Κομισιόν: Η επιφυλακτικότητα στον εμβολιασμό μείζονα απειλή για την ΕΕ – Κάπνισμα, παχυσαρκία και υψηλές ιδιωτικές δαπάνες υγείας για την Ελλάδα

Βρυξέλλες, του Θάνου Αθανασίου

Η επιφυλακτικότητα απέναντι στον εμβολιασμό αποτελεί “μείζονα απειλή για τη δημόσια υγεία” σε ολόκληρη την Ευρώπη και η οποία, σύμφωνα με την Κομισιόν, “μπορεί να αντιμετωπιστει με τη βελτίωση των γνώσεων για την υγεία, την καταπολέμηση της παραπληροφόρησης και την ενεργητική συμμετοχή των επαγγελματιών υγείας”, σύμφωνα με έκθεση που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα η Κομισιόν, η τελευταία επί θητείας Βιτένις Αντριουκάϊτις ως αρμοδίου για το θέμα Επιτρόπου.

Ειδικά για την Ελλάδα αυστηρές προειδοποιήσεις καταγράφονται για τη θνησιμότητα από το διαβήτη, κάποιες μορφές καρκίνου που έχουν αυξηθεί, το διευρυμένο κάπνισμα και την παχυσαρκία, προειδοποιώντας επιπλέον ότι τα δύο τελευταία είναι υψηλότερα στα άτομα με χαμηλότερη εκπαίδευση, γεγονός που συμβάλλει σε ένα ευρύ κοινωνικοοικονομικό χάσμα στην υγεία του πληθυσμού”. Προτείνει τέλος ότι “η Ελλάδα θα επωφεληθεί από ένα γενικό και ολοκληρωμένο σχέδιο μεταρρύθμισης που θα λαμβάνει υπόψη τις επιδόσεις του συστήματος υγείας, τις ανάγκες του πληθυσμού και θα προβλέπει επαρκή σχεδιασμό και διανομή υπηρεσιών”.

Σε σχέση με την ΕΕ, η έκθεση καταγράφει τη στροφή προς την πρόληψη και την πρωτοβάθμια περίθαλψη, ως τη σημαντικότερη τάση στα συστήματα υγείας των περισσοτέρων Κρατών Μελών της ΕΕ, ενώ ταυτόχρονα προειδοποιεί ότι “ο ψηφιακός μετασχηματισμός της προαγωγής της υγείας και της πρόληψης των ασθενειών μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα κάποιοι να ωφεληθούν και κάποιοι να ζημιωθούν”. Τα άτομα που θα ωφεληθούν περισσότερο από την “κινητή (mobile) υγεία” και παρόμια ψηφιακά εργαλεία “μπορεί να είναι εκεί να με τις λιγότερες πιθανότητες εύκολης πρόσβασης σ’ αυτά τα εργαλεία”, προειδοποιεί η Κομισιόν και ζητά από τα Κράτη Μέλη να κάνουν τις ανάλογες προβλέψεις.

Σύμφωνα με το ειδικό για την Ελλάδα κεφάλαιο, καταγράφεται ότι “ο ελληνικός πληθυσμός έχει σχετικά υψηλό προσδόκιμο ζωής κατά τη γέννησή του, αλλά απόστασή του από το μέσο όρο της ΕΕ έχει μειωθεί κατά την τελευταία δεκαετία”.

Η Κομισιόν προειδοποιεί ότι “οι καρδιαγγειακές παθήσεις εξακολουθούν να αποτελούν τις κύριες αιτίες θανάτου”, και “η θνησιμότητα από τον διαβήτη, κάποιες μορφές καρκίνου, αναπνευστικές και νεφροπάθειες έχουν αυξηθεί”.

“Όπως και σε πολλά άλλα κράτη μέλη της ΕΕ, ο επιπολασμός των παραγόντων κινδύνου, όπως το κάπνισμα και η παχυσαρκία, είναι πολύ υψηλότερος στα άτομα με χαμηλότερη εκπαίδευση, γεγονός που συμβάλλει σε ένα ευρύ κοινωνικοοικονομικό χάσμα στην υγεία του πληθυσμού”.

