Στην ενεργοποίηση του νεότερου Συστήματος Ασφάλειας Κυκλοφορίας Συρμών (ATP), το οποίο αντικατέστησε το μέχρι πρότινος κύριο σύστημα ασφαλείας INDUSI προχώρησε πριν από λίγες μέρες η ΣΤΑΣΥ στην γραμμή 1 του μετρό (Πειραιάς -Κηφισιά).
Της Ευανθίας Τασσοπούλου
Η ενεργοποίηση του νέου συστήματος προκάλεσε την αντίδραση του Σωματείου Εργαζομένων ΣΤΑΣΥ. Μέσω επιστολής προς τη διοίκηση και άλλα στελέχη της εταιρείας, υποστηρίζει πως δεν τηρούνται δύο βασικές προϋποθέσεις προκειμένου να λειτουργήσει αποτελεσματικά το ATP, καθώς δεν είναι εγκατεστημένο σε όλες τις καμπίνες των συρμών και δεν υπάρχουν επαρκώς στελεχωμένες βάρδιες ειδικευμένων τεχνιτών στην τεχνική βάση του Πειραιά προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα όποια προβλήματα παρουσιαστούν.
Μιλώντας στο enikos.gr, o γ.γ. εργαζομένων της ΣΤΑΣΥ για την γραμμή του ΗΣΑΠ Γιάννης Κολαΐτης εξηγεί τους λόγους της αντίδρασης. Αρχικά ξεκαθαρίζει ότι και τα δύο συστήματα (σ.σ ΑΤP και INDUSI) παρέχουν την απαιτούμενη ασφάλεια και υπογραμμίζει ότι «οι εργαζόμενοι είμαστε υπέρ της ενεργοποίησης του, αλλά για να εφαρμοστεί στην γραμμή 1 πρέπει να είναι εγκατεστημένο και να λειτουργεί σε όλες τις καμπίνες οδήγησης των συρμών και θα πρέπει να υπάρχουν επαρκώς στελεχωμένες βάρδιες ειδικευμένων τεχνιτών που θα αντιμετωπίζουν άμεσα τα τεχνικά προβλήματα που θα προκύπτουν. Υπάρχουν μόνο 3 τεχνίτες που μπορούν να υποστηρίξουν το σύστημα και να επιδιορθώσουν τις βλάβες. Είναι ανθρωπίνως αδύνατον να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν καθημερινά στις απαιτήσεις».
«Υπάρχουν 21 ενεργοί συρμοί στην γραμμή 1 συν 4 γαλλικά τρένα από το μετρό. Οι συρμοί είναι του 1984, του 1990 και του 2000. Προφανώς τα προβλήματα στην ενεργοποίηση του νέου συστήματος εντοπίζονται στους παλαιότερους συρμούς και κυρίως του 1984. Αυτή την στιγμή οι συρμοί λειτουργούν και με τα δύο συστήματα. Σε όσους συρμούς κατέστη δυνατόν έχει ενεργοποιηθεί το ΑΤP και οι υπόλοιποι λειτουργούν με το INDUSI». Όπως τονίζει ο o γ.γ. εργαζομένων της ΣΤΑΣΥ ελλοχεύει ο κίνδυνος του ανθρωπίνου λάθους καθώς ένας ηλεκτροδηγός μπορεί να βρίσκεται σε έναν συρμό με το ένα σύστημα και αμέσως μετά να χρειασθεί να εργασθεί με το άλλο σύστημα.
Οι εργαζόμενοι στην επιστολής του αναφέρουν ότι το νέο σύστημα έχει υψηλότερες προδιαγραφές ασφαλείας σε σχέση με το προηγούμενο, όμως κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την σωστή λειτουργία του. «Οι δύο πολύ σημαντικές βασικές διαφορές του ΑΤP με το προηγούμενο σύστημα, είναι ότι περιορίζει την ταχύτητα του συρμού σε περίπτωση που υπερβεί το επιτρεπόμενο όριο και επίσης όταν φθάνει ο συρμός στον σταθμό ανοίγει τις πόρτες αποβίβασης μόνο από την σωστή πλευρά. Εκμηδενίζει δηλαδή τον κίνδυνο ανθρωπίνου λάθους στο άνοιγμα των θυρών. Κάτι που τώρα γίνεται χειροκίνητα» τονίζει ο κ. Κολαϊτης.
Όσον αφορά τις αιχμές προς τη διοίκηση της εταιρείας για τους πραγματικούς λόγους για τους οποίους το σύστημα ενεργοποιήθηκε αμέσως μετά την τραγωδία των Τεμπών, κάνοντας λόγο και για ενδεχόμενο απόπειρας «συγκάλυψης ευθυνών σε μελλοντικό δυσάρεστο συμβάν», ο κ. Κολαΐτης ξεκαθαρίζει «Στον ΗΣΑΠ δεν υπάρχει περίπτωση να γίνει κάποιο δυστύχημα όπως τα Τέμπη. Να γίνει κάποια μετωπική σύγκρουση συρμών. Όμως σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να τηρούνται όλες οι δικλείδες ασφαλείας που θα προστατεύουν και από την περίπτωση του ανθρωπίνου λάθους. Γι’ αυτό άλλωστε ζητάμε η ενεργοποίηση του νέου συστήματος να γίνει με όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις ».
Οι εργαζόμενοι ζητούν από την ΣΤΑΣΥ να πάρει πίσω την απόφαση για την ενεργοποίηση του ATP έως ότου επιλυθούν οι εκκρεμότητες και να ενεργοποιηθεί το νέο σύστημα σε όλους τους συρμούς. Μέχρι να γίνει αυτό εφικτό ζητούν οι συρμοί να λειτουργούν με το μέχρι πρότινος κύριο σύστημα ασφαλείας INDUSI.
Αξίζει να σημειωθεί η εγκατάσταση του συστήματος ATP έγινε για πρώτη φορά το 2004. Προσπάθεια για ενεργοποίηση του συστήματος είχε γίνει και το 2017 η οποία όμως δεν τελεσφόρησε. Το 2019 η ΣΤΑΣΥ είχε ανακοινώσει πως κατάφερε να έρθει σε συμφωνία, ύστερα από μακρά διαπραγμάτευση, με τον όμιλο SIEMENS προκειμένου να λυθούν οι μεταξύ τους διαφορές και η δικαστική αντιδικία που αφορούσε την υλοποίηση της σύμβασης για τον εκσυγχρονισμό της σηματοδότησης στη γραμμή 1.