Την παραπομπή του 34χρονου αστυνομικού για ανθρωποκτονία με πρόθεση και σε ήρεμη ψυχική κατάσταση προτείνει ο εισαγγελέας για τον θάνατο του 16χρονου Ρομά, κατά τη διάρκεια καταδίωξης, τον περασμένο Δεκέμβριο, στα Διαβατά Θεσσαλονίκης. Παράλληλα, στην πρόταση του προς το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, ζητάει να δικαστεί ο κατηγορούμενος στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο, γιατί εκτέλεσε παρανόμως πυροβολισμούς εξουδετέρωσης.
Ο εισαγγελέας έκρινε ότι ο αστυνομικός της ομάδας ΔΙ.ΑΣ «πυροβόλησε προκειμένου να αναγκάσει τον 16χρονο να σταματήσει την πορεία του οχήματος του και να τερματίσει με τον τρόπο αυτό την καταδίωξη. Ίσως και εμφορούμενος από αισθήματα οργής και εκδικητικότητας για τον επικίνδυνο τρόπο που οδηγούσε ο ανήλικος και την άρνηση του μέχρι τότε να συμμορφωθεί στα σήματα στάσης σε συνδυασμό με την ελλιπή εκπαίδευση που έχει λάβει και λαμβάνει για την αντιμετώπιση παρόμοιων περιστατικών (εκπαίδευση ως αστυνομικός επί τέσσερις μήνες, εκπαίδευση στη χρήση όπλου άπαξ ετησίως)», σύμφωνα με το grtimes.gr.
Στις 5 Δεκεμβρίου 2022, ο κατηγορούμενος βρισκόταν σε διατεταγμένη υπηρεσία, επιβαίνοντας ως συνεπιβάτης σε δίκυκλη μοτοσικλέτα που οδηγούσε άλλος αστυνομικός ενώ σε έτερη μοτοσικλέτα επέβαιναν άλλοι δύο αστυνομικοί.
Ενώ βρίσκονταν στο κατάστημα – καφετερία πρατηρίου υγρών καυσίμων, επί της οδού Μοναστηρίου, προσήλθε ο 16χρονος Ρομά, οδηγώντας το ΙΧΦ του πατέρα του, και προμηθεύτηκε καύσιμο αξίας 20 ευρώ αλλά αποχώρησε δίχως να καταβάλει το αντίτιμο.
Όπως αναγράφεται στην εισαγγελική πρόταση, που παρουσιάζει το GRTimes, αυτό δεν συνιστά αξιόποινη πράξη, σύμφωνα με τον νέο ποινικό κώδικα, και συνεπώς δεν υπήρχε υπηρεσιακό καθήκον των αστυνομικών να ενεργήσουν, μετά τη σχετική ενημέρωση τους από τον υπάλληλο του βενζινάδικου.
Παρά ταύτα οι αστυνομικοί δίχως να ενημερώσουν την υπηρεσία τους, ξεκίνησαν την αναζήτηση του 16χρονου γνωρίζοντας ότι είναι Ρομά και ανήλικος.
Οι αστυνομικοί ενημέρωσαν το κέντρο της Άμεσης Δράσης ότι ενεργούν καταδίωξη, πλησίον των φυλακών. Το όχημα έστριψε προς το Σωφρονιστικό Κατάστημα Θεσσαλονίκης.
Μόλις πέρασε τις σιδηροδρομικές ράγες, ο οδηγός του αυτοκινήτου πραγματοποίησε αναστροφή, εισήλθε στο αντίθετο ρεύμα και το ακινητοποίησε.
Στη συνέχεια κινήθηκε προς την 1η μοτοσικλέτα αλλά δεν είναι σαφές αν ο 16χρονος επιδίωκε τη σύγκρουση , όπως κατέθεσαν οι αστυνομικοί ή επιχειρούσε να διαφύγει, ωστόσο «είναι αληθές ότι η ενέργεια του θα μπορούσε με μεγάλη πιθανότητα να την προκαλέσει με συνέπεια την πρόκληση σωματικών βλαβών ή και τον θάνατο των δύο αστυνομικών».
