Τα μεγάλα παζάρια του Ερντογάν – Τα μέτωπα που ανοίγει ο Τούρκος Πρόεδρος μετά την επανεκλογή του

Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αρχίζει άμεσα συνομιλίες με την Ουάσιγκτον για την πώληση των F-16 και την ένταξη της Σουηδίας στη Βορειοατλαντική Συμμαχία. Προγραμματίζει συνάντηση με τον Γερμανό καγκελάριο Ολαφ Σολτς, ο οποίος πρότεινε να αναλάβει ρόλο διαμεσολαβητή για τη διευθέτηση των ανοιχτών ζητημάτων της Άγκυρας με Βρυξέλλες, Αθήνα και Λευκωσία.

Των Π. ΓΑΛΙΑΤΣΑΤΟΥ, Π. ΒΑΛΑΣΟΠΟΥΛΟΥ, ΕΥ. ΑΡΕΤΑΙΟΥ. Θ. ΤΣΙΤΣΑ

Την επομένη των βουλευτικών εκλογών περιμένει η Αθήνα, ώστε να «τρέξουν» οι διεργασίες που θα δρομολογήσουν τα επόμενα βήματα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Οι δίαυλοι επικοινωνίας ανάμεσα σε Αθήνα και Άγκυρα, άλλωστε, σε επίπεδο τόσο πρωθυπουργού όσο και υπουργού Εξωτερικών, παρέμειναν ανοιχτοί καθ’ όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου. Παρά το γεγονός ότι η τουρκική πλευρά δεν μετακινήθηκε καθόλου από τις πάγιες θέσεις της στο διάστημα της ύφεσης στα ελληνοτουρκικά που ακολούθησε τους σεισμούς, η ελληνική πλευρά θεωρεί πολύτιμη τη βελτίωση του κλίματος -καθώς σταμάτησαν οι προκλήσεις και οι παραβιάσεις- και θέλει να διατηρηθεί όσο γίνεται.

Το επόμενο σημαντικό ραντεβού θα είναι πιθανότατα ανάμεσα στον νέο πρωθυπουργό της Ελλάδας και τον Τούρκο Πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ που θα γίνει στο Βίλνιους της Λιθουανίας. Τη συνάντηση προανήγγειλε ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης -για την περίπτωση που επανεκλεγεί- σε συνέντευξή του στο Mega: «Εφόσον ο ελληνικός λαός με εμπιστευτεί και πάλι και είμαι εγώ ο πρωθυπουργός που θα εκπροσωπήσει τη χώρα στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ, η οποία γίνεται 11 και 12 Ιουλίου στη Λιθουανία, θα επιδιώξω πάλι μια συνάντηση με τον Πρόεδρο Eρντογάν. Πάντα πιστεύω ότι πρέπει να συζητούμε και όταν διαφωνούμε πρέπει να συζητούμε και να συμφωνούμε τουλάχιστον και σε αυτά που διαφωνούμε, αλλά και όταν διαφωνούμε δεν σημαίνει ότι πρέπει να είμαστε στα πρόθυρα ενός θερμού επεισοδίου», είπε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της ΝΔ.