Αναλυτικά, η έκθεση καταγράφει ότι “από το 2010, οι προσπάθειες που ξεκίνησαν στο πλαίσιο του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής έχουν παγιωθεί”. “Η Ελλάδα εφαρμόζει ένα φιλόδοξο σύνολο μεταρρυθμίσεων για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας του συστήματος υγείας και τη μείωση των αποβλήτων”, σημειώνει η Κομισιόν και τονίζει ότι “προβλήματα όπως ο κατακερματισμός των προνοιών και της κάλυψης, οι υπερβολικές φαρμακευτικές δαπάνες, οι ανεπαρκείς προμήθειες και η αδύναμη πρωτοβάθμια φροντίδα”, συνεχίζουν και υφίστανται.

“Η πρόληψη, η δέσμευση των ασθενών και των πολιτών, καθώς και οι σημαντικοί μηχανισμοί λογοδοσίας και διαφάνειας, έχουν αποτελέσει αντικείμενο ειδικών μέτρων, αλλά απαιτούνται πρόσθετες προσπάθειες”, προειδοποιεί.

“Η αντιμετώπιση της ζήτησης που προκαλείται από προμηθευτές υπολειμμάτων για ορισμένες υπηρεσίες υγείας και οι αναποτελεσματικές δαπάνες παραμένουν συγκεκριμένοι στόχοι”, ξεκαθαρίζει.

Σημειώνει δε ότι “παρά το τέλος του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής τον Αύγουστο του 2018, οι οικονομικοί δείκτες της Ελλάδας παραμένουν υπό στενή εποπτεία της ΕΕ και οι δαπάνες για την υγεία πιθανόν να παραμείνουν δεσμευμένες από δημοσιονομικούς περιορισμούς”.

Ωστόσο, “η μείωση των δημόσιων δαπανών για την υγεία σταμάτησε το 2015 και από τότε σταθεροποιήθηκε”.

Επιπλέον, λόγω των clawbacks, “η αξία της δημόσιας χρηματοδότησης της υγειονομικής περίθαλψης είναι υψηλότερη από το επίπεδο των δημόσιων δαπανών για την υγεία κατά περίπου 1% του ΑΕΠ”.

“Οι ιδιωτικές δαπάνες για την υγεία, κυρίως με τη μορφή πληρωμών από τα νοικοκυριά, εξακολουθούν να είναι πολύ υψηλές, με αποτέλεσμα το ένα τρίτο της υγειονομικής περίθαλψης να πληρώνεται από την τσέπη των πολιτών”, καταγράφει η Κομισιόν.

Σημειώνει ακόμα ότι “κρίσιμη νομοθεσία το 2016 κατάφερε να αποκαταστήσει την κάλυψη για τα δύο εκατομμύρια άτομα που έχασαν την ασφάλιση κατά την κρίση”.

Επιπλέον καταγράφει ότι “η κάλυψη επεκτάθηκε σε ομάδες που είχαν αποκαλυφθεί στο παρελθόν, όπως οι πρόσφυγες, έτσι ώστε το σύστημα υγείας προσφέρει τώρα πλήρη κάλυψη”.

Ως αποτέλεσμα, “οι ανεκπλήρωτες ανάγκες για υγειονομική περίθαλψη μειώθηκαν το 2017, ιδίως μεταξύ των φτωχότερων”.

Ωστόσο, παράγοντες όπως “οι επίσημες και ανεπίσημες χρεώσεις χρήσης, τα κατώτατα όρια για τις επιστρεφόμενες υπηρεσίες και η ανομοιογενής διαθεσιμότητα φυσικών και ανθρώπινων πόρων εξακολουθούν να συμβάλλουν στα υψηλά επίπεδα αυτοαναφερόμενων ανεκπλήρωτων αναγκών”.

