Στην ομιλία του με τίτλο «Βάτσλαβ Χάβελ, Διαχρονικός και Επίκαιρος», στο πλαίσιο της εκδήλωσης του Κύκλου «Λόγος 9», με θέμα «Η ηθική και πολιτική παρακαταθήκη του Βάτσλαβ Χάβελ (1936-2011). Δέκα χρόνια μετά τον θάνατό του», ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας και Επίτιμος Καθηγητής της Νομικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Προκόπιος Παυλόπουλος επισήμανε, μεταξύ άλλων, και τα εξής:
«Ήδη αναγνωρισμένος -ιδίως μέσω του Θεάτρου- στους φιλελεύθερους πνευματικούς και πολιτικούς κύκλους της Πράγας, ο Βάτσλαβ Χάβελ άρχισε, με «ηχηρό» μάλιστα αντίκτυπο, την πολιτική του δράση το 1968, όταν μετέσχε ενεργώς στην αντίσταση κατά της εισόδου των δυνάμεων της ΕΣΣΔ για την καταστολή της «Άνοιξης της Πράγας». Το επόμενο κομμουνιστικό καθεστώς Χούζακ άσκησε συνεχείς διώξεις εναντίον του Βάτσλαβ Χάβελ, απαγορεύοντάς του κάθε πολιτική δραστηριότητα. Στις 6 Ιανουαρίου 1977, ο Βάτσλαβ Χάβελ πρωτοστατεί στην σύνταξη και δημοσιοποίηση του μανιφέστου «Χάρτα 77» για την ανάγκη εκδημοκρατισμού της Τσεχοσλοβακίας και για την προάσπιση των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Αποτέλεσμα ήταν η σύλληψή του και η μακροχρόνια φυλάκισή του, από τον Ιούνιο του 1979 ως τον Ιανουάριο του 1984. Ο Βάτσλαβ Χάβελ, μετά την αποφυλάκισή του, διαδραμάτισε ηγετικό ρόλο στην «Βελούδινη Επανάσταση». Στις 29 Δεκεμβρίου 1989 εξελέγη, «πανηγυρικώς», από την δημοκρατικώς εκλεγμένη Εθνοσυνέλευση Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Τσεχοσλοβακίας. Δείχνοντας εμπράκτως την αντίθεσή του προς τις διαχωριστικές τάσεις της Σλοβακίας, ο Βάτσλαβ Χάβελ παραιτήθηκε από το προεδρικό αξίωμα στις 20 Ιουλίου 1992. Αμέσως δε μετά την δημιουργία της Δημοκρατίας της Τσεχίας εξελέγη, και πάλι «πανηγυρικώς», πρώτος Πρόεδρός της, στις 2 Φεβρουαρίου 1993. Κατά την διάρκεια της νέας θητείας του ο Βάτσλαβ Χάβελ σηματοδότησε την ένταξη της Τσεχίας στο ΝΑΤΟ, το 1999. Ολοκλήρωσε δε τον Δυτικό και Ευρωπαϊκό προσανατολισμό της Τσεχίας, προετοιμάζοντας την είσοδό της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η θητεία του έληξε στις 2 Φεβρουαρίου 2003 και ένα χρόνο μετά, το 2004, το «Ευρωπαϊκό Όραμά» του για την Χώρα του γινόταν πραγματικότητα.
Α. Φέρνω στην μνήμη μου ορισμένα από τα «σπαράγματα» της σκέψης του Βάτσλαβ Χάβελ, όπως εμπεριέχονται σε δύο, ιδιαίτερα χαρακτηριστικές, παρεμβάσεις του. Σ’ εκείνη, όταν τιμήθηκε το 1991 με το «Βραβείο Sonning» και σε μια δεύτερη, το 1993, όταν, στις 28 Μαΐου 1993, τιμήθηκε στην Αθήνα με το «Βραβείο Ωνάση». Κοινό σημείο των ως άνω παρεμβάσεών του είναι ότι συμπυκνώνουν, σ’ εξαιρετικά αντιπροσωπευτικό βαθμό, τους ηθικοπολιτικούς στοχασμούς του Βάτσλαβ Χάβελ. Στο συνολικό έργο του Βάτσλαβ Χάβελ η Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία είναι το σύστημα εκείνο πολιτειακής οργάνωσης, το οποίο ταιριάζει περισσότερο στον Άνθρωπο, ως δημιουργό Πολιτισμού lato sensu. Και τούτο γιατί η Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία λειτουργεί -ή πρέπει να λειτουργεί- οιονεί εκ φύσεως ως ιδανική διαδικασία εγγύησης της Ελευθερίας. Και η Ελευθερία είναι εκείνη, μέσω των επιμέρους Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που επιτρέπουν την άσκησή της στην πράξη, η οποία ανοίγει στον Άνθρωπο τον δρόμο της δημιουργίας Πολιτισμού, όπως ταιριάζει στην οντότητα του «Homo Sentiens» που, σταδιακώς, κατέκτησε την «κορυφή» του «Homo Sapiens». Γι’ αυτό και, πολλές φορές, ο Βάτσλαβ Χάβελ αποτίει, μέσω του έργου του, «φόρο τιμής» στο Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα. Στο ατίθασο και δημιουργικό εκείνο Πνεύμα το οποίο, πέρ’ από την αντίσταση στην κάθε είδους αυθαιρεσία που «καταπνίγει» τον Άνθρωπο, άνοιξε τον δρόμο για την μετατροπή της πληροφορίας σε Γνώση και της Γνώσης σε «Σοφία».