Διπλωματικά κανάλια

Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, Μητσοτάκης και Ερντογάν είχαν συμφωνήσει, στην τηλεφωνική επικοινωνία που είχαν μετά τους σεισμούς, να βρεθούν κατ’ ιδίαν μετά τις εκλογές και οι προκαταρτικές συνεννοήσεις έχουν γίνει μέσα από τα διπλωματικά κανάλια. Να εκμεταλλευτεί η Ελλάδα την ευκαιρία που σήμαινε η βελτίωση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις θέλει και ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας, ο οποίος, μάλιστα, σε πρόσφατες συνεντεύξεις του (μετά τις εκλογές της απλής αναλογικής), τόνισε πως αυτό τo διάστημα ηρεμίας έχει ήδη κρατήσει πολύ, ότι υπάρχει πάντοτε η δυνατότητα οπισθοδρόμησης και ότι οι επόμενες κινήσεις στη διαδικασία της ελληνοτουρκικής προσέγγισης δεν θα πρέπει να αργήσουν. Συνέστησε, μάλιστα, να ξεκινήσουν εντός μηνός μετά την ολοκλήρωση της εκλογικής διαδικασίας στις δύο χώρες. Αυτό που επίσης λαμβάνει υπ’ όψιν της η Αθήνα είναι οι προσδοκίες των δυτικών συμμάχων -και ιδίως των Αμερικανών και των Γερμανών- για επανεκκίνηση ενός ελληνοτουρκικού διαλόγου, με στόχο να εξομαλυνθεί η κατάσταση στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρουν διπλωματικές πηγές, κατά τα φαινόμενα, στις 25 Ιουνίου θα υπάρχουν και από τις δύο πλευρές του Αιγαίου ισχυρές κυβερνήσεις και οι εταίροι περιμένουν από δύο ισχυρές κυβερνήσεις να ξεκινήσουν μια διαδικασία διαλόγου. Μάλιστα, οι Γερμανοί ήδη έχουν προσφέρει διαμεσολάβηση.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η Αθήνα δεν έχει αυταπάτες. Ξέρει πολύ καλά ότι οι πολιτικές ενός κράτους και ιδιαίτερα της Τουρκίας δεν αλλάζουν εύκολα και έχει πλήρη επίγνωση ότι τα θέματα που έχει βάλει η Τουρκία στο τραπέζι, από την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών έως τη «Γαλάζια Πατρίδα» και τις γκρίζες ζώνες, αμφισβητούν την ελληνική κυριαρχία και τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα. Οπως λένε διπλωματικές πηγές, η Ελλάδα έχει καταστήσει σαφές σε εταίρους και συμμάχους ότι είναι πρόθυμη να συζητήσει με την Τουρκία, αλλά μόνο για ένα θέμα, δηλαδή την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών στο Αιγαίο και στην ανατολική Μεσόγειο. Θέματα αποστρατιωτικοποίησης των νησιών και κυριαρχίας που θέτει η Τουρκία η Ελλάδα απλά δεν πρόκειται να τα συζητήσει ποτέ και έχει φροντίσει να τα εξαιρέσει και από τη δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου.

Πρόοδος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και διατήρηση του καλού κλίματος, όπως εκτιμούν διπλωματικές πηγές, μπορεί να προκύψουν από τη λεγόμενη θετική ατζέντα και τις οικονομικές σχέσεις με την Τουρκία, που έχουν φτάσει σε έναν όγκο 3 δισ. ευρώ. Ωστόσο, τα μηνύματα από την άλλη πλευρά του Αιγαίου δεν είναι μόνο αισιόδοξα. Δύο φορές το τελευταίο διάστημα ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών προειδοποίησε ότι μπορεί να επιστρέψει η ένταση αν δεν προχωρήσει ο διάλογος, όπως τον εννοεί η Τουρκία.

Τις απειλές αυτές η Αθήνα τις λαμβάνει υπ’ όψιν, δεν θεωρεί ωστόσο ότι είναι του παρόντος, αφού η νέα τουρκική κυβέρνηση θα στρέψει το πρώτο διάστημα το ενδιαφέρον της στα τεράστια οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα. Διπλωματικές πηγές εκτιμούν πως τυχόν οπισθοδρόμηση ή νέα βήματα προόδου θα γίνουν ορατά μετά το καλοκαίρι και αφού υπάρξουν διμερείς επαφές και σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών και Αμυνας. Η Αθήνα φροντίζει να καλλιεργεί τις επαφές αυτές και είναι ενδεικτικό ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αν και δεν είχε μετά τις εκλογές θεσμική ιδιότητα, επικοινώνησε και συνεχάρη τον Ερντογάν, όπως άλλωστε και ο Ν. Δένδιας τον Μεβλούτ Τσαβούσογλου. Πάντως, ο υπηρεσιακός υπουργός Εξωτερικών Βασίλης Κασκαρέλης δεν είχε τη δυνατότητα συνάντησης με τον Τούρκο ομόλογό του στην υπουργική Σύνοδο του ΝΑΤΟ, επειδή η Τουρκία, εν αναμονή του σχηματισμού της νέας κυβέρνησης, εκπροσωπήθηκε από τον μόνιμο αντιπρόσωπο.

Ο Σολτς σε ρόλο διαμεσολαβητή

Tο Βερολίνο δηλώνει πως πρέπει να υπάρξουν θετικές εξελίξεις στο Κυπριακό, στα ελληνοτουρκικά αλλά και στις σχέσεις της Αγκυρας με την Ε.Ε.