Ο 16χρονος βλέποντας να πλησιάζει και η 2η μοτοσικλέτα γύρισε και πάλι το αυτοκίνητο του προς την αντίθετη κατεύθυνση, δηλαδή προς το Σωφρονιστικό Κατάστημα Θεσσαλονίκης.
Κινήθηκε ακολουθώντας την πορεία της 1ης μοτοσικλέτας, με μικρή πάντως ταχύτητα, όπως προκύπτει από σχετικό βίντεο, πιθανότατα θέλοντας να διαφύγει, αφού άλλωστε δεν θα ήταν δυνατό να προφτάσει με το αγροτικό αυτοκίνητο μια μοτοσικλέτα.
Ο κατηγορούμενος στο σημείο αυτό, δηλαδή ακριβώς πριν τις σιδηροδρομικές ράγες και μόλις είχε ξεκινήσει το αυτοκίνητο την κίνηση του, χρησιμοποιώντας το υπηρεσιακό του πιστόλι πραγματοποίησε δύο βολές από απόσταση 10 – 15 μέτρων.
Μία από τις βολίδες πέτυχε το αυτοκίνητο από το πίσω μέρος. Διαπέρασε τον υαλοπίνακα και έπληξε το πίσω μέρος του κεφαλιού του 16χρονου ο οποίος έχασε τις αισθήσεις του και τον έλεγχο του αυτοκινήτου, το οποίο προσέκρουσε στα σκαλοπάτια παρακείμενου ξενοδοχείου και στη συνέχεια σε εξωτερικό τοίχο, όπου ακινητοποιήθηκε.
«Αν ήθελε πραγματικά απλώς να εκφοβίσει τον 16χρονο θα μπορούσε να πυροβολήσει μία ή και περισσότερες φορές στον αέρα, όπως γνώριζε ότι έπρεπε να κάνει, γι’ αυτό άλλωστε και προέβη σ’ αυτόν τον ισχυρισμό (σ.σ. ότι κινδύνευαν οι συνάδελφοι του). Έτσι, ο κατηγορούμενος πυροβόλησε δύο φορές σκοπεύοντας απευθείας προς την καμπίνα το οδηγού γνωρίζοντας ότι από την πράξη του ενδέχετο να προκληθεί το αποτέλεσμα του θανάτου. Το αποτέλεσμα δηλαδή δεν ήταν βέβαιο λόγω του σκότους που επικρατούσε στην περιοχή, της κίνησης της μοτοσικλέτας, της έξαψης από την καταδίωξη και της περιορισμένης εκπαίδευσης του, ήταν ωστόσο αρκετά πιθανό με δεδομένη την εγγύτητα των οχημάτων και το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος έβαλε δύο φορές σημαδεύοντας απευθείας τον 16χρονο» αναγράφεται στην εισαγγελική πρόταση.
Ακόμη επισημαίνεται ότι: «Ο πυροβολισμός στη συγκεκριμένη περίπτωση απαγορευόταν, καθώς στρέφονταν εναντίον ανηλίκου, όπως γνώριζε ο κατηγορούμενος, χωρίς μάλιστα να αποτελεί μοναδικό μέσο για την αποτροπή επικείμενου κινδύνου θανάτου, αφού αφενός ο 16χρονος επιχειρούσε πλέον μόνο να διαφύγει και δεν επιτίθετο στους αστυνομικούς αφετέρου θα μπορούσε ο κατηγορούμενος να πυροβολήσει προς εκφοβισμό στοχεύοντας ψηλά.
Ο κατηγορούμενος αστυνομικός εκτέλεσε παρανόμως πυροβολισμούς εξουδετέρωσης διότι στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν επρόκειτο για απόκρουση επίθεσης ενωμένης με επικείμενο κίνδυνο θανάτου ή βαριάς σωματικής βλάβης ανθρώπου, ούτε για διάσωση ομήρων, όπως προβλέπεται από τον νόμο.
Μετά το περιστατικό, με ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ, ο 16χρονος μεταφέρθηκε στο «Ιπποκράτειο» όπου κατέληξε στις 13 Δεκεμβρίου. Από τις τοξικολογικές εξετάσεις προέκυψε ότι το μοιραίο βράδυ είχε κάνει χρήση ναρκωτικών χαπιών».