Σημειώνει ακόμα ότι τα υφιστάμενα μέτρα χρηματοοικονομικής προστασίας επικεντρώνονται κυρίως στα φαρμακευτικά προϊόντα. Παραδείγματος χάριν, υπάρχουν εξαιρέσεις από τα τέλη χρήσης φαρμάκων για άτομα με ορισμένες προϋποθέσεις ή με χαμηλά εισοδήματα. Παρόλα αυτά, ένα στους δέκα νοικοκυριά αντιμετωπίζει “καταστροφικές πληρωμές” για την υγειονομική περίθαλψη, η οποία συγκαταλέγεται στα υψηλότερα επίπεδα στην ΕΕ.

Ακόμη η έκθεση καταγράφει ότι η ανάπτυξη της πρωτοβάθμιας περίθαλψης από το 2017 προχώρησε σε σχετικά ικανοποιητικό ρυθμό, με λίγο περισσότερο από το ήμισυ (127) των σχεδιαζόμενων μονάδων πρωτοβάθμιας περίθαλψης που λειτουργούσαν το καλοκαίρι του 2019. Αυτές καλύπτουν τώρα το ένα πέμπτο του πληθυσμού, την προληπτική, την πρωτοβάθμια φροντίδα και ορισμένες εξειδικευμένες υπηρεσίες, ιδίως στις αγροτικές περιοχές.

“Η περαιτέρω πρόοδος σε αυτή τη σημαντική ενίσχυση της πρωτοβάθμιας φροντίδας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη διαθεσιμότητα ιατρών – καθώς ο αριθμός των γενικών ιατρών φτάνει στο όριο πλήρους χωρητικότητας και πολλοί γιατροί που εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα είναι απρόθυμοι να υπογράψουν”, αναφέρει. Η επαρκής χρηματοδότηση αποτελεί επίσης προϋπόθεση.

“Οι οργανωτικές και επιχειρησιακές βελτιώσεις βασίζονται στην ενισχυμένη διακυβέρνηση και στην κατάλληλη χρηματοδότηση των προτεραιοτήτων πολιτικής”, καταγράφει η έκθεση.

“Η Ελλάδα θα επωφεληθεί από ένα γενικό και ολοκληρωμένο σχέδιο μεταρρύθμισης που θα λαμβάνει υπόψη τις επιδόσεις του συστήματος υγείας, τις ανάγκες του πληθυσμού και θα προβλέπει επαρκή σχεδιασμό και διανομή υπηρεσιών”, προτείνει τέλος.

Αναλυτικά για το Σύνολο της ΕΕ, σύμφωνα με την έκθεση που παρουσίασε ο Επίτροπος Αντριουκάϊτις, “κενά όσον αφορά την προσβασιμότητα στην υγειονομική περίθαλψη εξακολουθούν να αποτελούν αναμφισβήτητα πραγματικότητα στην ΕΕ”. “Τόσο οι κλινικές ανάγκες όσο και τα κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά των ασθενών πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την αξιολόγηση της πρόσβασης στην υγειονομική περίθαλψη και των πολυάριθμων σχετικών εμποδίων”, καταγράφει η Κομισιόν.

Επιπλέον σημειώνεται ότι οι καινοτομίες στον συνδυασμό δεξιοτήτων των επαγγελματιών υγείας παρέχουν “μεγάλες δυνατότητες για να αυξηθεί η ανθεκτικότητα των συστημάτων υγείας”. Σημειώνεται δε ότι “ελπιδοφόρα παραδείγματα μεταβίβασης αρμοδιοτήτων μεταξύ των επαγγελματιών υγείας υπάρχουν σε ολόκληρη την ΕΕ, ιδίως όσον αφορά την ενίσχυση του ρόλου των νοσοκόμων και των φαρμακοποιών”.

Η Κομισιόν καταγράφει τέλος, ότι “ο κύκλος ζωής των φαρμάκων αποδεικνύει ότι υπάρχει μεγάλο περιθώριο συνεργασίας των κρατών μελών με σκοπό την εξασφάλιση ασφαλών, αποτελεσματικών και οικονομικά προσιτών θεραπειών, καθώς και όλου του φάσματος από τις ορθολογικές δαπάνες μέχρι την υπεύθυνη συνταγογράφηση”. Πηγή: real.gr

Μοιράσου το:

σχολίασε κι εσύ