Την περασμένη Δευτέρα, ημέρα θριάμβου για τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο Τούρκος Πρόεδρος δέχθηκε ένα τηλεφώνημα που ίσως δεν το περίμενε. Ηταν ο καγκελάριος Ολαφ Σολτς από τη γερμανική πρωτεύουσα, ο οποίος, αφού τον συνεχάρη για την εκλογική του νίκη, τον προσκάλεσε στο Βερολίνο και, σύμφωνα με ανακοίνωση της καγκελαρίας, του ανέφερε πως υπάρχουν τρία βασικά ζητήματα να συζητηθούν:

  • Το θέμα της ανατολικής Μεσογείου, ώστε να υπάρξουν «θετικές εξελίξεις».
  • Τα θέματα του ΝΑΤΟ, δηλαδή το βέτο της Τουρκίας στην είσοδο της Σουηδίας στη Βορειοατλαντική Συμμαχία.
  • Οι σχέσεις με την Ε.Ε.

Μία ημέρα αργότερα, ο Νιλς Σμιντ, εκπρόσωπος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος για θέματα εξωτερικής πολιτικής, δήλωσε πως «είναι σημαντικό να υπάρξει αποκλιμάκωση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Πρέπει να πράξουμε τα πάντα ώστε, μετά τις εκλογές στην Ελλάδα, να υπάρξουν εποικοδομητικές συνομιλίες μεταξύ των δύο χωρών».

Την Τετάρτη, ο εκπρόσωπος της καγκελαρίας Στέφεν Χεμπερστράιτ είπε πως «το Κυπριακό και οι ελληνοτουρκικές σχέσεις συμπεριλαμβάνονται στα θέματα στα οποία το Βερολίνο επιθυμεί να δει θετικές εξελίξεις στο προσεχές διάστημα».

Προσέθεσε, δε, πως «το Κυπριακό είναι ένα θέμα. Την περασμένη εβδομάδα ήταν εδώ ο Κύπριος Πρόεδρος Νίκος Χριστοδουλίδης και αποτέλεσε ένα από τα θέματα που συζητήθηκαν. Υπάρχουν ασφαλώς πολλά διμερή θέματα μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας, τα οποία προσπαθούμε να προωθήσουμε εποικοδομητικά».

Ολα δείχνουν, συνεπώς, σύμφωνα και με τα παραπάνω, πως στο νέο ξεκίνημα της προεδρίας Ερντογάν στην Τουρκία το Βερολίνο βάζει πολύ ψηλά το ζήτημα των εντάσεων στην ανατολική Μεσόγειο μεταξύ Τουρκίας, Ελλάδας και Κύπρου.

Σύμφωνα με τον καγκελάριο Σολτς, η Γερμανία θα ήθελε να διαδραματίσει διαμεσολαβητικό ρόλο, εάν βεβαίως της ζητηθεί από όλες τις πλευρές.

Στη συνάντηση που είχε ο Γερμανός καγκελάριος στις 25 Μαΐου στο Βερολίνο με τον Ν. Χριστοδουλίδη, σε σχετική ερώτηση της Realnews, επανέλαβε την πάγια θέση του ότι στα προβλήματα ανάμεσα στην Τουρκία και στην Ελλάδα η μόνη λύση είναι ο διάλογος, στo πλαίσιo πάντοτε του Διεθνούς Δικαίου.

Πάντως, για την ώρα, η Κύπρος έκανε το πρώτο βήμα και, μέσω του Ν. Χριστοδουλίδη, ζήτησε τη βοήθεια της Γερμανίας ώστε η Ε.Ε. να εμπλακεί πιο ενεργά στο Κυπριακό, να υπάρξει επανέναρξη των συνομιλιών και, ίσως, να οριστεί διαμεσολαβητής από την πλευρά της Ε.Ε.

Μάλιστα, ο ίδιος ο Κύπριος Πρόεδρος, όταν ρωτήθηκε από την «R», ήταν ξεκάθαρος, λέγοντας πως «στο Βερολίνο ήρθα διότι η Γερμανία παίζει έναν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο. Ο σημαντικός αυτός ρόλος φάνηκε τις ημέρες που η Τουρκία παραβίαζε την κυπριακή ΑΟΖ και αποκλιμάκωση υπήρξε με παρέμβαση της Γερμανίας».

Ο Πρόεδρος της Κύπρου εννοούσε βεβαίως την παρέμβαση της πρώην καγκελαρίου Αγκελα Μέρκελ το καλοκαίρι του 2020 και για τον λόγο αυτόν ακούγεται και στα παρασκήνια το όνομά της για ανάληψη διαμεσολάβησης, κάτι που δεν έχει μέχρι τώρα επιβεβαιωθεί.

Σε κάθε περίπτωση, το Βερολίνο και ειδικότερα ο Σολτς θέτουν και τα ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό ιδιαίτερα ψηλά στην ατζέντα τους για το επόμενο χρονικό διάστημα.

