Μαρία Φαραντούρη: Τα σπαρακτικά λόγια της για τον Μίκη Θεοδωράκη

Ραγίζει καρδιές το «αντίο» της Μαρίας Φαραντούρη στον Μίκη Θεοδωράκη.  «Μίκη μου, με τα χέρια-φτερά σου, όσο ζω θα σε βλέπω πάντα να διευθύνεις τα τραγούδια μας και τα όνειρά μας». Με αυτά τα σπαρακτικά λόγια η μεγάλη ερμηνεύτρια αποχαιρετά τον σπουδαίο μουσικοσυνθέτη, που έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 96 ετών.

«…Θα είναι πάντα κοντά μας σαν να μην έφυγε ποτέ. Με τη μουσική και τα τραγούδια του θα ενώνει τις καρδιές μας, θα μας ανοίγει καινούργιους κόσμους όπως κάνει κάθε μεγάλη τέχνη που συνομιλεί με την εποχή της και την Ιστορία», σημειώνει η Μαρία Φαραντούρη.

Φαραντούρη Θεοδωράκης

Ολόκληρη η δήλωση της Μαρίας Φαραντούρη:

“Η Ελλάδα σήμερα ορφάνεψε. Ο Μίκης είναι η έκφραση της ελληνικής ψυχής και με το έργο του έδειξε σε όλο τον κόσμο ότι ελληνισμός σημαίνει πολιτισμός.

Γεννήθηκε με την ευλογία των Μουσών. Μίλησε με την οικουμενική γλώσσα της μουσικής και της ποίησης για τον άνθρωπο, τους αγώνες, τις χαρές και τους καημούς του. Ο Μίκης είναι παγκόσμιος, μα πάνω απ’ όλα είναι Έλληνας κι αποτελεί την αντάξια συνέχεια των μεγάλων παραδόσεών μας.

Αγωνίστηκε κι υπέφερε υπερασπιζόμενος την ελευθερία, τη δημοκρατία και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Είχα τη χαρά και την τιμή να υπηρετήσω το μεγάλο του έργο, μια ολόκληρη ζωή, να μοιραστώ μαζί του συγκινητικές στιγμές, την επαφή με τόσους λαούς, τους αγώνες και την ιστορία τους δίνοντας συναυλίες σε ελληνικά και παγκόσμια ακροατήρια.

Ο Μίκης είχε την τύχη πριν φύγει να ζήσει την αθανασία του.

Μας χάρισε το ωραίο ταξίδι, για αυτό θα είναι πάντα κοντά μας σαν να μην έφυγε ποτέ.

Με τη μουσική και τα τραγούδια του θα ενώνει τις καρδιές μας, θα μας ανοίγει καινούργιους κόσμους όπως κάνει κάθε μεγάλη τέχνη που συνομιλεί με την εποχή της και την Ιστορία.

Μίκη μου, με τα χέρια-φτερά σου, όσο ζω θα σε βλέπω πάντα να διευθύνεις τα τραγούδια μας και τα όνειρά μας”

Όταν ο Μίκης Θεοδωράκης άκουσε τη Μαρία Φαραντούρη για πρώτη φορά

Σε μια εκδήλωση του ΣΦΕΜ, το 1963, την ακούει ο Μίκης Θεοδωράκης να τραγουδά ένα δικό του τραγούδι, τον Καημό. Είναι τόσο βαθιά η εντύπωση που του προκαλεί η νεαρή τραγουδίστρια, ώστε στο τέλος της συναυλίας τη συναντά στα παρασκήνια και της λέει: “Το ξέρεις ότι έχεις γεννηθεί για να τραγουδάς τα τραγούδια μου;” “Το ξέρω”, είναι η άμεση απάντηση της δεκαεξάχρονης Μαρίας.

Το επόμενο καλοκαίρι περιοδεύει με το γκρουπ του Θεοδωράκη και -δίπλα στον Γρηγόρη Μπιθικώτση, τη Ντόρα Γιαννακοπούλου και τη Σούλα Μπιρμπίλη- γνωρίζει για πρώτη φορά τον μαγικό κόσμο των συναυλιών.

Σύντομα η φωνή της είναι παρούσα και στα μεγάλα πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα. Στις πορείες ειρήνης ακούγεται ένα νέο έργο του Θεοδωράκη, το Ένας Όμηρος, απ’ όπου και το Γελαστό Παιδί, ένα τραγούδι που η Μαρία με τη μαχητική της νιότη κάνει γνωστό στο πανελλήνιο και στη συνέχεια σε όλον τον κόσμο.

