Όταν ένας Έλληνας νίκησε στον Μαραθώνιο της Βοστώνης – Ήρθα να τρέξω για επτά εκατομμύρια πεινασμένους Έλληνες, είχε πει ο Στέλιος Κυριακίδης

“Ήρθα να τρέξω για επτά εκατομμύρια πεινασμένους Έλληνες” είπε ο Στέλιος Κυριακίδης όταν το 1946 συμμετείχε στον περίφημο πεντηκοστό Διεθνή Μαραθώνιο της Βοστώνης (42.195 μ.), έπειτα από τιμητική πρόσκληση των διοργανωτών.

Ήταν αδύναμος και υποσιτισμένος λόγω της Κατοχής, ενώ είχε πέντε χρόνια να αγωνιστεί σε Μαραθώνιο και δεν είχε προπονηθεί όπως θα έκανε κάθε επαγγελματίας αθλητής. Αλλά μίλησε η ψυχή του “κοκαλιάρη Έλληνα”, όπως τον χαρακτήριζαν αμερικανικά Μέσα, και η πατρίδα μέσα του στην οποία και αφιέρωσε τη μεγαλειώδη νίκη του. Λίγο πριν από τη γραμμή τερματισμού έδωσε όλα τα σωματικά του αποθέματα κατακτώντας τη νίκη, φωνάζοντας “For Greece!”. Όταν τον ρώτησαν τι ήθελε να κάνουν για εκείνον, είπε συγκινημένος “για εμένα τίποτα. Μην ξεχάσετε την πατρίδα μου”.

Ποιος ήταν ο Στέλιος Κυριακίδης

Ο Στυλιανός Κυριακίδης ή Στέλιος Κυριακίδης γεννήθηκε στον Στατό Πάφου στις 4 Μαΐου 1910. Ήταν Έλληνας αθλητής από την Κύπρο, δρομέας ημιαντοχής και αντοχής και μέλος της ελληνικής εθνικής ομάδας στίβου. Υπήρξε Πανελληνιονίκης, Βαλκανιονίκης, νικητής στους Παγκύπριους αγώνες και έλαβε μέρος σε δύο Ολυμπιάδες, Βερολίνο 1936 και Λονδίνο 1948. Αθλητικά ανήκε στο δυναμικό του Γυμναστικού Συλλόγου Ολύμπια Λεμεσού, ωστόσο έχει λάβει μέρος σε αγώνες και ως αθλητής του Παναθηναϊκού Αθλητικού Ομίλου.

Ο Κυριακίδης το 1934 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου από το 1936 εργάστηκε ως εισπράκτορας της ΔΕΗ, χωρίς να εγκαταλείψει τον αθλητισμό. Από εκείνο το διάστημα και έπειτα, όπως αποκαλύπτεται στο βιβλίο Λεωφόρος Ηρωών υπήρξε αθλητής και του Παναθηναϊκού Αθλητικού Ομίλου, ώστε να έχει ένα σωματείο στην Αθήνα με το οποίο θα προπονείται, αλλά και για να λαμβάνει μέρος σε αγώνες που δεν συμμετείχαν κυπριακές ομάδες. Την εγγραφή του στα μητρώα του Παναθηναϊκού προανήγγειλε στις 10 Σεπτεμβρίου 1934 η εφημερίδα Αθλητικά Χρονικά σε άρθρο με τίτλο «Ο μαραθωνοδρόμος Κυριακίδης μεταγράφεται στον Παναθηναϊκό».

Η πρώτη επίσημη συμμετοχή του με τα χρώματα του Παναθηναϊκού πραγματοποιήθηκε λίγες ημέρες αργότερα, στις 23 Σεπτεμβρίου 1934 σε αθλητικούς αγώνες στην Πάτρα. Ο Κυριακίδης, ως αθλητής του Παναθηναϊκού, έλαβε μέρος στα 10.000 μέτρα και τερμάτισε πρώτος με χρόνο 38’51”. Δεν είναι γνωστό το διάστημα που συνυπήρξε αθλητής του Γυμναστικού Συλλόγου Ολύμπια Λεμεσού και του Παναθηναϊκού. Ωστόσο, το 1939, η εφημερίδα Ελευθερον Βήμα αναφέρει σε άρθρο της τον Κυριακίδη ως αθλητή του Παναθηναϊκού. Διακρίθηκε αρκετές φορές στην Ελλάδα και στα Βαλκάνια με την εθνική ομάδα, ενώ κατέρριψε την πανελλήνια επίδοση του Σπύρου Λούη στον Μαραθώνιο (επίδοση τεσσάρων περίπου δεκαετιών).