Αυτό γιατί η γερμανική πρωτεύουσα επιζητεί τον τερματισμό των εντάσεων στην ανατολική Μεσόγειο και ιδιαίτερα στο Αιγαίο.

Στο Βερολίνο, το υπουργείο Εξωτερικών έχει καταδικάσει αρκετές φορές δημόσια την τουρκική επιθετικότητα, παίρνοντας θέση ειδικά με την υπουργό Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ, η οποία -και στην επίσκεψή της στην Αθήνα- είχε δηλώσει πως τα νησιά του Αιγαίου είναι ελληνικά και αυτό δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Φαίνεται, ωστόσο, πως ειδικότερα ο Σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος Σολτς θέλει να ξεκινήσει μια νέα εποχή θετικών σχέσεων με την Τουρκία, ελπίζοντας πως ο Τούρκος Πρόεδρος θα επιδείξει πνεύμα συνεργασίας και όχι αντιπαλότητας με τη Δύση.

Εάν όμως επαναληφθεί και πάλι η οξεία τουρκική επιθετικότητα, κάτι τέτοιο δεν θα μπορέσει να προχωρήσει, καθώς μια κυβέρνηση -όπως η γερμανική- που ευαγγελίζεται συνεχώς το Διεθνές Δίκαιο και είναι αντίθετη με τις αλλαγές συνόρων, όπως συμβαίνει με την Ουκρανία, είναι αναγκασμένη να εγκαταλείψει την ουδετερότητα και να σταθεί στο πλευρό της Ελλάδας απέναντι στην Τουρκία. Την ίδια στιγμή, τουλάχιστον στην καγκελαρία, συνεχίζουν να πιστεύουν πως η Τουρκία έχει τεράστια γεωπολιτική σημασία και δεν θα πρέπει η Δύση να τη χάσει από τα χέρια της και να την κερδίσει οριστικά η Ρωσία.

Γι’ αυτό και η πρόσκληση Σολτς προς τον Ερντογάν να επισκεφθεί το Βερολίνο και να συζητήσουν για τα ανωτέρω θέματα έχει τεράστια σημασία και για την Αθήνα και για τη Λευκωσία.

Τα μεγάλα παζάρια του Ερντογάν

Ποια μέτωπα ανοίγει ο Τούρκος Πρόεδρος μετά την επανεκλογή του και πώς διαμορφώνεται η κατάσταση στο εσωτερικό της γειτονικής χώρας

Για μεγάλα παζάρια σε όλα τα μέτωπα ετοιμάζεται ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν μετά την επανεκλογή του. Ήδη έχουν ξεκινήσει οι συνομιλίες με τη Ουάσιγκτον για την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ και την πώληση των F-16, ενώ ετοιμάζεται να επισκεφθεί και το Βερολίνο, μετά από πρόσκληση του καγκελαρίου Ολαφ Σολτς. Στο κάδρο βρίσκεται και το ενδεχόμενο μιας συνάντησης με τον Έλληνα πρωθυπουργό που θα προκύψει μετά τις εκλογές της 25ης Ιουνίου, αλλά και τα παζάρια με τις διεθνείς χρηματαγορές, για να καλυφθούν οι τεράστιες οικονομικές ανάγκες της Τουρκίας.

Η «νέα Τουρκία» του Ερντογάν κέρδισε πάντως καθαρά την εκλογική αναμέτρηση και ο Τούρκος Πρόεδρος ξεκινά μια καινούργια πενταετία, με την πολιτική και την ιδεολογία του να είναι οι μεγάλοι νικητές, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για μια Τουρκία η οποία στο εσωτερικό θα επιβάλλει τον ερντογανικό αυταρχισμό και στο εξωτερικό θα κινείται σε μια απόλυτα συναλλακτική βάση.

«Το αποτέλεσμα των εκλογών υποδηλώνει ότι η Τουρκία έχει πλέον μετατοπιστεί πιο κοντά σε μια ευρασιατική απολυταρχία παρά σε μια ανελεύθερη ευρωπαϊκή δημοκρατία… Ο Ερντογάν θα μπορεί τώρα να είναι στην εξουσία για πολλά ακόμη χρόνια και ο αυξανόμενος ρόλος του Βλαντιμίρ Πούτιν, ως υποστηρικτή και προτύπου, μπορεί να περιέχει σημαντικές πληροφορίες για το τι θα σημαίνει η νέα εντολή του Ερντογάν για το μέλλον της Τουρκίας», έγραψε ο Τούρκος αναλυτής Σονέρ Καγκαπτάι στο Foreign Affairs, δίνοντας έτσι με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο το στίγμα του τι θα ακολουθήσει.

Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της Realnews, τόσο στην Τουρκία όσο και στο εξωτερικό, έχει αποκρυσταλλωθεί πλέον η άποψη ότι η νέα ερντογανική περίοδος θα χαρακτηρίζεται από απόλυτη συναλλακτική πολιτική. Η Αγκυρα θα ακροβατεί ακόμα πιο πολύ ανάμεσα σε Δύση και Ευρασία και θα κινείται με βάση μια ψυχρή τακτική «πάρε-δώσε», με έντονο το στοιχείο του «ανατολίτικου παζαριού».

Αυτό φάνηκε ήδη από την πρώτη συνομιλία μετά την επανεκλογή του Ερντογάν με τον Τζο Μπάιντεν πριν από λίγες ημέρες, όπου, ούτε λίγο ούτε πολύ, ο Αμερικανός Πρόεδρος πρότεινε στον Ερντογάν να άρει το βέτο του για την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ και μετά οι ΗΠΑ να του δώσουν τα πολυπόθητα F-16, ενώ ο Ερντογάν είπε στον Μπάιντεν να του δώσει πρώτα τα F-16 και μετά να άρει το βέτο για την ένταξη της σκανδιναβικής χώρας.

Ο Τούρκος Πρόεδρος έχει αποκτήσει τεράστια εμπειρία όσον αφορά την εκμετάλλευση των αντιθέσεων μεταξύ Δύσης και Ρωσίας και, σύμφωνα με Τούρκους αναλυτές, αυτό θα γίνει πλέον ο κανόνας στη συμπεριφορά της Αγκυρας.

Τo διπλό αυτό ταμπλό κάνει «τις εξωτερικές σχέσεις να μοιάζουν με ναρκοπέδιο εξαιτίας των πολυδιάστατων και των όχι by the book πρωτοβουλιών του», υποστηρίζει σε άρθρο του ο Φεχίμ Ταστεκίν, Τούρκος αναλυτής διεθνών θεμάτων, ενώ ο αναλυτής Αλί Μπαϊράμογλου εκτιμά ότι ο Ερντογάν ποτέ δεν θα κάνει πίσω από τη ρητορική του φίλου-εχθρού.

«Προφανώς και ο Ερντογάν δεν θα μειώσει τη δόση της πόλωσης», έγραψε ο ακαδημαϊκός Βαχάπ Τζοσκούν, καθηγητής Νομικής. Στην ομιλία του από το Προεδρικό Μέγαρο στην Αγκυρα, το βράδυ της επανεκλογής του, ο Ερντογάν δεν άφησε πολλά περιθώρια ερμηνείας υπέρ μιας προσέγγισης με τη Δύση ή εξομάλυνσης των σχέσεων με την Ε.Ε. Ο πρώην πρέσβης Σελίμ Γκιουνεράλπ έγραψε ότι «από τις μέχρι στιγμής δηλώσεις του Ερντογάν δεν έχει διαφανεί κάποιος υπαινιγμός ότι θα κάνει αλλαγές στην εξωτερική πολιτική το επόμενο διάστημα».

Η οικονομία

Πάντως, ο Ερντογάν έχει διαχρονικά δώσει σημάδια σκληρού πραγματισμού και αυτό το αποδεικνύουν οι κυβιστήσεις που έχει κάνει με τις χώρες του Κόλπου. «Η σημαντικότερη ανάγκη που αντιμετωπίζει η Τουρκία είναι οι ξένες επενδύσεις και το ζεστό χρήμα. Η προτίμησή της ήταν να προμηθεύεται αυτούς τους πόρους από τη Ρωσία και τις χώρες του Κόλπου. Ωστόσο, αν συνειδητοποιήσει ότι μόνο από τη Δύση και τα διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα πάρει πίσω τις μεγάλες πόλεις, ειδικά την Κωνσταντινούπολη, στις δημοτικές εκλογές του χρόνου, τότε θα επιστρέψει στη Δύση», έγραψε ο Γκιουνεράλπ. Ενα τεράστιας σημασίας ερώτημα που εγείρεται είναι αν ο Ερντογάν θα προχωρούσε ποτέ σε προσφυγή στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Οι περισσότεροι αναλυτές στην Τουρκία θεωρούν ότι κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά δύσκολο και ότι ο Τούρκος Πρόεδρος θα κάνει τα πάντα για να το αποφύγει, όπως και τα capital controls. Ιδιαίτερη σημασία έχει και η τεράστια απήχηση που είχε η επανεκλογή του Ερντογάν στις αραβικές χώρες, όπου πλήθος κόσμου βγήκε στους δρόμους και γιόρτασε την επανεκλογή Ερντογάν σαν εθνική νίκη. «Αυτό δείχνει ότι η επιρροή της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή όσο και η οργανική σχέση που έχει με τις χώρες αυτές συνεχίζουν να είναι ισχυρές», έγραψε η αναλύτρια Μπετούλ Ντογάν Ακάς.

