Ευρεία στήριξη και συνεργασία από τους εταίρους

Ευρεία στήριξη και συνεργασία από τους εταίρους

O πρωθυπουργός κέρδισε την μάχη των εντυπώσεων μιλώντας χθες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ενημερώνοντας το σώμα για τις προτεραιότητες της Ελληνικής προεδρίας και τα επιτεύγματα της ελληνικής οικονομίας.

Κύκλοι του ΕΚ σχολίασαν θετικά την έντονη υπόμνηση του Α.Σαμαρά πως και ο ίδιος ήταν ευρωβουλευτής όχι και τόσο παλιά, δίνοντας έτσι μια αίσθηση ταύτισης με το ακροατήριό του. Θετικά σχολιάστηκε το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός κράτησε τα δύο θέματα της ομιλία του διαχωρισμένα αυστηρά, έτσι ώστε κανείς να μην μπορεί να κατηγορήσει τη χώρα για προσπάθεια εκμετάλλευσης της προεδρίας για εθνικά οφέλη – κάτι που καμία προεδρία δεν συνηθίζει να κάνει.

Η θετική αποδοχή φάνηκε στα σχόλια των επικεφαλής των κοινοβουλευτικών ομάδων που αντιμετώπισαν τον Α. Σαμαρά πολιτικά, βλέποντάς τον ως προεδρεύων του Συμβουλίου, όπως ακριβώς και όλους τους προκατόχους του. Οι δύο μεγάλες κοινοβουλευτικές ομάδες, το ΕΛΚ και οι Σοσιαλιστές εκπροσωπούμενες από τους Ζ. Ντόουλ και Χ. Σβόμποντα δεσμεύθηκαν να στηρίξουν και να συνεργαστούν με την ελληνική προεδρία, αυτό ακριβώς που χρειαζόταν ο Α. Σαμαράς για να μπορεί να παρουσιάσει αποτελέσματα στο τέλος του εξαμήνου. Η στήριξη του ΕΛΚ είναι δεδομένη, ενώ η στήριξη των Σοσιαλιστών, όπως κατέστησε σαφές ο Χ. Σβόμποντα είναι επακόλουθο της συμμετοχής του ΠΑΣΟΚ και του Ε. Βενιζέλου στην κυβέρνηση – το όνομα του οποίου ο επικεφαλής των σοσιαλιστών πολύ εύστοχα περιέλαβε στην τοποθέτησή του, συνδέοντας το μάλιστα όλο νόημα με την πρότασή του για νέα ελάφρυνση του δημοσίου χρέους, μέσω της επέκτασης του χρόνου αποπληρωμής.

Την ίδια άποψη εξέφρασε σαφέστατα και ο Μ. Σούτλς, υποψήφιος των σοσιαλιστών για την θέση του προέδρου της Κομισιόν, κατά τη διάρκεια της κοινής συνέντευξης τύπου με τον Α. Σαμαρά. Ο Μ. Σούλτς άφησε να αιωρείται πως είναι υπέρ του δέοντος ικανοποιημένος με την οπτική της συνεργασίας που δίνει ο πρωθυπουργός με το ΠΑΣΟΚ, ενώ και ο επικεφαλής των φιλελευθέρων Γκυ Φερχόφσταντ, ομόσταυλος του Όλι Ρεν, επεσήμανε στην ολομέλεια ότι «δεν θα είχαμε φτάσει σε αυτό το σημείο της κρίσης, αν το ελληνικό πολιτικό σύστημα αναλάμβανε τις ευθύνες του νωρίτερα» και είχε έρθεί σε συνεννόηση.

Η Κομισιόν εκπροσωπούμενη από τον πρόεδρο Μπαρόζο, που έπλεξε το εγκώμιο του πρωθυπουργού, των θυσιών του λαού και της εκτέλεσης του προγράμματος, θα σταθεί δίπλα και αυτή στην ελληνική προεδρία, ώστε στο επόμενο τρίμηνο να τελειώσουν οι ανοιχτές υποθέσεις της Ένωσης, με έμφαση στα τραπεζικά και να προωθηθούν νέες, όπως περιγράφονται στις προτεραιότητες.