Ο Λούης φέρεται να τον υποδέχθηκε στο σπίτι του στο Μαρούσι λέγοντάς του: «Παιδί μου Στέλιο, να τρέχεις πάντα, γιατί εμείς οι Έλληνες γεννηθήκαμε για να τρέχουμε. Μόνο έτσι καταφέραμε να ζήσουμε τόσους αιώνες». Το 1941, μετά την είσοδο ναζιστικών γερμανικών δυνάμεων στην Αθήνα παντρεύτηκε την Ιφιγένεια με την οποία απέκτησαν τρία παιδιά: την Ελένη, τη Μαίρη και τον Δημήτρη. Για τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής, ο ίδιος δήλωσε πως το γαμήλιο δώρο του ήταν ένα ψωμί (κι αυτό μισό).

Το 1943 στο Χαλάνδρι, συνελήφθη από Γερμανούς με άλλα 49 άτομα (τα οποία εκτελέστηκαν) εξαιτίας ενός φόνου Γερμανού στρατιώτη. Ο Γερμανός αξιωματικός υπηρεσίας ήταν μαραθωνοδρόμος και τον άφησε ελεύθερο, όταν βρήκε στο πορτοφόλι του την ταυτότητά του και την κάρτα διαπίστευσης των Ολυμπιακών Αγώνων του 1936 στο Βερολίνο. Ο γιος του Δημήτρης Κυριακίδης ανέφερε: “Μια άλλη φορά, όταν οι Γερμανοί εισέβαλαν στο σπίτι μας, βρήκαν ένα άλμπουμ με φωτογραφίες από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου. Στην πρώτη σελίδα ήταν ο Χίτλερ. “Χάιλ Χίτλερ!” είπαν και εξαφανίστηκαν. Έτσι εδόθη εντολή να μην πηγαίνει κανείς στο σπίτι του Κυριακίδη. Από τότε ο πατέρας μου έκρυβε στο υπόγειό μας τους συμμάχους που έπεφταν με τα αλεξίπτωτα και έφευγαν αργότερα στην Αίγυπτο”. Το 1946, μετά τη λήξη της γερμανικής Κατοχής το 1944 και του Εμφυλίου Πολέμου, ο Κυριακίδης αποφάσισε να συμμετάσχει στον 50ό Διεθνή Μαραθώνιο της Βοστώνης στις ΗΠΑ, τον οποίο και νίκησε. Αυτή η νίκη, την εποχή εκείνη, ήταν μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του ελληνικού αθλητισμού. Ήταν ο πρώτος αθλητής εκτός Αμερικής-Καναδά που νίκησε στον Μαραθώνιο της Βοστώνης και ο πρώτος που χρησιμοποίησε χρονομετρητή χειρός.

Η συμμετοχή και η νίκη στον Μαραθώνιο Βοστώνης

Το 1946, στα 36 του χρόνια αποφάσισε να συμμετάσχει στον περίφημο πεντηκοστό Διεθνή Μαραθώνιο της Βοστώνης (42.195 μ.), έπειτα από τιμητική πρόσκληση των διοργανωτών. Τα γεγονότα ότι λόγω της Κατοχής ήταν αδύναμος και υποσιτισμένος, ότι είχε πέντε χρόνια να αγωνιστεί σε Μαραθώνιο και η έλλειψη προπόνησης, προκαλούσαν την σύζυγό του: «Είσαι τρελός; Έτσι κοκαλιάρης όπως είσαι θα πεθάνεις!». Έτσι ξεκίνησε τις προπονήσεις ακόμη και μέσα στο χιόνι, ενώ κάποια στιγμή λιποθύμησε από την εξάντληση.