Σύμφωνα με τον Φ. Ταστεκίν, ο Ερντογάν αναμένεται να εξαργυρώσει αυτή τη συμπάθεια των αραβικών χωρών και να τη μετατρέψει σε περισσότερα δολάρια. Το συγχαρητήριο μήνυμα που έλαβε από τον Πρόεδρο της Αιγύπτου Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι είναι επίσης σημάδι ότι η επαφή αναβαθμίζεται πλέον σε επίπεδο ηγετών, αν μάλιστα η Αγκυρα κρατήσει για ένα διάστημα και μια απόσταση από τη Λιβύη.

Ωστόσο, η μεγάλη πρόκληση του Ερντογάν είναι η Συρία, καθώς μια ομαλοποίηση στη σχέσεις του με τον Ασαντ φαίνεται πλέον να επιβάλλεται, καθώς το ζήτημα των προσφύγων πιέζει τον Τούρκο Πρόεδρο.

Η αντιπολίτευση

Το κλίμα στην αντιπολίτευση είναι εξαιρετικά βαρύ, καθώς δέχεται πλέον ομαδικά πυρά από αντιπολιτευόμενους δημοσιογράφους, σχολιαστές και ακαδημαϊκούς. Χαρακτηριστικό είναι το σχόλιο του Μεχμέτ Τεζκάν στον μεγάλο αντιπολιτευόμενο ιστότοπο HalkTV, όπου έγραψε:

«Το 48% είναι αποτυχία!». «Ο άνεμος της αλλαγής πνέει αθόρυβα στο CHP», έγραψε ο Σερκάν Αλάν της αντιπολιτευόμενης «Gazeteduvar», αναφέροντας ότι στους κόλπους του κόμματος έχει ήδη αρχίσει να γίνεται λόγος για ανάγκη παραίτησης του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, ο οποίος πάντως φαίνεται να επιμένει ότι θα παραμείνει στην προεδρία του CHP μέχρι τις δημοτικές εκλογές του Οκτωβρίου του 2024.

Οι δημοτικές εκλογές είναι πλέον το νέο ορόσημο της πολιτικής και κοινωνικής αντιπαράθεσης στην Τουρκία, καθώς ο Ερντογάν, στην πρώτη του ομιλία το βράδυ της Κυριακής, είπε ότι επόμενος στόχος είναι να πάρει πίσω την Κωνσταντινούπολη και την Αγκυρα. «Μπαίνουμε από τώρα σε μια νέα μακρά προεκλογική περίοδο, κατά την οποία η αντιπολίτευση θα δώσει την τελευταία μάχη οπισθοφυλακών», εκτιμούν συνομιλητές της Realnews στην Τουρκία.

Στο ΙΥΙ, της Μεράλ Ακσενέρ, ο άνεμος της αλλαγής φαίνεται να κάνει περισσότερο θόρυβο, καθώς η δυσφορία απέναντί της από πολλά στελέχη του κόμματος αυξάνεται καθημερινά. Η Ακσενέρ βρίσκεται σε πολύ δύσκολη θέση και στην Τουρκία κανείς δεν αποκλείει να υπάρξουν δραματικές εξελίξεις στο ΙΥΙ μέσα στην επόμενη περίοδο.

Το μεγάλο πάντως στοίχημα της αντιπολίτευσης, συμπεριλαμβανομένων και των Κούρδων, είναι να παραμείνει ενωμένη μέχρι τις δημοτικές εκλογές. Ωστόσο, αναλυτές στην Τουρκία εκτιμούν ότι θα είναι πολύ δύσκολο να κρατηθεί η συνοχή ύστερα από τη νίκη του Ερντογάν.

Τι περιμένει η Ουάσιγκτον από την Άγκυρα

Η Ουάσιγκτον απέφυγε δημοσίως μετά την επανεκλογή Ερντογάν να συνδέσει την πώληση των μαχητικών F-16 με την έγκριση του αιτήματος της Σουηδίας από την Αγκυρα για ένταξη στο ΝΑΤΟ και ο Ιούνιος θα αποτελέσει ορόσημο στις εξελίξεις, καθώς Τζο Μπάιντεν και Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν συμφώνησαν να ξαναμιλήσουν τις επόμενες ημέρες, επιδιώκοντας συμβιβασμό και πιθανά εκατέρωθεν ανταλλάγματα.

