Με την ελληνική και τη βρετανική πλευρά να διαβεβαιώνουν ότι μια συμφωνία για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα είναι πιο κοντά από ποτέ, τρία είναι τα ζητήματα που, σύμφωνα με τις πληροφορίες της Realnews πρέπει να διευθετηθούν.
Της Δήμητρας Πανάνου – Πηγή: Realnews
Ως το μεγαλύτερο «αγκάθι» παραμένει το νομικό καθεστώς υπό το οποίο θα γίνει εφικτή η έκθεσή τους στο Μουσείο της Ακρόπολης, δηλαδή η κυριότητα των Γλυπτών. Η απόφαση, πλέον, αφορά το Βρετανικό Μουσείο, οι εκπρόσωποι του οποίου εγείρουν το λεγόμενο ζήτημα της αποξένωσης. Με άλλα λόγια, θέλουν τα Γλυπτά να εξακολουθούν να αποτελούν μέρος της βρετανικής συλλογής, ασχέτως αν εκτίθενται στην Ελλάδα. Την ίδια στιγμή, η ελληνική πλευρά έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν πρόκειται να αποδεχθεί βρετανική κυριότητα στα Γλυπτά, ούτε η επιστροφή να γίνει υπό τη μορφή δανεισμού.
Το δεύτερο ζήτημα, που μένει ανοιχτό, αφορά ποιοι ακριβώς θα είναι οι αρχαιολογικοί θησαυροί που θα επαναπατριστούν από το Βρετανικό Μουσείο στην Ελλάδα. Χαρακτηριστική άλλωστε είναι η δήλωση που έκανε ο πρόεδρος του Βρετανικού Μουσείου, Τζορτζ Οσμπορν, μετά την επίσκεψη του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στο Λονδίνο. «Επιδιώκουμε να δούμε αν μπορούμε να κάνουμε μια ρύθμιση ώστε κάποια από τα Γλυπτά του Παρθενώνα να βρεθούν στην Αθήνα, εκεί όπου φυσικά ήταν η αρχική θέση τους. Σε αντάλλαγμα, η Ελλάδα θα μας δανείσει κάποιους από τους αρχαιολογικούς θησαυρούς της», ανέφερε ο Τζ. Οσμπορν, που απέφυγε να μιλήσει για ολόκληρη τη συλλογή των Γλυπτών που απέσπασε ο λόρδος Ελγιν από την Ακρόπολη των Αθηνών.
Το τρίτο ζήτημα, που παραμένει άλυτο, αφορά τις ελληνικές αρχαιότητες που θα αντικαταστήσουν τα Γλυπτά του Παρθενώνα στις προθήκες του Βρετανικού Μουσείου. Βασικό σκέλος της διαπραγμάτευσης είναι η αποστολή εκθεμάτων από τα ελληνικά μουσεία στο Λονδίνο. Όπως έχει διαρρεύσει στο παρελθόν, η Αθήνα έχει στείλει ακόμα και λίστα με εκθέματα τα οποία θα μπορούσαν να αποσταλούν στο Βρετανικό Μουσείο, ενώ οι αρχαιότητες αυτές θα εναλλάσσονται ανά τακτά χρονικά διαστήματα.
Όμως αυτό που δεν έχει ξεκαθαρίσει ακόμα είναι για πόσο μεγάλο χρονικό διάστημα η Αθήνα θα συνεχίζει να στέλνει αρχαιολογικούς θησαυρούς στο Λονδίνο. Σε κάθε περίπτωση, οι συζητήσεις, όπως σημειώνουν πηγές του Βρετανικού Μουσείου στην «R», είναι «προχωρημένες», καθώς οι δύο πλευρές φαίνεται να έχουν ήδη συμφωνήσει για επιμέρους ζητήματα, όπως ο τρόπος μεταφοράς και έκθεσης των σπάνιων και τεράστιας ιστορικής αξίας θησαυρών.
«Ποτέ τόσο κοντά»
Ακαδημαϊκοί και εκπρόσωποι της βρετανικής επιτροπής για την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα σχολιάζουν θετικά τις εξελίξεις. «Ποτέ πριν δεν ήμασταν τόσο κοντά στο να επιστρέψουμε στην Ελλάδα τα Γλυπτά του Φειδία, που αποκόπηκαν ατιμωτικά από τον Ελγιν στις αρχές του 1800», δηλώνει στην «R», ο Λουί Γκοντάρ, πρόεδρος του διεθνούς συνδέσμου για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, αρχαιολόγος και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Νάπολης. «Το ταξίδι του πρωθυπουργού Μητσοτάκη στο Λονδίνο και η συνάντηση που είχε με τον Βρετανό πρωθυπουργό, Κιρ Στάρμερ, σύμφωνα με τον Guardian, οδήγησαν σε συγκεκριμένα αποτελέσματα και στη δέσμευση του Βρετανού πρωθυπουργού να στηρίξει τα δίκαια αιτήματα της Ελλάδας. Τα εύσημα για την πρόοδο που σημειώθηκε οφείλονται στην αποφασιστική και συνετή πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης και της υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη, που υποστήριζαν σταθερά ότι μέσω του διαλόγου θα μπορούσε να ελπίζει κανείς στη λύση του προβλήματος. Για μεγάλο χρονικό διάστημα, ορθώς, η Ελλάδα επέλεξε να μην καταφύγει στη δικαστική οδό και να ακολουθήσει τη διπλωματική», επισημαίνει ο διεθνούς φήμης αρχαιολόγος.