Όμως, ο ΣΕΓΑΣ αδυνατούσε να στείλει βεβαίωση-πιστοποίηση ερασιτέχνη αθλητή. ούτε βίζα μπορούσε να βγάλει καθώς ήταν προνόμιο μόνο Αμερικανών υπηκόων, αλλά με την βοήθεια του πρόξενου, τον οποίο γνώριζε, την απέκτησε. Παρόλα αυτά το ταξίδι με το πλοίο θα του στερούσε απαραίτητες προπονήσεις ή ακόμη και την συμμετοχή του στον αγώνα, ενώ το αεροπορικό εισιτήριο για Παρίσι κόστιζε 575 δολάρια με τον ίδιο να δηλώνει: «Όταν άκουσα το ποσόν τρελάθηκα. Εκείνη την ημέρα θα πήγα 30 φορές πάνω κάτω την οδό Σταδίου».

Έπειτα από αντιρρήσεις της συζύγου του, πούλησε την ηλεκτρική κουζίνα και το ραδιόφωνό τους, ενώ κατάφερε να λάβει και από τη ΔΕΗ, όπου δούλευε, επιταγή 1.000 δολαρίων (από την ταραχή του ξέχασε να ευχαριστήσει). Όταν η τράπεζα αρνήθηκε να του δώσει συνάλλαγμα είπε αγανακτισμένος στον διευθυντή: «Τρέχω για την Ελλάδα από το 1933. αγωνίζομαι για τη γαλανόλευκη. δεν είμαι κανένας τυχοδιώκτης».Τελικά, στις 4 Απριλίου 1946 επιβιβάστηκε για πρώτη φορά σε αεροπλάνο, πετώντας για Αμερική.

Στην Αμερική, οι γιατροί πίστευαν πως θα πέθαινε από εξάντληση στη διάρκεια της διαδρομής, καθώς ήταν εξαιρετικά αδύναμος και καχεκτικός, αλλά οι αντιρρήσεις τους ξεπεράστηκαν από την αθλητική ομοσπονδία. Προπολεμικά ο Κυριακίδης είχε συμμετάσχει στον Μαραθώνιο της Βοστώνης του 1930, εγκαταλείποντας λόγω των καινούργιων αθλητικών υποδημάτων που του είχαν χαρίσει Έλληνες ομογενείς και τα οποία τον πλήγωσαν. Ωστόσο, αυτήν τη φορά υποσχέθηκε πως δεν θα εγκατέλειπε λέγοντας: «Ήρθα να τρέξω για επτά εκατομμύρια πεινασμένους Έλληνες». Ο μάγειρας του ξενοδοχείου όπου διέμενε ήταν Έλληνας ομογενής και τον βοήθησε να πάρει πέντε κιλά μέσα σε λίγες ημέρες.

Την ημέρα του αγώνα, όμως, οι γιατροί είχαν και πάλι τις ενστάσεις τους, σχετικά με την υγεία του Κυριακίδη. Έτσι υπέγραψε υπεύθυνη δήλωση, σύμφωνα με την οποία ήταν ενημερωμένος για τους κινδύνους, αναλαμβάνοντας όλη την ευθύνη. Κάποιες εφημερίδες τον αποκαλούσαν “ο κοκκαλιάρης Έλληνας”. Κατά τις 12:00, στις 20 Απριλίου 1946, δόθηκε η εκκίνηση του Μαραθωνίου της Βοστώνης.

