Σήμερα συμπληρώνονται 47 χρόνια από την ημέρα του πραξικοπήματος, που σήμανε την απαρχή της μελανότερης σελίδας της ιστορίας της Κύπρου. Ξαναζωντανεύουν στην Κύπρο οι μνήμες από το προδοτικό πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου του 1974 της χούντας των Αθηνών και της κυπριακής ΕΟΚΑ Β΄κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας και του εκλεγμένου τότε προέδρου της Αρχιεπισκόπου Μακαρίου.
«Το πουκάμισο το θαλασσί,
μια φορούσα εγώ και μια εσύ,
χρυσή κλωστή και βελονιά
ποιος θα δικάσει τον φονιά…»
Αυτή ήταν η μετάδοση του ραδιοφώνου του ΡΙΚ, λίγο πριν τις 08.20 το πρωί της 15ης Ιουλίου 1974. Μια μετάδοση που διακόπηκε και το πραξικόπημα είχε αρχίσει με την κωδική ονομασία «Ο Αλέξανδρος εισήλθε εις το νοσοκομείο». Στις 8.15 πμ, τα πρώτα τεθωρακισμένα άρχισαν να βγαίνουν από τη βάση τους, με κατεύθυνση το Προεδρικό Μέγαρο. Παράλληλα, μία μοίρα καταδρομών διατάχθηκε να καταλάβει όλα τα καίρια σημεία και τα δημόσια κτίρια.
Νωρίς το πρωί της Δευτέρας, 15 Ιουλίου 1974, ο Μακάριος πήρε τον δρόμο της επιστροφής στο Προεδρικό Μέγαρο στη Λευκωσία από την εξοχική του κατοικία στο όρος Τρόοδος, όπου είχε περάσει το Σαββατοκύριακο. Η πομπή του Μακαρίου πέρασε μπροστά από το στρατόπεδο της Εθνικής Φρουράς στην Κοκκινοτριμιθιά. Η πομπή του Μακαρίου πέρασε ανενόχλητη από το σημείο εκείνο, χωρίς κάποιο από τα μέλη της συνοδείας του να παρατηρήσει κάτι το ύποπτο.
Όταν τα πυρά πύκνωσαν και το Προεδρικό Μέγαρο άρχισε να κανονιοβολείται από τα τεθωρακισμένα της Εθνικής Φρουράς, ο Μακάριος, αφού προστάτευσε πρώτα τους μικρούς του επισκέπτες, στη συνέχεια διέφυγε από τη μοναδική αφύλακτη δίοδο, που υπήρχε στα δυτικά του Προεδρικού Μεγάρου.
Με τη βοήθεια τριών σωματοφυλάκων του και ντυμένος με πολιτικά ρούχα, ακολούθησε την κοίτη ενός παρακείμενου χειμάρρου και κάτω έφθασε στη Μονή Κύκκου. Εκεί, ξεκουράστηκε για λίγο και στη συνέχεια πήρε τον δρόμο για την Πάφο. Ο συνταγματάρχης Κομπόκης, που είχε το γενικό πρόσταγμα της επίθεσης, ισχυρίζεται ότι είχε εντολές να αφήσει ελεύθερη μία δίοδο για τη διαφυγή του Μακαρίου, ενώ ο επικεφαλής του πραξικοπήματος ταξίαρχος Γεωργίτσης επικαλέστηκε την έλλειψη δυνάμεων. Μέχρι το μεσημέρι, οι πραξικοπηματίες είχαν θέσει υπό τον έλεγχό τους σχεδόν ολόκληρη τη Λευκωσία.
Κι ενώ οι πραξικοπηματίες θεωρούσαν τον Μακάριο νεκρό και το ανακοίνωναν συνεχώς μέσω του ΡΙΚ, αυτός ήταν ζωντανός και απηύθυνε μήνυμα μέσω ενός αυτοσχέδιου ραδιοσταθμού της Πάφου: «Ελληνικέ Κυπριακέ Λαέ! Γνώριμη είναι η φωνή που ακούεις. Γνωρίζεις, ποιος σου ομιλεί. Είμαι ο Μακάριος. Είμαι εκείνος, τον οποίο συ εξέλεξες δια να είναι ο ηγέτης σου. Δεν είμαι νεκρός. Είμαι ζωντανός. Και είμαι μαζί σου, συναγωνιστής και σημαιοφόρος εις τον κοινόν αγώνα. Το πραξικόπημα της χούντας απέτυχε. Εγώ ήμουν ο στόχος της και εγώ, εφόσον ζω, η Χούντα εις την Κύπρον δεν θα περάσει. Η Χούντα αποφάσισε να καταστρέψει την Κύπρο.Να την διχοτομήσει. Αλλά δεν θα το κατορθώσει. Πρόβαλε παντοιοτρόπως αντίστασιν εις την Χούντα. Μη φοβηθείς. Ενταχθείτε όλοι εις τα νομίμους δυνάμεις του κράτους. Η Χούντα δεν πρέπει να περάσει, και δεν θα περάσει. Νυν υπέρ πάντων ο αγών!».
Η Βουλή καταδίκασε το Πραξικόπημα, παρουσία του Αναστασιάδη
Παρουσία του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκου Αναστασιάδη, πραγματοποιήθηκε στις 8 το πρωί το ετήσιο εθνικό μνημόσυνο των πεσόντων κατά το πραξικόπημα, στο ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στη Λευκωσία. Αμέσως μετά πραγματοποιήθηκε επετειακή συνεδρίαση της Βουλής των Αντιπροσώπων, στο Συνεδριακό Κέντρο «Φιλοξενία».
Η Πρόεδρος της Βουλής Αννίτα Δημητρίου, στην ομιλία της ενώπιον του σώματος, είπε πως η απόδοση τιμής σε όσους εκουσίως υπερασπίστηκαν τη δημοκρατία και την ακεραιότητα της πατρίδας μας αποτελεί διαχρονικό χρέος, αλλά και υπόμνηση της μεγάλης ευθύνης που φέρουμε για την προάσπιση των εθνικών μας συμφερόντων και την επιβίωση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Σημείωσε πως η γνώση της ιστορίας και η άντληση διδαγμάτων θα στρέψουν προς τη σωστή κατεύθυνση τους παλαιότερους και θα καθοδηγήσουν τους νεότερους στον αγώνα μέχρι την τελική δικαίωση.