φαραντούρη

Τότε, η Κατίνα Παξινού και ο Αλέξης Μινωτής ανεβάζουν και πάλι στην Επίδαυρο τις Φοίνισσες, για τις οποίες ο Θεοδωράκης έχει γράψει τη μουσική. Οι πρόβες τους, τις οποίες ανελλιπώς παρακολουθεί η νεαρή μαθήτρια, αποτελούν για εκείνη σχολείο φωνητικής εξάσκησης και μουσικής έκφρασης.

Στα 1965, η Μαρία ηχογραφεί το τραγούδι των Σπύρου Παπά και Γιάννη Αργύρη Κάποιος γιορτάζει, στο οποίο τη συνοδεύει ο Λάκης Παπάς και, έναν χρόνο αργότερα, κυκλοφορεί το soundtrack της ταινίας του Χαρίλαου Παπαδόπουλου Το νησί της Αφροδίτης, τη μουσική του οποίου υπογράφει ο Μίκης Θεοδωράκης.

Από εκεί και η πρώτη ηχογράφηση της Μαρίας σε τραγούδι του Θεοδωράκη, το Ματωμένο Φεγγάρι, σε ποίηση Νίκου Γκάτσου. Λίγο ενωρίτερα, την έχει καλέσει ο συνθέτης στο σπίτι του να της παρουσιάσει το πρώτο έργο που συνθέτει για τη φωνή της: τη Μπαλάντα του Μαουτχάουζεν σε ποίηση Ιάκωβου Καμπανέλλη, έργο που ταυτίζεται όσο κανένα άλλο με τη φωνή της Μαρίας Φαραντούρη, κάνοντας τον γύρο του κόσμου.

Πολύ σύντομα, ο Θεοδωράκης συνθέτει και Έξι Τραγούδια, τα οποία, στη Μεταπολίτευση, μετονομάζει σε Κύκλο Φαραντούρη, τιμώντας την κύρια ερμηνεύτριά του. Σε κανέναν άλλο τραγουδιστή ή τραγουδίστρια δεν έχει αφιερώσει ονομαστικά ο συνθέτης κύκλο τραγουδιών, παρά το γεγονός, ότι πολλά έργα του έχει συνθέσει για συγκεκριμένες ανδρικές ή γυναικείες φωνές.

Ως αναπόσπαστο μέλος του γκρουπ Θεοδωράκη, που δίνει συναυλίες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, η Μαρία επισκέπτεται και τη Σοβιετική Ένωση. Εκεί την ακούει ο σπουδαίος Ρώσος μουσουργός Άραμ Ίλυτς Χατσατουριάν, ο οποίος της προτείνει να μείνει στη Μόσχα για μουσικές σπουδές στο Ωδείο Τσαϊκόφσκυ.

Όμως, η Μαρία αρνείται και συνεχίζει με τον Έλληνα συνθέτη στο μουσικό του οδοιπορικό και όραμα. Μνημειακό χαρακτηρίζεται σήμερα το βινύλιο που κυκλοφορεί το 1966 στην ΕΣΣΔ, ζωντανή ηχογράφηση από τις συναυλίες που δίνονται εκεί.

Φαραντούρη Θεοδωράκης

Στο πλευρό του Θεοδωράκη, που μεταμορφώνει ριζικά τη σύγχρονη ελληνική μουσική και ιδιαίτερα το τραγούδι, η Μαρία Φαραντούρη κάνει γνωστούς στο ελληνικό κοινό τους νομπελίστες Γ.Σεφέρη και Οδ.Ελύτη και τους άλλους μείζονες ποιητές.

Αυτό το μουσικό – πολιτιστικό κίνημα αναπτύσσεται μέχρι το στρατιωτικό πραξικόπημα του ’67. Με την εγκαθίδρυση της δικτατορίας η μουσική του Θεοδωράκη απαγορεύεται και ο ίδιος, μετά από μερικούς μήνες καταδίωξης, συλλαμβάνεται. Έχει, ωστόσο, προλάβει να στείλει κρυφά στη Μαρία ένα σύντομο μήνυμα -σ’ ένα χαρτάκι από μαστίχα- συμβουλεύοντάς την να φύγει για το εξωτερικό.

Είναι μόλις 20 ετών, όταν εγκαταλείπει την Αθήνα για το Παρίσι, και κάνει αυτό που θεωρεί αυτονόητο: τραγουδά αφιλοκερδώς σε πλήθος συναυλιών, τα έσοδα των οποίων διοχετεύονται στην αντιδικτατορική δράση. Γίνεται σύμβολο αντίστασης και ελπίδας και εις το εξής, πάντα ευαισθητοποιημένη στα κοινωνικά προβλήματα, συμπαρίσταται εμπράκτως στο γυναικείο κίνημα, στις οικολογικές κινητοποιήσεις, στον αγώνα κατά των ναρκωτικών, στους πολιτικούς πρόσφυγες.