Βεβαίως, όπως καθιστούν σαφές κύκλοι της Κομισιόν, τα καλά λόγια δεν αλλάζουν την ανάγκη για προσέγγιση με την τρόικα. Η τελευταία δεν δίνει πλέον ενδείξεις του πότε θα επιστρέψει στην Αθήνα, με νέο διάστημα άφιξης, χονδρικά, το τέλος του μήνα. Το χάσμα ειδικά στα δημοσιονομικά παραμένει μεγάλο και οι 17 κυβερνήσεις του ευρώ απαιτούν από την ελληνική να παρουσιάσει δημοσιονομικά μέτρα και για το 2015. Κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά δύσκολο πολιτικά για την κυβέρνηση, της οποίας όμως τα διαπραγματευτικά περιθώρια στενεύουν, με ημερομηνία κλειδί την 10η Μαρτίου. Μετά τις 10 Μαρτίου η χώρα δεν θα είναι πια ασφαλής σε σχέση με τις λήξεις κρατικού χρέους, αν δεν έχει λάβει κάποιο τμήμα δόσης.

Το πως θα συνδυαστεί το πολιτικό διακύβευμα με τη διαπραγμάτευση, αυτό είναι θέμα λεπτών χειρισμών που πρέπει να κάνει η κυβέρνηση και όχι η τρόικα διότι όπως ξεκαθάρισε και ο Κλάους Ρέγκλινγκ κατά την ακρόαση για τα πεπραγμένα της τρόικας χθες «η τρόικα δεν επιβάλει παρά μόνο προτείνει μέτρα αφήνοντας στην διακριτική ευχέρεια των κυβερνήσεων να επιλέξουν». Ο Κ. Ρέγκλινγκ φάνηκε να κατανοεί την ανάγκη για σκληρά μέτρα λιτότητας σε μικρό χρονικό διάστημα λέγοντας ότι «χρειάστηκαν τεράστιες προσπάθειες αλλά το έλλειμμα ήταν τόσο υψηλό που η προσαρμογή έπρεπε να γίνει σε ένα σχετικά γρήγορο διάστημα».

Τοποθετήθηκε μάλιστα και για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους εξηγώντας τα εξής: «η Ελλάδα είναι μια ειδική και περίπλοκη περίπτωση γιατί διαφέρει από προηγούμενες εμπειρίες του ΔΝΤ. Το ΔΝΤ σε άλλες περιπτώσεις υπολογίζει τη βιωσιμότητα του χρέους σε βάθος δεκαετίας γιατί σε αυτή την περίοδο επιθυμεί να έχει ολοκληρωθεί η αποπληρωμή του δανείου αλλά και γιατί θεωρεί ότι είναι προϋπόθεση για την προσέλκυση επενδυτών. Στην περίπτωση της Ελλάδας έχουμε προσφέρει δάνεια για 30 χρόνια με τους μισούς τόκους σε σχέση με το ΔΝΤ ενώ υπάρχει και δεκαετής περίοδος χάριτος χωρίς καμία επιβάρυνση στον προϋπολογισμό. Το ύψος του χρέους δεν είναι ιδιαίτερα σημαντικό για την περίοδο αυτή. Οι ιδιώτες επενδυτές που σκέφτονται να επενδύσουν στην χώρα δεν θα το κάνουν προς το παρόν για πάνω από δέκα χρόνια. Θα επιλέξουν μια πιο σύντομη περίοδο και για αυτούς είναι σημαντικό να μην υπάρχει επιβάρυνση από την εξυπηρέτηση χρέους τα επόμενα δέκα χρόνια».

Πηγή: Real.gr

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