Η κυβέρνηση Mπάιντεν έχει επανειλημμένα αρνηθεί ότι τα δύο ζητήματα συνδέονται, αν και ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου έχει δηλώσει ότι Αμερικανοί αξιωματούχοι είπαν στους Τούρκους ομολόγους τους ότι ο τερματισμός της παρεμπόδισης της Τουρκίας στην προσπάθεια της Σουηδίας να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ θα «γρασάρει» τους τροχούς της πώλησης των F-16 στο Κογκρέσο, που έχει την εξουσία να εμποδίζει μεγάλες πωλήσεις αμερικανικών οπλικών συστημάτων. Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Αντονι Μπλίνκεν επανέλαβε την περασμένη Τρίτη ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν έχει συνδέσει τα δύο ζητήματα, λέγοντας ωστόσο ότι ορισμένα μέλη του Κογκρέσου το έχουν κάνει. «Το Κογκρέσο είναι ένας πλήρως ισότιμος ανεξάρτητος κλάδος της κυβέρνησης», είπε ο Μπλίνκεν σε συνέντευξη Τύπου μαζί με τον πρωθυπουργό της Σουηδίας Ουλφ Κρίστερσον. «Η φωνή τους και η ψήφος τους σε οποιεσδήποτε τέτοιες αποφάσεις φυσικά είναι κρίσιμες, αλλά, από τη δική μας οπτική γωνία, πιστεύουμε ότι και οι δύο πρέπει να προχωρήσουν – και να προχωρήσουν όσο το δυνατόν γρηγορότερα».

Την ίδια ώρα, ο πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας Μπομπ Μενέντεζ ήταν κατηγορηματικός: «Θέλω ο Τούρκος Πρόεδρος να υιοθετήσει μια λιγότερο πολεμοχαρή στάση έναντι των συμμάχων του ΝΑΤΟ και των γειτόνων της Τουρκίας. Αν θέλει να αλλάξει πορεία από αυτή που είχε, προσδοκώ να το δω αυτό. Αν έχουμε τα ίδια ή και άλλα από τα ίδια, όπως αυτά που έχουμε δει, τότε θα εξακολουθήσω να έχω τις ίδιες θέσεις που είχα πριν», είπε, υπογραμμίζοντας ότι «η Σουηδία είναι μόνο μέρος της εξίσωσης. Για μερικά μέλη μπορεί να είναι ολόκληρη η εξίσωση. Οχι για μένα».

Ο Ερντογάν, επικαλούμενος θέματα που άπτονται του τουρκικού εθνικισμού και της αντιτρομοκρατίας, ήταν το κύριο εμπόδιο για την ένταξη της Σουηδίας στη συμμαχία του ΝΑΤΟ μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Η σφοδρή δημόσια αντίθεσή του λειτούργησε θετικά στην εκστρατεία επανεκλογής του.

Τώρα, στην τρίτη του θητεία, η Ουάσιγκτον αναμένει τρεις συνέπειες. Πρώτον, η Τουρκία να συνεχίσει να απομακρύνεται από τη Δύση. Δεύτερον, η οικονομία της να συνεχίσει να κατρακυλά και, τρίτον, η αμερικανική διπλωματία να συστήσει στον Λευκό Οίκο να επιδιώξει τον συμβιβασμό με την Αγκυρα, υποστηρίζοντας ότι κάτι τέτοιο θα ήταν καλύτερο από πέντε ακόμη έτη αντιπαλότητας.