Β. Για τον Βάτσλαβ Χάβελ, όπως προκύπτει από το σύνολο του ηθικοπολιτικού στοχασμού του, ο Άνθρωπος αξίζει την Ελευθερία του όταν συμπεριφέρεται, σε κάθε πεδίο της δημιουργίας του, ως ελευθέρως σκεπτόμενο ον. Ο Βάτσλαβ Χάβελ ανησυχούσε, αδιαλείπτως, «για την εγκατάλειψη της ατομικότητας και του Ανθρωπισμού που συντελείται στην Πολιτική». Η Πολιτική δεν πρέπει να «καταβροχθίζει» τον Άνθρωπο, και τον τόνο τον δίνει η ίδια η «Πολιτική Κοινωνία». Όπως έγραφε, «με την Πολιτική θα έπρεπε ν’ ασχολούνται μόνον άνθρωποι ιδιαίτερα άγρυπνοι, ιδιαίτερα προσεκτικοί στο δέλεαρ της υπαρξιακής αυτεπιβεβαίωσης που φέρει μαζί της η πολιτική εξουσία». Δυστυχώς στην εποχή μας, με μεγάλο το μερίδιο ευθύνης των πολιτικών, ο Ανθρωπισμός χάνει τα βασικά του χαρακτηριστικά. Διότι ο Ανθρωπισμός προϋποθέτει τον Άνθρωπο «που ενεργεί με βάση την ατομική του συνείδηση και την προσωπική και αδιαμεσολάβητη ευθύνη του». Όμως σήμερα ο Άνθρωπος «μαζικοποιείται», καθώς γίνεται μέρος ενός απρόσωπου συνόλου. Κατά τον Βάτσλαβ Χάβελ οι πολιτικοί, με την σειρά τους -ως άνθρωποι και αυτοί- «μαζικοποιούνται» με ακόμη πιο επώδυνο και επικίνδυνο για την Δημοκρατία τρόπο. Και τούτο διότι, ακόμη και όταν δεν το αντιλαμβάνονται, «μετατρέπονται σε ανθρωπόμορφες μαριονέτες κάποιου γιγαντιαίου και στην ουσία απάνθρωπου θεάτρου, σε γρανάζια κάποιας γιγαντιαίας πολυσύνθετης μηχανής, αντικείμενα κάποιας μεγάλης αυτοτελούς πορείας του Πολιτισμού, την οποία πια κανένας δεν είναι σε θέση να ελέγξει, για την οποία κανείς δεν φέρει καμία ευθύνη». Πόσες φορές ο Βάτσλαβ Χάβελ είπε και έγραψε, ότι στην εποχή μας «η πολιτική μετατρέπεται σε θέαμα» και οι πολιτικοί θυμίζουν «τηλεοπτικές σκιές» και «είδωλα», εξαιτίας μιας άνευ όρων και ορίων παράδοσης της Πολιτικής στα ΜΜΕ, όπως αυτά εξελίσσονται και μεταμορφώνονται, με αδιανόητη ταχύτητα, «οιστρηλατημένα» από τα μέσα της σύγχρονης Τεχνολογίας.
Γ. Ο Βάτσλαβ Χάβελ είχε πλήρη συνείδηση ότι, και μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου -άρα του κομμουνιστικού ολοκληρωτισμού- και το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, οι κίνδυνοι για την Ευρωπαϊκή Ένωση, συγκεκριμένα δε για την Ευρωπαϊκή Δημοκρατία και τον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό, δεν έχουν παρέλθει. Κάθε άλλο. Η «μαζικοποίηση» του Ανθρώπου και η «μηχανοποίηση» της Πολιτικής αποτελούν, κατά τον Βάτσλαβ Χάβελ, «θανάσιμες» απειλές για τον Ανθρωπισμό και την Ελευθερία. Άρα «δυνάμεις» απειλητικές για την Ευρωπαϊκή Δημοκρατία και τον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό, αφού βασικές αντηρίδες τους είναι ο Ανθρωπισμός και η Ελευθερία. Κατά τον Βάτσλαβ Χάβελ μόνον ο Άνθρωπος, ο οποίος είναι σε θέση να υπηρετεί την αξία του και ν’ αναπτύσσει ελευθέρως την προσωπικότητά του καθίσταται, δικαιωματικώς, ενεργό μέλος της Ευρωπαϊκής Δημοκρατίας και δημιουργός, στο μέτρο που του αναλογεί, Πολιτισμού. Όλως αντιθέτως, η Ευρωπαϊκή Ένωση αδυνατεί να κάνει πράξη το όραμα των Ιδρυτών της για την δημιουργία ενός ολοκληρωμένου Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος, σύμφωνου με τις αρχές της Ευρωπαϊκής Δημοκρατίας και του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, όταν οι επιμέρους «Κοινωνίες των Πολιτών» «βυθίζονται» στην «μαζικοποίηση», και οι επιμέρους «Πολιτικές Κοινωνίες» «συντρίβονται» από τις «μυλόπετρες» της «μηχανοποίησης».
