυσίες, με οδύνη, με αγωνία… Όλα όμως στη ζωή μου γίνονταν πηγές πλούτου…”.

ΒραβεύσειςΒραβείο Ελληνοτουρκικής Φιλίας Αμπντί Ιπεκτσί (1983)

Βραβείο Ελληνοτουρκικής Φιλίας Αμπντί Ιπεκτσί (1985)

Ειδικό Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας (1989)

Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών (1990)

Βραβείο του Ελληνικού Ινστιτούτου της Αγγλίας (1993)

Βραβείο από τον τότε πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλο με το παράσημο του Χρυσού Σταυρού του Τάγματος της Τιμής (1996)

Βραβείο από τον τότε πρόεδρο της γαλλικής δημοκρατίας Ζακ Σιράκ με το παράσημο Commandeur De l’Ordre Du Merite

Η Άλκη Ζέη για τη Διδώ Σωτηρίου

Ήταν 10 Οκτωβρίου του 2014 όταν η Εταιρεία Συγγραφέων οργάνωσε μια εκδήλωση στο Ίδρυμα Θεοχαράκη για την απονομή του βραβείου “Διδώς Σωτηρίου” στον Πέδρο Μπάδενας δε λα Πένια. Η Άλκη Ζέη, που ήταν από τους βασικούς ομιλητές στην τελετή, αναφέρθηκε εκτενώς στη θεία της, τη Διδώ, η οποία είχε παντρευτεί τον θείο της, Πλάτωνα Σωτηρίου, αδερφό της μητέρας της.

“Από τα οκτώ μου χρόνια με έμαθε τι θα πει γράψιμο, πόσο φοβερό είναι. Έμαθα ότι είναι δημοσιογράφος, έβλεπα ότι γράφει στην εφημερίδα με το όνομά της από κάτω, και της λέω μια μέρα κι εγώ, θα βγάλω περιοδικό. Μου λέει, «καλά». Σε κόλες διαγωνισμού έβγαλα ένα περιοδικό που το έγραφα μόνη μου και η Διδώ με ενεθάρρυνε. Της λέω σου έχω γράψει και ένα ποίημα για τον γάμο σου, και της το ‘δειξα, η Διδώ το πήρε, μου είπε “σε ευχαριστώ μικρό” γιατί έτσι με έλεγε. Είδα τα μάτια της, και παρόλο που ήμουνα μόνο οκτώ χρονών, κατάλαβα ότι ποίηση δεν πρέπει να ξαναγράψω στη ζωή μου… Στα δέκα μου χρόνια της λέω γράφω ένα μυθιστόρημα. Είχαμε μια θεία που πήγαινε στην Αμερική και διηγότανε για το υπερωκεάνειο. Θα είναι η ηρωίδα μου ένα κοριτσάκι, μια Αγγλίδα, που πάει με το υπερωκεάνειο. Μου λέει η Διδώ, “έχεις γνωρίσει ποτέ σου Αγγλίδα;” της λέω όχι. “Έχεις δει ποτέ σου υπερωκεάνειο;” Οχι. Δεν γράφεις καλύτερα για το βαπόρι που σας πάει και σας φέρνει στη Σάμο; Και με έμαθε από τα δέκα μου χρόνια να μη γράφω πράγματα που δεν τα έχω γνωρίσει.

Άλλη μια μεγάλη ευγνωμοσύνη στη Διδώ είναι γιατί με έβαλε στην Αντίσταση. Όχι μόνο εμένα, και τη μητέρα μου, και την αδερφή μου, κι όλο μας το σπίτι. Ποιος δεν πέρασε από εκείνο το σπίτι… ευτυχώς χωρίς να καταλάβουν οι άλλοι, ούτε ο ίδιος ο πατέρας μου- γιατί όλα αυτά γινόντουσαν όσο έλειπε. Η Διδώ είχε ένα πολύ οξύ πολιτικό μυαλό και ό,τι απορία είχες θυμάμαι να της λέμε: “πες μας Διδώ”. “Μετά την απελευθέρωση, η Διδώ ήταν προβληματισμένη αντί για χαρούμενη. Τη ρωτήσαμε γιατί και μας απάντησε ότι αφού αποκαλύφθηκαν όλοι όσοι ήταν στην παρανομία, πως θα βγουν πάλι όταν χρειαστεί;”. Στην παρανομία; Πάλι; Γιατί; Ώσπου με τα Δεκεμβριανά που ακολούθησαν φάνηκε η πολιτική της διορατικότητα.

Σε άλλο σημείο της ομιλίας της η Άλκη Ζέη είχε πει: “Εκεί που κατάλαβα πιο πολύ ότι η Διδώ είναι μέσα στις ψυχές των ανθρώπων, όσο και να σας φανεί απίθανο, ήταν στην Τουρκία. Ενα χρόνο μετά τον θάνατό της, ένας σύλλογος με έδρα στη Μυτιλήνη που λέγεται Ειρήνη στο Αιγαίο και έχει μέλη και Τούρκους, με κάλεσαν και πήγαμε μαζί με άλλους στον Κιρκιντζέ, όπου διαδραματίζονται τα “Ματωμένα Χώματα”. Καθώς πηγαίναμε, που ήταν πολλές ώρες με το λεωφορείο, είδαμε σε μια γέφυρα επάνω σε μια γιγαντοαφίσα τη Διδώ με το μπερεδάκι της να χαμογελάει. Μου φάνηκε σαν να με καλωσόριζε. Στον Κιρκιντζέ, μας μοίρασαν λουκουμάδες, συνήθεια που έχουν οι Τούρκοι αντί για κόλλυβα. Η διερμηνέας με παρουσίασε ως ανιψιά της Διδώς. Με αγκάλιαζαν, με φιλούσαν και μου έλεγαν μια φράση που δεν καταλάβαινα. Η διερμηνέας μου το είπε: Ανάθεμα στους αίτιους, όπως τελειώνουν τα “Ματωμένα Χώματα”. Σε αυτή τη μικρή πόλη, κάτι ανάμεσα σε πόλη και χωριό, όλοι οι άνθρωποι στον δρόμο μας αγκάλιαζαν, έκλαιγαν και μιλούσαν για τη Διδώ. Κατάλαβα πολλά.

Βέβαια, την ήξερα την αξία που έχει και σαν συγγραφέας και σαν άνθρωπος. Ήταν ένας άνθρωπος που δινόταν στους άλλους. Δεν υπήρχε από το σόι μας κανείς που να είχε πρόβλημα και να μην πάει στη Διδώ. Είτε χώριζε με το φίλο της, είτε είχε πρόβλημα με τον άντρα της, είτε πολιτικά, όλα μας τα έλυνε η Διδώ. Αφού τώρα, πολλές φορές, με όλα αυτά τα μπερδέματα τα πολιτικά που δεν βγάζω άκρη, αχ λέω, αν ήταν η Διδώ θα τη ρώταγα. Ήταν αξέχαστη” είχε πει μεταξύ άλλων η Άλκη Ζέη.

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