Ο διεθνής Τύπος την ονομάζει Μαρία Κάλλας του λαού (The Daily Telegraph), Joan Baez της Μεσογείου (Le Monde), Φωνή της Ελλάδας (Wiener Zeitung), χαρακτηρίζοντας τη φωνή της Δώρο των θεών του Ολύμπου (The Guardian) και αφιερώνοντάς της εκτενείς διθυραμβικές κριτικές, όπου εξαίρονται όχι μόνο τα φωνητικά προσόντα και η σεμνή σκηνική της παρουσία, αλλά, επίσης, το ήθος και η κοινωνική της δραστηριοποίηση.

Τουλάχιστον για τα ελληνικά δεδομένα, η Μαρία ¬-ως αγωνίστρια και συνειδητοποιημένη γυναίκα- αποτελεί μία εντελώς νέα μορφή τραγουδίστριας.

Με τις συναυλίες της στην Ευρώπη και στην Αμερική, καθώς και με ηχογραφήσεις, που ακούγονται από το BBC και τη Deutsche Welle, κρατά ζωντανή τη μουσική του Θεοδωράκη και μαζί διατηρεί στην επικαιρότητα το ελληνικό ζήτημα.

Εκείνος -σε εξορία, τότε, στην ορεινή Ζάτουνα- της διοχετεύει μυστικά κασέτες με πρόχειρες ηχογραφήσεις των νέων έργων του – με τη φωνή του και τον ίδιο στο πιάνο. Η Μαρία βρίσκει τους κατάλληλους συνεργάτες για να γίνουν οι ενορχηστρώσεις, και ο Θεοδωράκης ακούει το αποτέλεσμα από τα βραχέα, σε τρανζιστοράκι που έχει αποκρύψει από τους δεσμοφύλακές του.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες ακούει για πρώτη φορά την Κατάσταση Πολιορκίας, σε μετάδοση από το Roundhouse του Λονδίνου. Μια ιστορική συναυλία, στην οποία συμβάλλει πλήθος καλλιτεχνών, από τον Μίνω Βολανάκη έως τους ηθοποιούς του μιούζικαλ Hair, οι οποίοι -σε μια ανάπαυλα των παραστάσεών τους- σπεύδουν να στηρίξουν τον αγώνα των Ελλήνων συναδέλφων τους. Ο Sir John Geilgud, ο Alan Bates, η Peggy Ashcroft και η Μελίνα Μερκούρη συνεισφέρουν λίγο αργότερα σε άλλη συναυλία της Μαρίας στο Albert Hall.

Κατόπιν διεθνούς κινητοποίησης προσωπικοτήτων των γραμμάτων και των τεχνών- ο Θεοδωράκης με κλονισμένη υγεία (μετά από φυλακίσεις, εξορίες και κατ’ οίκον περιορισμούς) έχει αφεθεί ελεύθερος. Με τη μεσολάβηση του Γάλλου Jean-Jacques Servan-Schreiber έχει μεταβεί στο Παρίσι, απ’ όπου αρχίζει την αέναη περιήγησή του στον κόσμο: Ευρώπη, Αυστραλία, Βόρεια και Λατινική Αμερική, Μέση Ανατολή. Η Μαρία -πάντα μαζί του- πρωτοστατεί στις συναυλίες που γίνονται πυλώνας δύναμης για τους αυτοεξόριστους Έλληνες και βήμα για τους απανταχού καταπιεσμένους με τη συμπαράσταση διασήμων ξένων καλλιτεχνών, διανοουμένων και άλλων προσωπικοτήτων. Ειδικά οι Ευρωπαίοι στέκονται στο πλευρό των ανέστιων -τότε- Ελλήνων, αγκαλιάζοντας τον αγώνα τους για ελευθερία. Μυθικές οι συναυλίες στις αίθουσες Olympia, Salle Pleyel, Bobino, Mutualité, Lincoln Center, Albert Hall, Tschaikovsky: μερικές μόνο από εκείνες που γίνονται μάρτυρες αυτής της πάλης. Συγχρόνως, το ξένο κοινό έρχεται σε επαφή με τη σύγχρονη ελληνική μουσική και ενθουσιάζεται από τη δημιουργία του Θεοδωράκη. Και μέχρι σήμερα, οι αίθουσες στο εξωτερικό και ειδικά στην Ευρώπη είναι κατάμεστες περισσότερο από τοπικό πληθυσμό παρά από Έλληνες του εξωτερικού, όταν δίνει συναυλίες η Μαρία Φαραντούρη ή παρουσιάζονται τα κλασικά έργα του Μίκη Θεοδωράκη.