Ο Τούρκος Πρόεδρος αναμένεται να προβάλει την ίδια εικόνα, σφίγγοντας τον κλοιό της εξουσίας του στο εσωτερικό, ενώ παράλληλα θα ισορροπεί μεταξύ των συμμάχων του εντός του ΝΑΤΟ και της οικονομικής εξάρτησής του από τη Ρωσία. Ομως, με ανανεωμένα τα εθνικιστικά διαπιστευτήρια, θα μπορούσε να αισθάνεται πιο ελεύθερος να «διορθώσει» τους δεσμούς με τις ΗΠΑ -όπως εκτιμούν αναλυτές- και να εγκρίνει την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, ίσως εγκαίρως για την ετήσια Σύνοδο Κορυφής της συμμαχίας τον Ιούλιο στη Λιθουανία.Η συναίνεση έχει τα δικά της οφέλη για τον Ερντογάν. Η είσοδος της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ μπορεί να «ξεκλειδώσει» την πώληση αμερικανικών F-16 και συστημάτων για την αναβάθμιση των παλαιότερων μοντέλων της Τουρκίας. Η Τουρκία εμπόδισε την είσοδο της Σουηδίας στη Συμμαχία, καθώς ισχυριζόταν ότι η Στοκχόλμη φιλοξενεί Κούρδους μαχητές. Αυτόν τον μήνα η Σουηδία ψήφισε νομοθεσία που ενισχύει τους αντιτρομοκρατικούς νόμους της χώρας και τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιουνίου. Η ελπίδα είναι ότι αυτό θα δώσει στον Ερντογάν την πολιτική κάλυψη για να επιτρέψει την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. «Η νίκη του έχει νόημα για την τουρκική κοινωνία και πολιτική, αλλά είναι λιγότερο ενοχλητική για την εξωτερική πολιτική», δήλωσε ο Ιαν Λεσέρ, που διευθύνει το German Marshall Fund στις Βρυξέλλες. «Δεν βλέπω την προβληματική σχέση να χειροτερεύει».

Όσον αφορά την εξέλιξη των ήδη δύσκολων τουρκοαμερικανικών σχέσεων, ο έγκυρος αναλυτής Στίβεν Κουκ ανέφερε ότι η Τουρκία επιθυμεί μεν την επανεκκίνηση (reset) των σχέσεών της με τις ΗΠΑ, ωστόσο αυτό που υπονοεί είναι η ουσιαστική αποδοχή των τουρκικών απόψεων από την Ουάσιγκτον και η ανάλογη προσαρμογή της αμερικανικής πολιτικής. Ο Ερντογάν θα υιοθετήσει, ενδεχομένως, επιθετικότερη στάση έναντι των ΗΠΑ, διεκδικώντας οφέλη, π.χ. στο θέμα των F-16. Οι ΗΠΑ επιθυμούν τη διατήρηση της στρατηγικής τους σχέσης με την Τουρκία, συνειδητοποιούν ωστόσο ότι το πρόβλημα έγκειται στην ηγεσία της Άγκυρας και προς το παρόν, πέρα από τα συγχαρητήρια του Αμερικανού Προέδρου, ο Λευκός Οίκος θα τηρήσει στάση αναμονής για να εξακριβώσει τις προθέσεις του Ερντογάν. Για τη συντακτική ομάδα της «Wall Street Journal», «η Δύση θα πρέπει να ζήσει για άλλα πέντε χρόνια με τον δύσκολο Πρόεδρο της Τουρκίας. Αυτά είναι άσχημα νέα για το δημοκρατικό μέλλον της χώρας, αλλά οι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ μπορούν να ελπίζουν ότι ο Ερντογάν θα είναι λιγότερο προκλητικός τώρα που διατηρεί την εξουσία». Ο Ερντογάν γνωρίζει ότι το ΝΑΤΟ τον βλέπει μεν ως έναν δύσκολο εταίρο, αλλά φοβάται μια Τουρκία ευθυγραμμισμένη με τη Ρωσία και την Κίνα. Οι εκλογές σημαίνουν άλλα πέντε χρόνια μιας δύσκολης σχέσης με την Τουρκία, αλλά οι πιο αισιόδοξοι στην αμερικανική πρωτεύουσα σημειώνουν ότι ο Ερντογάν είναι γνωστό ότι πραγματοποιεί στροφές στην εξωτερική πολιτική.

Τα τελευταία δύο χρόνια, ο Τούρκος Πρόεδρος τα βρήκε με κράτη της Μέσης Ανατολής με τα οποία προηγουμένως η Τουρκία είχε αποξενωθεί, όπως η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Αίγυπτος και το Ισραήλ.

Όμως, οι στροφές στην εξωτερική πολιτική από τον Ερντογάν στη Μέση Ανατολή δεν ήταν αποτέλεσμα του κατευνασμού των περιφερειακών ηγετών. Προκλήθηκαν ως επί το πλείστον από την απελπισία του. Έχοντας οδηγήσει την οικονομία της Τουρκίας σε κατάρρευση, χρειαζόταν τη γενναιοδωρία των Αράβων του Κόλπου.

Το μάθημα από αυτές τις στροφές της εξωτερικής πολιτικής για την κυβέρνηση Μπάιντεν είναι πως, όταν αντιμετωπίζεις την Τουρκία, πρέπει να περιμένεις.

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