Δ. Υπερασπιζόμενος τον Ανθρωπισμό και την Ελευθερία, υπό όρους Ευρωπαϊκής Δημοκρατίας και Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, μέσω και της περιγραφής, με πραγματική πνευματική οδύνη, της «πτώσης» του Ανθρώπου και της Πολιτικής, ο Βάτσλαβ Χάβελ έστελνε, κατ’ αποτέλεσμα, απεγνωσμένα σήματα «S.O.S.» και για την προοπτική του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος. Συνειδητοποιημένος Ευρωπαίος, από την νιότη του, γνώριζε καλά ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει, σύμφωνα με τον Πολιτισμό της και μέσα στον σύγχρονο ταραγμένο κόσμο, να διαδραματίσει ένα ρόλο οποίος ξεπερνάει τους Λαούς της και αποκτά πλανητικές διαστάσεις. Ειδικότερα, όπως δείχνει και σήμερα η διεθνής συγκυρία και πραγματικότητα, μόνον η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί -άλλες δυνάμεις, μολονότι έχουν τα μέσα, δεν έχουν την διάθεση, ίσως και εξαιτίας των δικών τους πολιτισμικών καταβολών- να υπερασπισθεί, σε πλανητικό επίπεδο, ιδίως τις αρχές του Ανθρωπισμού, της Ειρήνης, της Δημοκρατίας, της Δικαιοσύνης, ιδίως δε της Κοινωνικής Δικαιοσύνης. Μια τέτοια αποστολή είναι στις μέρες μας για την Ευρωπαϊκή Ένωση τόσο περισσότερο επιτακτική, όσο ο Άνθρωπος και τα Θεμελιώδη Δικαιώματά του «χειμάζονται», σε πολλά σημεία του Πλανήτη, από τις «φωτιές» του πολέμου, και όχι μόνο. Όμως, για να διαδραματίσει αυτό τον ρόλο η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να ολοκληρώσει την Ευρωπαϊκή Ενοποίηση, με τρόπο ώστε το Ευρωπαϊκό Οικοδόμημα να στηρίζεται στις αντηρίδες της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, ως εγγύησης της Ελευθερίας, υπό συνθήκες μιας μορφής πολιτειακής οργάνωσης ομοσπονδιακού τύπου.
Ο Βάτσλαβ Χάβελ, όπως προκύπτει μέσ’ από το σύνολο του έργου αλλά και από το αντίστοιχο σύνολο της πολιτικής του πορείας, είχε ταχθεί, με όλες του τις δυνάμεις, στην πραγμάτωση αυτού του οράματος της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης και της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης, προκειμένου να στηριχθούν, σε παγκόσμια κλίμακα, οι αρχές και οι αξίες του Ανθρωπισμού και της Ελευθερίας. Αν, λοιπόν, κρίνουμε από την ηθική και πολιτική παρακαταθήκη την οποία μας άφησε, μέσ’ από την συνεισφορά του στην σκέψη που γίνεται πράξη, ο Βάτσλαβ Χάβελ θ’ αγωνιούσε σήμερα, ακόμη περισσότερο, για τον Άνθρωπο και την Ελευθερία, επέκεινα δε για το Ευρωπαϊκό Οικοδόμημα και την προοπτική του. Και σίγουρα, μέσα σε αυτή την πολιτική και πολιτισμική «δυστοπία» θα κορύφωνε, πέρ’ από τα όριά του, τον λογισμό του και, αντιστοίχως, θα ύψωνε, ακόμη περισσότερο, την φωνή του σ’ ένα «κρεσέντο» αφενός προειδοποίησης για τα «μελλούμενα». Και, αφετέρου, βαθυστόχαστων προτάσεων για την αντιστροφή μιας καταστροφικής πορείας που τώρα φαίνεται, δυστυχώς, «μοιραία». Κάτω από τις συνθήκες αυτές αξίζει, νομίζω, να φαντασθούμε τον Βάτσλαβ Χάβελ σε μια παράλληλη πορεία -η οποία παραπέμπει σε «παράλληλους βίους»– με τον Αλμπέρ Καμύ από την μια πλευρά στον «Μύθο του Σισύφου» και, από την άλλη πλευρά, στον «Εξεγερμένο Άνθρωπο». Και μόνον οι σκέψεις αυτές αρκούν για να καταδείξουν το πόσο πνευματικοί και πολιτικοί «ταγοί» του διαμετρήματος ενός Βάτσλαβ Χάβελ λείπουν, δραματικά, από την πολιτική και πολιτισμική πραγματικότητα της Ευρώπης, αλλά και πέραν αυτής.»