Όπως προσθέτει ο Λ. Γκοντάρ, αυτή την πολιτική ακολούθησε η Ιταλία απέναντι σε διάφορες χώρες, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ιαπωνίας, ώστε να επιστραφούν αριστουργήματα που προέρχονταν από παράνομες ανασκαφές ή κλοπές και είχαν καταλήξει παράνομα σε αμερικανικά και ιαπωνικά μουσεία. Αυτή την πολιτική ενθάρρυνε και ο ίδιος ο Ιταλός καθηγητής, ως σύμβουλος των Προέδρων της Ιταλικής Δημοκρατίας, Κάρλο Ατζέλιο Τσιάμπι και Τζόρτζιο Ναπολιτάνο.
«Όλοι όσοι άκουσαν και υποστήριξαν την έκκληση, που απηύθυνε η Μελίνα Μερκούρη στην Πόλη του Μεξικού το 1982 και βρίσκονται στο πλευρό της Ελλάδας για πάνω από 40 χρόνια, χαίρονται που βλέπουν αυτή την πρόοδο. Η Μεγάλη Βρετανία, όπως όλες οι χώρες του κόσμου που ζουν υπό την αιγίδα του δημοκρατικού πολιτικού συστήματος που εφευρέθηκε στην Αθήνα, δεν μπορεί παρά να εγκρίνει τον επαναπατρισμό των αριστουργημάτων που δημιουργήθηκαν για να γιορτάσουν τον θρίαμβο της δημοκρατίας στο υπέροχο Μουσείο της Ακρόπολης», αναφέρει ο Λ. Γκοντάρ.
«Ενιαία αισθητική»
Στο ίδιο μήκος κύματος και η εκπρόσωπος της βρετανικής επιτροπής για τον επαναπατρισμό των Γλυπτών (BCRPM), Μάρλεν Γκόντγουιν, εκφράζει τη χαρά της για τον διάλογο μεταξύ Ελλάδας και Ηνωμένου Βασιλείου. «Ελπίζουμε ότι αυτός ο διάλογος θα εξελιχθεί σε μια ευρύτερη συζήτηση στην οποία θα συμμετάσχουν η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου και το Μουσείο της Ακρόπολης. Κατανοούμε την πολυπλοκότητα του ζητήματος και πιστεύουμε ακράδαντα ότι το Μουσείο της Ακρόπολης είναι το μοναδικό μέρος στη Γη όπου είναι δυνατό να έχουμε μια ενιαία και αισθητική εμπειρία, ταυτόχρονα με τον Παρθενώνα και τα Γλυπτά του. Ο Παρθενώνας στέκεται ακόμα», αναφέρει η Γκόντγουιν.
Η ίδια σημειώνει ότι όποια συμφωνία και αν γίνει μεταξύ της Ελλάδας και του Βρετανικού Μουσείου πρέπει τελικά να αλλάξει ο νόμος για τα μουσεία του Ηνωμένου Βασιλείου. «Ο νόμος πρέπει να τροποποιηθεί για να διασφαλιστεί ότι τα Γλυπτά στο Λονδίνο μπορούν να παραμείνουν εκτεθειμένα μαζί με τα άλλα μισά τους στην Αθήνα για να τα εκτιμήσει όλη η ανθρωπότητα. Ένα τέτοιο σημάδι σεβασμού ανάμεσα σε δύο έθνη, που συνεχίζουν να συνεργάζονται σε κάθε επίπεδο, με πολλά κοινά, είναι πραγματικά δυνατό».
«Είναι νωρίς»
Σοβαρές επιφυλάξεις εκφράζει από την πλευρά του ο καθηγητής Ελληνικής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Κέμπριτζ και αντιπρόεδρος της BCRPM, Δρ. Πολ Κάρτλεντζ. Όπως λέει στην «R» υπάρχουν ακόμα ερωτήματα για τον αριθμό των Γλυπτών που θα επιστρέψουν. «Επιστροφή για ποια Γλυπτά του Παρθενώνα ακριβώς; Το έθεσα έτσι γιατί έχω διαβάσει αναφορές και φήμες ότι πιθανόν να μην επιστραφούν όλα μαζί τα Γλυπτά του Παρθενώνα που κρατά αυτή τη στιγμή το Βρετανικό Μουσείο, όπως φυσικά θα έπρεπε. Τώρα, σε ό,τι αφορά τα όσα γράφονται ότι τα Γλυπτά θα επιστρέψουν το πρώτο εξάμηνο του 2025, θα έλεγα ότι αυτό είναι πολύ νωρίς για να είναι φυσικά, πόσο μάλλον πολιτικά, δυνατό», καταλήγει ο καθηγητής του Κέμπριτζ.