Αρχαιολόγοι έφεραν στο φως έναν μνημειώδη τάφο. Η ανακάλυψη πραγματοποιήθηκε στο Strikçan, κοντά στην ιστορική περιοχή Ντίμπρα, στη βόρεια Αλβανία, κοντά στην Μπουλκίζα.
Ο τάφος ξεχωρίζει επειδή φέρει μια σπάνια, δίγλωσση αρχαιοελληνική επιγραφή, αφιερωμένη στον Γελλιανό και τον θεό Δία.
Ο τάφος, που χρονολογείται από τον 3ο-4ο αιώνα μ.Χ., είναι ο πρώτος του είδους του που ανακαλύφθηκε στην περιοχή και έχει διαστάσεις περίπου 9 επί 6 μέτρα. Διαθέτει έναν ταφικό θάλαμο ύψους 2,4 μέτρων και μια μνημειώδη σκάλα διακοσμημένη με γεωμετρικά μοτίβα, καθώς και στοιχεία που υποδηλώνουν ότι μπορεί να λειτουργούσε ως μαυσωλείο.
Την ανακάλυψη ανακοίνωσε επίσημα ο υπουργός Οικονομίας, Πολιτισμού και Καινοτομίας της Αλβανίας, Blendi Gonxhja, στο προφίλ του στο Facebook, επισημαίνοντας τη σημασία της για την αρχαιολογία και την πολιτιστική κληρονομιά της Αλβανίας.
Ο τάφος, αποκαλύφθηκε στο πλαίσιο του ερευνητικού, επιστημονικού προγράμματος “Αρχαιολογική έρευνα στην κοιλάδα Μπουλκίζα”,του Ινστιτούτου Αρχαιολογίας, σε συνεργασία με εμπειρογνώμονες από την περιοχή, ανάμεσα στους οποίος και ο ακαδημαϊκός Adem Bonguri και ο Erikson Nikolli (MSc).

Ο τάφος περιέχει μια σπάνια, δίγλωσση ρωμαϊκή επιγραφή, αφιερωμένη στον νεκρό – τον Gellianos, και τον Ρωμαίο θεό Δία.
Ο τάφος περιέχει μια σπάνια δίγλωσση ρωμαϊκή επιγραφή αφιερωμένη στον αποθανόντα, Γελλιανό, και τον Θεό Δία. Σύμφωνα με την υπουργό Gonxhja, αυτή είναι η πρώτη δίγλωσση αρχαιοελληνική επιγραφή που βρέθηκε ποτέ στην περιοχή της Δίβρης, προσφέροντας ανεκτίμητη γνώση των αρχαίων πολιτιστικών και θρησκευτικών πρακτικών της περιοχής.
Αν και ο τάφος, στην αρχαιότητα είχε λεηλατηθεί, οι αρχαιολόγοι κατάφεραν ν’ ανακτήσουν ένα τμήμα του αυθεντικού του αποθέματος, ανάμεσα στο οποίο υπήρχαν γυάλινα αγγεία διαφόρων τύπων, οστέινων χτενών, μαχαιριών και έναν μεγάλο τομέα υφαντών με χρυσές κλωστές, με τα οποία ήταν τυλιγμένος ο νεκρός.
Ο τάφος είναι δομημένος σε τρεις κύριες περιοχές: Στον ταφικό θάλαμο, τον προθάλαμο και τη σκάλα του μνημείου. Επιπλέον δομές του τοίχου πάνω από τον θάλαμο, μαρτυρούν ότι μπορεί να λειτουργούσε ως μαυσωλείο και όχι μόνο ως απλός θάλαμος.

Η κατασκευή του τάφου, αναδεικνύει εξαιρετικές αρχιτεκτονικές και μηχανικές δεξιότητες των αρχιτεκτόνων και των τεχνητών της περιόδου. Οι μεγάλες πέτρες, είχαν μεταφερθεί από μακρινά λατομεία, ενώ ήταν σχηματισμένες με ακρίβεια, στο δομικό σχέδιο του τάφου.
Ο συνδυασμός των προσεκτικά λαξευμένων πετρών, οι μνημειακές σκάλες και ο διακοσμητικός γύψος, υποδηλώνουν υψηλό επίπεδο δεξιοτεχνίας και μαρτυρά την κοινωνική στάθμη του νεκρού που ήταν θαμμένος εκεί. Η κοντινή, φθαρμένη ταφική επιγραφή, είναι υπό εξέταση και μπορεί να προσφέρει περισσότερα στοιχεία για τα ταφικά έθιμα και την κοινωνική δομή της Ντίμπρα στη Ρωμαϊκή Περίοδο.
Ιστορικά, η Ντίμπρα αποτελούσε τμήμα της ρωμαϊκής επαρχίας της Μοισίας – ένα σταυροδρόμι εμπορικών, στρατιωτικών και πολιτιστικών ανταλλαγών.

Ανακαλύψεις όπως η πρόσφατη, δίνουν στους αρχαιολόγους σπάνια στοιχεία για τις ταφικές πρακτικές, τις θρησκευτικές πεποιθήσεις και την προηγμένη αρχιτεκτονική ικανότητα της βόρειας Αλβανίας. Ακόμη, εμπλουτίζουν τον πολιτιστικό χάρτη της κληρονομιάς της Αλβανίας και αναδεικνύουν την ιστορική σημασία της περιοχής στα Βαλκάνια.
Η ανακοίνωση του υπουργού Gonxhja, προσείλκυσε το ενδιαφέρον όλης της Αλβανίας για το σημείο, τονίζοντας τόσο την ιστορική του σημασία, όσο και τις δυνατότητες για την ανάπτυξη του τουρισμού.
Με την εξέλιξη των ανασκαφών, οι ερευνητές ελπίζουν ν’ αποκαλύψουν περισσότερους τάφους, επιγραφές και τεχνουργήματα που θα ρίξουν φως στις ζωές, τις πεποιθήσεις και την καλλιτεχνική δεξιότητα των αρχαίων κοινοτήτων στη Ντίμπρα.