Ο πρώην οδηγός της Formula 1 Αντρέα ντε Άνταμιτς πέθανε σε ηλικία 84 ετών, αφήνοντας πίσω του μια πλούσια πορεία στους αγώνες ταχύτητας και μια ζωή γεμάτη επιτυχίες, πάθος και αντοχή. Ο πολυτάλαντος Ιταλός συμμετείχε σε 29 Γκραν Πρι του παγκόσμιου πρωταθλήματος μεταξύ 1968 και 1973, οδηγώντας για μερικές από τις πιο εμβληματικές ομάδες: Ferrari, McLaren, March, Surtees και Brabham.
Παρότι δεν κατάφερε ποτέ να ανέβει στο βάθρο, τερμάτισε τέταρτος στο GP της Ισπανίας το 1972 και στο GP του Βελγίου το 1973, ενώ σημείωσε αρκετές επιτυχίες σε μη πρωταθληματικούς αγώνες, όπου ανέβηκε στις τρεις πρώτες θέσεις.
Σύμφωνα με το motorsport.com, ο ντε Άνταμιτς ήταν φανατικός της Alfa Romeo, με την οποία κατέκτησε το 1966 το πρωτάθλημα Ευρώπης αυτοκινήτων τουρισμού, σημειώνοντας τέσσερις νίκες στο τιμόνι του περίφημου 1600 GTA της Autodelta, της εργοστασιακής ομάδας της Alfa. Την επόμενη χρονιά διατήρησε τα πρωτεία στην κατηγορία Division 2 και κατέκτησε το Tourist Trophy στο Oulton Park, έναν από τους πιο σημαντικούς αγώνες για τουριστικά αυτοκίνητα εκείνης της εποχής.
Παράλληλα, συνέχισε να αγωνίζεται και σε μονοθέσια, κατακτώντας το 1965 το πρωτάθλημα της Ιταλικής F3 και στη συνέχεια, το 1968 το F2 Temporada στην Αργεντινή με τη Ferrari, επικρατώντας απέναντι σε σπουδαίους αντιπάλους, ανάμεσά τους και τον μετέπειτα παγκόσμιο πρωταθλητή Jochen Rindt.
Με τη Ferrari, ο Ιταλός που είχε σπουδάσει νομικά, έκανε τα πρώτα του βήματα στη Formula 1, στο μη πρωταθληματικό GP της Ισπανίας το 1967 και στο GP της Νότιας Αφρικής το 1968, όπου κατάφερε να κερδίσει βαθμούς. Η συνεργασία τους όμως έληξε πρόωρα, έπειτα από σοβαρό ατύχημα στο Brands Hatch Race of Champions.
Ύστερα από μακρά ανάρρωση, ο ντε Άνταμιτς επέστρεψε στους αγώνες, βρίσκοντας και πάλι τη θέση του στην Alfa Romeo, την ομάδα που ένιωθε «σπίτι» του. Το 1970, η McLaren χρησιμοποίησε τον V8 κινητήρα της Alfa σε ένα τρίτο μονοθέσιο για εκείνον, ωστόσο η απόδοση του κινητήρα δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί τον Cosworth DFV.
Το 1971 μεταπήδησε στη March, αλλά η ιστορία επαναλήφθηκε, χωρίς ουσιαστικά αποτελέσματα. Την επόμενη χρονιά, η ένταξή του στη Surtees, με κινητήρα Cosworth, έφερε μια μικρή βελτίωση. Η τέταρτη θέση στο Jarama της Μαδρίτης ήταν η μοναδική του βαθμολογημένη εμφάνιση στη σεζόν.
Το 1973, ο Ιταλός βρέθηκε στη Brabham του Bernie Ecclestone, κατακτώντας ακόμη μία τέταρτη θέση στο βελγικό GP του Zolder. Ωστόσο, την ίδια χρονιά, υπήρξε το μεγαλύτερο θύμα της μαζικής σύγκρουσης που προκάλεσε ο Jody Scheckter στο Βρετανικό GP, με αποτέλεσμα να παγιδευτεί στα συντρίμμια του μονοθεσίου του για σχεδόν μία ώρα. Οι σοβαροί τραυματισμοί στα πόδια του έβαλαν τέλος στην καριέρα του στην κορυφαία κατηγορία, σε ηλικία μόλις 31 ετών. Όπως είχε δηλώσει ο ίδιος στο περιοδικό «Autosport» το 2013: «Δεν μπορούσα να σταθώ όρθιος για τρεις μήνες».
Παρά την απουσία του από το προσκήνιο της F1, ο Αντρέα ντε Άνταμιτς παρέμεινε ενεργός στους αγώνες. Αγωνίστηκε δύο φορές στις 24 Ώρες του Λε Μαν με την Alfa Romeo, τερματίζοντας τέταρτος το 1972 μαζί με τον Nino Vaccarella στο τιμόνι ενός T33/3. Το 1971 είχε ήδη σημειώσει δύο εντυπωσιακές νίκες στο παγκόσμιο πρωτάθλημα σπορ αυτοκινήτων, κερδίζοντας τις Porsche 917 στο Brands Hatch 1000Km με τον Henri Pescarolo, και στο Watkins Glen με τον Ronnie Peterson.
Μετά την αποχώρησή του από την ενεργό δράση, αφοσιώθηκε στα ΜΜΕ και την εκπαίδευση, εργαζόμενος ως δημοσιογράφος, σχολιαστής και διευθυντής σχολής ασφαλούς οδήγησης. Η σχέση του με την Alfa Romeo παρέμεινε στενή, καθώς ανέλαβε τη διεύθυνση της ομάδας N.Technology, η οποία σημείωσε σημαντικές επιτυχίες στους αγώνες αυτοκινήτων τουρισμού στις αρχές του 21ου αιώνα.