Οι κύριοι διεκδικητές της νίκης ήταν ο Αμερικανός Τζόνυ Κέλυ (2 νίκες, 7 δεύτερες θέσεις, 61 συμμετοχές) και ο Καναδός Ζεράρντ Κοτέ (4 νίκες). Πριν τον αγώνα κάποιος έδωσε στον Κυριακίδη ένα διπλωμένο χαρτάκι να το διαβάσει λίγο πριν από την έναρξη. Από την μια πλευρά έγραφε «Ή ταν ή επί τας» και από την άλλη «Νενικήκαμεν». Είχε ζητήσει από την επιτροπή να αγωνιστεί με τον αριθμό 7 (τυχερός αριθμός στην Αρχαία Ελλάδα) και έτσι του δόθηκε το 77 (δυο φορές τυχερός). Ακολουθώντας την τακτική που ακολουθούσε πάντα, δεν σπατάλησε δυνάμεις από την αρχή αλλά επιτάχυνε από το μέσον της διαδρομής. Επίσης κοιτούσε μόνο μπροστά αναφέροντας: “Όταν ένας μαραθωνοδρόμος κοιτάζει πίσω του, δίνει φτερά στον αντίπαλο”. Στα τελευταία χιλιόμετρα προπορευόταν μαζί με τον Τζόνυ Κέλυ. Τόσο ομογενείς όσο και Αμερικανοί τον ενθάρρυναν, ενώ ένας ομογενής θέλοντας να τον βοηθήσει, του προσέφερε ένα πορτοκάλι χτυπώντας τον ενθαρρυντικά στην πλάτη και μπερδεύτηκε στα πόδια του, κάνοντάς τον να χάσει ρυθμό και έδαφος. Κάποιος άλλος Έλληνας του φώναξε: “Καλά πας, Στέλιο! Έστω δεύτερος”. Παρακάτω, ένας Αμερικανός δημοσιογράφος που παρακολουθούσε τον αγώνα με αυτοκίνητο, τον πληροφόρησε: “Ο Κέλυ «έσπασε», είναι ώρα να φύγεις”.

Τότε συνέβη κάτι, που ο Κυριακίδης θυμόταν με συγκίνηση: “…Ένας ηλικιωμένος Έλληνας να τραβάει τα μαλλιά του και να λέει: Για την Ελλάδα Στέλιο μου! Για τα παιδιά σου!”. Τότε ο Στέλιος Κυριακίδης έδωσε όλα τα σωματικά του αποθέματα κατακτώντας την νίκη, φωνάζοντας στον τερματισμό: «For Greece!» (Για την Ελλάδα). Ο χρόνος του 2:29:27 αποτέλεσε τον καλύτερο στην Ευρώπη και για 22 χρόνια τον καλύτερο στην Ελλάδα.

Οι Αμερικανοί τον αποκάλεσαν “ο απόγονος του Φειδιππίδη” και σε ερώτηση που του τέθηκε: “Τι θα ήθελες να κάνουμε για σένα;”, -ενώ του προσφέρθηκαν χρήματα για να γίνει επαγγελματίας αθλητής και είχε προτάσεις από το Χόλιγουντ για να γίνει ηθοποιός- απάντησε: “Για μένα τίποτα. Μόνο για την Ελλάδα…», επιμένοντας: «Σας παρακαλώ, μην ξεχάσετε τη χώρα μου”. Ο Τζόνυ Κέλυ (ήταν ο επικρατέστερος για τη νίκη) όταν ρωτήθηκε γιατί δεν κατάφερε να κερδίσει τον αγώνα, απάντησε: «Πώς θα μπορούσα να κερδίσω ποτέ έναν τέτοιον αθλητή; Εγώ έτρεχα για τον εαυτό μου κι αυτός για μια ολόκληρη πατρίδα». Αργότερα, ο Κυριακίδης τηλεγράφησε στη ΔΕΗ: “Ενίκησα με δεύτερον τον Κέλυ και τρίτον τον Κοτέ. Αγών σκληρός. Ευτυχής διότι ενίκησα». Την επομένη του αγώνα στην εφημερίδα της Βοστώνης (Boston Sunday Post), στο άρθρο «Η νίκη ανήκει σε δύο έθνη», ο δημοσιογράφος είχε γράψει: “Έχω ξαναδεί πολλούς αθλητές να κλαίνε είτε από χαρά για το θρίαμβό τους είτε από λύπη για την ήττα τους. Αυτός ο Αθηναίος με τα ευγενή αισθήματα δάκρυσε αληθινά, με δάκρυα που έβγαιναν μέσα από τη δυνατή ελληνική καρδιά του. Μια καρδιά που δεν τον πρόδωσε στα 26 μίλια που διήνυσε, αλλά που κόντεψε να σπάσει όταν έφτασε στο τέρμα, τόσο από περηφάνια για τη νίκη του όσο και από θλίψη για τις κακουχίες που περνούσε η πατρίδα του”.

Με στοιχεία από τη Βικιπαίδεια και την ΕΡΤ

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