Φαραντούρη Θεοδωράκης

Παράλληλα με τις συναυλίες της, η Μαρία ηχογραφεί δίσκους που φθάνουν κρυφά στην Ελλάδα -μέσα σε διαφορετικά εξώφυλλα- για να δώσουν θάρρος και ευψυχία στους αγωνιστές. Έτσι, εν κρυπτώ και παραβύστω, μεταφέρονται εκτός Ελλάδος και οι ταινίες με το ηχητικό υλικό της Μεγάλης Αγρύπνιας, του πρωτόλειου έργου της νεοεμφανιζόμενης -τότε- Ελένης Καραΐνδρου, σε ποίηση Κώστα Γεωργουσόπουλου. Η Μαρία προσθέτει τη φωνή της σε ένα λονδρέζικο στούντιο, τοποθετώντας τη σφραγίδα της στον μοναδικό κύκλο τραγουδιών της Καραΐνδρου, καταξιωμένης -σήμερα- συνθέτριας κινηματογραφικής μουσικής. Έτσι αρχίζει και η φιλία τους. Λίγο αργότερα, σε μια περιοδεία της στην Αμερική, γνωρίζει στη Νέα Υόρκη τη Φλέρυ Νταντωνάκη, με την οποία συνδέεται με βαθιά φιλία, έως το βασανισμένο τέλος της Φλέρυς, το καλοκαίρι του 1998.

Το Λονδίνο έχει γίνει πια η υιοθετημένη πατρίδα της κι εκεί γνωρίζεται με τον δεξιοτέχνη της κιθάρας John Williams. Ο διεθνούς φήμης καλλιτέχνης εντυπωσιάζεται από τη φωνή της και την παρουσία της και συνεργάζεται μαζί της επάνω στο Romancero Gitano του F.G.Lorca, σε μια εξαίρετη μεταγραφή για φωνή και κιθάρα. Ο Ισπανός Lorca, ευαίσθητος ποιητής και θύμα της χούντας του Φράνκο, έχει γίνει πηγή έμπνευσης για τον Θεοδωράκη -ο οποίος μελοποιεί το εν λόγω έργο του λίγο πριν εκδηλωθεί το στρατιωτικό πραξικόπημα στην Ελλάδα- και το οποίο, στα 1971, με τη Μαρία στο τραγούδι και τον John Williams στην κιθάρα βρίσκει την ιδανική του ερμηνεία, στην έξοχη απόδοσή του στα ελληνικά από τον Οδυσσέα Ελύτη.

Στο Παρίσι, ο Θεοδωράκης έρχεται σ’ επαφή με όλες τις προοδευτικές προσωπικότητες της εποχής. Με συναυλίες του στηρίζει τον ηγέτη του γαλλικού σοσιαλιστικού κόμματος François Mitterand στην προεκλογική του εκστρατεία. Εντυπωσιασμένος ο Mitterrand από τη Μαρία γράφει ένα μοναδικής εμπνεύσεως σχόλιο για αυτήν, στο βιβλίο του Η μέλισσα και ο Αρχιτέκτονας, όπου την παρομοιάζει με την ίδια την Ελλάδα και τη θεά Ήρα: δυνατή, αγνή και άγρυπνη.

Με την πτώση της χούντας ο Μίκης Θεοδωράκης και η Μαρία Φαραντούρη επιστρέφουν στην Ελλάδα, όπου δίνουν στιγμές έντονης συγκίνησης στο ελληνικό κοινό, μετά από επτά χρόνια βίας και ψυχαναγκασμού. Εκατόν είκοσι πέντε χιλιάδες είναι μόνον όσοι παρακολουθούν το Canto General του Θεοδωράκη στο Στάδιο Καραϊσκάκη. Ένα έργο που η Μαρία με τον εξέχοντα συνάδελφό της Πέτρο Πανδή σφραγίζουν με την ερμηνεία τους και που έχουν τη χαρά, όταν το συνθέτει ο Θεοδωράκης στο Παρίσι, να κάνουν τις δοκιμές παρουσία του ποιητή του, Pablo Neruda.

Φαραντούρη Θεοδωράκης

Το 1981, με τον Θεοδωράκη και τον Πανδή παρουσιάζουν για δεύτερη φορά στην Κούβα το Canto General. Οι συναυλίες -που δίνονται παρουσία του Fidel Castro- έχουν τόση επιτυχία στο μουσικά εκπαιδευμένο κουβανέζικο κοινό, ώστε είναι άμεση η πρόσκληση από τον Κουβανό ηγέτη για νέο κύκλο συναυλιών.

Πηγή φωτό και πληροφοριών: farantouri.gr

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